Friday, December 30, 2011

ΤΑΣΟΣ ΜΠΙΡΗΣ : Η ΚΡΙΣΗ


το κείμενο της χρονιάς!
για το παρόν και το  μέλλον
της Ελληνικής αρχιτεκτονικής

 (Ενώ καίγεται το σπίτι μας, εμείς -ακόμη- αισθητικολογούμε?)




Παραπαίοντας μέσα στην θύελλα των κειμένων και των σχολίων που κυκλοφορούν όλη αυτή την χρονιά που φεύγει, περί παντός επιστητού, κρατήθηκα αίφνης ως ο ναυαγός στο πέλαγος, από μια στέρεη βάρκα που εμφανίστηκε μέσα στην ομίχλη και την απαισιοδοξία των ημερών για τα τεκταινόμενα στην αρχιτεκτονική. Σαν ένα γερό σκαρί φτιαγμένο από ένα σπουδαίο μάστορα, το πρόσφατο άρθρο του Τάσου Μπίρη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό greekarchitects, θεωρώ ότι έρχεται να διαταράξει μια σιωπή και έναν πανικό που διακατέχει το σύνολο σχεδόν των αρχιτεκτόνων στον Ελληνικό χώρο.




O Τάσος Μπίρης καταθέτει έναν προβληματισμό που αποτελεί συνέχεια και παλαιότερων συναφών κειμένων του και δημόσιων τοποθετήσεων, όπως στην ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στο Μουσείο Μπενάκη στις 10 Απρ. 2011, με αφορμή την πρόσφατη έκθεση "Τάσος Μπίρης - Δημήτρης Μπίρης : Αρχιτεκτονική". Το αμφίδρομο πέρασμα ανάμεσα στην εφαρμογή και στη διδασκαλία", από όπου έχω αντλήσει και τα σχετικό φωτογραφικό υλικό. Εκεί διατυπώνει με το γνωστό του πάθος (όπως καταγράφεται στις εικόνες) την αγωνία του εν μέσω κρίσης, για το παρόν και το μέλλον της αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα. 

«το κείμενο αυτό, γράφει στο άρθρο του, κατατίθεται ως συμμετοχή σε ένα συλλογικό προβληματισμό. Εκεί ελπίζω να συναντηθούν με ομόρροπες ή αντίρροπες σκέψεις πολλών άλλων για το μεγάλο κοινό μας πρόβλημα : Να ξαναβρούμε δηλαδή τον εαυτό μας και την αρχιτεκτονική μας μέσα στην λαίλαπα της κρίσης (αλλά και μετά από αυτήν) επαναπροσδιορίζοντας την αιτιώδη σχέση και των δυο, τόσο με τον τόπο, όσο και με το διεθνή χώρο.»




Από την πλευρά μου, θα ήθελα πραγματικά να συνυπογράψω αυτό το κείμενο. Ήθελα ακόμη και να τολμήσω να το μοιραστώ με τους όσους αναγνώστες μου δεν το έχουν ακόμη εντοπίσει στο περιοδικό, επιλέγοντας κάποια χαρακτηριστικά για μένα αποσπάσματα με έναν διαφορετικό τρόπο. Γιατί θεωρώ ότι πέρα από την αξία του κειμένου, που ελπίζω ότι δεν το απαξιώνω με μια συνοπτική παρουσία, υπάρχει και η αξία της εκφοράς του λόγου και της εικόνας ενός ανθρώπου, που εξακολουθεί να μάχεται και να πάλλεται για την αρχιτεκτονική αυτού τόπου.




Ο Μπίρης ξεκινά με την εκτίμηση – ελπίδα, ότι οι μεγάλες αλλαγές στην Τέχνη και την Αρχιτεκτονική συνδέονται, σχεδόν πάντα, με μεγάλης κλίμακας πολιτισμικές, πολιτικές, επιστημονικές, οικονομικές κ.α. ανακατατάξεις και ανατροπές. Είναι φυσικό, γράφει, ότι η αρχιτεκτονική θα υποστεί ριζικές μεταλλάξεις εξαιτίας της κρίσης, όσον αφορά την κοινωνική, πνευματική, επιστημονική, καλλιτεχνική και τεχνολογική ουσία της, αλλά ακόμα και στο καθαρά επαγγελματικό πεδίο δράσης της, όπου οι μέχρι σήμερα ισχύουσες προϋποθέσεις προσφοράς και ζήτησης εργασίας ήδη αλλάζουν εκ βάθρων.

Και, ίσως έτσι, στη θέση αυτού του αποχαυνωτικού «πανηγυριού», μαζί με τον συνακόλουθο άκρατο καταναλωτισμό και ευδαιμονισμό που προηγήθηκε, ίσως ξαναέρθει στο προσκήνιο η πραγματική κοινωνική θεματολογία της αρχιτεκτονικής, που το τελευταίο διάστημα είχε χαθεί από προσώπου γης, θεωρημένη ως ήσσονος σημασίας.






Κρίνει ότι στο επίκεντρο του προβληματισμού μας έρχεται νομοτελειακά η ανάγκη ενός ολικού επαναπροσδιορισμού αυτής καθεαυτής της ουσίας της αρχιτεκτονικής. Δηλαδή τι είναι η αρχιτεκτονική, γιατί και για ποιους χρειάζεται να γίνεται εδώ. 
Παράλληλα, ελπίζει η εντόπια κρίση ίσως να μας οδηγήσει και σε έναν επαναπροσδιορισμό αυτής καθεαυτής της έννοιας του Τόπου, της οποίας το νόημα εδώ και χρόνια στρεβλώνεται πραγματικά και εννοιολογικά, τόσο από τους εικονολάτρες εραστές αποκλειστικά των ωραίων βουνών, των θαλασσών, των «αρχαίων» (γενικώς) και της « λαϊκής παράδοσης» του τσαρουχιού και της ρόκας, όσο και από τους (επίσης εικονολάτρες) εραστές αποκλειστικά του διεθνούς εκσυγχρονισμού, που θεωρούν κάθε τι τοπικό ως άτοπο (!)
Μιλάει για την ανάγκη μιας η οικολογικής προστασίας από τις καταστροφές που η προηγούμενη αγοραία κατάσταση και η «αρχιτεκτονική» της, του προκάλεσαν.


Κρίνει ότι στο επίκεντρο του προβληματισμού μας έρχεται νομοτελειακά η ανάγκη ενός ολικού επαναπροσδιορισμού αυτής καθεαυτής της ουσίας της αρχιτεκτονικής. Δηλαδή τι είναι η αρχιτεκτονική, γιατί και για ποιους χρειάζεται να γίνεται εδώ. 

Παράλληλα, ελπίζει η εντόπια κρίση ίσως να μας οδηγήσει και σε έναν επαναπροσδιορισμό αυτής καθεαυτής της έννοιας του Τόπου, της οποίας το νόημα εδώ και χρόνια στρεβλώνεται πραγματικά και εννοιολογικά, τόσο από τους εικονολάτρες εραστές αποκλειστικά των ωραίων βουνών, των θαλασσών, των «αρχαίων» (γενικώς) και της « λαϊκής παράδοσης» του τσαρουχιού και της ρόκας, όσο και από τους (επίσης εικονολάτρες) εραστές αποκλειστικά του διεθνούς εκσυγχρονισμού, που θεωρούν κάθε τι τοπικό ως άτοπο (!)

Μιλάει για την ανάγκη μιας η οικολογικής προστασίας από τις καταστροφές που η προηγούμενη αγοραία κατάσταση και η «αρχιτεκτονική» της, του προκάλεσαν.



Με τα δεδομένα αυτά εισάγει τον παράγοντα «οικονομία» υπό την ευρεία της έννοια. Οικονομία όχι μόνο όσον αφορά την «παραδοσιόπληκτη» ή «εκσυγχρονιστική» μορφοπλασία, αλλά και μέγιστη οικονομία όσον αφορά τη μη αναστρέψιμη οικοδομική επέμβαση στο φυσικό περιβάλλον• τέλος, οικονομία στην ανεξέλεγκτη διαφυγή και απώλεια ενέργειας, κυρίως μέσω αξιοποίησης παθητικών συστημάτων, όπου και πάλι η εντόπια αρχαία και λαϊκή αρχιτεκτονική μας αποτελούν ισχυρά διδακτικά πρότυπα. Και φυσικά αυτή η ειδική σχέση της αρχιτεκτονικής με τον τόπο και την οικολογική του προστασία νοείται αποκαθαρμένη από γνωστές πονηρές παραμορφώσεις. Δίνει έμφαση στην πραγματική εξοικονόμηση κόστους κατασκευή και λειτουργίας.



Είναι λοιπόν ίσως ώρα, τονίζει να θυμηθούμε ότι στον τόπο αυτό η ζωή δεν υπήρξε ποτέ βολική και εύκολη, όπως έχω ξαναγράψει. Οι άνθρωποι εδώ δημιούργησαν -και δημιούργησαν πολλά- όχι από το πλεόνασμα χρήματος και μέσων, αλλά από το υστέρημά τους. Δεν είχαν δηλαδή να δώσουν παρά ψυχή, μυαλό και εργασία για να επιβιώσουν. Και το έκαναν.
Όπως π.χ. συνέβη κατά τη πρώιμη και ύστερη μοντερνιστική περίοδο της νεοελληνικής αρχιτεκτονικής, από το 1920-1930 έως την γενικευμένη πολιτισμική «άνοιξη» του 1960 που διέκοψε βίαια η δικτατορία.
Ήταν τότε που ιστορικά καταξιωμένοι Έλληνες αρχιτέκτονες έκαναν θαύματα υψηλής Τέχνης, με κοινωνική ευαισθησία αλλά και μέγιστη οικονομία. Θαύματα που διατηρούν τη μεγάλη αξία τους μέχρι σήμερα ως ζωντανές (και όχι μουσειακές) δημιουργίες.


Διευκρινίζει ότι

- δεν χρειάζεται η αρχιτεκτονική περισσότερο κόστος π.χ. για να βρει τη σωστή της θέση πάνω στην γη, καθώς και τη σχέση της με τις άλλες αρχιτεκτονικές που συγκροτούν την πόλη
- δεν χρειάζεται το ακριβότερο, αλλά το σωστότερο υλικό για να γίνει καλή αρχιτεκτονική
- ούτε χρειάζεται αναγκαστικά περισσότερο κόστος για να αποκτήσει ο αρχιτεκτονικός χώρος ποιότητα.
- Οικονομία λοιπόν στα υπερφίαλα εννοιολογικά και γλωσσοπλαστικά αρχιτεκτονικά γυμνάσματα για ολίγους.
- οικονομία στις ακατάσχετες περί την αρχιτεκτονική κενολογίες∙ στο πνευματικό «τίποτα» του α-πολιτικού, α-τοπικού, αντικοινωνικού εγωκεντρισμού, του ανέμελου «anything goes» και της αναίτιας λεκτικής και υλικής σπατάλης που ήταν προάγγελοι του σημερινού αδιεξόδου.
Δι


Καταλήγει με την ανάγκη στοιχειώδους αυτοκριτικής και από παλαιότερο κείμενό του διατύπωνεί την εξής πρόταση :
«..ειδικά εν μέσω κρίσεως, ως -προσωρινοί μόνο- «οπισθοδρομικοί πρωτοπόροι» (!) ας συνεχίσουμε από εκεί που η ιστορική εξέλιξη της νεότερης αρχιτεκτονικής των περιόδων '20- '30 και '60 (γερά ριζωμένη στον τόπο, καθώς και στα -τότε- πιο σύγχρονα διεθνή μοντερνιστικά ρεύματα) διεκόπη βιαίως από τη δικτατορία…




να εγκύψουμε με αυτοκριτική διάθεση στα πεπραγμένα μας των προηγούμενων ετών :
- Στα όσα γράψαμε κατά το διάστημα αυτό για την αρχιτεκτονική
- Στο τι, πώς και πού χτίσαμε
- Στο τι διδάξαμε και σε ποια πρότυπα κατευθύναμε τη νέα γενιά
- Στο εάν και πόσο επίμονα υποστηρίξαμε ότι η αρχιτεκτονική είναι (ανάμεσα σε άλλα βασικά) και δημόσια, συλλογική κοινωνική δράση. Στο ότι αναφέρεται στην κοινωνία και κρίνεται από αυτήν ή στο ότι είναι κλειστή προσωπική υπόθεση του αρχιτέκτονα με μοναδικό κριτήριο το «γιατί όχι» και το «μου αρέσει-δεν μου αρέσει» πανάκριβων αισθητικών νευρώσεων και εμμονών του...»

Γιατί κάθε γνήσια αλλαγή -ιδιαιτέρως σε συνθήκες κρίσης- προϋποθέτει την καταβολή και ενός ανάλογου τιμήματος. Όπως είναι - τουλάχιστον - η βάσανος της ουσιώδους επανεκτίμησης προηγούμενων σκέψεων και πράξεων. 
Και όταν συμπληρωθεί ο «αναγκαίος δημιουργικός χρόνος» και η επίπονη ζύμωση με τα πραγματικά προβλήματα του τόπου, τότε ίσως βρούμε δρόμους "καλών καγαθών" νέων αρχιτεκτονικών για το παρόν και το μέλλον του. Τότε που η κρίση μπορεί να είναι πια παρελθόν.



Κλείνω την παρουσίαση αυτή με την ελπίδα ότι σε αυτή την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που βρισκόμαστε, θα ξεκινήσει επί τέλους ένας διάλογος , ότι θα ξεπεραστεί η γνωστή αυτή «φοβικότητα» που μας διακατέχει για να αντιμετωπίσουμε με όλες μας τις δυνάμεις την επερχόμενη απαξίωση και ευτέλεια.
Καλή χρονιά σε όλους!!!

Για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο πατήστε
εδώ

Friday, December 23, 2011

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ


ο πολιτισμός των απλών ανθρώπων, 
μια μεγάλη ελπίδα για το μέλλον

Μια παράξενη "χαρμολύπη" βίωσα αυτές τις μέρες με τον «θάνατο της μητρός μου» Σοφίας, που αναχώρησε  για τους ουρανούς, την Δευτέρα  19  Δεκεμβρίου και ώραν 10:30 πρωινή, στην γενέτειρά της, την  κωμόπολη Λίμνη Ευβοίας. Είχε την τύχη να περάσει εκεί τα τελευταία δύο χρόνια μακριά από το σπίτι της στην Αθήνα.
Την καληνύχτισα  από βραδύς μόλις ξάπλωσε, φιλώντας την τρυφερά στο μέτωπο. Ανταποκρίθηκε με ένα νεύμα  και το πρωί απλά συνέχισε τον ύπνο της… εν πλήρη ηρεμία. Είχε κλίσει από τον Μάιο, τα 90 της χρόνια.

Το σπίτι  γέμισε με τους δικούς της ανθρώπους, τις συμμαθήτριές της, τις φίλες της και τους συγγενείς, ένα ανθρώπινο μελίσσι, που ασταμάτητα φρόντιζε το κάθε τι. Και έτσι αθόρυβα, με ένα βουβό κλάμα μια παράξενη αύρα, απομάκρυνε  την οδύνη  του θανάτου… Μια τελετουργία  που κράτησε 24 ολόκληρες ώρες…

Οι δαντέλες της μαμάς,  τα κοφτά, τα λινά, τα κηροπήγια, τα άνθη, το κονιάκ,τα αμύγδαλα, τα δάκρυα, τα χαμόγελα, ο καλός λόγος, οι ζεστές αγκαλιές, η εναλλαγή του κόσμου στην τελευταία νύχτα της παρηγοριάς. Και τι δεν ειπώθηκε αυτή την νύχτα, διηγήσεις από το παρελθόν, για τις χαρές, τις λύπες, για την ζωή της, για  την ζωή μας. Δεν υπάρχει έλεγαν, γάμος άκλαυτος και κηδεία αγέλαστη…

 
Και μόλις χάραξε, άρχισε ο τελευταίος στολισμός. Οι φίλες της, όπως την μεγάλη Παρασκευή το πρωί με τον Επιτάφιο,  έφτιαχναν υπομονετικά μικρά μπουκετάκια και τα έδεναν  σε κεριά γύρω της.


 
Της μιλούσαν, την χάιδευαν, έλεγαν για τους απογευματινούς καφέδες που έπιναν καθημερινά στην αυλή  μας. Για  το μικρό «καφενείο της Σοφίας» που έκλεισε οριστικά. 








Οι νεκρώσιμες ψαλμωδίες στην εκκλησία του χωριού, καθώς στεκόμουν δίπλα της,  μου έφεραν στον νου την φωνή της,  που ξεχώριζε, τραγουδώντας στα γλέντια μας στο σπίτι με τους συγγενείς και τους φίλους. Ξαναθυμήθηκα  την «Άπονη ζωή», «Το περιγιάλι το κρυφό», «τον Καημό», «τα τραίνα που φύγαν», «Θάρθει άσπρη μέρα και για μας» ή το «Βάλε κι άλλο πιάτο στο τραπέζι».  Αγαπούσε τον Σεφέρη, τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Μάνο, τον Μίκη, τον Ξαρχάκο, τον Μπιθικώτση την Μοσχολιού.  Αναμνήσεις από τα αξέχαστα δύσκολα χρόνια της δεκαετία του΄60…


Η Αγία Τριάδα στην Λίμνη 

Όλα έγιναν όπως αυτή τα ήθελε. Ακόμη και ο καιρός στην πορεία  προς την ταφή άνοιξε, και ένας ήλιος λαμπρός  φώτισε την πομπή και τον ευαίσθητο χώρο του νεκροταφείου ακριβώς πάνω από το κύμα. Έτσι απλά! 



Οδηγούσα προς την Αθήνα βουρκωμένος. Επέστρεφα συγκινημένος, πιο πολύ για αυτό το ήθος, των απλών ανθρώπων που θεωρούν τον θάνατο μια κορυφαία στιγμή και δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό. 
Για αυτή την αναπάντεχη απλότητα και τον μοναδικό αυτό πολιτισμό που τον κρατούν με ευλάβεια, εξυψώνοντας ένα κοινωνικό γίγνεσθαι και μια μοναδική ανθρώπινη διάσταση, που επίμονα, εμείς οι άνθρωποι της πόλης, μαζί με τους  πολιτικούς μας και τα μέσα, αγνοούμε, η μάλλον καταπατούμε για το τίποτα.
Υπάρχει ίσως μια παράξενη διέξοδος…

 Μια άλλη αρχιτεκτονική με βότσαλα και άνθη…


Sunday, December 18, 2011

ΕΝΑ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΩΝ ΔΕΝΔΡΩΝ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΗ ΠΟΛΗ


το δημιουργικό άλμα του Μάρκου Καμπάνη



Η οδός Γλύκωνος στην Δεξαμενή, εκείνη την βράδια της Τρίτης γύρω στις 9:00, ήταν παράξενα έρημη. Δεν κυκλοφορούσαν ούτε πεζοί, ούτε αυτοκίνητα. Τα καταστήματα ήταν άδεια και κλειστά. Μόνο στο Νο 4 υπήρχε μια κινητικότητα. Το εσωτερικό της Αίθουσας Τέχνης Αθηνών έσφυζε από κόσμο που  απολάμβανε ένα ιδιότυπο  «δάσος» ή καλύτερα «Το Μουσείο των Δένδρων». 



 Γέφυρες ΙΙΙ, 2011, Ακρυλικό, κάρβουνο και παστέλ σε χαρτί και ξύλλο, 62Χ62

Ο Μάρκος Καμπάνης πραγματοποιεί ένα δημιουργικό άλμα στην εικαστική του πορεία, με μια σειρά νέων έργων του που απεικονίζουν την ιστορία των δένδρων.


 ο Μάρκος Καμπάνης

Όπως σημειώνει η ιστορικός της Τέχνης Χάρις Κανελλοπούλου, η συλλογή των δένδρων του Καμπάνη αναπαράγει ιστορικές ζωγραφικές αναπαραστάσεις στο πέρασμα του χρόνου, με επιρροές από περσικές μινιατούρες, εύθραυστα ιαπωνικά δένδρα, ινδικές και ασσυριακές παραστάσεις, αποσπάσματα αρχαιοελληνικών αγγείων, δένδρα βυζαντινής τέχνης, γοτθικά μοτίβα  και άλλα της Αναγέννησης, της ρομαντικής ζωγραφικής, του ρεαλισμού των μοντέρνων τεχνοτροπιών: δένδρα του  Μαντένια, του Μποτιτσέλι, του Τισιανού, του Σερά, του Σεζάν, του Βαν Γκογκ, του Κλιμτ, το Μπρακ και του Μόντριαν, αλλά και σημαντικών Ελλήνων ζωγράφων, όπως του Μαλέα, του Παπαλουκά ή του Παρθένη.




Ευρήματα 1, 2010-2011. Προθήκη 60 έργων με μελάνι και ακρυλικό σε χαρτί, Λεπτομέρεια
















Γέφυρες ΙΙ, 2011, Ακρυλικό, κάρβουνο και παστέλ σε χαρτί και ξύλο, 92,5Χ 62,5

Ο Καμπάνης μεταγράφει  το υλικό αυτό  σε μια σειρά πινάκων με την δική του αισθητική προσέγγιση εξασφαλίζοντας ένα αποτέλεσμα συναρπαστικό και  παράδοξο, μα παράλληλα οικείο. Αξίζει να δέιτε αυτή την έκθεση που  θα διαρκέσει μέχρι τις 14 Ιανουαρίου 2012.


Monday, December 12, 2011

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΕΙΣ


προσωπικές αμφιβολίες…


Έφτασα στην Αίθουσα Λόγου της Στοάς του βιβλίου καθυστερημένος και πολύ κουρασμένος.  Η αίθουσα ήταν ασφυκτικά γεμάτη και προτίμησα να καθίσω στον εξωτερικό χώρο που προβαλλόταν σε μια μεγάλη οθόνη όσα συνέβαιναν στο εσωτερικό.  Ομιλητές στο πάνελ η Θεανώ Φωτίου, ο Γιώργος Ζερβός, η Ρένα Σακελλαρίδου, ο Κώστας Γκιζελής και ο Σταύρος Γυφτόπουλος.
Αφορμή το καινούργιο βιβλίο (εκδόσεις Παττάκη) που έγραψαν ο Τάσος Μπίρης, η Κωνσταντίνα Δεμίρη*, η Σοφία Τσιράκη, Ο Γιάννης Αθανασόπουλος και ο Άγγελος Αγγέλου.  Ένα  βιβλίο που  συνοψίζει τις αναζητήσεις και τους προβληματισμούς που αναδείχθηκαν στα επτά χρόνια  διδασκαλίας  του κατ΄επιλογή μαθήματος που πραγματοποιείται στην Σχολή Αρχιτεκτόνων στο ΕΜΠ.


ο Γιώργος Ζερβός και η Θεανώ Φωτίου στο πάνελ

Παρακολουθούσα την εικόνα στη οθόνη, χωρίς να μπορώ να συγκεντρωθώ στις ομιλίες. Περιεργαζόμουν προσεκτικά τις εκφράσεις των ομιλητών. Στην αρχή μου φάνηκαν σκεπτικοί και προβληματισμένοι. 



Ο Κώστας Γκιζελής και   η Ρένα Σακελλαρίδου,

Αναρωτήθηκα αν συμμετέχουν ενεργά στο πάνελ, αν παρακολουθούν τον ομιλητή, ή είναι βυθισμένοι στις δικές τους σκέψεις ή στις δικές τους αγωνίες.

Αισθάνθηκα μια διάχυτη μελαγχολία.

Όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχει μια πολυσήμαντη σχέση του αρχιτεκτονικού έργου και της μουσικής είτε σε επίπεδο σύνθεσης είτε σε επίπεδο βιωματικών εμπειριών και φορτίσεων.  





Η Ρένα Σακελλαρίδου, διαβάζει την εισήγησή της

Οι αναλύσεις των ομιλητών όμως δεν κατάφεραν να με συναρπάσουν. Σκεφτόμουν τον Ξενάκη, περίμενα να ακούσω το όνομά του, μια αναφορά στην δουλειά του αλλά ματαίως. Άκουγα διαρκώς για την αντίστιξη, αυτή την σημαντική και επίπονη υπόθεση στις σπουδές της μουσικής να συνυφαίνεται με την αρχιτεκτονική σύνθεση, άκουγα για την δομή, τις σχέσεις ανάμεσα στα πεδία, το επί μέρους, το όλον, μια θεωρητική προσέγγιση που μου φάνηκε ομολογώ λίγο παράδοξη και ίσως ανεπίκαιρη για αυτές τις δύσκολες μέρες. Το παράδειγμα του συσχετισμού της φούγκας του Μπαχ και της πλατείας Κοτζιά σε καμία περίπτωση δεν αμβλύνει την σημερινή δραματική εικόνα της πλατείας.
Δίπλα μου άλλοι ξεφύλλιζαν το βιβλίο και άλλοι μιλούσαν μεταξύ τους. Οι ομιλίες έκλεισαν με τον Σταύρο Γυφτόπουλο.
 
ο Σταύρος Γυφτόπουλος

Μετά τα χειροκροτήματα στο πάνελ παρέμειναν  όλοι,  με την ίδια μελαγχολική έκφραση, οπότε και  άρχισε το 2ο μέρος.


Ο Γιάννης Αθανασόπουλος με την βιόλα του και ο Διονύσης Δερβιτσιώτης με το βιολί του, επεδίωξαν να συσχετίσουν μουσικά παραδείγματα με αντίστοιχα της αρχιτεκτονικής. Ανέλυσαν με λόγο και μουσικούς φθόγγους και στην συνέχεια εκτέλεσαν έργα του Bach και του Joseph Haydn.


Είχαν περάσει περίπου δυόμιση ώρες. Εξακολουθούσα να αισθάνομαι κουρασμένος.  Για ένα εγχειρίδιο σε ένα κατ΄ επιλογή μάθημα. Ο Γιώργος Πίττας λίγο πριν το τέλος μου είπε ότι ο γιος του και οι συμφοιτητές του είναι γοητευμένοι με το μάθημα αυτό.
Αισθάνθηκα αμηχανία. Γιατί δεν βρισκόμουν στις αίθουσες τις αρχιτεκτονικής με τους φοιτητές,  αλλά σε ένα δημόσιο χώρο με ένα άλλο κοινό, όπου το "χρήσιμο αυτό εγχειρίδιο" είχε αποκτήσει μια άλλη διάσταση.


Αναρωτήθηκα ακόμη  κατά πόσον η αναζήτηση αυτή βοηθά τελικά «να μπορούμε να κάνουμε τη δική μας τέχνη καλύτερα» όπως σημειώνεται από τους συγγραφείς. Αναρωτήθηκα αν μέσω αυτών των κειμένων «θα μπορέσουμε να ξανασυνδέσουμε στο μυαλό μας τα πράγματα και τα φαινόμενα ως στοιχεία μιας μεγάλης ολικής σύνθεσης» ή ακόμη «να ξαναβρούμε και τη χαμένη κοινή γλώσσα ανάμεσα στις τέχνες».

Ομολογώ, παρά την εκτίμηση που τρέφω σε όλους τους διδάσκοντες, ότι ακόμη βρίσκομαι σε  αμφιβολία…

* Ζητώ συγγνώμη για το "νυχτερινό λάθος" αλλαγής του ονόματος



Saturday, December 3, 2011

Ο ΜΑΝΟΛΗΣ ΚΟΡΡΕΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΟ ΩΔΕΙΟΝ ΗΡΩΔΟΥ ΤΟΥ ΑΤΤΙΚΟΥ


από την τερατώδη κλίμακα του μνημείου
στην μοναδικότητα της στέγασής του

ο Μανόλης Κορρές,    αρχιτέκτων και καθηγητής στο ΕΜΠ

Την γοητευτική εικόνα του Ωδείου Ηρώδη του Αττικού, όπως μας έχει παραδοθεί, μετά τις μέχρι σήμερα ανασκαφές και τις αναστυλώσεις, ανέτρεψε ο Μανόλης Κορρές  στην πρόσφατη  διάλεξη του στην πολιτιστική αστική εταιρεία ΠΥΡΝΑ στην Κηφισιά, την Τετάρτη 30 Νοε 2011.



Γιατί το Ηρώδειο, με την ερειπωμένη  όψη του με τα τοξωτά ανοίγματα, το γοητευτικό αυτό ανοιχτό μνημείο, που όλοι γνωρίζουμε όπως σοφά οι αρχαιολόγοι επέλεξαν να μας παραδώσουν δεν προδίδει εύκολα  το αρχικό τερατώδους κλίμακας στεγασμένο κτίριο συνολικού ύψους 45 μέτρων και μήκους 90 μ. που έκτισε ο Ηρώδης, σύμφωνα με τις επιστημονικές έρευνες του Κορρέ. 


Μανόλης Κορρές, Πρόπλασμα, λεπτομέρεια, Απεικόνιση της αρχικής μορφής του Ηρωδείου

Το ρωμαϊκό αυτό κτίριο που ολοκληρώθηκε το 169 μ.Χ. και ο Ηρώδης χρησιμοποιούσε για διαλόγους και αναγνώσεις αρχαίων κειμένων, αγνοεί προκλητικά το αττικό τοπίο και την κλίμακα των κτιρίων του βράχου της Ακρόπολης των Αθηνών, κυρίως δε  τον Παρθενώνα. Στην ουσία το κτίριο αυτό προσβάλει την εικόνα, το μέτρο και την ιερότητα του χώρου. 


Μανόλης Κορρές, Πρόπλασμα, Απεικόνιση της αρχικής μορφής του Ηρωδείου και η σχέση του με την Ακρόπολη

Για άλλη μια φορά επιβεβαιώνεται ότι οι αρχιτεκτονικές επεμβάσεις από ξένους μελετητές στο ελληνικό τοπίο, στο βαθμό που δεν έχουν βιώσει το ελληνικό φως, το μέτρο  και την ανθρώπινη κλίμακα είναι ιστορικά ανεπιτυχείς, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων. Πρόκειται συνήθως για έργα εντυπωσιασμού που γρήγορα αποδυναμώνονται, όπως π.χ το Ολυμπιακό στάδιο της Αθήνας ή  το Μουσείο της Ακρόπολης.

Από την άλλη το κτίριο αυτό έχει κερδίσει τον θαυμασμό του αρχαίου κόσμου και θεωρήθηκε το αξιολογότερο οικοδόμημα του είδους του.



Η Ακρόπολη και το Ηρώδειο πρίν την ανασκαφή του

Το Ηρώδειο πρίν την ανασκαφή του
 

Το Ηρώδειο κατά την διάρκεια των ανασκαφών
Ο Κορρές μεθοδικά και με μια συναρπαστική κινηματογραφική οπτική, μας παρουσίασε την ιστορική εξέλιξη του μνημείου από τις πρώτες ανασκαφές μέχρι σήμερα. Γνωρίσαμε  ακόμη και τις πρώτες προσεγγίσεις ερευνητών όπως ο γερμανός αρχιτέκτονας Βίλχελμ  Τούκερμαν και Φρεντερίκος Βερσάκης για το πρόβλημα τις στέγασης και γενικώτερα τις αρχικής εικόνας του μνημείου.



Το ενδιαφέρον όμως κορυφώθηκε όταν με δεδομένο το τεράστιο άνοιγμα του στεγασμένου χώρου που φτάνει τα 56 μέτρα, ο Κορρές ερευνά σχολαστικά τους τοίχους του μνημείου, αναζητά περιοχές έδρασης  της στέγης και ταυτόχρονα προχωρέι σε μια εντυπωσιακή αναζήτηση ανάλογων  ιστορικών παραδειγμάτων γεφύρωσης μεγάλων ανοιγμάτων  και μελετά την τεχνική τους.






 Από τις ρωμαϊκές γέφυρες στον Δούναβη, μέχρι την μεγαλειώδη ξύλινη στέγη  πλάτους 45 μ στην salle d’exercice στην Μόσχα για τους ιππείς του Augustin Betancourt 

Augustin Betancourt




Augustin Betancourt, στέγη ανοίγατος 45μ, στην salle d’exercice στην Μόσχα, 1824
 
ο Κορρές αντλεί συστηματικά τα στοιχεία εκείνα που του δίνουν την δυνατότητα να τεκμηριώσει την άποψη του και να διατυπώσει  την πρόταση του για το πώς ήταν κατασκευασμένη η ξύλινη στέγη του Ωδείου που τελικά λόγω του μεγάλου ανοίγματός της αποτελεί ένα παγκόσμιο ρεκόρ.


Μανόλης Κορρές, διαγραμματική απεικόνιση της στέγης του Ηρωδείου σε κατακόρυφη τομή

Είναι τεκμηριωμένο ότι  η ξύλινη αυτή στέγη καταστράφηκε από πυρκαγιά 90 χρόνια μετά (267 μ.Χ.) .
Ο Μανόλης Κορρές είναι ένα εθνικό κεφάλαιο για τον τόπο μας, με μια διεθνή ακτινοβολία και βαθειά γνώση των θεμάτων που τον απασχολούν. Μέσα από μια ιδιοφυή διερεύνηση θεμάτων που συνδυάζουν την αρχιτεκτονική με την αρχαιολογία συχνά μας παρουσιάζει  με ένα συναρπαστικό τρόπο τις κατακτήσεις του ανοίγοντας καινούργιους δρόμους στον διεθνή επιστημονικό χώρο στον οποίο κινείται.



Μανόλης Κορρές, απόσπασμα από την διαγραμματική απεικόνιση της στέγης του Ηρωδείου σε κάτοψη
 Μην χάσετε αυτή την διάλεξη για το Ωδείο  που θα επαναληφθεί τον Μάρτιο του 2012 στο Μέγαρο Μουσικής, αλλά και τις υπόλοιπες διαλέξεις του τις επόμενες Τετάρτες στην  πολιτιστική αστική εταιρεία  ΠΥΡΝΑ στην Κηφισιά.