Thursday, November 5, 2015

ΤΙΜΗΤΙΚΗ ΒΡΑΔΥΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΦΑΤΟΥΡΟ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΜΕΛΙΣΣΑ



Δημήτρης Φατούρος

Γιώργος Τριανταφύλλου
"Βιώνοντας μια αέναη διδασκαλία" 
μια αφήγηση σε 5 πράξεις





Γιώργος Τριανταφύλλου, 

(φωτο Λούσυ Τριανταφύλλου)


Δεν υπάρχει νομίζω άλλος δάσκαλος αρχιτέκτων στην Ελλάδα που να έχει την τύχη να ακούσει, και να διαβάσει τόσα πολλά κολακευτικά, αλλά και αρνητικά σχόλια, για την προσωπικότητά του και το έργο του. Έτσι σήμερα θα σας μιλήσω με ειλικρίνεια, αποκλειστικά και μόνο για προσωπικές μου εμπειρίες και βιώματα, που έχουν λειτουργήσει για μένα διδακτικά, επιλέγοντας στιγμές από όλα όσα μας έχουν συνδέσει με τον Μίμη Φατούρο, από το 1972, που βρέθηκα στην Θεσσαλονίκη, μέχρι σήμερα. Πρόκειται για μια αφήγηση σε 5 πράξεις

Πράξη 1. 

Θεσσαλονίκη αρχές δεκαετίας 70. 

Παρκάριζε τότε την κατακόκκινη Alfa Romeo στο πάρκινγκ, μπροστά στην σχολή και ντυμένος απλά, κρατώντας στο χέρι ένα μικρό σακ βουαγιάζ, ανέβαινε τις σκάλες και έμπαινε στο μεγάλο χολ της εισόδου, προσπερνούσε το θυρωρείο με τους ασφαλίτες που τον λοξοκοίταζαν και συνέχιζε περπατώντας με αυτόν τον δικό του ξεχωριστό νεανικό, ευπροσήγορο και λίγο ανέμελο τρόπο προς τα ασανσέρ. Η γλώσσα του σώματος, με μια ελαφριά κλίση και το μειδίαμα κάτω από το μουστάκι, ασκούσαν μια γοητεία προς κάθε κατεύθυνση. Όλοι όσοι έτυχε να βρισκόμαστε εκεί σταματούσαμε για μια καλημέρα, ένα χαμόγελο. Μας χαιρετούσε έχοντας συχνά και ένα μικρό σχόλιο να μας πει. Κάτι προσωπικό. 

Οι φοιτήτριες κολακευόντουσαν ακόμη και με μια ματιά του και συχνά υπήρχε μια αίσθηση ενός διακριτικού ερωτισμού, μαζί με αυτή την θετική αύρα του χαρισματικού δασκάλου. «Ο Μίμης!» έλεγαν, και έτρεχαν από τους διαδρόμους να τον δουν. 

Στον 8ο όροφο η πόρτα της έδρας, του γνωστού Εργαστηρίου ΕΑΕΧΒΑ, ήταν πάντα ανοιχτή. Το εργαστήριο ήταν ένα γόνιμο μελίσσι με νέους επιμελητές και βοηθούς, με προσωπικότητα και δημιουργική στάση, που επέστρεφαν από τις μεταπτυχιακές τους σπουδές στο εξωτερικό και έφερναν την φρεσκάδα των νέων θεωρητικών και αρχιτεκτονικών ρευμάτων. Σε αντίθεση με τις άλλες έδρες που οι πόρτες ήταν ερμητικά κλειστές και απρόσιτες, το εργαστήριο του Φατούρου ήταν φιλόξενο σε όσους από εμάς ζητούσαμε το κάτι παραπάνω, από όλα όσα λεγόντουσαν και γινόντουσαν στις αίθουσες, όπου συχνά στο μάθημα υπήρχε έντονη η παρουσία των ανθρώπων της ασφάλειας. Εποχές για μας έντασης, πολιτικού προβληματισμού, αντιπαραθέσεων χωρίς αντιπαλότητες, συνελεύσεων, λίγο πριν και λίγο μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Αμφισβητήσεις, ανατροπές για το περιεχόμενο των σπουδών, την λειτουργεία των σχολών, τον ρόλο του αρχιτέκτονα.


από την εκδήλωση στην Μέλισσα

Όλοι οι διδάσκοντες κρατούν μια ουδετερότητα ή τοποθετούνται επίσημα απέναντί μας, όπως ο Νίκος Μουτσόπουλος, που εκείνη την εποχή, κυκλοφορώντας με στάση σώματος Ναπολέοντα, δημοσιεύει στη εφημερίδα της Θεσσαλονίκης, ολοσέλιδη επιστολή, με σκληρή και επιθετική κριτική για την πολιτικοποίηση των φοιτητών, φέρνοντας στην επιφάνεια το καθηγητικό κατεστημένο της σχολής, που με έναν άκρατο συντηρητισμό σε όλα τα επίπεδα απέφευγαν να τοποθετηθούν στα δεδομένα της εποχής. 

Ο Μίμης λοιπόν, πάντα με τις κεραίες ανοιχτές, πιάνει τον σφυγμό μας, που αναζητούμε να πατήσουμε γερά στην πραγματικότητα, και κατεβαίνει στα υπόγεια της σχολής στο γνωστό ιστορικό χώρο του εργαστηρίου, να μας διδάξει, ακούστε! πώς να κάνουμε σωστά μια πολυκατοικία, σκιτσάροντας επί τόπου μπροστά μας σε στράτσα με το γνωστό χοντρό κάρβουνο, εναλλακτικές όψεις με εναλλαγές στις θέσεις των κουφωμάτων, κατόψεις, τομές, λεπτομέρειες, βάζοντας αρχές και ανατρέποντας τα καθιερωμένα. 

Και όταν οι πολιτικές εντάσεις και οι πιέσεις από την ασφάλεια πλήθαιναν, με τις προσκλήσεις, τις προσαγωγές και το ξύλο προς παραδειγματισμό, ο Μίμης άφηνε το κάρβουνο και μας διάβαζε Σεφέρη. Αχτίδες φωτός και ελπίδας διαπερνούσαν την υποφωτισμένη ατμόσφαιρα του υπόγειου χώρου, με τους καπνούς και τα τσιγάρα. Χωρίς πολλά λόγια, ακουμπούσαμε τότε στον Μίμη, αντλούσαμε δύναμη και βασιζόμαστε σε αυτόν. 

Έλεγε τότε σε μια συζήτηση που είχαμε το 1976:




Πράξη 2η. 

…σαν να έδινε μια διάλεξη σε ένα μεγάλο αμφιθέατρο 

Ο Μίμης ήξερε πάντα να επαινεί την προσπάθεια. Μου μίλησε πολύ θερμά και έγραψε τότε τα καλύτερα στα Αρχιτεκτονικά Θέματα για ένα βιβλιαράκι που τότε το 1975 τόλμησα και εξέδωσα σαν φοιτητής για την εργατική κατοικία και που έκανε μάλιστα και δεύτερη έκδοση. 

Ταυτόχρονα βέβαια μας κατακεραυνώνει στις διορθώσεις των θεμάτων επεμβαίνοντας με το κάρβουνο στο χέρι, άλλοτε βίαια και άλλοτε διακριτικά, στα ρυζόχαρτα των φοιτητών. Δεν τoν άφησα ποτέ να το κάνει στα δικά μου σχέδια. Με ενοχλούσε. Είχα πάντα ένα εφεδρικό ρυζόχαρτο και το έβαζα μπροστά του γιατί ήξερα ότι ήθελε να εκφραστεί, να μας διδάξει και με το δικό του σκίτσο. Και όλο έσπρωχνε τα πράγματα προς, τον μοντερνισμό, τον Le Corbusier, την αρχιτεκτονική του Κωνσταντινίδη, τις πρώτες κατακτήσεις των Αντωνακάκηδων, αποθαρρύνοντάς μας για τις όποιες μορφοκρατικές μας αναζητήσεις, που την περίοδο της δικτατορίας είχαν βρει γόνιμο έδαφος. Είχε ένα δικό τρόπο να μας διδάσκει. Χωρίς καμία έπαρση αλλά με ένα πάθος. Μιλούσε απλά, σαν φίλος και δεν χαριζόταν. 

Το 1976 έφτασα ξημερώνοντας στην Θεσσαλονίκη, οδηγώντας άυπνος όλη την νύχτα από την Αθήνα και μεταφέροντας την μακέτα και τα σχέδια της διπλωματικής που είχαμε κάνει με τον γνωστό Αρκά. Αφού στήσαμε τις πινακίδες, άδειασα! Στην παρουσίαση ήταν αδύνατο από την κούραση και τα ξενύχτια να συγκεντρωθώ να μιλήσω για όλα όσα είχαμε δουλέψει μαζί, κατά την διάρκεια των διορθώσεων στο διαμέρισμα της οδού Κόδρου στην Αθήνα. Στο τέλος με μάλωσε ο Μίμης, με αποπήρε. Μου είπε ορθά κοφτά παρουσία όλων, ότι θα μας μειώσει τον βαθμό, γιατί όταν έχεις να παρουσιάσεις κάτι, πρέπει να είσαι ξεκούραστος και προετοιμασμένος και να μην αναλώνεσαι μέχρι την τελευταία στιγμή ξενυχτώντας, αναζητώντας το καλύτερο που τελικά δεν θα μπορείς να το παρουσιάσεις. Δεν το ξέχασα ποτέ αυτό. 

Στις δύσκολες στιγμές που τέλειωνα τις σπουδές μου το 1976 και έπρεπε να αποφασίσω ποιο δρόμο να ακολουθήσω, του ζήτησα να μιλήσουμε για την Αρχιτεκτονική Παιδεία και Πρακτική στην Ελλάδα την δεκαετία 1965 -75. Ήθελα έμμεσα να με συμβουλεύσει αν έπρεπε να πάρω τον δρόμο της ακαδημαϊκής καριέρας ή του ελεύθερου επαγγέλματος. Κατέγραψα τότε αυτή την σπάνια συζήτηση, και την φύλαξα στο αρχείο μου. Την επανέφερα στο προσκήνιο 40 σχεδόν χρόνια μετά, και την ξανακούσαμε με τον Μίμη πέρσι το καλοκαίρι στην Κίμωλο. Τίποτα από όλα όσα ειπωθήκαν τότε δεν έχασαν την φρεσκάδα τους. Οι ίδιες αγωνίες τα ίδια προβλήματα στην παιδεία και ένας Μίμης χειμαρρώδης που μιλούσε σε ένα φοιτητή στο σαν να έδινε μια διάλεξη σε ένα μεγάλο αμφιθέατρο.

Πράξη 3η. 

 Ο πολυπράγμων Μίμης

Λίγες μέρες πριν συναντήσω τότε το 1976 τον Μίμη, είχα συζητήσει για το ίδιο θέμα και με τον Κώστα τον Φινέ. Ο Φινές μιλώντας όπως πάντα ανοιχτά, δεν έχασε την ευκαιρία τότε να μου σχολιάσει τον δάσκαλό μου.

Λέγαμε λοιπόν τότε:




Έτσι επηρεασμένος και από τον Κώστα  Φινέ, δεν δίστασα στην συζήτηση με τον Μίμη, που ακολούθησε τις επόμενες μέρες τον Ιανουάριο του 1976, να τον ρωτήσω:


Ο πολυπράγμων αρχιτέκτονας και δάσκαλος, ήξερε και ξέρει πολύ καλά, πώς να τεκμηριώσει και να σε ενθαρρύνει σε πολυδιάστατες ενασχολήσεις και συνάφειες.

Κράτησα καλά στην μνήμη μου την άποψή του αυτή, και δεν σταμάτησα ποτέ να «αφήνω την θάλασσα και τον άνεμο να με παρασύρει» σε όλα όσα αυθόρμητα με ενδιαφέρουν. Και ομολογώ όλα αυτά τα βιώνω, έχοντας τον Μίμη δίπλα μου.
Πράξη 4η. Το ενδιαφέρον είναι στις αντιφάσεις

Η πάνω από 40 χρόνια σχέση μου με τον Μίμη θα τολμούσα να πω ότι μοιάζει πολύ με την σχέση που είχα με τον πατέρα μου, χωρίς όμως να είναι πατερναλιστική. Μία σχέση θαυμασμού, προστασίας, εμπιστοσύνης, γεμάτη εντάσεις, αντιθέσεις, αλλά και απογοητεύσεις, διδάγματα, νουθεσίες, σοφία, αλλά και τρυφερότητα, και σε τελευταία ανάλυση μια σχέση που σταδιακά μετατρέπεται σε μια βαθύτατη αγάπη. Όπως συμβαίνει και με τους γονείς μας που συνυπάρχουν οι καλές και οι κακές στιγμές (θυμού και αγάπης) και τελικά μετά από χρόνια πάντα αφήνουν ένα θετικό απόσταγμα.

Ο Μίμης προσιτός, ανοιχτός, πολλά υποσχόμενος συχνά μας αιφνιδίασε με τις επιλογές του και τα επιτεύγματά του σαν καλλιτέχνης, ποιητής, δάσκαλος, αρχιτέκτονας, συγγραφέας, πολιτικό πρόσωπο, πρύτανης, κριτής αρχιτεκτονικών διαγωνισμών, άλλοτε θετικά και άλλοτε αρνητικά. 



από την εκδήλωση στην Μέλισσα

Ίσως βέβαια πολλοί από μας κάναμε το γνωστό πλέον λάθος, να τον εξυψώνουμε σε σημείο υπερβολής, όπως συμβαίνει με τους χαρισματικούς ανθρώπους και στην συνέχεια, να έχουμε απαιτήσεις υπερβολικές για όλα όσα έκανε ή δεν έκανε από την εκάστοτε θέση που βρισκόταν. Η δυναμική του, οι γνώσεις του, οι εμπειρίες του και οι πάντα προοδευτικές του θέσεις δημιουργούσαν σε όλους μας την έντονη απαίτηση να κάνει αδιακόπως σημαντικά πράγματα, να μιλήσει προετοιμασμένος, να ανοίξει δρόμους, να κάνει ανατροπές, να συγκρουστεί, να μας στηρίξει. Και όταν αυτό δεν γινόταν, όταν οι ανθρώπινες δυνατότητες, οι ισορροπίες που έπρεπε να κρατηθούν, η συγκυρία και η ψυχοσύνθεση του δεν του το επέτρεπαν, μας απογοήτευσε, ίσως και να προκάλεσαν θυμό. 

Κάτι γινόταν όμως, κάτι μοναδικό. Και τελικά πολύ σύντομα ο Μίμης κατάφερνε να ανατρέψει τα πράγματα. Έκανε την υπέρβαση, με τοποθετήσεις και συμπεριφορές απρόσμενες. 

Αυτός είναι ο Μίμης, συναρπαστικός μέσα από αυτές τις αντιθέσεις, ανάμεσα σε αντιφατικά, θετικά και αρνητικά συναισθήματα, που τελικά μέσα στον χρόνο αθροίζονται σε ένα θετικό απόσταγμα.

Η γοητεία και η σοφία του Μίμη προκύπτει ακριβώς μέσα από αυτή την πολύ ανθρώπινη αντίφαση, που συναντάμε σε πολύ σημαντικούς ανθρώπους και συχνά στους γονείς μας. 


Πράξη 4η 

Ο Μίμης δίπλα μου... 

Το καλοκαίρι του 2006 πραγματοποιήσαμε με τον Τσόκλη και τον Νίκο Ξυδάκη την καλλιτεχνική επέμβαση στα Μοναστήρια της Τήνου με τίτλο «Αντανακλάσεις» και με στόχο να ξαναζωντανέψουμε το εγκαταλελειμμένο αυτό χωριό, Επέλεξα τότε να χειριστώ την ξύλινη διαδρομή των επισκεπτών που θα αποτελούσε την ραχοκοκαλιά, το στοιχείο άρθρωσης και σύνδεσης της όλης επέμβασης, έχοντας κατά νου την εμμονή του Μίμη για την μεγάλη σημασία της διαδρομής στο αρχιτεκτονικό έργο. 

Είχα την αίσθηση, σε όλη την διάρκεια της προετοιμασίας και κατασκευής, ότι ο Μίμης με παρακολουθούσε κάπου εκεί, πίσω από μισάνοιχτα κουφώματα του ερειπωμένου οικισμού. 

Ο Μίμης τελικά βρέθηκε δίπλα μας στα εγκαίνια. Ήρθε! Ήμουν ανήσυχος για τα σχόλιά του. Περιδιαβαίνοντας τις ξύλινες διαδρομές, συμμετείχε «στον λαβύρινθο της επανακατοίκησης του οικισμού» όπως ο ίδιος τον χαρακτηρίζει, μου έσφιξε το χέρι και λίγο αργότερα έγραψε σε σχετικό ποιητικό κείμενο στα Α.Θ. 

«Οι ροές των κατοίκων- επισκεπτών πότε φαίνονται και πότε χάνονται, πάνω στα ίχνη των ξύλινων καλοσχεδιασμένων διαδρομών σαν να ‘σχεδιάζουν την ροή του χρόνου’. Οι διαδρομές, γράφει, διεισδύουν, σταματάνε για λίγο, ξαναρχίζουν, σταματάνε τις χρωματιστές στιγμές των πέτρινων ερειπίων- τις ιστορικές χρωματικές χειρονομίες του Τσόκλη…. Δεν φαίνεται να υπάρχει τέλος στα όρια των κινήσεων και μετακινήσεων, και τα καταφύγια των μικρών κτισμένων χώρων είναι διάτρητα.


Δημήτρης Φατούρος

Μερικά χρόνια αργότερα το 2010 πραγματοποιήθηκε η έκθεση στο Βυζαντινό Μουσείο και εκδόθηκε το βιβλίο μου, με τίτλο «αρχέτυπα». Καλύβες και μαντριά, χαρισματικές χειροποίητες κατασκευές που επί χρόνια κατέγραφα ασυναίσθητα, έγιναν αντικείμενο επεξεργασίας και συνδέθηκαν με έργα σύγχρονης Τέχνης και αρχιτεκτονικής. Εδώ η επιρροή του Φατούρου που συμμετείχε και στην παρουσίαση του βιβλίου, ήταν ουσιαστική. Άντλησα θάρρος και γνώση από την ταπεινή αρχιτεκτονική του Μίμη, στην Περιστέρα και στο Μαρκόπουλο, από την έννοια της «προϊστορικότητας» που ο Μίμης εισάγει και αναλύει στο βιβλίο του «Η εμμονή της αρχιτεκτονικής» και την σταθερή επιμονή του για το χειροποίητο και το ad hoc . 

Η αέναη διδασκαλία εκτός από τις σπουδές, ξεκίνησε από την ταβέρνα της «Δόμνας» στην Θεσσαλονίκη που στα φοιτητικά χρόνια είχα την χαρά να με προσκαλεί για ένα κρασί, και συνεχίζεται ακόμη και σήμερα. Τα τελευταία χρόνια, τις Τετάρτες στην ταβέρνα του Οικονόμου στα Πετράλωνα, στις γνωστές συνάξεις αρχιτεκτόνων που σχολιάζονται θέματα για την αρχιτεκτονική και την πόλη, η ήρεμη συμμετοχή του Μίμη, είναι πολύτιμη.
Η ιδιαιτερότητα του Μίμη να μιλά διστακτικά και όπως επισημαίνει ο Φιλιππίδης, να επαναλαμβάνει την ίδια έννοια με έναν τρόπο, να την λέει με δεύτερο τρόπο, να την λέει με τρίτο τρόπο, αντιστεκόμενος στο απόλυτο ξεκαθάρισμα, τον κάνει πάντα ελκυστικό και διδακτικό συνομιλητή, αφήνοντάς σε να σκεφτείς και να διατυπώσεις ελεύθερα τις σκέψεις σου. 

Finale 

Η ανθρωπογεωγραφία και οι συνάψεις του Μίμη

Είναι γνωστή η εμμονή, το πάθος θα έλεγα του Μίμη, να μαθαίνει τον τόπο καταγωγής, όλων όσων γνωρίζει και να καταγράφει στον σκληρό δίσκο, της αξιοθαύμαστης μνήμης του μαζί με τα ονόματα όλης της οικογένειας, τις ηλικίες και το αντικείμενο απασχόλησης και κυρίως τον τόπο καταγωγής. Φαίνεται τελικά ότι, υπάρχει μια σχέση των χαρακτήρων μας με τον τόπο καταγωγής μας. Και προφανώς ο Μίμης γνωρίζει καλά αυτήν την ανθρωπογεωγραφία. Φαίνεται από την έκφρασή του, όταν του αποκαλύπτεις τον τόπο καταγωγής σου. Μεσολαβεί μια παύση, σαν κάτι να σκέπτεται, σαν να σε αξιολογεί και μετά αναζητά συσχετισμούς με άλλους γνωστούς από τα ίδια μέρη. Όλα αυτά τα καταγράφει συστηματικά και την επόμενη φορά επανέρχεται με ερωτήσεις ανανεώνοντας και διευρύνοντας την πληροφορία στην θυρίδα του καθενός .

Αυτοί οι εκτεταμένοι συσχετισμοί που εμπεριέχουν πάντα και αξιολογήσεις, αποκαλύπτουν κατά κάποιο τρόπο και τον ιδιότυπο συνθετικό τρόπο σκέψης του Μίμη που φαίνεται στις χαρακτηριστικές του παύσεις κατά την αφήγηση… 

Ακούστε για παράδειγμα ένα απόσπασμα από πρόσφατες συζητήσεις μας τον Αύγουστο του 2014 στην Κίμωλο:



ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΛΕΞΗ  ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ: "Βιώνοντας μια αέναη διδασκαλία",  Finale from Giorgos Triantafyllou on Vimeo.

Θα κλείσω με 
την θετική αύρα του γενναιόδωρου Μίμη

Το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού αποφασίζει το 2014 να τιμήσει τον Μίμη για το πολύ σημαντικό έργο του, το Κολυμβητήριο στην Σχολή Ναυτικών Δοκίμων που σχεδίασε και επέβλεψε το 1956, υπηρετώντας ταυτόχρονα και την θητεία του. Ο Μίμης κατεβαίνει μόνος, τον περιμένουν στην Σχολή αρχηγοί και Διοικητές και μετά την απονομή, με τιμές και δόξες, τις πλακέτες και τα παράσημα τον καλούν σε επίσημο γεύμα, στο γνωστό από τότε οινοπωλείο « η Μαργαρώ» που βρίσκεται από την δεκαετία του ΄50 ακριβώς δίπλα στην είσοδο της σχολής και ακριβώς απέναντι από το Κολυμβητήριο. Στην διάρκεια του επίσημου γεύματος εμφανίζεται και ο ηλικιωμένος ιδιοκτήτης της ψαροταβέρνας και αναγνωρίζει τον Φατούρο, που από τότε έτρωγε και ήταν καλός και γενναιόδωρος πελάτης σε αυτό το μαγαζί. Και ο παλιός ταβερνιάρης μετά τους απαραίτητους εναγκαλισμούς παρουσία των επισήμων του Επιτελείου, εν μέσω κρίσης, κάνει ο ίδιος το τραπέζι σε όλους τους επισήμους του Ναυτικού ,στο όνομα του Μίμη. 

Αυτό κάτι σημαίνει βέβαια, κάτι σπάνιο και διδακτικό ταυτόχρονα!

Σας ευχαριστώ πολύ. 





Η εισήγηση αυτή παρουσιάστηκε την Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2015 στον Εκδοτικό Οίκο ΜΕΛΙΣΣΑ Σκουφά 58 στο πλαίσιο της εκδήλωσης, που οργάνωσε προς τιμήν του αρχιτέκτονα Δημήτρη Φατούρου, ομότιμου καθηγητή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. 

Εκτός από την κεντρική εισήγηση του Μίμη Φατούρου συμμετείχαν επίσης οι Δημήτρης Φιλιππίδης, αρχιτέκτονας, ομότιμος καθηγητής ΕΜΠ, Ηλίας Κωνσταντόπουλος, αρχιτέκτονας, καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών, Κώστας Μωραΐτης, αρχιτέκτονας, αναπληρωτής καθηγητής ΕΜΠ, Λόης Παπαδόπουλος, αρχιτέκτονας, καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, και η Δήμητρα Χατζησάββα, αρχιτέκτονας, επίκουρη καθηγήτρια Πολυτεχνείου Κρήτης.




Παρακολουθείστε στην συνέχεια το  video που προβλήθηκε στην αρχή της εκδήλωσης για τον Μίμη Φατούρο που είναι μια παραγωγή του εκδοτικού οίκου ΜΕΛΙΣΣΑ και πραγματοποιήθηκε από την Αθηνά Ραγιά με την επιμέλεια του Δημήτρη Φιλιππίδη: 



Fatouros Dimitris from Giorgos Triantafyllou on Vimeo.








No comments :

Post a Comment