Tuesday, April 28, 2020


ΤΗΛΕ-ΣΥΝΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ 
ΤΗΣ ΠΑΡΕΑΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ 

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ 


ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ: 
ΣΥΖΗΤΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ Ε.Ο.Τ. 
ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ

 

Οι τηλε-συνάξεις των αρχιτεκτόνων συνεχίζονται με αμείωτο ενδιαφέρον τόσο των συνδαιτυμόνων όσο και των αναγνωστών των προηγούμενων αναρτήσεων (06 & 21 03 2020). Μετά την Σαντορίνη το επόμενο θέμα που συζητήθηκε αφορά το πρόγραμμα του ΕΟΤ για τους παραδοσιακούς οικισμούς που ξεκίνησε βασικά μετά την Μεταπολίτευση με τον Διευθυντή των Τεχνικών Υπηρεσιών τον αρχιτέκτονα Χαράλαμπο Σφαέλλο είχε ξεκινήσει από το 1965 η απόκτηση διατηρητέων κτιρίων από τον ΕΟΤ, με στόχο την συντήρηση και διατήρηση και την μετατροπή τους σε Ξενώνες. Στην πρώτη αυτή περίοδο εντάχθηκε στον Ε.Ο.Τ. και ο Βασίλης Γιαννάκης κεντρικός ομιλητής της συζήτησής μας που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 01 04 2020, στην οποία συμμετείχαν και οι Βασίλης-Λίλος Γρηγοριάδης, Μάκης Κωστίκας, Δημήτρης Διαμαντόπουλος, Μάνος Περράκης, Γιώργος Μαδεμοχωρίτης. Συμμετείχε και η Ελισσάβετ Παπαζώη πολιτικός μηχανικός που εντάχθηκε για μεγάλο διάστημα στο πρόγραμμα. 


«Το πρόγραµµα του ΕΟΤ για την αξιοποίηση των Παραδοσιακών Οικισµών, ξεκίνησε το φθινόπωρο του 1975 µε στόχο να συντηρηθούν, να αναστηλωθούν και να διατηρηθούν κτίρια και σύνολα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και να διαμορφωθούν σε ξενώνες ή κτίρια κοινής χρήσης, όπως µουσεία, εστιατόρια, κοινοτικά γραφεία, υφαντήρια κλπ[1]»Το πρόγραμμα αυτό έχει αναγνωριστεί διεθνώς µε βραβεία και διακρίσεις: Βραβείο της Europa Nostra το 1980 για τις αναστηλώσεις στην Οία της Σαντορίνης και το 1989 για το Πάπιγκο της Ηπείρου, βραβείο της Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Σόφιας για την Οία το 1986, βραβείο "Χρυσό Μήλο" του ∆ιεθνούς Συνδέσµου ∆ηµοσιογράφων Τουρισµού για την αξιοποίηση των οικισµών του Πηλίου. 

Στην συνέχεια παρουσιάζονται απομαγνητοφωνημένα αποσπάσματα της συζήτησης που κατέγραψα. Εμπεριέχονται σημαντικές πληροφορίες και κριτική του προγράμματος. Για το πώς ξεκίνησε και πώς κατέληξε, πώς λειτούργησαν οι μελετητές αρχιτέκτονες και ποια ήταν η σχέση τους με το Άρη Κωνσταντινίδη καθώς και αναφορές από την Ελισσάβετ Παπαζώη για τους ευρηματικούς τρόπους δόμησης των παλαιών κτιρίων και πώς κατακτήθηκαν σταδιακά νέοι τρόποι για την στατική αποκατάστασή τους. 

Για την εικονογράφηση της ανάρτησης πέρα το προσωπικό μου αρχείο, αντλήθηκε υλικό από την έκδοση του Ε.Ο.Τ. του 1991 που επιμελήθηκε το Τμήμα Παραδοσιακών Οικισμών με τίτλο «Διατήρηση και Ανάπτυξη Παραδοσιακών Οικισμών - Το πρόγραμμα του Ε.Ο.Τ. (1975-1992)», που ευγενικά μου παραχώρησε ο Δημήτρης Φιλιππίδης. 

Η έκδοση του Ε.Ο.Τ. 1991 



ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ: 
ΣΥΖΗΤΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ Ε.Ο.Τ. 
ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ 


Βασίλης Γιαννάκης 

Βασίλης Γιαννάκης: […] Το 1966 ενώ δούλευα στην Διεύθυνση Πολεοδομικών Μελετών Ε2 του Υπουργείου Οικισμού μαζί με τον Προκόπη τον Βασιλειάδη, λαβαίνω ένα τηλεφώνημα, από τον Γιώργο Ζιώγα, και βρέθηκα στον Ε.Ο.Τ. Στην προκειμένη περίπτωση, είχε γίνει μία αναμόρφωση στον Ε.Ο.Τ. από τον Χαράλαμπο Σφαέλλο  Διευθυντή των Τεχνικών Υπηρεσιών του και τον Κλέονα Κραντονέλλη, τον θεσπέσιο αυτόν άνθρωπο και ωραίο αρχιτέκτονα, Τμηματάρχη αρχιτεκτονικών μελετών, επί κυβερνήσεως Ένωσης Κέντρου. 

Δημήτρης Διαμαντόπουλος: Ήταν η εποχή της πολιτιστικής άνοιξης της Ελλάδας. 

Χαράλαμπος Σφαέλλος 1914-2004 

Β.Γ. Τότε λοιπόν ο Σφαέλλος είχε την ιδέα και το έκανε, να χωρίσει την Ελλάδα σε διάφορους τομείς και να βάλει επικεφαλής έναν αρχιτέκτονα μαζί με μία ομάδα μηχανικών – αρχιτεκτόνων, πολιτικών μηχανικών και μηχανολόγων. Στο πλαίσιο αυτό τοποθετήθηκα τομεάρχης στο Νομό Μαγνησίας, και στο Νομό Ευβοίας. Και έτσι λοιπόν, πρωτο-έβαλα πόδι στο Πήλιο. 

Σφαέλλος Χαρ., Ξενία Τσαγκαράδας 

Η πρώτη δουλειά που έκανα εκεί ήταν η ανακαίνιση του Ξενία της Τσαγκαράδας, που ήταν και έργο του Σφαέλλου, και μαζί του το ανακαινίσαμε εξ ολοκλήρου. Εξ’ αιτίας αυτού του γεγονότος ήλθαμε σε επαφή  με ραφτάδες, διάφορα συνεργεία και με προμηθευτές του Πηλίου. Στο πλαίσιο αυτό μου αναθέσαν το 1969, αν θυμάμαι, να διαρρυθμίσω τρία αρχοντικά τα οποία είχε αγοράσει ο Ε.Ο.Τ. στη Μακρινίτσα του Πηλίου. 

Τμήμα Παραδοσιακών Οικισμών με τίτλο «Διατήρηση και Ανάπτυξη Παραδοσιακών Οικισμών, Το πρόγραμμα του Ε.Ο.Τ. (1975-1992), 1991, 
Αρχοντικό Μουσλή, Μακρυνίτσα Πηλίου 

Του Μουσλή, του Σισιλιάνου και του Ξηραδάκη. Όπως ξέρετε, όλοι αυτοί στη Μακρινίτσα, όπως και στη Σιάτιστα και στην Καστοριά, είχανε σχέση με την κεντρική Ευρώπη, Ουγγαρία, Ρουμανία και Βιέννη στην Αυστρία, και το επώνυμο του Μουσλή ήταν Δημητριάδης όπως είδα στα συμβόλαια. Το Δημητριάδης λοιπόν στη Αυστρία μετατράπηκε σε Μουσλή, που σημαίνει «τα δημητριακά», το οποίο και του έμεινε και ως όνομα.

ο.π., Αρχοντικό Σισιλιάνου, Μακρυνίτσα Πηλίου, σελ 104 

Ολοκληρώθηκε λοιπόν το αρχοντικό του Μουσλή ως πρώτο και ακολούθησε μετά του Σισιλιάνου που ήταν κληρονομιά του μουσικοσυνθέτη Γιώργου Σισιλιάνου. Ολοκληρώθηκε και ο ξενώνας του Ξηραδάκη και άρχισαν να λειτουργούν και οι τρείς ξενώνες μαζί. 

ο.π., Αρχοντικό Ξηραδάκη, Μακρυνίτσα Πηλίου, σελ 102 

Σιγά σιγά άρχισε να δημιουργείται η φήμη για το πόσο ωραίοι είναι αυτοί οι ξενώνες, με αποτέλεσμα να καθιερώνεται η ιδέα ότι καλό θα ήταν αυτά τα παλιά αρχοντικά που μπορούν να μετατραπούν ως ξενώνες να τα διατηρήσουμε. 

Το 1969 – 70 έφυγα και πήγα στην Αμερική όπου ασχολήθηκα με την σχέση Ήχου και Αρχιτεκτονικής και επέστρεψα το ΄71. Με την πτώση της χούντας και την μεταπολίτευση τοποθετήθηκε Γενικός Γραμματέας του Ε.Ο.Τ. ο Τζανής Τζανετάκης. Εγώ δεν συμμετείχα από την αρχή στη συγκρότηση της ομάδας των παραδοσιακών οικισμών. Μετά από 2-3 μήνες ο Τζανετάκης μου ζήτησε να συμμετάσχω στην ομάδα έχοντας την εμπειρία των οικισμών στο Πήλιο, όπου και εντάχθηκα τότε με επικεφαλής τον Άρη Κωνσταντινίδη, ο οποίος είχε επιστρέψει μετά την παραίτησή του κατά τη διάρκεια της χούντας. Η συμμετοχή τότε των αρχιτεκτόνων μηχανικών σε κάθε ένα από αυτούς τους ξενώνες, έφτανε μέχρι το τί κουταλάκι και τι ποτήρι θα διάλεγαν για να εξοπλίσουν τους ξενώνες. 


ο.π., Αρχοντικό Ξηραδάκη, Μακρυνίτσα Πηλίου σελ. 103 

Πηγαίναμε τότε στα υφαντήρια, πηγαίναμε στα μαγαζιά, για να επιλέξουμε, πηγαίναμε παντού όπου χρειαζότανε. Ίσως γνωρίζετε ότι η Βούλα Μποζινέκη στην Οία, που ήτανε υπεύθυνη των παραδοσιακών οικισμών, είχε κάνει τότε και ένα εργαστήριο υφαντικής και χειροτεχνίας που λειτουργούσε στο πλαίσιο του Ε.Ο.Τ. Ξεκινώντας αυτό το πρόγραμμα το 1974 προσέλαβαν 4-5 νέους αρχιτέκτονες και επέλεξαν αντίστοιχα και 5-6 οικισμούς. 

Είχαν τότε επιλεγεί η Βάθεια στη Μάνη (Πελοπόννησος), η Βυζίτσα (Πήλιο), τα Μεστά (Χίος), η Οία (Σαντορίνη), το Πάπιγκο (Ήπειρος) και το Φισκάρδο (Κεφαλλονιά) και σε άλλες περιοχές, ορισμένα μεμονωμένα αρχοντικά: Αρεόπολη, Αρναία, Καρυσχάδες, Μακρυνίτσα, Μηλιές, Μονεµβασιά, Ψαρά, Κρανάη του Γυθείου, στη ∆ηµητσάνα, στην Κύθνο, στις Πινακάτες. 

ο.π.,Ξενώνας Λαγού, Πάπιγκο Ηπείρου, σελ 186 

ο.π., Ξενώνας Αρχιμανδρίτη, Πάπιγκο Ηπείρου, σελ 183 


ο.π.,Ξενώνας Ευαγγελινάκη, Μηλιές Πηλίου, σελ 122 

Έτσι άρχισαν να γίνονται οι αποτυπώσεις και στη συνέχεια οι μελέτες, που δεν θα μπορούσα να πω αποκατάστασης γιατί προς τιμήν όλων μας, και εγώ το πιστεύω αυτό, ο τρόπος που τα πλησιάζαμε δεν ήταν ιστορικός, ήταν αρχιτεκτονικός, ήταν συνθετικός, σαν ένα καινούργιο κτίριο που είχε κάποιες δεσμεύσεις που ερχόντουσαν από παλιά. Έτσι νομίζω, οι περισσότεροι μας, αντιμετωπίζαμε τη διαρρύθμιση των κτιρίων σε ξενώνες. Εγώ δεν άπλωνα τα πόδια μου πιο πέρα από αυτό που μου επιτρεπόταν αλλά σε ορισμένα σημεία έβλεπα ότι δεν πήγαινε καλά το πρόγραμμα. Είναι το ίδιο όπως έγινε και με τα Ξενία. Θεώρησα σε κάποια στιγμή, ότι όλα αυτά όπως και τα Ξενία έγιναν θυσία στους σκοπούς και τις προσπάθειες της τουριστικής ανάπτυξης. Μικρά ξενοδοχεία που σίγουρα δεν είχαν κάποια προοπτική να ζήσουν και να επιζήσουν για πολλά χρόνια. Επιπλέον, υπήρχαν και εγγενείς δυσκολίες. Στη Βάθεια επί παραδείγματι, στην Οία πολύ περισσότερο. Υπήρχαν ήδη ιδιοκτησίες, που διέπονταν στις διατάξεις του νόμου περί οριζοντίου ιδιοκτησίας. Άλλος είχε το ισόγειο, άλλος είχε τον όροφο, άλλοτε μικρότερο άλλο μεγαλύτερο, ή του ενός το σπίτι έμπαινε μέσα στο άλλο. 

ο.π., Αναστηλωμένα κτίρια που αποτυπώνονται στο τοπογραφικό, Βάθεια Μάνης, σελ. 25

Στη Μάνη, που οι άνθρωποι είναι και σκληροτράχηλοι, συναντήσαμε τρομερές δυσκολίες ιδιοκτησιακού χαρακτήρα και συνεννόησης με τους ανθρώπους. Ένας άλλος από τους τρόπους παραχώρησης ήταν ότι αυτά τα παίρναμε για 15 χρόνια, θα τα επισκευάζαμε όσο γινόταν ταχύτερα, και μετά τα 15 χρόνια θα τους τα επιστρέφαμε. Όσο πιο γρήγορα τα επισκευάζαμε και τα λειτουργούσαμε ως ξενώνες, είχαμε την «αφέλεια» να νομίζουμε ότι αυτά θα καθιερωνόντουσαν σαν ξενώνες και θα συνέχιζαν να λειτουργούν. Στις περισσότερες από τις περιπτώσεις, αυτό δεν έγινε. Τους τα φτιάξαμε και μετά από 15 χρόνια αυτοί τα πήραν και τα κάνανε τα εξοχικά τους. Θα μπορούσα να πω ότι το 60 ή το 65% έγιναν έτσι. Ένα μικρό ποσοστό 30-35% εξακολουθούν να λειτουργούν ως ξενώνες. 

ο.π.,Συγκρότημα Δρακουλαράκου- Γιαννακάκου- Εξαρχάκου, Βάθεια Μάνης, σελ. 32 

Στη Βάθεια ιδιαίτερα λόγω όλων αυτών των δυσκολιών, είχε σχεδόν παρέλθει η δεκαπενταετία και αυτά δεν είχαν καν προφτάσει να λειτουργήσουν ως ξενώνες.


Θέλω  να σημειώσω ότι όλα τα μέλη της Ομάδας (αρχιτέκτονες, πολιτικοί μηχανικοί, μηχανολόγοι-ηλεκτρολόγοι, υπομηχανικοί και εργοδηγοί) εργάστηκαν με ενθουσιασμό και προσήλωση, παρήγαγαν δε έργο υψηλής αρχιτεκτονικής και ποιότητας.

Υπήρχαν βέβαια κάποια αρνητικά τα οποία θα ήθελα να τα τονίσω. Δεν στέκομαι στα θετικά, γιατί τα θετικά έχουν χιλιο ειπωθεί. Ένα από τα αρνητικά στοιχεία είναι, όπως συνέβαινε και με τα Ξενία, είναι το εξής: στον Ε.Ο.Τ. υπήρχε μία περιβόητη Διεύθυνση Εκμεταλλεύσεως. Σε αυτή τη διεύθυνση ουδέποτε εγώ είδα κάποιον να είναι επικεφαλής ή να είναι υπάλληλος, ο οποίος είχε σπουδάσει ειδικά τουριστικές σπουδές. Δεν υπήρχαν άνθρωποι ειδικά εξειδικευμένοι. Βέβαια στον Ε.Ο.Τ. με τον χρόνο αποκτήθηκε μία εμπειρία, αλλά στην αρχή δεν ήτανε έτσι. Αυτοί λοιπόν όλοι είχαν την νοοτροπία ότι το καθένα απ’ αυτά πρέπει να επιστρέφει κέρδος. Δέστε τί έγινε με τον Λουμπαρδιάρη. Γιατί είναι έτσι το τουριστικό περίπτερο του Λουμπαρδιάρη; Γιατί ακριβώς το νοικιάζανε – ο τελευταίος ενοικιαστής ήταν κάποια κυρία τάδε που είχε τη Μεγάλη Βρετανία – και όταν διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχε κέρδος, η κυρία το εγκατέλειψε και έφυγε. Αυτά είναι έργα που πρέπει να επιδοτούνται εσαεί από το κράτος διαφορετικά δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Δεν μπορεί να υπάρχει κέρδος από αυτά. Το ίδιο συνέβαινε και με τα Ξενία, γιατί ένα ξενοδοχείο της τάξεως των 50-60 ή 100 κλινών πώς μπορεί να ζήσει όταν γίνονται δίπλα του κάποια μεγαθήρια που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της χούντας. Εκτός αν είναι οικογενειακή επιχείρηση και δεν έχει έξοδα. Έτσι, άρχισαν όλα αυτά να μη λειτουργούν σωστά, να καταρρέουν και να γκρινιάζουν. 


ο.π., Αρχοντικό Μουσλή, Μακρυνίτσα Πηλίου, σελ. 102 

Χαρακτηριστικό μιας τέτοιας περίπτωσης είναι η εξής: όταν τελείωνε ο τρίτος ξενώνας στη Μακρινίτσα, ήταν οι παραμονές του Πάσχα και εγώ πάλευα δουλεύοντας μέχρι τις 10 το βράδυ και ξενυχτώντας για να φροντίσουμε να βρούμε τα υλικά, να πάμε στις μοδίστρες που τα ράβανε, στα εργαστήρια των ξυλουργών. Προσπαθούσα λοιπόν να ετοιμάσω τον ξενώνα για να λειτουργήσει πριν από το Πάσχα, έχοντας καταφέρει ακόμη να βάλουμε και πετρέλαιο για να λειτουργήσει η κεντρική θέρμανση. Έρχεται το Πάσχα και πού να λειτουργήσει. Δεν είχαν διοριστεί υπάλληλοι από τον Ε.Ο.Τ., κανένας. Και έτσι δεν λειτούργησε. Οπότε, με έπιασε και μένα η τσαντίλα και ήταν παρακινδυνευμένο αυτό που έκανα, αλλά είχα παρέα καμμιά δεκαριά ανθρώπους και τους κάλεσα να περάσουμε το Πάσχα μαζί δωρεάν. Έτσι κάναμε εκεί ένα Πάσχα τρικούβερτο. 

ο.π., Πύργος αδελφών Γιαννακάκου, Βάθεια Μανης, σελ 44 

Αντίστοιχα στη Μάνη, αυτές οι κατασκευές γινόντουσαν με ένα είδος μεικτών αυτεπιστασιών. Δηλαδή παίρναμε μικρούς υπεργολάβους, κτιστάδες, τουβλάδες, σοβατζίδες, και με όλους αυτούς έκανε κάποιος αυτεπιστασία. Ο νόμος εκτελέσεως των έργων του Ε.Ο.Τ. επέτρεπε τέτοιες διαδικασίες. Γι’αυτό και ότι έγιναν, έγιναν καλά. Μετά που τα πράγματα έγιναν του δημοσίου, δυσκόλεψαν. Στη Βάθεια ήταν ένας πρόεδρος της κοινότητας του οποίου ο γιός ήταν ο σοφέρ του Παπαδόγγονα. Τον Υπουργό και Βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας. Νόμιζε ότι αυτό του έδινε το δικαίωμα να διαφεντεύει και την κατασκευή από την οποία προσδοκούσε να βγάζει και κάποια χρηματάκια ο ίδιος. Αυτός κατάλαβε ότι δεν πήγαινε αυτή η ιστορία, και τι έκανε; πήγαινε και μόλυνε το νερό που έπιναν οι τεχνίτες και τους έπιανε δυσεντερία και δεν μπορούσαν να δουλέψουν. 

ο.π., Ξενώνες Αυγουστίδη 308 309 - Γκιάλα και Λυμπουσάκη 304, Μεστά Χίου , σελ 116 

Στα Μεστά δεν είχαμε πάρει όλα τα σπίτια του οικισμού. Έβλεπες λοιπόν πλάι σε ένα κτήριο που είχε διατηρηθεί και διαρρυθμιστεί σε ξενώνα να υπάρχει κάποιο άλλο κτήριο που, όπως το συνηθίζανε, στο ισόγειο να έχει το στάβλο και στο ανώγειο την κατοικία, με όποιες συνέπειες μπορούσε να έχει αυτό για την παραμονή των επισκεπτών. Σημειώνεται ότι οι ντόπιοι πάσχουν από τραχώματα εξαιτίας της κοπριάς και των στάβλων.

Μετά από 2-3 χρόνια ο Άρης Κωνσταντινίδης αποχώρησε από τη θέση του ως επικεφαλής και ο Τζανετάκης ανέθεσε σε μένα τη θέση αυτή. Οπότε ήμουν αναγκασμένος να πάω σε όλα αυτά, γι αυτό και τα γνωρίζω, ενώ τον πρώτο χρόνο ήμουν αφοσιωμένος στην περιοχή του Πηλίου. Όταν ανέλαβα εγώ, το πρόγραμμα είχε αρχίσει να μεγαλώνει γιατί ερχόντουσαν από την επαρχία χιλιάδες αιτήσεις για να παραχωρήσουν τα σπίτια τους. Στο πλαίσιο αυτό παίρναμε πολλά σπίτια αλλά δεν μπορούσαμε να τα αντιμετωπίσουμε. Παράλληλα, έγινε μια σταδιακή επαύξηση του προσωπικού. Στην αρχή δούλευαν 5-6 και πήραμε και καμμιά δεκαριά ακόμη. Πρέπει να είμασταν καμιά 15αριά σε τελική φάση. Σε αυτή τη δεύτερη φάση είχα ένα προβληματισμό διότι μας κατηγορούσαν ότι δεν τα φτιάχναμε σύμφωνα με τις αρχές του restauro, της υποτιθέμενης ορθής αποκατάστασης των κτιρίων. Και είπαμε ας κάνουμε μία δοκιμή. Να πάρουμε μισούς αρχιτέκτονες που έχουν συνθετικές δυνατότητες και μπορούν να αποδώσουν συνθετικά και να πάρουμε μερικούς οι οποίοι έχουν κάνει μεταπτυχιακά στο restauro. Σας πληροφορώ ότι στην πορεία οι αρχιτέκτονες συνθέτες αποδώσαν πολύ καλλίτερα. Όλα τα μέλη της Ομάδας, και στην πρώτη και στη δεύτερη φάση του Προγράμματος, παρήγαγαν άριστης ποιότητας έργο, που έχει αναγνωριστεί όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Σημειώνεται χαρακτηριστικά ότι το 1983 η Europa Nostra απένειμε " Διάκριση για την προστασία και την ανάδειξη του παραδοσιακού οικισμού ΟΙΑΣ " (αρχιτέκτονες: Νίκος Αγριαντώνης, Βούλα Μποζινέκη ).

ο.π., Ξενώνας Ευαγγελινάκη, Μηλιές Πηλίου, σελ 123 

Μέσα στην ομάδα υπήρχαν και 3 πολιτικοί μηχανικοί. Η πρώτη και καλλίτερη ήταν η κα Ελισάβετ Παπαζώη  δεύτερος ήταν ο Παύλος ο Κρεμέζης.  Συμμετείχαν όμως όταν υπήρχε ανάγκη και μηχανικοί από την Τεχνική Υπηρεσία του ΕΟΤ.
Στην πρώτη ομάδα ήταν – μπορεί να ξεχάσω κάποιον -: η Βούλα Μποζινέκη, η Μάρω Καβάγια, ο Αντύπας από την Κεφαλονιά,; η Μαρία Ξύδα, ο Δημήτρης Καββαδίας, η Μαρίνα Μαρκάτου, ο Κωστής Παρασκευάς, ο Νίκος Αγριαντώνης, ο Κωστής Παπαντωνίου, ο Αλέξης Χατζηδάκις. Κάποια στιγμή στις αρχές της δεκαετίας του ΄80 παραιτήθηκα και έφυγα από τον Ε.Ο.Τ. 

Εγώ στη ζωή μου το 1959 μέσα στην αρχιτεκτονική μου αθωότητα έκανα την πρώτη μου δουλειά σε κτίριο διατηρητέο.


Γιαννάκης Βασίλης, Αποκατάσταση Κτίριου του Αττικόν, Καταστήματα Αγαλιώτη- Γρηγοριάδη, 1959 

Ήταν το κτίριο του Αττικόν που είναι καμένο τώρα, το οποίο τότε το διασκευάσαμε και το κάναμε μαγαζιά του Αγαλιώτη – Γρηγοριάδη . Αυτό εσωτερικά ήταν μαγαζιά σύγχρονα, και εξωτερικά είναι αυτό που είναι τώρα και το είχαμε επισκευάσει και μάλιστα εκείνη την εποχή είχε γραφτεί ένα θετικό σχόλιο στο Έθνος. Αυτό ήταν το πρώτο μου έργο. Το δεύτερό μου έργο ήταν οι ξενώνες στη Μακρινίτσα. Το 1975 στα Αρχιτεκτονικά Θέματα Νούμερο 9, που σας δειχνω, αυτό είναι το σύμβολο του Συμβουλίου της Ευρώπης για το έτος Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς. Στο τεύχος αυτό είχα δημοσιεύσει το Μουσλή. Είχε και άλλα έργα μου. Έρχεται λοιπόν εκ των υστέρων και αυτό είναι για το οποίο σεμνύνομαι, το περιβόητο περιοδικό Baunen und Wohnen. Κάνει μία κριτική για το τεύχος αυτό των Αρχιτεκτονικών Θεμάτων, και αναδημοσιεύει όλη την παρουσίαση του Μουσλή, με τα σχέδια και με ένα κείμενο όπου σημειώνεται ότι η ποιότητα του συγκεκριμένου έργου είναι υποδειγματική και συγκεκριμένα γραφει "θα ήθελα να περιοριστώ και να δείξω μόνο μια διασκευή, της οποίας η ποιότητα ακόμη και σε γενικότερα πλαίσια είναι υποδειγματική"( B+W, No 10, Oct. 1975)
ο.π., Αρχοντικό Κόντου, Βυζίτσα Πηλίου, σελ. 57 

Λίλος Γρηγοριάδης: Κατ’ αρχήν θα ευχαριστήσω το Βασίλη γιατί έδωσε σε βάθος όλη τη συμμετοχή του στον Ε.Ο.Τ. Θέλω να σας θυμίσω ότι το 1960 που κλείσαμε τη Σαντορίνη, μέχρι τότε υπήρχαν 1-2 τουρίστες. Πρέπει να σας πω, ότι ο τουρισμός στον τόπο μας ξεκίνησε από τη δεκαετία του 60 και κράτησε τουλάχιστον 30 χρόνια και μέσα σε αυτήν την περίοδο υπήρχαν συνάδελφοι μέσα στον Ε.Ο.Τ. που έδωσαν το κατ’ αρχήν στίγμα. Πρώτα απ’ όλα να σας θυμίσω ότι ο Γ.Γ. του Ε.Ο.Τ. ήταν το 62 ο Νίκος Φωκάς, με τον οποίο προχώρησε ο Ε.Ο.Τ. στη σύσταση της Τεχνικής Υπηρεσίας και στελεχώθηκε αρχικά με τον Σφαέλλο, με τον Άρη Κωνσταντινίδη μετά. Σας θυμίζω ότι οι αρχιτεκτονικές λύσεις του Άρη στα Ξενία ήταν λύσεις απλούστατες. Λύσεις που ανταποκρινόταν σε έναν ξένο πολύ απλά και δεν είχαν τις απαιτήσεις, που σήμερα αν θέλετε ο τουρισμός απαιτεί. Πρέπει να πω ότι σε αυτήν την τριακονταετία ξεκίνησαν και διατυπώθηκαν οι προδιαγραφές για τα ξενοδοχεία την δεκαετία του 70. Αυτές οι προδιαγραφές, οι οποίες ήταν πολύτιμες για τους μελετητές αλλά και για τους ελέγχοντες, βοήθησαν σε αρχιτεκτονικές λύσεις ήταν ένα καινούργιο αντικείμενο για όλους εμάς, αλλά και γι αυτούς που μας ελέγχανε. Οι συνεργασίες με τις υπηρεσίες του Ε.Ο.Τ. ήταν πολύ εποικοδομητικές γιατί οι συνάδελφοι του Ε.Ο.Τ. μαθαίνανε και εκείνοι όπως μαθαίναμε και μεις για την λειτουργία του ξενοδοχείου. 

ο.π., Σπίτι στο Γουλά, Οία Σαντορίνης, σελ 138 

ο.π., Τυπικο υπόσκαφο σπίτι, Οία Σαντορίνης, σελ 165 


ο.π., Σπίτι Αλεφραγκή, Οία Σαντορίνης, σελ 148 

ο.π., Οία Σαντορίνης, 365 Υπόσκαφο σπίτι στο εσωτερικό του οικισμού, 366 Μετασεισμικά σπίτια, 367 Υπόσκαφα σπίτια στην πλευρά της καλντέρας, 368 Αναστηλωμένο σπίτι στην γειτονιά της Αγίας Αικατερίνης, σελ 135 

Έχω υπόψη μου τους ξενώνες που αποκατέστησε ο Ε.Ο.Τ. στην Οία της Σαντορίνης, με επικεφαλής την Βούλα Μποζινέκη, η οποία επίσης αποκατέστησε ένα πολύ ωραίο συγκρότημα. Πέρα απ’ αυτό θέλω να πω ότι ο Τζανής Τζανετάκης ως γενικός γραμματέας προσπάθησε να προχωρήσει όσο ήταν δυνατόν περισσότερο το θέμα του τουρισμού, και αυτό μάλιστα αποδείχτηκε στο ότι έδωσε μία εξουσία στο Βασίλη Γιαννάκη για να προχωρήσει αυτή η υπόθεση. 

Βούλα Μποζινέκη - Διδώνη, Πόρος 22 10 2005 

Β.Γ.: Αν με ρωτούσατε ποιο απ’τα έργα που έχω κάνει στον Ε.Ο.Τ. είναι τα καλλίτερα, δεν θα σας έλεγα ότι είναι οι παραδοσιακοί οικισμοί. Δηλαδή, στους παραδοσιακούς οικισμούς κατά κάποιο τρόπο, έτσι όπως το θέλησε η ροή των πραγμάτων, δεν ήταν κάτι που θα με κάλυπτε αρχιτεκτονικά σαν έργο ζωής. Στον Ε.Ο.Τ. έχω κάνει ένα έργο: «Τη διαμόρφωση εξωτερικού χώρου στο Σπήλαιο Κουτούκι στην Παιανία», στην ανατολική πλευρά του Υμηττού, το 1969. 

Βασίλης Γιαννάκης, Σπήλαιο Κουτούκι Παιανίας, 1976, Η Πλατεία 

Όταν το επισκεφτήκαμε με τον Μίμη Φατούρο, γύρισε και μου είπε: «Βασίλη αν ήσουν στο εξωτερικό αρχιτέκτονας με αυτό και μόνο το έργο θα είχες βγει σε όλα τα περιοδικά». 

Αρχιτεκτονικά Θέματα Νο 10 /1976 σελ. 180). 

Γιώργος Τριανταφύλλου: Για μίλησέ μας τώρα Βασίλη για τον Άρη Κωνσταντινίδη στον Ε.Ο.Τ και το τρόπο συνεργασίας με την ομάδα των μελετητών. 

Β.Γ. : Τον Άρη Κωνσταντινίδη τον θαύμαζα και τον θαυμάζω για την δουλειά που έχει κάνει. Και μάλιστα όταν ήμουν νεαρός αρχιτέκτων το 1959 μου είχε αναθέσει και έκανα έναν τουριστικό ξενώνα στο χωριό που είχε γεννηθεί ο Γεώργιος Παπανδρέου στο Καλέντζι, ως ιδιώτης αρχιτέκτονας. Είχα πολύ καλή σχέση μαζί του και μάλιστα του είχε αρέσει πάρα πολύ η λύση γιατί ήταν στο πνεύμα το δικό του ο ξενώνας αυτός, ο οποίος επρόκειτο να δημοπρατηθεί στις αρχές του 1961-62, αλλά τότε άρχισε ο γερο-Παπανδρέου τον ανένδοτο αγώνα οπότε ο Καραμανλής θύμωσε και είπε «ότι δεν πρόκειται να του κάνω ούτε κοτέτσι», και έτσι δεν έγινε ο ξενώνας. Όταν όμως ήλθε η Ένωση Κέντρου ο ξενώνας έγινε με σχέδια του Φίλιππα Βώκου. 

Με τον Άρη Κωνσταντινίδη τα πηγαίναμε πολύ καλά. Εντάχθηκα και εγώ στην ομάδα των παραδοσιακών οικισμών και με πρόταση που έγινε από τον Άρη Κωνσταντινίδη γιατί η σχέση μας ήταν πάρα πολύ καλή. Όταν όμως έφυγε και τον αντικατέστησα, τότε δεν του άρεσε και λιγάκι δυσαρεστήθηκε. Παραιτήθηκε και έφυγε. 

Γ.Τ.: Ο Κωνσταντινίδης τί ακριβώς έκανε στους παραδοσιακούς οικισμούς; 

Β.Γ.: Δούλευε πάνω στους παραδοσιακούς οικισμούς. Διόρθωνε δηλαδή όλους εμάς τους άλλους αλλά νομίζω ότι και αυτός θα είχε το ίδιο αίσθημα. Αν του λέγαμε πες μας ένα καλό σου έργο, δεν θα έλεγε για κάποιον ξενώνα που έκανε. Τα Ξενία είχανε σταματήσει πολύ πιο πριν. Πριν από τη Δικτατορία. 

Γ.Τ.: Άρα ο Κωνσταντινίδης επανέρχεται με τη μεταπολίτευση στον Ε.Ο.Τ. προφανώς για να πάρει και κάποια σύνταξη, γιατί τον είχανε διώξει, τον φέρνει ο Τζανετάκης και αναλαμβάνει το τμήμα Παραδοσιακών Οικισμών, στο οποίο εντάχθηκες και συ Βασίλη. 

Άρης Κωνσταντινίδης 

Β.Γ.: Ο Κωνταντινίδης ήτανε δύσκολος άνθρωπος, δεν υπάρχει αμφιβολία. Εγώ ήμουν λίγο μεγαλύτερος από τους άλλους, με μεγαλύτερη δηλαδή εμπειρία και τίποτα παραπάνω, και παράλληλα είχα γραφείο και με τον Φατούρο, και όλα αυτά επηρέαζαν. Έτσι, εμένα δεν μου πολύ-κόλλαγε, για να το πω έτσι λαϊκά. Η σχέση όμως του Κωνσταντινίδη με τους υπόλοιπους ήταν σχέση καθηγητή του Πολυτεχνείου του 1917 με σπουδαστή του Πολυτεχνείου του 1917. Δηλαδή ότι έλεγε ήταν θέσφατο. Δεν υπήρχε περίπτωση να του πεις είναι έτσι και δεν είναι αλλιώς. Ήταν αυταρχικός. Ιδιαίτερα για τη Σαντορίνη είναι ζήτημα αν ο Κωνσταντινίδης πήγε μια ή δύο φορές, όταν επιλέξανε τα σπίτια που θα πάρουν. Δεν ασχολούταν επί της ουσίας και σε βάθος. Υποψιάζομαι ότι κάποια στιγμή είδαν ότι το πρόγραμμα δεν προχωρούσε μαζί του και τον άλλαξαν. 

ο.π., Ξενώνας Αρχιμανδρίτη, Πάπιγκο Ηπέιρου, σελ. 183 

Ήθελα ακόμη να συμπληρώσω ότι όπως την άλλη φορά ο Λίλος είπε ότι αισθάνεται τύψεις σχετικά με το έργο που έκαναν στη Σαντορίνη για να φροντίσουν για το μετέπειτα, για το τι θα ακολουθούσε στο μέλλον, έτσι και εγώ, στο μέτρο που συμμετείχα σε όλη αυτή την κατάσταση, εξακολουθώ να έχω τύψεις και να αισθάνομαι λίγο ένοχος γι΄ αυτό το πρόγραμμα των παραδοσιακών οικισμών. Γιατί μετά έγινε ένα μπουμ. Όπως σας είπα άρχισαν να έρχονται σωρεία αιτήσεων και να ζητάνε χρήματα, να ζητάνε να τους εντάξουμε στο πρόγραμμα και εμείς μοιράζαμε και κάναμε επιχορηγήσεις. Όλο αυτό βοήθησε για να καταντήσουν και να βγουν μετά διατάγματα και προδιαγραφές, για να καταντήσει το Πήλιο ένα κιτς από την κορυφή μέχρι τη θάλασσα, με ένα επίσημο διάταγμα και βασιζόμενο στις παραδοσιακές μορφές. Αισθάνομαι άσχημα γιατί δεν το ελέγξαμε αυτό. 

Γ.Τ.: Δε νομίζω ότι εκείνη την περίοδο θα μπορούσες και συ Βασίλη να προβλέψεις και να σκεφτείς τί θα ακολουθούσε. Θάθελα μάλιστα να καταθέσω ότι έχω περάσει πάρα πολύ ωραία τόσο στα Ξενία όσο και στους παραδοσιακούς οικισμούς του Ε.Ο.Τ. και συγκεκριμένα στα Μεστά σέ ένα ξενώνα που μείναμε με τη Λούσυ για ένα μεγάλο διάστημα το καλοκαίρι του ΄84. Ήταν πράγματι ωραία η αρχιτεκτονική επέμβαση και η αποκατάσταση αυτού του ξενώνα. 

Χίος, Μεστά, Ξενώνας Ε.Ο.Τ. Μουστρίδη, Γ+Λ Τριανταφύλλου, Αύγουστος 1984 

Χίος, Μεστά, Ξενώνας Ε.Ο.Τ. Μουστρίδη, Λ. Τριανταφύλλου, Αύγουστος 1984 

Χίος, Μεστά< Ξενώνας Ε.Ο.Τ. Μουστρίδη, Ισόγειο, Αύγουστος 1984 

Χίος, Μεστά< Ξενώνας Ε.Ο.Τ. Μουστρίδη, Υπνοδωμάτιο, Αύγουστος 1984 

Χίος, Μεστά< Ξενώνας Ε.Ο.Τ. Μουστρίδη, Ισόγειο, Αύγουστος 1984 

Β.Γ.: Εμείς οι αρχιτέκτονες είμαστε λίγο αγνοί, παρθένοι και ιδεολόγοι. Είχα ακούσει τον Κωνσταντίνο Δοξιάδη σε ένα συνέδριο στο Ναύπλιο και σε μια εισήγησή του είχε τονίσει ότι: «προσέξτε εδώ πέρα πρέπει να δώσουμε μεγάλη σημασία στους πολιτικούς. Πρέπει να τους μετεκπαιδεύσουμε τους πολιτικούς για να κάνουμε σωστή δουλειά». Και κάπου θυμάμαι και τον μακαρίτη τον Δεσποτόπουλο που έλεγε μνημονεύοντας ότι είναι του Αριστοτέλη ο αφορισμός ότι : «Πολεοδομία είναι κτισμένη πολιτική». 

Θέλω να πω ότι εμείς όλοι, προσπαθούσαμε να κάνουμε ένα ωραίο περιβάλλον, και δεν βλέπαμε πιο πέρα τι γίνεται. Άλλωστε εγώ πολεοδομία δεν έχω σπουδάσει. Αλλά άλλοι που έχουν κάνει πολεοδομία θα έπρεπε να τα έχουν σκεφτεί και να μην αναλωνόμαστε στις γενικές συνελεύσεις του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων με θέματα επί της διαδικασίας. Θα έπρεπε να έχουμε μπει στην ουσία των πραγμάτων. Να έχουμε πιέσει πολιτικούς. Αυτοί ήταν που θα έδιναν το τελευταίο χέρι. 

Παράλληλα, έλεγχω ακόμη τον εαυτό μου: Ήταν μήπως όλη αυτή η κατεύθυνση προς την διατήρηση των παραδοσιακών και ιστορικών οικισμών, να περιοριστεί και να γίνει ανάποδα. Να διατηρήσουμε τμήματα παλιά των πόλεων, και τα υπόλοιπα όλα να τα θεωρήσουμε κατεδαφιστέα, ενώ τώρα τα μπασταρδέψαμε όλα. 

Δημήτρης Διαμαντόπουλος.: Δεν συμφωνώ μαζί σου.[…] 

Ελισάβετ Παπαζώη 

Ελισάβετ Παπαζώη: Στο πρόγραµµα του ΕΟΤ για την αξιοποίηση των Παραδοσιακών Οικισµών είμασταν 2 πολιτικοί μηχανικοί, ο προϊστάμενός μου και εγώ. Εγώ κλασσικός πολιτικός μηχανικός του Μετσοβείου, δεν ήξερα τίποτα από παραδοσιακούς οικισμούς και από παραδοσιακή δόμηση. Μέσα στον Ε.Ο.Τ. ανακάλυψα ένα μεγάλο επίτευγμα των νεοελλήνων. Πέρα από την ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική ανακάλυψα τους τρόπους δόμησης, που ήταν μια εξαιρετική εμπειρία, διότι ήταν πάντοτε από τοπικά υλικά, με μία σοφία που ξεπερνούσε την έννοια του εμπειρισμού.

Μέχρι τότε αντιμετωπίζαμε τα παραδοσιακά τμήματα με τη λογική που είχαμε μάθει στο πολυτεχνείο. Δηλαδή έκανες μία μελέτη σαν να είχες ένα στατικό αντικείμενο μιας σύγχρονης κατασκευής. Ήταν γελοίο βεβαίως και εκτός πραγματικότητας. Γιατί αυτό που χρειαζόσουν ήταν να καταλάβεις πώς δούλευε αυτό το πράγμα, και να το αποκαταστήσεις με το δικό του τρόπο. Για μένα ήταν μία τρομακτική εμπειρία αυτή, μέσα από την οποία εξετίμησα εξαιρετικά τους νεοέλληνες της εποχής εκείνης που κατασκευαζόντουσαν αυτά τα κτίρια, γιατί πραγματικά είχανε βρει σε επίπεδο δόμησης, εξαιρετικό τρόπο για να το αντιμετωπίσουν. 

Θα σας πω μερικά παραδείγματα που αποκαλύπτουν την σοφία της παραδοσιακής δόμησης. 

ο.π., Σπίτι Δαρζέντα, Οία Σαντορίνης, σελ 146 

Αρχικά στη Σαντορίνη. Οι κατασκευές των Φράγκων ήταν βασικά με πέτρα και ένα είδος θηραϊκής γης. Αυτοί λοιπόν έκαναν θόλους που στην κορυφή τους είχαν μεγάλο πάχος, θεωρώντας ότι με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζουν την στατική επάρκεια. Οι τεχνίτες εκεί φτιάχνανε θόλους σαν τους σημερινούς θόλους. Δηλαδή στην κορυφή είναι πάρα πολύ λεπτοί, σαν να έχουμε κελύφη, που φτιάχθηκαν όμως με τη θηραϊκή γη και ακολούθησαν και μορφές με ενίσχυση στη βάση του θόλου. Έτσι κανείς δεν μπορεί να φανταστεί πώς εμπειρικά φτάσανε να δώσουν τέτοιες μορφές οι οποίες από πλευράς στατικής επάρκειας ήταν εξαιρετικές και αντίθετες με την κοινή λογική. 

ο.π., Αρχοντικό Καραγιαννόπουλου, Βυζίτσα Πηλίου, σελ. 60 

Αντίστοιχα στο Πήλιο, διακόπτανε τους τοίχους του 1.0μ ή των 0.80εκ με τις ξυλοδεσιές ανά ένα μέτρο, με ξύλα που συνδέονται μεταξύ τους. Αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπίσουν τα θέματα του σεισμού. Αλλά αυτό από εμπειρική πλευρά, δεν οδηγεί εύκολα σε ένα τέτοιου είδους συμπέρασμα, ότι δηλαδή θα διακόψω τον μεγάλο τοίχο αλλά τελικά αυτό ήταν ο μόνος τρόπος που διασώθηκαν αυτά τα κτίρια. Όταν για κάποιους λόγους έγιναν οι επισκευές, κατήργησαν, σε κάποιους τοίχους που είχαν πάθει βλάβες, τις ξυλοδεσιές. Επίσης τα κουφώματα άρχισαν να τα μεγαλώνουν και κατήργησαν επίσης την ξυλοδεσιά στο πάνω και στο κάτω μέρος του κουφώματος. 

ο.π., Αρχοντικό Βαφειάδη, Βυζίτσα Πηλίου, σελ. 64 

Το αποτέλεσμα ήταν ότι όλο αυτό, ήταν έτοιμο για κατάρρευση διότι είχε χάσει τον σύνδεσμο. Ο κίνδυνος σε μια τέτοια περίπτωση σεισμού ήταν να ανοίξει σαν τριαντάφυλλο όταν δεν υπάρχει τίποτα που να το συνδέει. Αυτές οι λεπτές ξυλοδεσιές που κανένας δεν φανταζόταν, πέρα από το ότι ήταν μιας ποιότητας και είχαν κρατήσει πολλά χρόνια, κάποιες εκατονταετίες, ήταν εξαιρετικές για την αντιμετώπιση του σεισμού. Όταν λοιπόν πρωτοπήγα εκεί, η αντίληψη ήταν να βάλει κανείς μια κολώνα μπετόν κλπ, και γενικά να δώσουμε λύσεις που ήταν ενάντια στην παραδοσιακή δόμηση. 
Πρόκειται για σοφία δηλαδή, και σε κάθε τόπο χρησιμοποιούσαν τα ντόπια υλικά. Να σας πω για την στέγη. Είχαν την αντίληψη που έχουμε σήμερα. Δεν ήθελαν να πατήσουν όλα τα κάθετα δοκάρια στο οριζόντιο δοκάρι τον ελκυστήρα. Υπήρχαν πράγματα που για μένα, που έπρεπε να μάθω ψάχνοντας για να καταλάβω. Οι παραδοσιακοί οικισμοί ήταν για μένα ένα σχολείο, αντίστοιχο με το πολυτεχνείο, που έπρεπε να το ανακαλύψεις. Δεν υπήρχαν έτοιμες γνώσεις. 

Επίσης, στη Λευκάδα για παράδειγμα, πάλι για την αντιμετώπιση του σεισμού, τοποθετούσαν μία σφήνα στην οροφή η οποία στην κίνηση του σεισμού έφευγε και πεταγόταν και έδινε διέξοδο στην ένταση και στην κίνηση. Και έπειτα μπορούσαν να την ξανατοποθετήσουν. 

Παράλληλα θα ήθελα να επισημάνω ότι στη Σαντορίνη χρησιμοποιούν τη θηραϊκή γη, που είναι η ηφαιστιακή σποδός. Αυτή έχει το χαρακτηριστικό ότι είναι ένα είδος τσιμέντου, αλλά επειδή έχει μέσα θειάφι δεν μπορείς να βάλεις μέσα οπλισμό. Έτσι, σε σχέση με όλα όσα έχω ακούσει για τις κατασκευές στη Σαντορίνη, η χρησιμοποίηση της θηραϊκής γης ήταν ότι χειρότερο υπήρξε. Οι εργολάβοι που το ανέλαβαν χρησιμοποίησαν, για λόγους φτήνιας μέσα στο τσιμέντο, θηραϊκή γη, που έχει μέσα θειάφι, οπότε τα σίδερα που τοποθέτησαν διαλύθηκαν πολύ γρήγορα. Έτσι ο επόμενος σεισμός στη Σαντορίνη θα δημιουργήσει μεγάλες καταστροφές σε ένα μεγάλο κομμάτι του νησιού. 

ο.π., Γειτονιά στο Φανάρι, Οία Σαντορίνης, σελ 153 

Στους παραδοσιακούς οικισμούς του Ε.Ο.Τ. εγώ έμαθα πράγματα, και το δια ταύτα αυτής της ιστορίας είναι ότι μιλάμε για ένα πλούτο εξαιρετικό, για μία εφευρετικότητα και αποτελεσματικότητα στο επίπεδο της δόμησης. Νομίζω ότι οι νεοέλληνες εκεί φτιάξανε κάτι πάρα πολύ σπουδαίο, το οποίο δυστυχώς έχει χαθεί. Αντίθετα, από ένα σημείο και μετά, υπήρχε μια κατάκτηση ιδεολογικού χαρακτήρα σε σχέση με το μπετόν. Και επομένως, οτιδήποτε έφτιαχνες εκεί από μπετόν, αρκεί να ήταν αρκετό το μπετόν, ή  βάζανε πολύ σίδερο όπου νάναι, στις σύγχρονες κατασκευές. Ήταν απίστευτο το τι φτιάχνανε. 


Για τους παραδοσιακούς οικισμούς ίσχυε το εξής: υπήρχαν φουσκώματα και ξεφουσκώματα, δηλαδή κάποια εποχή έλεγαν βάλτε τα προγράμματα μπροστά και υπήρχε πάρα πολύ πίεση και δουλειά, και εγώ σαν πολιτικός μηχανικός πήγαινα όπου είχαμε έργα. Έτσι γύρισα σε διάφορα μέρη στην Ελλάδα, αλλά υπήρχαν και εποχές που υπήρχε ηρεμία. Εγώ δεν ήμουν μαθημένη σ’αυτό. Δεν μπορούσα να πηγαίνω να χτυπάω κάρτα, όπως έκαναν οι περισσότεροι και να πηγαίνω στο γραφείο μου. Δεν μπορούσα να το κάνω αυτό, και έτσι τους είπα ότι εγώ φεύγω. Πράγμα που θεωρείτο απίστευτο. Να φεύγεις από τον Ε.Ο.Τ. που θεωρείτο ένα κελεπούρι. Και τελικά έφυγα. Και πήγα στην Περσία για να δουλέψω εκεί σαν μηχανικός. Έτσι υπέβαλα την παραίτησή μου. Όταν επέστρεψα μου ζήτησαν να ξαναπάω το 1977 και το 1980 παραιτήθηκα οριστικά. Υπήρχαν εποχές που δεν υπήρχε αντικείμενο γιατί δεν υπήρχε χρηματοδότηση. 

ο.π., Πύργος των Εξαρχάκων, Βάθεια Μάνη, σελ 27 

Βασίλης Γιαννάκης: Να σας μεταφέρω και εγώ λοιπόν μία εικόνα κατασκευών. Στη Μάνη, στους πύργους αυτούς τους περιβόητους που φτιάχναμε, ξυλεία δεν υπήρχε. Η Μάνη είναι όλη βράχια. Τι κάνανε λοιπόν οι Μανιάτες για να βρούνε ξύλα; Τα οποία χρειαζότανε κατ’ αρχάς για να κάνουν τα καλούπια των θόλων. Πηγαίνανε στην παραλία και κουρσεύανε καΐκια. Όποιο καΐκι πέρναγε. Τα ξύλα αυτά, μετά τους θόλους, τα κάνανε πατώματα. Όταν όμως ερχότανε η ανάγκη να ξανακάνουν κάποιο θόλο, και χρειαζόντουσαν καλούπια, ξηλώνανε τα πατώματα και κάνανε ξυλοτύπους για να κάνουν το θόλο και αφού τελείωναν έφτιαχναν πάλι το πάτωμα. 

Μάκης Κωστίκας: Θέλω να συμπληρώσω εν κατακλείδι για τον Ε.Ο.Τ. ότι σχεδιάζοντας ένα ξενοδοχείο στην Πάρο, το 1967 ή 68, είχα μία πολύ ουσιαστική κουβέντα για την αρχιτεκτονική στις Κυκλάδες, με τον Άρη Κωνσταντινίδη, ο οποίος στην αρχή έτεινε να μην εγκρίνει τα σχέδια του ξενοδοχείου. Στη συνέχεια όμως συμφωνήσαμε και μου είπε «προχώρησέ το» και έβαλε την υπογραφή του. Ήταν πολύ ουσιαστική η συζήτηση μαζί του, για το πώς πρέπει να χτίζει κανείς στις Κυκλάδες, τηρώντας κανόνες αλλά και με την παρακαταθήκη του μοντερνισμού, του σχεδιασμού ο οποίος επικρατούσε εκείνη την εποχή. Αυτό ήθελα να πω με το κλείσιμο της σημερινής κουβέντας. 

Καλό βράδυ σε όλους. 

__________________________________________________
ΠΙΝΑΚΑΣ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΟΧΗ 

ΑΡΕΟΠΟΛΗ: Τ. Μπαμπάσης 
ΒΑΘΕΙΑ: Π. Καβαγία (1975-1977), Ι. Σαϊτας (1975-1983), Τ. Μπαμπάσης (1977-1979), Κ. Παπαντωνίου (1977-1991) 
ΒΥΖΙΤΣΑ: Μ. Μαρκάτου (1976-1988), Κ. Παρασκευάς (1977-1984) 
ΓΥΘΕΙΟ: Ι. Σαϊτας 
ΚΟΡΥΣΧΑΔΕΣ: Ε. Κοσσυβάκη 
ΜΑΚΡΙΝΙΤΣΑ: Β. Γιαννάκης (1973-1981), Ο. Κοντοστάνου (1977-1978) 
ΜΕΣΤΑ: Μ. Ξύδα (1976-1981), Τ. Μπαμπάσης (1981-1983) 
ΜΗΛΙΕΣ: Κ. Παρασκευάς 
ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑ: Τ. Μπαμπάσης 
ΟΙΑ: Π. Μποζινέκη-Διδώνη (1975-1991), Ν. Αγριαντώνης (1977-1980) 
ΠΑΠΙΓΚΟ: Δ. Καββαδίας (1977-1990), Α. Χατζηδάκης (1976-1979) 
ΦΙΣΚΑΡΔΟ: Α. Αντύπας (1976-1978), Α. Χατζηδάκης (1978-1990) 
ΨΑΡΑ: Μ. Ξύδα (1976-1979), Τ. Μπαμπάσης (1979-1991) 
ΑΡΝΑΙΑ: Κ. Παρασκευά
ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ: Μ. Ζαγορησίου (1977-1981), Κ. Παρασκευάς (1987-1991) 
ΠINAKATEΣ: Δ .Καββαδίας 

______________________________________
[1] Παρασκευή Μποζινέκη-∆ιδώνη αρχιτέκτων μηχανικός, Παραδοσιακοί οικισμοί και τουριστική ανάπτυξη. Το πρόγραμμα του ΕΟΤ 1975-1995 - το παράδειγμα της Οίας Σαντορίνης


Βασίλης Γιαννάκης , Βιογραφικό

(γ. 1933) αρχιτέκτονας (ΕΜΠ 1956), επιμελητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ (1956-63), Μaster in Architecture, Harvard University 1971. Υπηρέτησε στην Υπηρεσία Οικισμού  ΥΔΕ (1961-64) στον ΕΟΤ (1966-87) και στην Εκτελεστική Επιτροπή  Προετοιμασίας των Ολυμπιακών αγώνων (1987-90). Εκπρόσωπος   της Ελλάδος και Αντιπρόεδρος σε Ομάδες Εργασίας και Εμπειρογνωμόνων σε ΟΟΣΑ, ΟΗΕ και Συμβούλιο της Ευρώπης. Είχε μακρά και στενή απασχόληση με τη βυζαντινή μουσική μετά από συστηματική μαθητεία με δάσκαλο τον Κατουνακιώτη Δοσίθεο κ.α. Από το 1956 διατηρεί γραφείο αρχιτεκτονικών μελετών. Έχει εκπονήσει μόνος του ή με άλλους μελέτες για σχολεία, νοσοκομεία, μουσεία, τουριστικές εγκαταστάσεις, εργοστάσια, κατοικίες, διαμορφώσεις περιβάλλοντος χώρου, στερέωσης και αποκατάστασης διατηρητέων κτιρίων και έργων εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής. Μεταξύ άλλων: σπήλαιο Κουτούκι, Παιανία Αττικής, Γενικό Νοσοκομείο Βέροιας, Γυμνάσιο-Λύκειο Λαγκαδα, Εργατικό Κέντρο Καλαμάτας, Σχολή Μαθητείας Στρατώνι Χαλκιδικής, Εργοστάσιο Υφαντουργείας Θεσσαλονίκη, Camping Ολύμπου, Αρχαιολογικό Μουσείο Μεγαλόπολη.΄Εργα του και αναφορές για το έργο του έχουν δημοσιευτεί σε ελληνικές και ξένες αρχιτεκτονικές εκδόσεις.

Πηγή: Χ. Μπούρας, Δ. Φιλιππίδης, Αρχιτεκτονική, Εκδόσεις Μέλισσα 2013

ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΣΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΓΙΑ ΜΕΓΕΘΥΝΣΗ 

Wednesday, April 22, 2020




ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ 1956 ΣΥΝΕΧΕΙΑ…

Β. ΜΠΟΓΑΚΟΣ 
Δ. ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ 
Κ. ΔΕΚΑΒΑΛΛΑΣ 

Αφηγήσεις+σπάνιες διαλέξεις+φωτογραφίες 
που απαιτούν υπομονή και χρόνο

Βασίλης Μπογάκος, Δημήτρης Φιλιππίδης, Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας



Σαντορίνη, Φηρά, 1956, αριστερά το ξενοδοχείο Ατλαντίς, φωτο Β. Μπογάκος


Φαίνεται ότι οι πρόσφατες αναρτήσεις για τις τηλε-συνάξεις των αρχιτεκτόνων της παρέας του Οικονόμου και το θέμα που συζητήθηκε για την εμπειρία της αποκατάστασης των σεισμοπλήκτων στην Σαντορίνη, κίνησε το ενδιαφέρον προς πολλές κατευθύνσεις και ταυτόχρονα προστέθηκαν και νέα δεδομένα. Έτσι, σήμερα παρατίθενται τρεις σχετικές προσεγγίσεις, που επέλεξα από όλα όσα προέκυψαν στο διάστημα αυτό. 
Η πρώτη σχετίζεται με το ακόλουθο email που μου έστειλε μαζί με μια χαρακτηριστική φωτογραφία ο Βασίλης Μπογάκος, ένας από τους τέσσερεις αρχιτέκτονες της ομάδας που πρωτοστάτησαν στον σχεδιασμό και την επίβλεψη των έργων στην Σαντορίνη: 

Αγαπητέ Γιώργο, θαυμάζω πάντα την δραστηριότητά σου στην ιστοσελίδα σου. Διάβασα με μεγάλη προσοχή και όχι μία αλλά πολλές φορές τις αναφορές για την ανοικοδόμηση της Σαντορίνης που κάνατε με τον Βασίλη Γρηγοριάδη και τους άλλους συναδέλφους. (βλ. εδώ) Στην ερώτηση του Γ. Μαδεμοχωρίτη σχετικά με τον θόλο για κύριο στοιχείο στην μορφή των σπιτιών στην Σαντορίνη έχω να προσθέσω αυτή την φωτογραφία που σου στέλνω που είναι η πρώτη που τράβηξα όταν έφτασα στο νησί. Νομίζω ότι αυτή η κυρίαρχη μορφή δεν σου αφήνει πολλά περιθώρια. Σε χαιρετώ, πάντα δραστήριος. 

Βασίλης 

Σαντορίνη 1956, 
«Όταν έχεις αυτό το θόλο που στέκεται χωρίς τους κάθετους τοίχους και δεν έχει καν αντηρίδες, μπορείς να κάνεις κάτι άλλο;» φωτό & σχόλιο Βασίλης Μπογάκος

Επικοινωνήσαμε τηλεφωνικά και με νέα emails, οπότε προέκυψε μια ενδιαφέρουσα αφήγηση και μία σειρά φωτογραφιών που παραθέτω στην συνέχεια. Στην επικοινωνία αυτή συνέβαλε και ο Πάνος Τσακόπουλος με επιπλέον φωτογραφικό υλικό και πληροφορίες από σχετικό δημοσίευμά του στο περιοδικό «Ελληνικές Κατασκευές» με τίτλο «Επιστροφή στην Σαντορίνη» που δημοσιεύτηκε στο Τεύχος 220/2017 και αναφέρεται στο αδημοσίευτο δακτυλογραφημένο κείμενο με την ομιλία του Κ. Δεκαβάλλας, με τίτλο «Η ανοικοδόμηση της Σαντορίνης» στο Σεμινάριο Πολεοδομίας του Ε.Μ.Π., στις 15 Φεβρουαρίου 1965 στο οποίο αναφέρεται στην διάλεξη του και ο Δημήτρης Φιλιππίδης. 


Τσακόπουλος Πάνος, Άρθρο στο περιοδικό Ελληνικές Κατασκευές, Τεύχος 220/2017 

Η δεύτερη και η τρίτη προσέγγιση αφορά δύο διαλέξεις που πραγματοποιήθηκαν από τις 12-14 Μάη του 2006 στον Βόλο, στο πλαίσιο του Συνεδρίου με τίτλο «Πόλεις της Μεσογείου μετά από σεισμούς» για τις οποίες ενημερώθηκα από τον Δημήτρη Φιλιππίδη. 
Η πρώτη διάλεξη με τίτλο «Η εκδίκηση του μοντερνισμού: αρχιτεκτονική στη Σαντορίνη μετά τους σεισμούς του 1956» είναι του ιδίου και μου την έστειλε μαζί με το σχετικό power point. Πρόκειται για μια αποκαλυπτική διάλεξη που αναφέρεται στο τί ακολούθησε μετά τα έργα της αποκατάστασης, ποιες είναι και οι μετέπειτα απόψεις του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα και παράλληλα διατυπώνει και τα δικά του πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα που άλλωστε παραπέμπουν και στον τίτλο της διάλεξης. Την παραθέτω στην συνέχεια ολόκληρη. 
Η δεύτερη διάλεξη είναι του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα με τίτλο «Η επιρροή του αντισεισμικού σχεδιασμού στην αρχιτεκτονική διάταξη των κτιρίων - Οργάνωση μετασεισμικής ανοικοδόμησης: Το παράδειγμα της Σαντορίνης», που μου έστειλε σκαναρισμένη η εγγονή του Δέσποινα Βουτέρη (την οποία και ευχαριστώ) από το σχετικό βιβλίο που έχει εξαντληθεί [1].




Από την διάλεξη αυτή δημοσιεύεται η εισαγωγή και ένα μεγάλο απόσπασμα που αναφέρεται ειδικά στην Σαντορίνη με τίτλο «Οργάνωση μετασεισμικής ανοικοδόμησης, Το παράδειγμα της Σαντορίνης» 
________________________________________________________

[1] «ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΣΕΙΣΜΟΥΣ»
Συλλογικός τόμος με άρθρα που παρουσιάστηκαν στο ομότιτλο επιστημονικό συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στον Βόλο το 2006, με αφορμή την 50ετία από τους καταστρεπτικούς σεισμούς στη Θεσσαλία. Αποτελείται από τέσσερις θεματικές ενότητες: α) Η διαχείριση της καταστροφής: οικιστικές και κοινωνικές συνέπειες των σεισμών β) Σεισμοί και ανοικοδόμηση: ο ρόλος των σεισμών στην αναμόρφωση των πόλεων γ) Οι σεισμοί του Βόλου δ) Αντισεισμική προστασία μνημείων.
Τα κείμενα υπογράφουν οι Διον. Ζήβας (Ζάκυνθος, 1953), Στ. Μπένος & Γρ. Διαμαντόπουλος (Καλαμάτα, 1986), Γιαν. Αντωνίου (Κόρινθος, 1928), Άγγ. Σιόλας & Ευθ. Μπακογιάννης (Αθήνα, 1999), Μαν. Μαρμαράς (Μον Παρνές Πάρνηθας), Δώρα Μανιούδη Γαβαλά (Χίος, 1881), Ιουλία Παπαευτυχίου (Κως, 1933), Μαρία Λιλιμπάκη - Σπυροπούλου (Χαλκιδική, 1932), Κων. Δεκαβάλλας (Σαντορίνη 1956), Δημ. Φιλιππίδης (εκδίκηση του μοντερνισμού, Σαντορίνη), Βας. Κολώνας (ανοικοδόμηση και τοπική παράδοση), Χριστίνα Ζαρκάδα – Πιστιόλη (Θεσσαλονίκη, 1978), Κλεοπάτρα Θεολογίδου (Γρεβενά και Κοζάνη, 1995), Σάββας Τσιλένης (Κωνσταντινούπολη, 1894), Emine Komut (σεισμοί στην Τουρκία, 1939 – 1999, Tihomir Arsovski (Σκόπια, 1963). Ιδιαίτερο κεφάλαιο του βιβλίου είναι αφιερωμένο στους καταστρεπτικούς σεισμούς της περιόδου 1954-1956 στον Βόλο.
Το φωτογραφικό υλικό που υποστηρίζει τα κείμενα είναι πλούσιο και σε πολλές περιπτώσεις σπάνιο, ενώ κατατοπιστικός στο ζήτημα σεισμοί και πόλη είναι ο πρόλογος του καθηγητή και αρχιτέκτονα Ηλία Μπεριάτου. 


1.


ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΠΟΓΑΚΟΣ 

«κάναμε χτισμένες σκηνές» 

Τηλεφωνική επικοινωνία 16 04 2020

Βασίλης Μπογάκος, Σαντορίνη 1956

Σαντορίνη, Φηρά, Κάτω στο Λιμάνι, 1956, φωτό Βασίλης Μπογάκος 

[…] Δεν είμαι υπέρ αυτής της συνεχούς διατήρησης των πάντων, και μάλιστα μου ήλθε στο νου η ρύση του ποιητή «και διηγώντας τα να κλαις» αλλά εκείνο που ήθελα να τονίσω πάντως είναι αυτή η ενοχή του Βασίλη που λέει κάποια στιγμή ότι δεν προέβλεψε κάποια νομοθέτηση για τον καθορισμό των ζωνών για τις μετέπειτα εξελίξεις[1]

Οι μελετητές εκδράμουν σε ανάπαυλα. Πρώτος με το τρανζίστορ ανά χείρας ο Βασίλης-Λίλος Γρηγοριάδης, φωτο Βασίλης Μπογάκος 

Κατ’ αρχήν είμασταν άπειροι, μόλις είχαμε βγει από το Πολυτεχνείο. Αυτά ο Βασίλης τα σκέπτεται εκ των υστέρων. Τότε δεν υπήρχε αυτή η έννοια ή αυτή η γνώση αν θέλεις. Αυτή τη γνώση έπρεπε να την είχε φροντίσει τότε ο Βασιλειάδης και οι περί αυτών πολεοδόμοι. Δεν ήταν δουλειά δική μας. Η δική μας δουλειά ήταν πυροσβεστική.

Εικόνες από την Ταινία επικαίρων με θέμα την περιοδεία του Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή στη σεισμόπληκτη Σαντορίνη, 14/7/1956, Ιστορικό αρχείο της ΕΡΤ 

Γιατί ο Καραμανλής είπε: «θα σας βάλω σε 6 μήνες μέσα σε σπίτια». Δηλαδή εμείς τι κάναμε; κάναμε χτισμένες σκηνές. Ήταν πρόχειρα σπίτια. Να σκεφτείς ότι χτίζαμε σπίτια χωρίς να έχουμε αποτυπώσει το έδαφος, με αποτέλεσμα μετά όταν εγώ εκλήθην ως αξιωματικός του Μηχανικού να φτιάξω τα καλντερίμια στους δρόμους, έκανα πλέον τοπογραφήσεις με τοπογράφο, και έφτιαχνα σκαλιά, επίπεδα κλπ για να προσαρμόσω το ένα σπίτι που ήταν απέναντι στο άλλο και δεν ήταν στην ίδια στάθμη. Εγώ ένα χρόνο δούλεψα ως ιδιώτης, και μετά ως αξιωματικός του Μηχανικού ξαναπήγα κάτω και ανέλαβα να κάνω όλους τους πεζοδρόμους. 


Σαντορίνη 1957-58, Κατασκευή Πεζοδρόμων φωτό Β. Μπογάκος 

Μιλάω για την περίοδο του 1957-58. Εμείς πήγαμε τον Ιούλιο του 1956 και εγώ έφυγα το ΄58. Μετά συνέχισα στον Α.Ο.Α. όπου επέβλεψα 37 σπίτια στου Παπάγου. Στη Σαντορίνη είχα συνεργεία που έκανα τους πεζοδρόμους, και τον εργολάβο έκανα. Ουσιαστικά τι κάναμε;: το κράτος έδινε στους δικαιούχους δωρεάν 10.000 δρχ. και επιπλέον τα υλικά τα οποία κατασκεύαζε ο στρατός καθώς και τους επιβλέποντες μελετητές και επιβλέποντες μηχανικούς. Δηλαδή τους παρείχε όλα αυτά δωρεάν για να κάνουν το σπίτι τους. Αυτοί είχαν την ευθύνη να το κάνουν. Εμείς είμαστε δικτατορίσκοι ελαφρώς γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν και αλλιώς. Αυτοί δεν είχαν πού να μείνουν. Εμείς τους είπαμε: «κοιτάξτε έχετε 3 τύπους διαλέξτε ότι θέλετε. Θα σας το φτιάξουμε. Εμείς θα σας παρέχουμε τον μελετητή και τον αρχιτέκτονα, θα σας παρέχουμε τους τεχνίτες και τα υλικά που τα παρείχε ο στρατός» Έτσι έγιναν. Ήταν μία πυροσβεστική εργασία. 

Στο ισόγειο του Ξενοδοχείου Ατλαντίς 1956.
Από αριστερά Δημήτρης Κουτσουδάκης, Παναγιώτης Βοκοτόπουλος αρχιτέκτονες κα Ανδρεάδη διευθύντρια Ξενοδοχείου, Μαρία Βογιατζή αρχιτέκτων (σύζυγος Π. Βοκοτόπουλου), Νίκος Νταβέλης σερβιτόρος, Νίκος Σαπουντζής, Σάββας Κονταράτος αρχιτέκτονες 

Πού να σκεφτείς τότε να κάνεις ρυθμίσεις για το μέλλον; Δεν υπήρχε στο μυαλό μας κάτι τέτοιο. Η ενοχή του Βασίλη λοιπόν δεν ισχύει. Έπρεπε η τότε Υπηρεσία του Οικισμού να το είχε φροντίσει αυτό. Αλλά και πάλι δεν υπήρχε υποψία αυτής της τωρινής καταστροφής. Εγώ πήγα το ΄73 στη Σαντορίνη είδα τι είχε γίνει και είπα «εγώ στη Σαντορίνη δεν θα ξαναπάω» και την ξέχασα τη Σαντορίνη.

Σαντορίνη 1956, φωτο Β. Μπογάκος 
«που παραπέμπει στην ταράτσα της πολυκατοικίας στη Μασσαλίας του Le Corbusier» όπως σχολιάζει ο ίδιος 

Το αποτέλεσμα εκείνη την εποχή ήταν πραγματικά εντυπωσιακό. Γιατί ο Βασιλειάδης ομολογώ ήταν ένας εμπνευσμένος αρχιτέκτονας, όπως φαίνεται και στη μελέτη που έχει κάνει η Ελένη Φεσσά, (βλ.εδώ). Ο Βασιλειάδης μετά το κάζο που έπαθε στην Κεφαλλονιά, αποφάσισε να κάνει μία ομάδα αρχιτεκτόνων και να την στείλει στη Σαντορίνη, και νομίζω ότι ο Κονταράτος είχε επαφή με τον Βασιλειάδη. 

Σάββας Κονταράτος, φωτο Βασίλης Μπογάκος 

Και εγώ μέσω του Κονταράτου κατέβηκα στην Σαντορίνη. Εγώ τον Βασιλειάδη δεν τον ήξερα καθόλου. Με κάλεσαν μόλις είχα τελειώσει το πολυτεχνείο. Τον Ιούνιο τελείωσα και μέσα Ιουνίου ήμουν στη Σαντορίνη. Και μέχρι τότε έκανα το σχεδιαστή στο γραφείο του Βαλσαμάκη όπου δούλευα εκεί από το δεύτερο έτος του πολυτεχνείου. Με τον Βαλσαμάκη είμασταν κολλητοί από τότε. Άλλωστε εγώ του προξένεψα τη γυναίκα του τη Μαρία, που την ήξερα από τα πάρτυ με τις Αηδονοπουλίνες. [...]

Ο Νίκος και η Μαρία Βαλσαμάκη στους εξώστες του ξενοδοχείου «Αμαλία» στους Δελφούς |Αρχείο Δημήτρη Καλαπόδα Πηγή: Protagon.gr

___________________________________________
[1] Αναφέρεται στην αφήγηση του Βασίλη Γρηγοριάδη που δημοσιεύεται εδώ



Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΥ 

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΤΗ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ ΜΕΤΑ ΤΟΥΣ ΣΕΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ 1956 

Του Δημήτρη Φιλιππίδη 



Η συνεχώς φθίνουσα κατάσταση, οικονομικά και δημογραφικά, μεταπολεμικά της Σαντορίνης επιδεινώθηκε αναπάντεχα με το σεισμό της 9ης Ιουλίου 1956. Πέρα από τις ανθρώπινες απώλειες –η εφημερίδα Ελευθερία της επομένης αναφέρει 42 νεκρούς και 92 τραυματίες[1]– οι καταστροφές των οικισμών ήταν εκτεταμένες –δύο μέρες κατόπιν η ίδια εφημερίδα κυκλοφορεί με τίτλο «Πλήρης η καταστροφή εις την Σαντορίνην. Ουδέν κτίριον είναι κατοικήσιμον».[2]


Αρκετά υπερβολικός ισχυρισμός, όπως θα δούμε,[3] αλλά δικαιολογημένος μέσα στη σύγχυση της καταστροφής. Τέσσερις μήνες μετά, καταγγέλλεται ότι είναι «Οι Σαντορινιοί χωρίς σπίτια τον χειμώνα» και προστίθεται ότι ζητούν ξύλινα παραπήγματα.[4] Δύο μήνες μετά, τον Γενάρη του 1957, καταγράφεται το δράμα των αστέγων: «Πώς μένουν οι κάτοικοι της Σαντορίνης άστεγοι».[5] Κατόπιν παύει η Σαντορίνη να είναι πρώτη είδηση. 

Επιτρέψτε μου να παραλείψω μια μακροσκελή αναφορά στις ιδιομορφίες της τοπικής αρχιτεκτονικής της Σαντορίνης, με τους δύο κύριους τύπους κτισμάτων, πάνω και κάτω από το έδαφος, με την εκτεταμένη χρήση θολοδομίας σε υπέργεια κτίσματα με τη χρήση θηραϊκής γης, και τις υπόσκαφες κατασκευές να είναι ανοιγμένες σε μέτωπα του εδάφους με μεγάλη κλίση. Τα θεωρώ λίγο-πολύ γνωστά και προτιμώ να προχωρήσω στο κεντρικό θέμα μας. 


Σαντορίνη, Φηρά 1956, φωτο Βασίλης Μπογάκος

Η κρατική ανταπόκριση στην κρίση είναι εντυπωσιακή. Αν και είχε προηγηθεί ο σεισμός στα Ιόνια νησιά, εδώ η παρέμβαση τίθεται σε νέα βάση. Φορέας του έργου είναι η Υπηρεσία Οικισμού του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, Διεύθυνση Πολεοδομικών Μελετών (διευθυντές: Α. Σπανός και Π. Βασιλειάδης). Στο νησί επιτόπου δημιουργήθηκε ειδικά το Τμήμα Πολεοδομικών και Αρχιτεκτονικών Μελετών Γραφείου Οικισμού Θήρας, με προϊστάμενο τον Κ. Δεκαβάλλα. Αρχιτέκτονες μελετητές 5 (Α΄ Στάδιο) και 14 (Β΄ Στάδιο). Αρχιτέκτονες συνεργάτες 12 (Α΄ Στάδιο) και 2 (Β΄ Στάδιο). 

Σαντορίνη, 1956-58. Ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας με συνεργάτη του, φωτό Βασ. Μπογάκος 

Σύνολο απασχολούμενων υπαλλήλων επιτόπου στα δύο στάδια 33 άτομα. Κάνοντας εκ των υστέρων μια ίσως αυθαίρετη, αν και όχι εντελώς αστήρικτη υπόθεση, θα χρεώναμε την ταχύτατη και πρωτότυπη αντίδραση του κρατικού μηχανισμού κυρίως στις οργανωτικές ικανότητες του Προκόπη Βασιλειάδη, που συνέβαλε αποφασιστικά σε πολλές πολεοδομικές-αρχιτεκτονικές πρωτοβουλίες στην περίοδο 1950-60. Κάποτε θα έπρεπε να γραφτεί η ιστορία της εποχής για να τεκμηριωθεί ο πραγματικός ρόλος που είχε διαδραματίσει. 

Πάντως εδώ η επιλογή του Κ. Δεκαβάλλα, που τοποθετήθηκε (όπως θα δούμε σε λίγο) επικεφαλής των ομάδων από αρχιτέκτονες του έργου, ήταν απόλυτα επιτυχής. Ο Δεκαβάλλας, με μεταπτυχιακές σπουδές πολεοδομίας σε Αμερική και Αγγλία, και πρακτική απασχόληση στη Ν. Υόρκη, εκείνη τη στιγμή εκπροσωπούσε ό,τι καλύτερο και πιο ενημερωμένο διέθετε η Ελλάδα στον τομέα. Σύμφωνα με μεταγενέστερες επεξηγήσεις που ο ίδιος έδωσε στο αφιέρωμα στο έργο του στα Αρχιτεκτονικά Θέματα,[6] σχετικά με τη σχετική με τη Σαντορίνη δραστηριότητά του, η επινόηση του τύπου κατοικίας που εφαρμόστηκε στη Σαντορίνη στηρίχτηκε σε προηγούμενη συμμετοχή του σε έρευνα στο πανεπιστήμιο Columbia με τίτλο «Μορφή και κλίμα», που κατόπιν οδήγησε στην προσωπική του πρόταση, δημοσιευμένη στο περιοδικό Interiors, για την ανοικοδόμηση της Τήλου το 1953.[7] Όλα αυτά τρία χρόνια πριν τους σεισμούς. 

Ας προτρέξουμε των πραγμάτων, έστω και αν έτσι κλέβουμε το suspense από την υπόθεση του έργου. Η εξέλιξη των πραγμάτων μετά το σεισμό ήταν απρόσμενη: η Σαντορίνη γρήγορα μεταβλήθηκε σε τουριστικό παράδεισο, ο αναμενόμενος ντόπιος πληθυσμός δεν επανέκαμψε ποτέ, και όσοι παρέμειναν μόνιμοι κάτοικοι άλλαξαν πρότυπα και απέκτησαν νέες ‘αστικές’ συνήθειες. 

Σαντορίνη, Καμάρι, φωτο Δημήτρης Φιλιππίδης 

Η αρχιτεκτονική της Ανοικοδόμησης εξαρχής απαξιώθηκε, εγκαταλείφθηκε ή αλλοιώθηκε, κατεδαφίστηκε αλλά προηγούμενα μπόρεσε να περάσει ορισμένα καίρια μηνύματα σχετικά με τη διαχρονικότητα της αρχιτεκτονικής μορφής, την αξία της τοπικότητας και της παράδοσης, και τη διάχυση αστικών προτύπων στην σύγχρονη ελληνική επαρχία. 

Ας πάρουμε όμως τώρα τα πράγματα με τη σειρά. Είμαστε στο 1958, δηλαδή δύο χρόνια μετά το σεισμό που αφάνισε τη Σαντορίνη. Στο τεύχος 9 του περιοδικού Αρχιτεκτονική δημοσιεύεται ένα εικονογραφημένο άρθρο με 30 ακουαρέλες, του Roger Tourte με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Σαντορίνη. Το μαύρο μαργαριτάρι του Αιγαίου».[8]


Περιοδικό Αρχιτεκτονική, τεύχος 9, 1958 σελίδες από το εικονογραφημένο άρθρο με 30 ακουαρέλες, του Roger Tourte

Πουθενά δεν αναφέρεται ή δείχνεται η ανατροπή των πραγμάτων που έφερε ο σεισμός – λες και δεν συνέβη ποτέ. Καμιά από τις κοντινές ή μακρινές απόψεις, καμιά λεπτομέρεια της τοπικής αρχιτεκτονικής δεν μαρτυρά το παραμικρό για την παρεμβολή ενός φιλόδοξου προγράμματος ανοικοδόμησης του νησιού. Η απίστευτη στατικότητα του βλέμματος του κ. Tourte όχι μόνο αποκλείει την υποψία παρουσίας μιας γενναίας σχεδιαστικής χειρονομίας στη Σαντορίνη αλλά ούτε καν κάνει μια έστω διακριτική, ευγενική νύξη για την οικονομική καχεξία του τόπου, για την εξαθλίωση και την εγκατάλειψη που σίγουρα υπήρχαν, όχι απλά ορατά αλλά να βγάζουν κυριολεκτικά μάτι στο αψεγάδιαστο εκείνο «μαύρο μαργαριτάρι». 

Δεύτερη εικόνα: το 1962 και ξανά το 1966 επισκέπτομαι το νησί, την πρώτη φορά πριν τελειώσω τις σπουδές μου, τη δεύτερη νοσταλγικά, αρραβωνιασμένος. 

Σαντορίνη Οία 1978-1990, φωτό Δημήτρης Φιλιππίδης 

Θα επιστρέψω το 1975 για να το κατοικήσω τα καλοκαίρια έως το 2000, όταν το εγκατέλειψα οριστικά. Άρα, συνολικά ένα κομμάτι ζωής 38 ετών, μέσα στο οποίο το ρημαγμένο εκείνο νησί θα μεταμορφωθεί στο πιο περιζήτητο νησί των Κυκλάδων, τουριστικός προορισμός περίπου ισάξιος της διάσημης Μυκόνου. Όχι πια «μαύρο μαργαριτάρι» αλλά απέραντο «χρυσωρυχείο». 

Σαντορίνη Οία 1978-1990, φωτό Δημήτρης Φιλιππίδης 

Εκείνη την πρώτη περίοδο (1962-66) τα έργα ανοικοδόμησης μου είχαν προκαλέσει το ενδιαφέρον γιατί ήταν φρέσκα και κατοικούνταν. Αλλά, ό,τι και να ήταν, υπολείπονταν μπροστά στην άγρια ερημιά των παλιών ερειπίων, που με μαγνήτιζαν. Η σύγκριση ήταν άνιση, το λιγότερο. Και όσο περνούσαν τα χρόνια, και συνέχισα να μελετώ συστηματικά πια, με διάφορες αφορμές, τη λεγόμενη «παραδοσιακή» αρχιτεκτονική της Σαντορίνης, όλο και περισσότερο εκείνη με έπειθε πως ήταν ασυναγώνιστη, μοναδική. Η «άλλη», η αρχιτεκτονική της ανοικοδόμησης δεν μιλούσε στον συναισθηματικό μου κόσμο, ήταν σύγχρονη αρχιτεκτονική – άλλα κριτήρια και αρχές σχεδίασης. Όμως έχουμε άθελα προχωρήσει περισσότερο από ό,τι πρέπει. Θα επανέλθω. 

Περιοδικό Αρχιτεκτονική, 46/1964, 16-27

Τρίτη εικόνα: το 1964, δύο χρόνια ακριβώς μετά το προηγούμενο άρθρο, στο ίδιο περιοδικό δημοσιεύεται η «επίσημη» απογραφή του προγράμματος ανοικοδόμησης της Σαντορίνης κάτω από την ρουμπρίκα «Σύγχρονη ελληνική αρχιτεκτονική».[9] Νέος διευθυντής συντάξεως είναι πλέον ο Ορέστης Δουμάνης, άρα αυτή η ένταξη έχει βαρύνουσα σημασία. Πρόκειται για «σύγχρονη» αρχιτεκτονική και όχι για κάποια απλή επισκευή-αποκατάσταση παλιών κτισμάτων. Θα μείνω λίγο στον τίτλο: «Η ανοικοδόμηση της Σαντορίνης», αλλά στην αγγλική του απόδοση, «Rebuilding of Santorini». Αν κάποιος είχε τότε την τόλμη να το ομολογήσει, θα έπρεπε ο τίτλος να διαβαστεί «Rebuilding Santorini», δηλαδή, «Ανοικοδομώντας τη Σαντορίνη». Η λογική οργάνωσης των συγκροτημάτων κατοικίας βασίζεται σε δύο βασικούς τύπους, Α και Β, πρωτογενείς στη σύστασή τους, που να μπορούν να δεχτούν τροποποιήσεις και προσθήκες σύμφωνα με τις ιδιαίτερες ανάγκες των ιδιοκτητών. Αλλά θα επανέλθουμε. 


Φορέας του έργου είναι η Υπηρεσία Οικισμού του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, Διεύθυνση Πολεοδομικών Μελετών (διευθυντές: Α. Σπανός και Π. Βασιλειάδης). Στο νησί επιτόπου δημιουργήθηκε ειδικά το Τμήμα Πολεοδομικών και Αρχιτεκτονικών Μελετών Γραφείου Οικισμού Θήρας, με προϊστάμενο τον Κ. Δεκαβάλλα. Αρχιτέκτονες μελετητές 5 (Α΄ Στάδιο) και 14 (Β΄ Στάδιο). Αρχιτέκτονες συνεργάτες 12 (Α΄ Στάδιο) και 2 (Β΄ Στάδιο). Σύνολο απασχολούμενων υπαλλήλων επιτόπου στα δύο στάδια 33 άτομα. 

Τέταρτη εικόνα: στις 15 Φεβρουαρίου 1965 ο αρχιτέκτονας Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας, επικεφαλής της ομάδας που σχεδίασε την ανοικοδόμηση του νησιού, δίνει μια ομιλία στο Σεμινάριο Πολεοδομίας του ΕΜΠ με τίτλο «Η ανοικοδόμηση της Σαντορίνης».[10]

Πρωτότυπη πρώτη σελίδα του κειμένου της ομιλίας του Κ. Δεκαβάλλα στις  15 02 1965 

Οι πρώτες 6 σελίδες του κειμένου της ομιλίας είναι σχεδόν επί λέξει μεταφορά του κειμένου του 1964, με μικρές προσθήκες που δεν αλλάζουν ουσιαστικά τα πράγματα. Οι υπόλοιπες όμως 4 σελίδες είναι μια αδημοσίευτη (από όσο μπορώ να ξέρω) απογραφή του «έργου της ανοικοδομήσεως», με συνοπτικά αλλά πλήρη στατιστικά στοιχεία για το πρόγραμμα. Μάλλον πρόκειται για τη μεταφορά επίσημης έκθεσης που είχε κατατεθεί στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων. Η πρώτη σελίδα ξεχωρίζει 4 κατηγορίες πληροφόρησης (οικοδομικός πλούτος προ του σεισμού, αποτέλεσμα του σεισμού, απολογισμός του έργου της στεγάσεως, απολογισμός του έργου της κατασκευής κοινωφελών κτιρίων και έργων), η δεύτερη αναφέρεται κυρίως στα 2 στάδια της μελέτης (έρευνα και συγκέντρωση στοιχείων / προγραμματισμός και σύνθεση), όπου το δεύτερο από αυτά χωρίζεται πάλι στα δύο (χωρίς να ξεκαθαρίζεται το κριτήριο διάκρισης μεταξύ τους). 

Έτσι φτάνουμε στην τελευταία μιάμιση σελίδα – στο πιο σημαντικό μάλλον σημείο της ομιλίας, όπου διατυπώνονται απορίες: «παραμένουν ορισμένα ερωτηματικά ως προς την σκοπιμότητα, την συγκρότηση και τον τρόπο εκτελέσεως του έργου.» 

Επειδή το φαινόμενο μπορεί να είναι μοναδικό στα ελληνικά χρονικά, θα ήθελα να υπογραμμίσω εδώ τη σημασία που έχει ένας κύριος υπεύθυνος ενός τόσο σημαντικού προγράμματος να ομολογεί δημόσια τα λάθη και τις ελλείψεις της δουλειάς που έγινε. Τρία σημεία θα θίξει ο Δεκαβάλλας. Πρώτο, ότι οι σεισμόπληκτοι θα μπορούσαν κάλλιστα να έχουν στεγαστεί στα άθικτα και «επισκευαστέα» κτίσματα των «μη-μόνιμων» κατοίκων ύστερα από απαλλοτρίωση.[11] Δεύτερο, ότι τα αποτελέσματα εφαρμογής της αυτοστέγασης «αποδείχθηκαν άκρως απογοητευτικά» από διάφορες πλευρές. Τρίτο, ότι η ανεξέλεγκτη αύξηση δικαιούχων νέας κατοικίας οδήγησε στην «υπερβολική πύκνωση των νέων σπιτιών εις βάρος των κοινοχρήστων χώρων», με αποτέλεσμα «μία σχετικώς μονότονη και ανιαρή εμφάνιση των επεκτάσεων των οικισμών». Για να το πούμε πιο ξεκάθαρα, η αυτοστέγαση ήταν μια πανωλεθρία για τους μηχανισμούς ελέγχου (άλλωστε, Ελλάδα είμαστε), και οι οποιεσδήποτε μορφολογικές-συνθετικές αδυναμίες στα νέα συγκροτήματα κατοικίας που σχεδιάστηκαν οφείλονται πάλι σε οργανωτικές αδυναμίες του προγράμματος. Ακόμα γενικότερα: για τα κυριότερα προβλήματα της Σαντορίνης φταίνε η ανοργανωσιά και η αδυναμία ελέγχου. Η αυτοκριτική με άλλα λόγια δεν αγγίζει το θέμα της συνθετικής ικανότητας της ομάδας που ανέλαβε τον σχεδιασμό της ανοικοδόμησης, πράγμα που θα δούμε πως προέχει στην αμέσως επόμενη πηγή πληροφοριών που έχουμε. 

Αξίζει να μεταφέρω την κατακλείδα του Δεκαβάλλα, γιατί τη θεωρώ τουλάχιστον δίκαιη: «Πάντως και ασχέτως προς τα ανωτέρω, παραμένει το γεγονός ότι για πρώτη φορά το ενδιαφέρον του κράτους σε περίπτωση προγράμματος στεγάσεως, δεν αρκέστηκε στην απλή στέγαση, αλλά μερίμνησε για την ολοκλήρωσή της με τα αντίστοιχα και απαραίτητα έργα κοινής ωφελείας.» 

Πέμπτη εικόνα: το 1972, δέκα χρόνια μετά την πρώτη μου, αρκετά περιπετειώδη, επίσκεψη στο νησί, στο τεύχος 6 των Αρχιτεκτονικών Θεμάτων δημοσιεύονται παράλληλα, και συνεχόμενα, δύο άρθρα. 

Άρθρο του Γιώργου Λάββα στο τεύχος 6 / 1972 των Αρχιτεκτονικών Θεμάτων

Το πρώτο, του Γιώργου Λάββα φέρει τον τίτλο «Ανώνυμη και μοντέρνα αρχιτεκτονική»,[12] όμως αναφέρεται απευθείας στην νέα αρχιτεκτονική που χτίστηκε με την ανοικοδόμηση στη Σαντορίνη. Παραθέτει σπουδαστικά σχέδια και σκίτσα παλιών και νέων κτισμάτων που έκαναν μαθητές του από τη Ζυρίχη και απορρίπτει τα νέα συγκροτήματα επειδή βασίζονται στην «επανάληψη των μορφολογικών στοιχείων με τον ίδιο, μονότονο ρυθμό» και ότι οι ελεύθεροι χώροι χαρακτηρίζονται από «γεωμετρική ακρίβεια» και «προσφέρουν στο μάτι πολύ λίγα στοιχεία και ‘πληροφορίες’, περιέχουν πολύ λίγα bits για ένα αισθητικά ικανοποιητικό αποτέλεσμα».[13]


Άρθρο του Σάββα Κονταράτου στο τεύχος 6 / 1972 των Αρχιτεκτονικών Θεμάτων 

Δίπλα του, δημοσιεύεται η «αντίκρουση» ενός μέλους της ομάδας που δούλεψε στο πρόγραμμα ανοικοδόμησης, του Σάββα Κονταράτου, με τίτλο «Μοντέρνα και ανώνυμη αρχιτεκτονική μια άλλη άποψη για την ανοικοδόμηση της Σαντορίνης».[14] Το ζήτημα δεν είχε φαινομενικά συνέχεια, αλλά με κάποιο υπόγειο τρόπο στοίχειωσε, γιατί από εδώ και εμπρός θα συζητιέται μόνο με τέτοιους όρους: ήταν η αρχιτεκτονική της ανοικοδόμησης εφάμιλλη της παραδοσιακής ή όχι, και γιατί; Όπως καταλαβαίνετε, αυτό το «γιατί» είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. 

Έκτη εικόνα: ομάδα τεσσάρων σπουδαστών της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ επισκέπτεται τη Σαντορίνη το 1991 και, συμπτωματικά με την καθοδήγησή μου, μαζεύει υλικό επιτόπου για μια σπουδαστική διάλεξη, που αργότερα θα δημοσιευτεί στα Αρχιτεκτονικά Θέματα.[15] Θέμα της, η εκ των υστέρων αξιολόγηση των συγκροτημάτων κατοικίας που χτίστηκαν στη Σαντορίνη μετά το σεισμό του ’56. 


Άρθρο τεσσάρων σπουδαστών της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ στο τεύχος 26 / 1992 των Αρχιτεκτονικών Θεμάτων 

Κατά ευτυχή σύμπτωση, χάρις σε μια πολύτιμη εσωτερική βοήθεια, η ομάδα μπόρεσε τότε να αποκτήσει πρόσβαση σε ορισμένα πρωτότυπα σχέδια της Σαντορίνης, που βρίσκονταν στο ΥΧΟΠ. Τελειώνοντας μου χάρισαν μερικά από αυτά και τους ευχαριστώ, έστω καθυστερημένα. 

Τύπος κατοικίας με δώμα, Κάτοψη, Σχέδιο από τα αρχεία του ΥΠΕΧΩΔΕ

Όψη εκκλησίας, Σχέδιο από τα αρχεία του ΥΠΕΧΩΔΕ

Στο μεταξύ είχαν επέλθει σπουδαίες αλλαγές σε αυτά τα σπίτια της ανοικοδόμησης: ελάχιστα είχαν μείνει (σχεδόν) άθικτα, κυρίως εκείνα που είχαν εγκαταλειφθεί σε μικρότερους οικισμούς. Όμως τα περισσότερα, κυρίως στο γραμμικό οικιστικό σύνολο από τα Φηρά έως το Μεροβίγλι, είχαν ήδη δεχτεί επεκτάσεις καθ’ ύψος (πανωσηκώματα), που εξαφάνιζαν την χαρακτηριστική τους φυσιογνωμία, με ορατούς θόλους σε σειρά. 

Τρόπος κάλυψης αρχικών θόλων στα συγκροτήματα κατοικίας για δημιουργία ορόφου. Πρόσοψη και πλάγια όψη 
Γ. Αίσωπος, Στ. Γυφτόπουλος, Κ. Φίλιππα και Μ. Χατζηγιαννούλη, αρχιτέκτονες, «Επιστροφή στην Σαντορίνη», Αρχιτεκτονικά Θέματα 26, 1992 

Τα καινούρια κτίσματα είχαν αποφασιστικά μεταμφιεστεί σε σύγχρονα νέο-παραδοσιακά, σύμφωνα με το κυρίαρχο ιδίωμα στο νησί (κι όχι μόνο). Οι σπουδαστές που μόλις ανέφερα ονόμασαν τον κοινό αυτό τρόπο «στυλ πανωσηκώματος».[16] Έστω ότι παίρνουμε αυτό το στάδιο εξέλιξης ως καταληκτικό για τις τύχες της αρχιτεκτονικής της ανοικοδόμησης. Δηλαδή, το σημείο εξαφάνισης της ιδιαιτερότητάς της και της πλήρους αφομοίωσής της στην τρέχουσα αρχιτεκτονική της Σαντορίνης. 

Έχουμε λοιπόν μια καλή εικόνα του τι μεσολάβησε σε αυτή την περίοδο των 50 χρόνων, με τι ρυθμούς και με ποιες συνέπειες. Αλλά όσο απομακρυνόμαστε από το 1956 όλο και δυσκολότερα μπορούμε να κατανοήσουμε τι σημασία είχε εκείνος ο αγώνας να επιστρέψει η ζωή στη μετασεισμική Σαντορίνη. Φυσικά διατηρούνται τα υλικά τεκμήρια του προγράμματος ανοικοδόμησης, με μικρότερες ή μεγαλύτερες επεμβάσεις και αλλοιώσεις, ενταγμένα στον στρόβιλο της τουριστικής ανάπτυξης που σήμερα κυριαρχεί παντού. Σήμερα δεν μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε τι έγινε μετά το 1956 αλλά αντίστοιχα και τότε ήταν αδύνατο να καταλάβουν οι αρχές του τόπου ποιο μέλλον διαγραφόταν για το ιδιότυπο αυτό νησί. 

Σαντορίνη, Μεροβίγλι, φωτό Δημ. Φιλιππίδης 

Όπως δείχνουν τα πράγματα, ο προγραμματισμός του υπουργείου Δ.Ε. βασίστηκε σε μελλοντικές προβολές δημογραφικές και ανάπτυξης της οικονομίας του νησιού, από όπου όμως έλειπε εντελώς η διάσταση του τουρισμού. Από όσα καταθέτει τουλάχιστον ο Κ. Δεκαβάλλας και από τα λίγα που αναφέραμε για την ειδησεογραφία της εποχής, είναι φανερή η αγωνία να παρασχεθεί πρώτιστα κατοικία στους άστεγους μετά τον σεισμό. Αυτή ήταν η μεγάλη ανάγκη. Καθώς ο σεισμός έγινε Ιούλιο, θα έμεναν σκάρτοι 4 μήνες πριν χειμωνιάσει. Η ομάδα εργασίας επέλεξε τότε σωστά την τυποποίηση και δεν μοιάζει να είχε μυαλό για οτιδήποτε άλλο, πέρα από το να χτίσει σπίτια για τους σεισμοπαθείς (όπως κι αν ορίζονταν αυτοί) με την παράλληλη προσφορά ενός αξιοπρεπούς άμεσου περιβάλλοντος στις συστοιχίες από μονάδες κατοικίας. Σπίτια λοιπόν πάνω από όλα. Αυτά γύρευε ο κόσμος, αυτά ήξερε να χτίζει,[17] και το κράτος, τότε τουλάχιστον, αντιμετώπιζε τα συγκροτήματα (λαϊκής ή εργατικής) κατοικίας με ενδιαφέρον.[18] Όλη αυτή η τεχνογνωσία μεταφέρθηκε σε ένα άγονο, εξαθλιωμένο νησί, και τώρα έπρεπε να αποδώσει. Αυτή ήταν η μεγάλη πρόκληση.

Σαντορίνη, Οία, 1978-90 φωτό Δημ. Φιλιππίδης 

Σύμφωνα με τον απολογισμό του προγράμματος, αν δανειστούμε στοιχεία από τον Κ. Δεκαβάλλα, χτίστηκαν συνολικά 1100 νέες κατοικίες και επισκευάστηκαν όσες οικοδομές ήταν εφικτό να συμπληρωθούν (δηλαδή, άλλες 550). Από τις 1100 νέες, οι 200 περίπου ήταν μέσα σε υπάρχοντες οικισμούς, οι 750 σε νέους οικισμούς και επεκτάσεις, και έξω από οργανωμένους οικισμούς οι 150. Τα κοινόχρηστα κτίσματα συνολικά έφτασαν τα 23, όπου περιλαμβάνονται 10 σχολεία και 6 κοινοτικά κέντρα, και επιπλέον χτίστηκαν 240 στάβλοι, 11 δεξαμενές και διάφορα έργα αντιστήριξης.

Σαντορίνη, Οία,Δημοτικό Σχολείο, 1978-90 φωτό Δημ. Φιλιππίδης

Επιπλέον δημιουργήθηκε ένας εξ ολοκλήρου νέος «πρότυπος» οικισμός στις νότιες υπώρειες του ορεινού όγκου του νησιού, το Καμάρι. Το σχέδιο του Καμαριού απηχεί ό,τι καλύτερο είχε να προσφέρει η σύγχρονη πολεοδομική πράξη σε θέματα οργάνωσης νέων οικισμών. Διαθέτει «γειτονιές» με μικρές πλατείες (gossip squares), κεντρικό πυρήνα κεντρικών λειτουργιών, δίκτυο κίνησης πεζών ανεξάρτητο του αυτοκινήτου με κλιμακωτούς ή οριζόντιους διαδρόμους, ειδικά πλατώματα για συλλογή ομβρίων σε δεξαμενές, και δύο ανεξάρτητες ομάδες στάβλων. Η κλίμακα έχει μεγάλη σημασία: πρόκειται για περίπου 250 μονάδες κατοικίας, αν μετράω σωστά, δηλαδή για μια μικρού μεγέθους «κοινότητα» – κάτι που αργότερα θα χρησιμοποιήσει ο Κ. Δοξιάδης σε σχετικά σχέδιά του σε όλο τον κόσμο. 

Η ομάδα νέων αρχιτεκτόνων που ανέλαβε τη σχεδίαση του προγράμματος ανοικοδόμησης δοκίμασε για πρώτη φορά στην Ελλάδα να διατηρήσει τις «παραδοσιακές» μορφές της τοπικής αρχιτεκτονικής, διασκευάζοντάς τις σύμφωνα με σύγχρονες διαδικασίες παραγωγής (τυποποίηση) και με σύγχρονα υλικά (τσιμεντόλιθους), και να τις συνδυάσει με τις επιταγές του Μοντέρνου Κινήματος. 
Ο Κ. Δεκαβάλλας εκ των υστέρων αρνείται πως αντέγραψαν τα προσεισμικά σπίτια. Δηλώνει: «Φτάσαμε στο ίδιο συμπέρασμα, αλλά από άλλο δρόμο. […] Δεν θελήσαμε να κάνουμε παραδοσιακή ‘ηθογραφική’ αρχιτεκτονική, όπως μας κατηγόρησαν, γιατί δεν μας ενδιέφερε κάτι τέτοιο. […] Επιδιώξαμε να δημιουργήσουμε εικόνες μέσα στους οικισμούς, κάνοντας αρχιτεκτονική σύνθεση και όχι απλή παράθεση στοιχείων.»[19]
Ας συνοψίσουμε τα παραπάνω, σημειώνοντας πως οι επεμβάσεις για την ανοικοδόμηση της Σαντορίνης απηχούν, όπως είπαμε, τις πιο πρόσφατες τάσεις στην ελληνική αρχιτεκτονική για παραγωγή συγκροτημάτων εργατικής-λαϊκής κατοικίας. Από το 1955 εκδηλώθηκε άλλωστε η μεγάλη έκρηξη ανέγερσης τέτοιων συνόλων από τον ΟΕΚ στην Αθήνα και στην ελληνική επαρχία. Πρόκειται για τη χρυσή περίοδο των προγραμμάτων οργανωμένης δόμησης. Αλλά αν σε αυτό η ομάδα Δεκαβάλλα απλά συνταυτιζόταν με γενικότερες τάσεις, ήταν πρωτοπόρος σε μια άλλη τακτική κίνηση, που ποτέ δεν πήρε ουσιαστικές διαστάσεις στην Ελλάδα, στα «εμφυτεύματα» (infills) μέσα στον αστικό ιστό. Ο ΟΕΚ έπαιρνε μεγάλες, ανεξάρτητες εκτάσεις και τις έχτιζε με ένα σύστημα ελεύθερης δόμησης, όμως ο Δεκαβάλλας μπήκε στον μισοδιαλυμένο ιστό των οικισμών της Σαντορίνης και χώνεψε εκεί μέσα αποσπάσματα συγκροτημάτων, ταιριάζοντας στα ακανόνιστα περιγράμματα του ελεύθερου χώρου που είχε στη διάθεσή του. Ήταν μεγάλο τόλμημα αυτό. 

Όμως εκείνο που έγινε, κατά πώς φαίνεται, στην πράξη ήταν ότι το μοναδικό αυτό επίτευγμα αρχικά απορρίφθηκε από τους ντόπιους, που θεωρούσαν κατώτερης κοινωνικής στάθμης τα νέα θολοσκέπαστα σπίτια. Πράγματι, γυμνοί θόλοι χρησιμοποιούνταν μόνο για βοηθητικά κτίσματα, μέσα στα χωράφια ή έστω ανάμεσα στα σπίτια, τουλάχιστον μεταπολεμικά. Η ντόπια αρχιτεκτονική είχε προ πολλού μετεξελιχθεί προς μια αφομοίωση του κλασικισμού, όχι μόνο στα αρχοντικά σπίτια αλλά και στα πιο ταπεινά, ακόμα και με την προσθήκη μιας «σοβαροφανούς» πρόσοψης που έκρυβε τον από πίσω θόλο. 

Στον άξονα Οίας-Φοινικα,1978-90, φωτο Δημήτρης Φιλιππίδης 

Μεταπολεμικά τα πρότυπα πάλι μετακινήθηκαν προς έναν ουδέτερο, άχρωμο μοντερνισμό, όπως ακριβώς χτίζονταν τα μεσοαστικά-λαϊκά σπίτια του ’50 στα μεγάλα αστικά κέντρα. 

Σαντορίνη, Μεροβίγλι, 1978-90, φωτο Δημήτρης Φιλιππίδης 

Οι ντόπιοι ήθελαν λοιπόν τέτοια χαρακτηριστικά «πειραιώτικα» σπίτια, όπως όλος ο κόσμος, δεν ήθελαν να ξεχωρίσουν ή να φέρουν το στίγμα. Όταν φάνηκε πως κανείς δεν ήταν διατεθειμένος να τους τα προσφέρει, κατέφυγαν στη λύση είτε να επισκευάσουν τα τραυματισμένα τους σπίτια από το σεισμό είτε την αυτοστέγαση, για να κάνουν ό,τι ήθελαν με μόνο περιορισμό το δάνειο που έπαιρναν. Ακριβώς αυτές οι αντιδράσεις πρέπει να σύγχυσαν τον Δεκαβάλλα, όταν εξέφραζε αργότερα την απογοήτευσή του. 

Στο νησί ακουγόταν εκ των υστέρων πως τα συνεργεία με τις μπουλντόζες των συνεργείων κατεδάφισης των ετοιμόρροπων οικοδομών δούλευαν με υπερβολικό ζήλο γκρεμίζοντας τραυματισμένα κτίσματα που θα μπορούσαν να είχαν επισκευαστεί. Αλλά αυτά που μόλις είπα είναι απλές φήμες, δεν υπάρχουν ασφαλείς πληροφορίες πέρα από την προφορική πληροφόρηση. Ακούγονται πάντως αληθοφανείς. Είναι λογικό πάντως να περιμένει κανείς μια ενστικτώδη αντίδραση από τους ιδιοκτήτες που έβλεπαν το βιο τους να σωριάζεται σε ακατοίκητα, άμορφα ερείπια. Γνώρισα μάλιστα το ’80 μια ηλικιωμένη, απόγονο άλλοτε πλούσιας οικογένειας, που πεισματικά κατοικούσε σε ένα μισοερειπωμένο παλιό αρχοντικό, πάντα ελπίζοντας πως θα βρει τα λεφτά για να το αποκαταστήσει. Να ήταν αυτή η στρατηγική ένα είδος εκβιασμού των δύσπιστων ντόπιων από το κράτος; Τίποτε δεν αποκλείεται. 

Όλα πάντως αυτά που έγιναν, με όλες τις ατέλειες και τα προβλήματα, είναι αδιαμφισβήτητα, όπως είπαμε αρκετές φορές έως τώρα, ένα σπουδαίο κατόρθωμα. Και θα ήταν κρίμα να μην το αναγνωρίσουμε στους πραγματικούς εκείνους ηρωικούς αρχιτέκτονες που ανέλαβαν το φοβερό εκείνο έργο. Σκεφτείτε μόνο τα τεράστια προβλήματα, θεσμικά και κατασκευαστικά, που είχαν να αντιμετωπίσουν χωρίς καμιά πίστωση χρόνου. Αλλά δυστυχώς έμεινε απέξω από το λογαριασμό μια καίρια παράμετρος –η τουριστική ανάπτυξη– που δεν ήταν ίσως δικιά τους δουλειά να την προβλέψουν. Αυτό το σημειώνω με επιφύλαξη, γιατί μέσα στις περιγραφές των έργων βρίσκεται έστω σπερματικά η τουριστική διάσταση: αναφέρεται «το τουριστικό ενδιαφέρον του νησιού», διακρίνονται «ζώνες τουριστικής σημασίας», αναγνωρίζεται η αξία των παλιών οικισμών ως «τουριστικαί ζώναι».[20] Η διάσταση λοιπόν υπάρχει αλλά λείπει η εκτίμηση του μεγέθους. Αλλά αυτό ήταν αρκετό για να τιναχτούν εκ των υστέρων όλα στον αέρα: τα σχολεία ερήμωσαν, τα σπίτια έγιναν πανσιόν, και ο πρότυπος οικισμός Καμάρι έγινε πρώτης γραμμής τουριστικός προορισμός, με το συγκρότημα από νέους στάβλους σε πλήρη αχρηστία. 

Αλλά ίσως δεν θα πρέπει να κατακρίνουμε τόσο αυστηρά την έλλειψη πρόβλεψης τότε. Ποιος άραγε θα μπορούσε να φανταστεί με ακρίβεια τι θα συνέβαινε στην Σαντορίνη από το ’80 και μετά;[21] Αξίζει να επιμείνουμε σε αυτό το σημείο. Έστω λοιπόν ότι κατάφερναν τότε, το ’56, να συλλάβουν την τροπή των καιρών. Και τι θα μπορούσαν τότε να κάνουν; Ποια μέσα είχαν στη διάθεσή τους για να αντιμετωπίσουν καλύτερα το μέλλον; Αντίστροφα, μέσα σε ποιο κλίμα τότε κινιόταν η Ελλάδα, για να αναπτύξει την ‘τουριστική βιομηχανία’ της; Πώς συλλάμβανε το ζήτημα ο ΕΟΤ; 

Έντυπο ΕΟΤ για παραδοσιακούς οικισμούς, δεκαετία ΄70

Το ’70 θα έδειχνε πραγματικά τα δόντια του, γιατί όλοι πριν ήταν ανυποψίαστοι για το τι σημαίνει μαζικός τουρισμός. Ακόμα το ’90 παιζόταν το παιχνίδι δημιουργίας αξιόπιστης υποδομής ανώτερης στάθμης τουρισμού, που βέβαια χάθηκε οριστικά. Αλλά, ξεχνώντας τον τουρισμό, ας στραφούμε στην πρωτογενή παραγωγή. Θα μπορούσε τότε η Σαντορίνη να ανασυστήσει μέρος της παλιάς της δόξας ή έστω να αποκτήσει στοιχειώδη παραγωγική αυτάρκεια; Η τρομερή, αναπόδραστη πρόοδος ακύρωσε απότομα την τοπική οικονομία και τον τρόπο ζωής. Έγιναν εκ των υστέρων βέβαια ορισμένες προσπάθειες, ειδικά στην οινοποιία, όπου δόθηκαν μεγάλες μάχες ανάμεσα στους οπαδούς των rooms-to-let και την ανάγκη διατήρησης των αμπελώνων του νησιού. 


Κάτω από ένα τέτοιο πρίσμα, η συζήτηση αν η αρχιτεκτονική που χτίστηκε τότε ή αργότερα στο νησί ήταν ή δεν ήταν σωστή, αποκτά σχετικό μόνο ενδιαφέρον. Αλλά εμείς υποψιαζόμαστε πως εδώ συντρέχει κάτι παραπάνω από την κακή εκτίμηση της κατάστασης. Θέλω να πω ότι για τις δυσκαμψίες, για την έλλειψη φαντασίας, για την αδυναμία πρόβλεψης της αναπτυξιακής δυναμικής του τόπου, μπορούμε να τα χρεώσουμε στον ανθρώπινο παράγοντα και να τελειώνουμε. Αλλά δεν θα αρκούσε. 

Φηρά, τουριστική επέμβαση σε πορτοσιά από αρχοντικο,1978-90 φωτο Δημήτρης Φιλιππίδης

Ίσως χρειάζεται να απευθυνθούμε κάπως ψηλότερα, πέρα από τα άτομα και τους φορείς που μπλέχτηκαν σε αυτή την προσπάθεια, και να δούμε τι ρόλο μπορεί εδώ να έπαιξε το ίδιο το Μοντέρνο Κίνημα στην μεταπολεμική του παραλλαγή. Με άλλα λόγια, θεωρώ ότι υπήρξαν συγκεκριμένες παραβλέψεις και δημιουργήθηκαν κενά επειδή ο μοντερνισμός αδυνατούσε να αντιμετωπίσει τέτοιας υφής προβλήματα, τελείως έξω από τη στρατηγική κοινωνικών παροχών του κράτους προνοίας. Οι ντόπιοι δεν εκτίμησαν τα χειροπιαστά πλεονεκτήματα της οργανωμένης δόμησης, δεν δέχτηκαν μια «επιστροφή» (όπως το έβλεπαν) σε παρωχημένα «παραδοσιακά» μοντέλα διαβίωσης – κάτι με το οποίο ταυτιζόταν τότε η πιο προοδευτική πολεοδομική θεωρία. Ο μεταπολεμικός μοντερνισμός έδωσε εδώ εξετάσεις και απέτυχε, γιατί η κοινωνία βρισκόταν ήδη σε άλλο στάδιο εξέλιξης και οι Σαντορινιοί δεν «μασούσαν» τις αφαιρετικές απόψεις των διανοουμένων. Ο μοντερνισμός ευαγγελιζόταν μια άλλη ζωή, ιδανική, κοντά στη γη και στη φύση, με πλήρη εκμετάλλευση του κλίματος, της μοναδικής γεωμορφολογίας, της μεγάλης αρχιτεκτονικής παράδοσης του νησιού. Τίποτε από αυτά δεν ανταποκρινόταν στο πώς σκέφτονταν οι σεισμοπαθείς. 



Φηρά,1978-90 φωτο Δημήτρης Φιλιππίδης




Φηρά,1978-90 φωτο Δημήτρης Φιλιππίδης


Όμως αυτή μπορεί να μην είναι όλη η εικόνα. Μπορεί, για παράδειγμα, τα σπίτια του προγράμματος ανοικοδόμησης να απαξιώθηκαν, αλλά δεν εξαφανίστηκε η, ας την πούμε, έμφυτη τάση να φτιάχνεται καλή αρχιτεκτονική στο νησί, ακόμα και αν αυτό θα σήμαινε απλά φροντίζοντας και διακοσμώντας τον ελεύθερο χώρο και παίζοντας με τους όγκους των θόλων, σε ένα πνεύμα ανάλογο με εκείνον στα πιο επιθυμητά «κουτιά». 

Και για να ρίξουμε ένα τελευταίο φαρμακερό βέλος, οι καλοί μας, προσγειωμένοι Σαντορινιοί άρχισαν να γλυκοκοιτάζουν τα περιφρονημένα τους «παραδοσιακά» μόνο όταν επανήλθε ένας άλλος πια φορέας, ο ΕΟΤ, στα τέλη του ’70 και άρχισε το κέντημα με υποδειγματικές αποκαταστάσεις παλιών κτισμάτων, ξεχνώντας τελείως και επιδεικτικά την σύγχρονη αρχιτεκτονική. Αυτό έδειξε πως «πουλάει», κι έτσι ξεκίνησε ένα άλλο ρεύμα, αυτό που σήμερα κυριαρχεί στο νησί. Η ιστορία διδάσκει πως το Μοντέρνο Κίνημα ήταν ένα περαστικό συννεφάκι, για λίγο σκοτείνιασε τον ουρανό και μετά χάθηκε. Ο μοντερνισμός έτσι επέστρεψε ως απόλυτη σκηνογραφία – αυτή ήταν η εκδίκησή του. 


Δ. Φιλιππίδης 11.4.06 
Ομιλία στο Συνέδριο για τους σεισμούς της Σαντορίνης, 12-14 Μάη 2006 

[1] Ανων., Ελευθερία, 10.7.1956.
[2] Ανων., Ελευθερία, 11.7.1956.
[3] Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που παραθέτει ο Κ. Δεκαβάλλας (βλ. παρακάτω) από τις 4 χιλιάδες κατοικίες πριν το σεισμό, μετά το σεισμό κατέρρευσαν 1041 ενώ ήταν «επισκευάσιμοι» άλλες 1402. Άρα έμειναν άθικτες οι 1577 (39% του συνόλου).
[4] Φ. Βαλσαμάκης, Ελευθερία, 10.11.1956.
[5] Φ. Βαλσαμάκης, Ελευθερία, 27.1.1957.
[6] Δ. Φιλιππίδης, «Ξετυλίγοντας το νήμα της σκέψης του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 28/1994, 62-67.
[7] Στο ίδιο, 66.
[8] Αρχιτεκτονική, 9/1958 (Μάης-Ιούνιος), 41-50. Στην πρώτη σελίδα καταχωρείται μετάφραση του κειμένου στα ελληνικά.
[9] Αρχιτεκτονική, 46/1964, 16-27.
[10] Πολυγραφημένο κείμενο 10 σελίδων, κατατεθειμένο στη βιβλιοθήκη του Σπουδαστηρίου Πολεοδομικών Ερευνών, Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ.
[11] Έχει ενδιαφέρον η υψηλή αναλογία κατοικιών των εποχιακών (30%) ως προς των μονίμων (70%) Σαντορινιών σύμφωνα με τον Κ. Δεκαβάλλα, που πιστοποιεί το μέγεθος διαρροής του πληθυσμού.
[12] Αρχιτεκτονικά Θέματα 6/1972, 49-59.
[13] Σ. 51-52.
[14] Στο ίδιο, 60-62.
[15] Γ. Αίσωπος, Στ. Γυφτόπουλος, Κ. Φίλιππα, Μ. Χατζηγιαννούλη, «Επιστροφή στη Σαντορίνη», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 26/1992, 42-46.
[16] Στο ίδιο, σ. 44.
[17] Βλ. τις συμφεροντολογικές μάχες των ντόπιων για δικαίωμα αυτοστέγασης που αναιρούσε την οργανωμένη δόμηση, κομμάτι της πάλης δημόσιο-ιδιωτικό στον ελληνικό χώρο.
[18] Η τόσο σημαντική συμβολή του Α. Κωνσταντινίδη σε αυτό τον τομέα χρονολογείται από το 1955.
[19] Γ. Αίσωπος κ.α., Αρχιτεκτονικά Θέματα, 26/1992, 45.
[20] Κ. Δεκαβάλλας, «Η ανοικοδόμηση της Σαντορίνης», χειρόγραφο, αντίστοιχα σελ. 2, 4, 8.
[21] Τελικά όσοι απέφυγαν τα συγκροτήματα κατοικίας με εκείνη την διαβλητή διαδικασία αυτοστέγασης ή, ακόμα καλύτερα, κράτησαν τη γη τους, κέρδισαν το στοίχημα.


3.

Σεισμός, η πολεοδομική διάσταση
και θωράκιση των παραδοσιακών 
και μη κτιρίων

Η ανοικοδόμηση της Σαντορίνης

του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα*

Ο σεισμός είναι άλλο ένα φαινόμενο της φύσης άρρηκτα συνδεδεμένο με το έδαφος στο οποίο κινούμαστε και στο οποίο θεμελιώνουμε τα κτίριά μας. Σήμερα που αρχίζουμε πάλι να ευαισθητοποιούμαστε γύρω από τα Θέματα της αρμονικής συμβίωσης με τη φύση, της προστασίας του περιβάλλοντος και της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, είναι καιρός στα πλαίσια της ονομαζόμενης «Βιοκλιματικής» Αρχιτε­κτονικής να λαμβάνεται υπόψη και ο σεισμός, όχι μόνο στην Αρχιτεκτονική, αλλά και στην Πολεοδομία. 

Από την άλλη πλευρά είναι καθήκον μας να διασώσουμε ό,τι έχει απομείνει από την Αρχιτεκτονική του παρελθόντος. Η προσωπική μου σχέση με το φαινό­μενο του σεισμού ξεκίνησε με το Βόλο τον Απρίλιο τον 1955, όταν η αντιμετώπι­ση των καταστροφών του σεισμού επρόκειτο να ανατεθεί στο Υπουργείο Δημο­σίων 'Έργων. Ο τότε Τμηματάρχης της Διεύθυνσης Ε΄ της Υπηρεσίας Οικισμού του Υπουργείου Προκόπης Βασιλειάδης συνέστησε μια ομάδα από νέους αρχιτέκτο­νες, που ήταν πρόθυμοι να προσφέρουν εθελοντικώς τις υπηρεσίες τους για τη μετασεισμική ανοικοδόμηση. Στην ομάδα αυτή συμμετείχα και εγώ. 

Συγκεντρώσαμε στοιχεία και ήμασταν έτοιμοι να αναλάβουμε ενεργό δρά­ση, όταν το Ελληνικό Δημόσιο αποφάσισε να αναθέσει το όλο έργο στο Στράτευ­μα. 'Όταν αργότερα το 1956 επλήγη από σεισμό η Σαντορίνη, ίσως επειδή θεω­ρήθηκε το αντικείμενο σχετικά ασήμαντο, η αντιμετώπιση των προβλημάτων που ανέκυψαν, ανετέθη στο Υπουργείο Δημοσίων 'Έργων, με υπεύθυνο τον Π. Βασιλειάδη.[…] 

[...] Η επιρροή του αντισεισμικού σχεδιασμού 
στην αρχιτεκτονική διάταξη των κτιρίων

Τα κτίρια με κανονικό σχήμα, όπως έχει αποδειχθεί, αντέχουν καλύτερα στις σεισμικές δονήσεις από εκείνα που έχουν ακανόνιστο. 

Αν εξετάσει κανείς τις μεγάλες ιστορικές περιόδους της Αρχιτεκτονικής, δια­πιστώνει ότι οι αρχιτέκτονες επεδίωκαν τα κανονικά σχήματα. Αυτό τουλάχιστον μαρτυρούν οι αρχαίοι Ελληνικοί ναοί, οι ναοί τnς Βυζαντινής περιόδου, αλλά και κατά τnv Αναγέννηση και τον Νεοκλασικισμό επικρατούν τα κανονικά σχήματα. 

Μόνο σήμερα με τη συμπαράσταση του ηλεκτρονικού υπολογιστή, που απήλλαξε τους αρχιτέκτονες από το ταύ και το τρίγωνο επιχειρείται μία Αρχιτεκτο­νική προκλητική και ευφάνταστη που αντίκειται στον αντισεισμικό σχεδιασμό. 

Το κακό είναι πως και η πολιτεία, μέσα στο πνεύμα της θεσμολαγνίας που τη διακατέχει, επιβάλλει, εν ονόματι της «προστασίας ιστορικών οικισμών», μορ­φές με σπασμένους όγκους μικρής κλίμακας προωθώντας συνάμα κατ' αυτόν τον τρόπο την παρωδία και τη γελοιοποίηση των μορφών της παραδοσιακής-. μας Αρχιτεκτονικής. 

Επειδή πιστεύω στην προώθηση του αντισεισμικού σχεδιασμού στην ρχι- τεκτονική, επιχείρησα όπου μου το επέτρεπαν οι συνθήκες να τον ειραρμόσω . 

Οργάνωση μετασεισμικής ανοικοδόμησης 
Το παράδειγμα της Σαντορίνης 


H μετασεισμική ανοικοδόμηση δεν είναι μονοσήμαντη υπόθεση. Η κάθε περίπτωση χρήζει ιδιαίτερης μεταχείρισης. 

Σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να δώσει την ευκαιρία για Βελτίωση του Πο­λεοδομικού ιστού, με αναδασμό ή αναγκαστικές απαλλοτριώσεις. Η προσωπική μου εμπειρία περιορίζεται στnν περίπτωση της ανοικοδόμησης της Σαντορίνης, όπου τμήματα των οικισμών κατά μήκος της Καλδέρας, υπέστησαν κατολισθήσεις ενώ άλλα κρίθηκαν γεωλογικά ασταθή και ως εκ τούτου επιρρεπή σε κατολισθήσεις. 

Αυτό μας υποχρέωσε να προβούμε σε απαλλοτριώσεις περιοχών όσο το δυ­νατόν πλησιέστερα προς τις εγκαταλειπόμενες περιοχές για την αντισεισμική στέ­γαση των κατοίκων τους. 

Την εποχή των σεισμών η Σαντορίνη δεν είχε λιμάνι. Τα δομικά υλικά έπρε­πε να φθάσουν στο νησί με αποβατικό του Πολεμικού Ναυτικού και να ξεφορτώ­σουν στην ανατολική αμμώδη ακτή, όποτε υπήρχε διαθέσιμο σκάφος και ο καιρός το επέτρεπε. Εργασίες για την κατασκευή λιμανιού στη θέση Αθηνιός ξεκίνησαν αμέσως αλλά χρειάσθηκαν τέσσερα χρόνια για να ολοκληρωθούν. 

Κατόπιν αυτού πολλά οικοδομικά υλικά έπρεπε να αναζητηθούν και να πα­ραχθούν επιτόπου. Επιπλέον, η έλλειψη νερού-οι περισσότερες δεξαμενές είχαν διαρραγεί- και εργατικών χειρών όξυνε το πρόβλημα ακόμα περισσότερο. 

Ως βασικό οικοδομικό στοιχείο επελέγη, από τον τότε διευθυντή του Γρα­φείου Οικισμού Θήρας, Λευτέρη Σταθάκη, ο κισηρόλιθος διαστάσεων 20/20/40, κατάλληλης μορφής, ώστε να είναι δυνατός ο οπλισμός των φερόντων κισηρολι­θοδομών με πλέγμα σιδηρών ράβδων ανά αποστάσεις των 40 εκατοστών οριζο­ντίως και κατακορύφως, με πρόσθετη ενίσχυση_ στις γωνίες των κτισμάτων, και περιφερειακά σενάζ. 

Για την κάλυψη. σχεδιάστηκαν ειδικοί κισσηρόλιθοι θολίτες που επέτρεπαν και εκεί την ενσωμάτωση αντίστοιχου σιδηρού οπλισμού (εικόνες 7 και 8).

Εικ. 7-8 (αριστερά) Σαντορίνη. Ανοικοδόμηση. Ο κισσηρόλιθος 1956. 
(δεξιά) Σαντορίνη. Ανοικοδόμηση. Οι θολίτες

Για την κατασκευή των θόλων δίχως ξυλότυπο, ελλείψει κατάλληλης ξυλείας, χρησιμοποιήθηκαν τριαρθρωτά τόξα, κατασκευασμένα από ρετάλια που τοποθετού νταν ανά 40 εκ., ώστε να εδράζονται στις ακμές τους οι θολίτες (εικόνες 9 και 10).

9. (αριστερά) Σαντορίνη. Πυρήνας αντισεισμικής κα­τοικίας υπό κατασκευή
10.Σαντορίνη, λεπτομέρεια κατασκευής θόλου

Παράλληλα στήθηκε ειδικό εργοστάσιο στεγασμένο σε λυόμενα υπό­στεγα τύπου Nissen-Hut, όπου οι ντόπι­οι μαραγκοί μέσα σε ελάχιστο χρόνο κα­τασκεύασαν όλα τα τυποποιημένα κου­φώματα της ανοικοδόμησης. Με την αποπεράτωσή τους, τα κουφώματα αυτά αποθηκεύτηκαν στο χώρο της κατασκευής τους ενώ τα μηχανήματα επεστράφη­σαν στο Υπουργείο Δημοσίων 'Εργων. 
Η στέγαση των σεισμοπλήκτων πραγματοποιήθηκε με την κατασκευή πυ­ρήνων διαφόρων μεγεθών ανάλογα με το μέγεθος της σεισμόπληκτης οικογένειας που επρόκειτο να στεγασθεί, με τη δυνατότητα μελλοντικής επέκτασης. 
Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στην επίλυση οικολογικών προβλημάτων φυσικού αερισμού για το θέρος και εξοικονόμησης του πολύτιμου νερού, βάσει των πορισμά­των που είχαν προκύψει από τις έρευνες που είχα πραγματοποιήσει τρία χρόνια νω­ρίτερα στο Πανεπιστήμιο του Columbia τnς Νέας Υόρκης (εικόνες 11 και 12).

11. Σαντορίνη. Τύποι πυ­ρήνων Ι με δυνατόmτα επέκτασης 1956. 
12. Σαντορίνη. Ολοκλη­ρωμένος πυρήνας αντι­σεισμικής κατοικίας τύ­που Ι.

Για τα ειδικά κτίρια χρησιμοποιήθηκαν συμβατικά συστήματα κατασκευής από οπλισμένο σκυρόδεμα και μόνο για την πλήρωση των τοίχων χρησιμοποιή­θηκαν οι τυποποιημένοι κισηρόλιθοι (εικόνες 13 και 14) . 

13. Σαντορίνη. Φηρά. Εξατάξιο Δημοτικό. Κάτοψη. 
14. Σαντορίνη. Φηρά. Εξατάξιο Δημοτικό. 'Οψη.

Για την αντισεισμική επισκευή των διατηρητέων κτιρίων έγινε μεγάλη χρήση σενάζ που επιχειρήθηκε να ενσωματωθούν στη λιθοδομή. 
Εδώ θα έπρεπε να τονισθεί ότι το πλείστο των ζημιών το υπέστησαν τα νε­οκλασικά κτίρια με τους επονομαζόμενους σκαφοειδείς θόλους, ενώ τα υπόσκαφα και τα θολωτά καθώς και τα κωδωνοστάσια των εκκλησιών υπέστησαν τις λιγότε­ρες καταστροφές. 

Μεταξύ των κτιρίων που επισκευάστηκαν συγκαταλέγονται ένα μοναστήρι -του Αγίου Νικολάου- και ένας αριθμός από εκκλησίες που έπαιξαν σημαντικό ρό­λο στη ζωή του νησιού. Την ημέρα που εόρταζε ο άγιος, στον οποίο ήταν αφιερω­μένες, γινόταν το πανηγύρι του χωριού, έφθαναν επισκέψεις απ' όλο το νησί και ανταλλάσσονταν προϊόντα. 
Εκτός από τις επεκτάσεις των οικισμών, ένδεκα εν συνόλω, έγινε πλήρης μεταφορά του οικισμού της Επισκοπής στη Θέση Καμάρι, κατόπιν δημοψηφί­σματος των κατοίκων (εικόνα 15)

15. Σαντορίνη. Νέος οι­κισμός στο Καμάρι.

Τέλος πρέπει να τονισθεί ότι στο πρόγραμμα ανοικοδόμησης περιλήφθη­καν περί τις εκατό άστεγες οικογένειες, καθώς και εκτεταμένος αριθμός από κτί­ρια κοινές ωφέλειας, όπως σχολεία, νηπιαγωγεία, κοινοτικά κέντρα κ.λπ., απαραίτητα για την αποκατάσταση της ζωές του νησιού, όπως επίσης και κοινότικοί σταύλοι. 



*Ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας είναι αρχιτέκτων - πολεοδόμος, ομότιμος καθηγητής Ε.Μ.Π.


Κάντε ΚΛΙΚ στις εικόνες για μεγέθυνση