Wednesday, April 22, 2020




ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ 1956 ΣΥΝΕΧΕΙΑ…

Β. ΜΠΟΓΑΚΟΣ 
Δ. ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ 
Κ. ΔΕΚΑΒΑΛΛΑΣ 

Αφηγήσεις+σπάνιες διαλέξεις+φωτογραφίες 
που απαιτούν υπομονή και χρόνο

Βασίλης Μπογάκος, Δημήτρης Φιλιππίδης, Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας



Σαντορίνη, Φηρά, 1956, αριστερά το ξενοδοχείο Ατλαντίς, φωτο Β. Μπογάκος


Φαίνεται ότι οι πρόσφατες αναρτήσεις για τις τηλε-συνάξεις των αρχιτεκτόνων της παρέας του Οικονόμου και το θέμα που συζητήθηκε για την εμπειρία της αποκατάστασης των σεισμοπλήκτων στην Σαντορίνη, κίνησε το ενδιαφέρον προς πολλές κατευθύνσεις και ταυτόχρονα προστέθηκαν και νέα δεδομένα. Έτσι, σήμερα παρατίθενται τρεις σχετικές προσεγγίσεις, που επέλεξα από όλα όσα προέκυψαν στο διάστημα αυτό. 
Η πρώτη σχετίζεται με το ακόλουθο email που μου έστειλε μαζί με μια χαρακτηριστική φωτογραφία ο Βασίλης Μπογάκος, ένας από τους τέσσερεις αρχιτέκτονες της ομάδας που πρωτοστάτησαν στον σχεδιασμό και την επίβλεψη των έργων στην Σαντορίνη: 

Αγαπητέ Γιώργο, θαυμάζω πάντα την δραστηριότητά σου στην ιστοσελίδα σου. Διάβασα με μεγάλη προσοχή και όχι μία αλλά πολλές φορές τις αναφορές για την ανοικοδόμηση της Σαντορίνης που κάνατε με τον Βασίλη Γρηγοριάδη και τους άλλους συναδέλφους. (βλ. εδώ) Στην ερώτηση του Γ. Μαδεμοχωρίτη σχετικά με τον θόλο για κύριο στοιχείο στην μορφή των σπιτιών στην Σαντορίνη έχω να προσθέσω αυτή την φωτογραφία που σου στέλνω που είναι η πρώτη που τράβηξα όταν έφτασα στο νησί. Νομίζω ότι αυτή η κυρίαρχη μορφή δεν σου αφήνει πολλά περιθώρια. Σε χαιρετώ, πάντα δραστήριος. 

Βασίλης 

Σαντορίνη 1956, 
«Όταν έχεις αυτό το θόλο που στέκεται χωρίς τους κάθετους τοίχους και δεν έχει καν αντηρίδες, μπορείς να κάνεις κάτι άλλο;» φωτό & σχόλιο Βασίλης Μπογάκος

Επικοινωνήσαμε τηλεφωνικά και με νέα emails, οπότε προέκυψε μια ενδιαφέρουσα αφήγηση και μία σειρά φωτογραφιών που παραθέτω στην συνέχεια. Στην επικοινωνία αυτή συνέβαλε και ο Πάνος Τσακόπουλος με επιπλέον φωτογραφικό υλικό και πληροφορίες από σχετικό δημοσίευμά του στο περιοδικό «Ελληνικές Κατασκευές» με τίτλο «Επιστροφή στην Σαντορίνη» που δημοσιεύτηκε στο Τεύχος 220/2017 και αναφέρεται στο αδημοσίευτο δακτυλογραφημένο κείμενο με την ομιλία του Κ. Δεκαβάλλας, με τίτλο «Η ανοικοδόμηση της Σαντορίνης» στο Σεμινάριο Πολεοδομίας του Ε.Μ.Π., στις 15 Φεβρουαρίου 1965 στο οποίο αναφέρεται στην διάλεξη του και ο Δημήτρης Φιλιππίδης. 


Τσακόπουλος Πάνος, Άρθρο στο περιοδικό Ελληνικές Κατασκευές, Τεύχος 220/2017 

Η δεύτερη και η τρίτη προσέγγιση αφορά δύο διαλέξεις που πραγματοποιήθηκαν από τις 12-14 Μάη του 2006 στον Βόλο, στο πλαίσιο του Συνεδρίου με τίτλο «Πόλεις της Μεσογείου μετά από σεισμούς» για τις οποίες ενημερώθηκα από τον Δημήτρη Φιλιππίδη. 
Η πρώτη διάλεξη με τίτλο «Η εκδίκηση του μοντερνισμού: αρχιτεκτονική στη Σαντορίνη μετά τους σεισμούς του 1956» είναι του ιδίου και μου την έστειλε μαζί με το σχετικό power point. Πρόκειται για μια αποκαλυπτική διάλεξη που αναφέρεται στο τί ακολούθησε μετά τα έργα της αποκατάστασης, ποιες είναι και οι μετέπειτα απόψεις του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα και παράλληλα διατυπώνει και τα δικά του πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα που άλλωστε παραπέμπουν και στον τίτλο της διάλεξης. Την παραθέτω στην συνέχεια ολόκληρη. 
Η δεύτερη διάλεξη είναι του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα με τίτλο «Η επιρροή του αντισεισμικού σχεδιασμού στην αρχιτεκτονική διάταξη των κτιρίων - Οργάνωση μετασεισμικής ανοικοδόμησης: Το παράδειγμα της Σαντορίνης», που μου έστειλε σκαναρισμένη η εγγονή του Δέσποινα Βουτέρη (την οποία και ευχαριστώ) από το σχετικό βιβλίο που έχει εξαντληθεί [1].




Από την διάλεξη αυτή δημοσιεύεται η εισαγωγή και ένα μεγάλο απόσπασμα που αναφέρεται ειδικά στην Σαντορίνη με τίτλο «Οργάνωση μετασεισμικής ανοικοδόμησης, Το παράδειγμα της Σαντορίνης» 
________________________________________________________

[1] «ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΣΕΙΣΜΟΥΣ»
Συλλογικός τόμος με άρθρα που παρουσιάστηκαν στο ομότιτλο επιστημονικό συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στον Βόλο το 2006, με αφορμή την 50ετία από τους καταστρεπτικούς σεισμούς στη Θεσσαλία. Αποτελείται από τέσσερις θεματικές ενότητες: α) Η διαχείριση της καταστροφής: οικιστικές και κοινωνικές συνέπειες των σεισμών β) Σεισμοί και ανοικοδόμηση: ο ρόλος των σεισμών στην αναμόρφωση των πόλεων γ) Οι σεισμοί του Βόλου δ) Αντισεισμική προστασία μνημείων.
Τα κείμενα υπογράφουν οι Διον. Ζήβας (Ζάκυνθος, 1953), Στ. Μπένος & Γρ. Διαμαντόπουλος (Καλαμάτα, 1986), Γιαν. Αντωνίου (Κόρινθος, 1928), Άγγ. Σιόλας & Ευθ. Μπακογιάννης (Αθήνα, 1999), Μαν. Μαρμαράς (Μον Παρνές Πάρνηθας), Δώρα Μανιούδη Γαβαλά (Χίος, 1881), Ιουλία Παπαευτυχίου (Κως, 1933), Μαρία Λιλιμπάκη - Σπυροπούλου (Χαλκιδική, 1932), Κων. Δεκαβάλλας (Σαντορίνη 1956), Δημ. Φιλιππίδης (εκδίκηση του μοντερνισμού, Σαντορίνη), Βας. Κολώνας (ανοικοδόμηση και τοπική παράδοση), Χριστίνα Ζαρκάδα – Πιστιόλη (Θεσσαλονίκη, 1978), Κλεοπάτρα Θεολογίδου (Γρεβενά και Κοζάνη, 1995), Σάββας Τσιλένης (Κωνσταντινούπολη, 1894), Emine Komut (σεισμοί στην Τουρκία, 1939 – 1999, Tihomir Arsovski (Σκόπια, 1963). Ιδιαίτερο κεφάλαιο του βιβλίου είναι αφιερωμένο στους καταστρεπτικούς σεισμούς της περιόδου 1954-1956 στον Βόλο.
Το φωτογραφικό υλικό που υποστηρίζει τα κείμενα είναι πλούσιο και σε πολλές περιπτώσεις σπάνιο, ενώ κατατοπιστικός στο ζήτημα σεισμοί και πόλη είναι ο πρόλογος του καθηγητή και αρχιτέκτονα Ηλία Μπεριάτου. 


1.


ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΠΟΓΑΚΟΣ 

«κάναμε χτισμένες σκηνές» 

Τηλεφωνική επικοινωνία 16 04 2020

Βασίλης Μπογάκος, Σαντορίνη 1956

Σαντορίνη, Φηρά, Κάτω στο Λιμάνι, 1956, φωτό Βασίλης Μπογάκος 

[…] Δεν είμαι υπέρ αυτής της συνεχούς διατήρησης των πάντων, και μάλιστα μου ήλθε στο νου η ρύση του ποιητή «και διηγώντας τα να κλαις» αλλά εκείνο που ήθελα να τονίσω πάντως είναι αυτή η ενοχή του Βασίλη που λέει κάποια στιγμή ότι δεν προέβλεψε κάποια νομοθέτηση για τον καθορισμό των ζωνών για τις μετέπειτα εξελίξεις[1]

Οι μελετητές εκδράμουν σε ανάπαυλα. Πρώτος με το τρανζίστορ ανά χείρας ο Βασίλης-Λίλος Γρηγοριάδης, φωτο Βασίλης Μπογάκος 

Κατ’ αρχήν είμασταν άπειροι, μόλις είχαμε βγει από το Πολυτεχνείο. Αυτά ο Βασίλης τα σκέπτεται εκ των υστέρων. Τότε δεν υπήρχε αυτή η έννοια ή αυτή η γνώση αν θέλεις. Αυτή τη γνώση έπρεπε να την είχε φροντίσει τότε ο Βασιλειάδης και οι περί αυτών πολεοδόμοι. Δεν ήταν δουλειά δική μας. Η δική μας δουλειά ήταν πυροσβεστική.

Εικόνες από την Ταινία επικαίρων με θέμα την περιοδεία του Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή στη σεισμόπληκτη Σαντορίνη, 14/7/1956, Ιστορικό αρχείο της ΕΡΤ 

Γιατί ο Καραμανλής είπε: «θα σας βάλω σε 6 μήνες μέσα σε σπίτια». Δηλαδή εμείς τι κάναμε; κάναμε χτισμένες σκηνές. Ήταν πρόχειρα σπίτια. Να σκεφτείς ότι χτίζαμε σπίτια χωρίς να έχουμε αποτυπώσει το έδαφος, με αποτέλεσμα μετά όταν εγώ εκλήθην ως αξιωματικός του Μηχανικού να φτιάξω τα καλντερίμια στους δρόμους, έκανα πλέον τοπογραφήσεις με τοπογράφο, και έφτιαχνα σκαλιά, επίπεδα κλπ για να προσαρμόσω το ένα σπίτι που ήταν απέναντι στο άλλο και δεν ήταν στην ίδια στάθμη. Εγώ ένα χρόνο δούλεψα ως ιδιώτης, και μετά ως αξιωματικός του Μηχανικού ξαναπήγα κάτω και ανέλαβα να κάνω όλους τους πεζοδρόμους. 


Σαντορίνη 1957-58, Κατασκευή Πεζοδρόμων φωτό Β. Μπογάκος 

Μιλάω για την περίοδο του 1957-58. Εμείς πήγαμε τον Ιούλιο του 1956 και εγώ έφυγα το ΄58. Μετά συνέχισα στον Α.Ο.Α. όπου επέβλεψα 37 σπίτια στου Παπάγου. Στη Σαντορίνη είχα συνεργεία που έκανα τους πεζοδρόμους, και τον εργολάβο έκανα. Ουσιαστικά τι κάναμε;: το κράτος έδινε στους δικαιούχους δωρεάν 10.000 δρχ. και επιπλέον τα υλικά τα οποία κατασκεύαζε ο στρατός καθώς και τους επιβλέποντες μελετητές και επιβλέποντες μηχανικούς. Δηλαδή τους παρείχε όλα αυτά δωρεάν για να κάνουν το σπίτι τους. Αυτοί είχαν την ευθύνη να το κάνουν. Εμείς είμαστε δικτατορίσκοι ελαφρώς γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν και αλλιώς. Αυτοί δεν είχαν πού να μείνουν. Εμείς τους είπαμε: «κοιτάξτε έχετε 3 τύπους διαλέξτε ότι θέλετε. Θα σας το φτιάξουμε. Εμείς θα σας παρέχουμε τον μελετητή και τον αρχιτέκτονα, θα σας παρέχουμε τους τεχνίτες και τα υλικά που τα παρείχε ο στρατός» Έτσι έγιναν. Ήταν μία πυροσβεστική εργασία. 

Στο ισόγειο του Ξενοδοχείου Ατλαντίς 1956.
Από αριστερά Δημήτρης Κουτσουδάκης, Παναγιώτης Βοκοτόπουλος αρχιτέκτονες κα Ανδρεάδη διευθύντρια Ξενοδοχείου, Μαρία Βογιατζή αρχιτέκτων (σύζυγος Π. Βοκοτόπουλου), Νίκος Νταβέλης σερβιτόρος, Νίκος Σαπουντζής, Σάββας Κονταράτος αρχιτέκτονες 

Πού να σκεφτείς τότε να κάνεις ρυθμίσεις για το μέλλον; Δεν υπήρχε στο μυαλό μας κάτι τέτοιο. Η ενοχή του Βασίλη λοιπόν δεν ισχύει. Έπρεπε η τότε Υπηρεσία του Οικισμού να το είχε φροντίσει αυτό. Αλλά και πάλι δεν υπήρχε υποψία αυτής της τωρινής καταστροφής. Εγώ πήγα το ΄73 στη Σαντορίνη είδα τι είχε γίνει και είπα «εγώ στη Σαντορίνη δεν θα ξαναπάω» και την ξέχασα τη Σαντορίνη.

Σαντορίνη 1956, φωτο Β. Μπογάκος 
«που παραπέμπει στην ταράτσα της πολυκατοικίας στη Μασσαλίας του Le Corbusier» όπως σχολιάζει ο ίδιος 

Το αποτέλεσμα εκείνη την εποχή ήταν πραγματικά εντυπωσιακό. Γιατί ο Βασιλειάδης ομολογώ ήταν ένας εμπνευσμένος αρχιτέκτονας, όπως φαίνεται και στη μελέτη που έχει κάνει η Ελένη Φεσσά, (βλ.εδώ). Ο Βασιλειάδης μετά το κάζο που έπαθε στην Κεφαλλονιά, αποφάσισε να κάνει μία ομάδα αρχιτεκτόνων και να την στείλει στη Σαντορίνη, και νομίζω ότι ο Κονταράτος είχε επαφή με τον Βασιλειάδη. 

Σάββας Κονταράτος, φωτο Βασίλης Μπογάκος 

Και εγώ μέσω του Κονταράτου κατέβηκα στην Σαντορίνη. Εγώ τον Βασιλειάδη δεν τον ήξερα καθόλου. Με κάλεσαν μόλις είχα τελειώσει το πολυτεχνείο. Τον Ιούνιο τελείωσα και μέσα Ιουνίου ήμουν στη Σαντορίνη. Και μέχρι τότε έκανα το σχεδιαστή στο γραφείο του Βαλσαμάκη όπου δούλευα εκεί από το δεύτερο έτος του πολυτεχνείου. Με τον Βαλσαμάκη είμασταν κολλητοί από τότε. Άλλωστε εγώ του προξένεψα τη γυναίκα του τη Μαρία, που την ήξερα από τα πάρτυ με τις Αηδονοπουλίνες. [...]

Ο Νίκος και η Μαρία Βαλσαμάκη στους εξώστες του ξενοδοχείου «Αμαλία» στους Δελφούς |Αρχείο Δημήτρη Καλαπόδα Πηγή: Protagon.gr

___________________________________________
[1] Αναφέρεται στην αφήγηση του Βασίλη Γρηγοριάδη που δημοσιεύεται εδώ



Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΥ 

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΤΗ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ ΜΕΤΑ ΤΟΥΣ ΣΕΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ 1956 

Του Δημήτρη Φιλιππίδη 



Η συνεχώς φθίνουσα κατάσταση, οικονομικά και δημογραφικά, μεταπολεμικά της Σαντορίνης επιδεινώθηκε αναπάντεχα με το σεισμό της 9ης Ιουλίου 1956. Πέρα από τις ανθρώπινες απώλειες –η εφημερίδα Ελευθερία της επομένης αναφέρει 42 νεκρούς και 92 τραυματίες[1]– οι καταστροφές των οικισμών ήταν εκτεταμένες –δύο μέρες κατόπιν η ίδια εφημερίδα κυκλοφορεί με τίτλο «Πλήρης η καταστροφή εις την Σαντορίνην. Ουδέν κτίριον είναι κατοικήσιμον».[2]


Αρκετά υπερβολικός ισχυρισμός, όπως θα δούμε,[3] αλλά δικαιολογημένος μέσα στη σύγχυση της καταστροφής. Τέσσερις μήνες μετά, καταγγέλλεται ότι είναι «Οι Σαντορινιοί χωρίς σπίτια τον χειμώνα» και προστίθεται ότι ζητούν ξύλινα παραπήγματα.[4] Δύο μήνες μετά, τον Γενάρη του 1957, καταγράφεται το δράμα των αστέγων: «Πώς μένουν οι κάτοικοι της Σαντορίνης άστεγοι».[5] Κατόπιν παύει η Σαντορίνη να είναι πρώτη είδηση. 

Επιτρέψτε μου να παραλείψω μια μακροσκελή αναφορά στις ιδιομορφίες της τοπικής αρχιτεκτονικής της Σαντορίνης, με τους δύο κύριους τύπους κτισμάτων, πάνω και κάτω από το έδαφος, με την εκτεταμένη χρήση θολοδομίας σε υπέργεια κτίσματα με τη χρήση θηραϊκής γης, και τις υπόσκαφες κατασκευές να είναι ανοιγμένες σε μέτωπα του εδάφους με μεγάλη κλίση. Τα θεωρώ λίγο-πολύ γνωστά και προτιμώ να προχωρήσω στο κεντρικό θέμα μας. 


Σαντορίνη, Φηρά 1956, φωτο Βασίλης Μπογάκος

Η κρατική ανταπόκριση στην κρίση είναι εντυπωσιακή. Αν και είχε προηγηθεί ο σεισμός στα Ιόνια νησιά, εδώ η παρέμβαση τίθεται σε νέα βάση. Φορέας του έργου είναι η Υπηρεσία Οικισμού του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, Διεύθυνση Πολεοδομικών Μελετών (διευθυντές: Α. Σπανός και Π. Βασιλειάδης). Στο νησί επιτόπου δημιουργήθηκε ειδικά το Τμήμα Πολεοδομικών και Αρχιτεκτονικών Μελετών Γραφείου Οικισμού Θήρας, με προϊστάμενο τον Κ. Δεκαβάλλα. Αρχιτέκτονες μελετητές 5 (Α΄ Στάδιο) και 14 (Β΄ Στάδιο). Αρχιτέκτονες συνεργάτες 12 (Α΄ Στάδιο) και 2 (Β΄ Στάδιο). 

Σαντορίνη, 1956-58. Ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας με συνεργάτη του, φωτό Βασ. Μπογάκος 

Σύνολο απασχολούμενων υπαλλήλων επιτόπου στα δύο στάδια 33 άτομα. Κάνοντας εκ των υστέρων μια ίσως αυθαίρετη, αν και όχι εντελώς αστήρικτη υπόθεση, θα χρεώναμε την ταχύτατη και πρωτότυπη αντίδραση του κρατικού μηχανισμού κυρίως στις οργανωτικές ικανότητες του Προκόπη Βασιλειάδη, που συνέβαλε αποφασιστικά σε πολλές πολεοδομικές-αρχιτεκτονικές πρωτοβουλίες στην περίοδο 1950-60. Κάποτε θα έπρεπε να γραφτεί η ιστορία της εποχής για να τεκμηριωθεί ο πραγματικός ρόλος που είχε διαδραματίσει. 

Πάντως εδώ η επιλογή του Κ. Δεκαβάλλα, που τοποθετήθηκε (όπως θα δούμε σε λίγο) επικεφαλής των ομάδων από αρχιτέκτονες του έργου, ήταν απόλυτα επιτυχής. Ο Δεκαβάλλας, με μεταπτυχιακές σπουδές πολεοδομίας σε Αμερική και Αγγλία, και πρακτική απασχόληση στη Ν. Υόρκη, εκείνη τη στιγμή εκπροσωπούσε ό,τι καλύτερο και πιο ενημερωμένο διέθετε η Ελλάδα στον τομέα. Σύμφωνα με μεταγενέστερες επεξηγήσεις που ο ίδιος έδωσε στο αφιέρωμα στο έργο του στα Αρχιτεκτονικά Θέματα,[6] σχετικά με τη σχετική με τη Σαντορίνη δραστηριότητά του, η επινόηση του τύπου κατοικίας που εφαρμόστηκε στη Σαντορίνη στηρίχτηκε σε προηγούμενη συμμετοχή του σε έρευνα στο πανεπιστήμιο Columbia με τίτλο «Μορφή και κλίμα», που κατόπιν οδήγησε στην προσωπική του πρόταση, δημοσιευμένη στο περιοδικό Interiors, για την ανοικοδόμηση της Τήλου το 1953.[7] Όλα αυτά τρία χρόνια πριν τους σεισμούς. 

Ας προτρέξουμε των πραγμάτων, έστω και αν έτσι κλέβουμε το suspense από την υπόθεση του έργου. Η εξέλιξη των πραγμάτων μετά το σεισμό ήταν απρόσμενη: η Σαντορίνη γρήγορα μεταβλήθηκε σε τουριστικό παράδεισο, ο αναμενόμενος ντόπιος πληθυσμός δεν επανέκαμψε ποτέ, και όσοι παρέμειναν μόνιμοι κάτοικοι άλλαξαν πρότυπα και απέκτησαν νέες ‘αστικές’ συνήθειες. 

Σαντορίνη, Καμάρι, φωτο Δημήτρης Φιλιππίδης 

Η αρχιτεκτονική της Ανοικοδόμησης εξαρχής απαξιώθηκε, εγκαταλείφθηκε ή αλλοιώθηκε, κατεδαφίστηκε αλλά προηγούμενα μπόρεσε να περάσει ορισμένα καίρια μηνύματα σχετικά με τη διαχρονικότητα της αρχιτεκτονικής μορφής, την αξία της τοπικότητας και της παράδοσης, και τη διάχυση αστικών προτύπων στην σύγχρονη ελληνική επαρχία. 

Ας πάρουμε όμως τώρα τα πράγματα με τη σειρά. Είμαστε στο 1958, δηλαδή δύο χρόνια μετά το σεισμό που αφάνισε τη Σαντορίνη. Στο τεύχος 9 του περιοδικού Αρχιτεκτονική δημοσιεύεται ένα εικονογραφημένο άρθρο με 30 ακουαρέλες, του Roger Tourte με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Σαντορίνη. Το μαύρο μαργαριτάρι του Αιγαίου».[8]


Περιοδικό Αρχιτεκτονική, τεύχος 9, 1958 σελίδες από το εικονογραφημένο άρθρο με 30 ακουαρέλες, του Roger Tourte

Πουθενά δεν αναφέρεται ή δείχνεται η ανατροπή των πραγμάτων που έφερε ο σεισμός – λες και δεν συνέβη ποτέ. Καμιά από τις κοντινές ή μακρινές απόψεις, καμιά λεπτομέρεια της τοπικής αρχιτεκτονικής δεν μαρτυρά το παραμικρό για την παρεμβολή ενός φιλόδοξου προγράμματος ανοικοδόμησης του νησιού. Η απίστευτη στατικότητα του βλέμματος του κ. Tourte όχι μόνο αποκλείει την υποψία παρουσίας μιας γενναίας σχεδιαστικής χειρονομίας στη Σαντορίνη αλλά ούτε καν κάνει μια έστω διακριτική, ευγενική νύξη για την οικονομική καχεξία του τόπου, για την εξαθλίωση και την εγκατάλειψη που σίγουρα υπήρχαν, όχι απλά ορατά αλλά να βγάζουν κυριολεκτικά μάτι στο αψεγάδιαστο εκείνο «μαύρο μαργαριτάρι». 

Δεύτερη εικόνα: το 1962 και ξανά το 1966 επισκέπτομαι το νησί, την πρώτη φορά πριν τελειώσω τις σπουδές μου, τη δεύτερη νοσταλγικά, αρραβωνιασμένος. 

Σαντορίνη Οία 1978-1990, φωτό Δημήτρης Φιλιππίδης 

Θα επιστρέψω το 1975 για να το κατοικήσω τα καλοκαίρια έως το 2000, όταν το εγκατέλειψα οριστικά. Άρα, συνολικά ένα κομμάτι ζωής 38 ετών, μέσα στο οποίο το ρημαγμένο εκείνο νησί θα μεταμορφωθεί στο πιο περιζήτητο νησί των Κυκλάδων, τουριστικός προορισμός περίπου ισάξιος της διάσημης Μυκόνου. Όχι πια «μαύρο μαργαριτάρι» αλλά απέραντο «χρυσωρυχείο». 

Σαντορίνη Οία 1978-1990, φωτό Δημήτρης Φιλιππίδης 

Εκείνη την πρώτη περίοδο (1962-66) τα έργα ανοικοδόμησης μου είχαν προκαλέσει το ενδιαφέρον γιατί ήταν φρέσκα και κατοικούνταν. Αλλά, ό,τι και να ήταν, υπολείπονταν μπροστά στην άγρια ερημιά των παλιών ερειπίων, που με μαγνήτιζαν. Η σύγκριση ήταν άνιση, το λιγότερο. Και όσο περνούσαν τα χρόνια, και συνέχισα να μελετώ συστηματικά πια, με διάφορες αφορμές, τη λεγόμενη «παραδοσιακή» αρχιτεκτονική της Σαντορίνης, όλο και περισσότερο εκείνη με έπειθε πως ήταν ασυναγώνιστη, μοναδική. Η «άλλη», η αρχιτεκτονική της ανοικοδόμησης δεν μιλούσε στον συναισθηματικό μου κόσμο, ήταν σύγχρονη αρχιτεκτονική – άλλα κριτήρια και αρχές σχεδίασης. Όμως έχουμε άθελα προχωρήσει περισσότερο από ό,τι πρέπει. Θα επανέλθω. 

Περιοδικό Αρχιτεκτονική, 46/1964, 16-27

Τρίτη εικόνα: το 1964, δύο χρόνια ακριβώς μετά το προηγούμενο άρθρο, στο ίδιο περιοδικό δημοσιεύεται η «επίσημη» απογραφή του προγράμματος ανοικοδόμησης της Σαντορίνης κάτω από την ρουμπρίκα «Σύγχρονη ελληνική αρχιτεκτονική».[9] Νέος διευθυντής συντάξεως είναι πλέον ο Ορέστης Δουμάνης, άρα αυτή η ένταξη έχει βαρύνουσα σημασία. Πρόκειται για «σύγχρονη» αρχιτεκτονική και όχι για κάποια απλή επισκευή-αποκατάσταση παλιών κτισμάτων. Θα μείνω λίγο στον τίτλο: «Η ανοικοδόμηση της Σαντορίνης», αλλά στην αγγλική του απόδοση, «Rebuilding of Santorini». Αν κάποιος είχε τότε την τόλμη να το ομολογήσει, θα έπρεπε ο τίτλος να διαβαστεί «Rebuilding Santorini», δηλαδή, «Ανοικοδομώντας τη Σαντορίνη». Η λογική οργάνωσης των συγκροτημάτων κατοικίας βασίζεται σε δύο βασικούς τύπους, Α και Β, πρωτογενείς στη σύστασή τους, που να μπορούν να δεχτούν τροποποιήσεις και προσθήκες σύμφωνα με τις ιδιαίτερες ανάγκες των ιδιοκτητών. Αλλά θα επανέλθουμε. 


Φορέας του έργου είναι η Υπηρεσία Οικισμού του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, Διεύθυνση Πολεοδομικών Μελετών (διευθυντές: Α. Σπανός και Π. Βασιλειάδης). Στο νησί επιτόπου δημιουργήθηκε ειδικά το Τμήμα Πολεοδομικών και Αρχιτεκτονικών Μελετών Γραφείου Οικισμού Θήρας, με προϊστάμενο τον Κ. Δεκαβάλλα. Αρχιτέκτονες μελετητές 5 (Α΄ Στάδιο) και 14 (Β΄ Στάδιο). Αρχιτέκτονες συνεργάτες 12 (Α΄ Στάδιο) και 2 (Β΄ Στάδιο). Σύνολο απασχολούμενων υπαλλήλων επιτόπου στα δύο στάδια 33 άτομα. 

Τέταρτη εικόνα: στις 15 Φεβρουαρίου 1965 ο αρχιτέκτονας Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας, επικεφαλής της ομάδας που σχεδίασε την ανοικοδόμηση του νησιού, δίνει μια ομιλία στο Σεμινάριο Πολεοδομίας του ΕΜΠ με τίτλο «Η ανοικοδόμηση της Σαντορίνης».[10]

Πρωτότυπη πρώτη σελίδα του κειμένου της ομιλίας του Κ. Δεκαβάλλα στις  15 02 1965 

Οι πρώτες 6 σελίδες του κειμένου της ομιλίας είναι σχεδόν επί λέξει μεταφορά του κειμένου του 1964, με μικρές προσθήκες που δεν αλλάζουν ουσιαστικά τα πράγματα. Οι υπόλοιπες όμως 4 σελίδες είναι μια αδημοσίευτη (από όσο μπορώ να ξέρω) απογραφή του «έργου της ανοικοδομήσεως», με συνοπτικά αλλά πλήρη στατιστικά στοιχεία για το πρόγραμμα. Μάλλον πρόκειται για τη μεταφορά επίσημης έκθεσης που είχε κατατεθεί στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων. Η πρώτη σελίδα ξεχωρίζει 4 κατηγορίες πληροφόρησης (οικοδομικός πλούτος προ του σεισμού, αποτέλεσμα του σεισμού, απολογισμός του έργου της στεγάσεως, απολογισμός του έργου της κατασκευής κοινωφελών κτιρίων και έργων), η δεύτερη αναφέρεται κυρίως στα 2 στάδια της μελέτης (έρευνα και συγκέντρωση στοιχείων / προγραμματισμός και σύνθεση), όπου το δεύτερο από αυτά χωρίζεται πάλι στα δύο (χωρίς να ξεκαθαρίζεται το κριτήριο διάκρισης μεταξύ τους). 

Έτσι φτάνουμε στην τελευταία μιάμιση σελίδα – στο πιο σημαντικό μάλλον σημείο της ομιλίας, όπου διατυπώνονται απορίες: «παραμένουν ορισμένα ερωτηματικά ως προς την σκοπιμότητα, την συγκρότηση και τον τρόπο εκτελέσεως του έργου.» 

Επειδή το φαινόμενο μπορεί να είναι μοναδικό στα ελληνικά χρονικά, θα ήθελα να υπογραμμίσω εδώ τη σημασία που έχει ένας κύριος υπεύθυνος ενός τόσο σημαντικού προγράμματος να ομολογεί δημόσια τα λάθη και τις ελλείψεις της δουλειάς που έγινε. Τρία σημεία θα θίξει ο Δεκαβάλλας. Πρώτο, ότι οι σεισμόπληκτοι θα μπορούσαν κάλλιστα να έχουν στεγαστεί στα άθικτα και «επισκευαστέα» κτίσματα των «μη-μόνιμων» κατοίκων ύστερα από απαλλοτρίωση.[11] Δεύτερο, ότι τα αποτελέσματα εφαρμογής της αυτοστέγασης «αποδείχθηκαν άκρως απογοητευτικά» από διάφορες πλευρές. Τρίτο, ότι η ανεξέλεγκτη αύξηση δικαιούχων νέας κατοικίας οδήγησε στην «υπερβολική πύκνωση των νέων σπιτιών εις βάρος των κοινοχρήστων χώρων», με αποτέλεσμα «μία σχετικώς μονότονη και ανιαρή εμφάνιση των επεκτάσεων των οικισμών». Για να το πούμε πιο ξεκάθαρα, η αυτοστέγαση ήταν μια πανωλεθρία για τους μηχανισμούς ελέγχου (άλλωστε, Ελλάδα είμαστε), και οι οποιεσδήποτε μορφολογικές-συνθετικές αδυναμίες στα νέα συγκροτήματα κατοικίας που σχεδιάστηκαν οφείλονται πάλι σε οργανωτικές αδυναμίες του προγράμματος. Ακόμα γενικότερα: για τα κυριότερα προβλήματα της Σαντορίνης φταίνε η ανοργανωσιά και η αδυναμία ελέγχου. Η αυτοκριτική με άλλα λόγια δεν αγγίζει το θέμα της συνθετικής ικανότητας της ομάδας που ανέλαβε τον σχεδιασμό της ανοικοδόμησης, πράγμα που θα δούμε πως προέχει στην αμέσως επόμενη πηγή πληροφοριών που έχουμε. 

Αξίζει να μεταφέρω την κατακλείδα του Δεκαβάλλα, γιατί τη θεωρώ τουλάχιστον δίκαιη: «Πάντως και ασχέτως προς τα ανωτέρω, παραμένει το γεγονός ότι για πρώτη φορά το ενδιαφέρον του κράτους σε περίπτωση προγράμματος στεγάσεως, δεν αρκέστηκε στην απλή στέγαση, αλλά μερίμνησε για την ολοκλήρωσή της με τα αντίστοιχα και απαραίτητα έργα κοινής ωφελείας.» 

Πέμπτη εικόνα: το 1972, δέκα χρόνια μετά την πρώτη μου, αρκετά περιπετειώδη, επίσκεψη στο νησί, στο τεύχος 6 των Αρχιτεκτονικών Θεμάτων δημοσιεύονται παράλληλα, και συνεχόμενα, δύο άρθρα. 

Άρθρο του Γιώργου Λάββα στο τεύχος 6 / 1972 των Αρχιτεκτονικών Θεμάτων

Το πρώτο, του Γιώργου Λάββα φέρει τον τίτλο «Ανώνυμη και μοντέρνα αρχιτεκτονική»,[12] όμως αναφέρεται απευθείας στην νέα αρχιτεκτονική που χτίστηκε με την ανοικοδόμηση στη Σαντορίνη. Παραθέτει σπουδαστικά σχέδια και σκίτσα παλιών και νέων κτισμάτων που έκαναν μαθητές του από τη Ζυρίχη και απορρίπτει τα νέα συγκροτήματα επειδή βασίζονται στην «επανάληψη των μορφολογικών στοιχείων με τον ίδιο, μονότονο ρυθμό» και ότι οι ελεύθεροι χώροι χαρακτηρίζονται από «γεωμετρική ακρίβεια» και «προσφέρουν στο μάτι πολύ λίγα στοιχεία και ‘πληροφορίες’, περιέχουν πολύ λίγα bits για ένα αισθητικά ικανοποιητικό αποτέλεσμα».[13]


Άρθρο του Σάββα Κονταράτου στο τεύχος 6 / 1972 των Αρχιτεκτονικών Θεμάτων 

Δίπλα του, δημοσιεύεται η «αντίκρουση» ενός μέλους της ομάδας που δούλεψε στο πρόγραμμα ανοικοδόμησης, του Σάββα Κονταράτου, με τίτλο «Μοντέρνα και ανώνυμη αρχιτεκτονική μια άλλη άποψη για την ανοικοδόμηση της Σαντορίνης».[14] Το ζήτημα δεν είχε φαινομενικά συνέχεια, αλλά με κάποιο υπόγειο τρόπο στοίχειωσε, γιατί από εδώ και εμπρός θα συζητιέται μόνο με τέτοιους όρους: ήταν η αρχιτεκτονική της ανοικοδόμησης εφάμιλλη της παραδοσιακής ή όχι, και γιατί; Όπως καταλαβαίνετε, αυτό το «γιατί» είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. 

Έκτη εικόνα: ομάδα τεσσάρων σπουδαστών της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ επισκέπτεται τη Σαντορίνη το 1991 και, συμπτωματικά με την καθοδήγησή μου, μαζεύει υλικό επιτόπου για μια σπουδαστική διάλεξη, που αργότερα θα δημοσιευτεί στα Αρχιτεκτονικά Θέματα.[15] Θέμα της, η εκ των υστέρων αξιολόγηση των συγκροτημάτων κατοικίας που χτίστηκαν στη Σαντορίνη μετά το σεισμό του ’56. 


Άρθρο τεσσάρων σπουδαστών της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ στο τεύχος 26 / 1992 των Αρχιτεκτονικών Θεμάτων 

Κατά ευτυχή σύμπτωση, χάρις σε μια πολύτιμη εσωτερική βοήθεια, η ομάδα μπόρεσε τότε να αποκτήσει πρόσβαση σε ορισμένα πρωτότυπα σχέδια της Σαντορίνης, που βρίσκονταν στο ΥΧΟΠ. Τελειώνοντας μου χάρισαν μερικά από αυτά και τους ευχαριστώ, έστω καθυστερημένα. 

Τύπος κατοικίας με δώμα, Κάτοψη, Σχέδιο από τα αρχεία του ΥΠΕΧΩΔΕ

Όψη εκκλησίας, Σχέδιο από τα αρχεία του ΥΠΕΧΩΔΕ

Στο μεταξύ είχαν επέλθει σπουδαίες αλλαγές σε αυτά τα σπίτια της ανοικοδόμησης: ελάχιστα είχαν μείνει (σχεδόν) άθικτα, κυρίως εκείνα που είχαν εγκαταλειφθεί σε μικρότερους οικισμούς. Όμως τα περισσότερα, κυρίως στο γραμμικό οικιστικό σύνολο από τα Φηρά έως το Μεροβίγλι, είχαν ήδη δεχτεί επεκτάσεις καθ’ ύψος (πανωσηκώματα), που εξαφάνιζαν την χαρακτηριστική τους φυσιογνωμία, με ορατούς θόλους σε σειρά. 

Τρόπος κάλυψης αρχικών θόλων στα συγκροτήματα κατοικίας για δημιουργία ορόφου. Πρόσοψη και πλάγια όψη 
Γ. Αίσωπος, Στ. Γυφτόπουλος, Κ. Φίλιππα και Μ. Χατζηγιαννούλη, αρχιτέκτονες, «Επιστροφή στην Σαντορίνη», Αρχιτεκτονικά Θέματα 26, 1992 

Τα καινούρια κτίσματα είχαν αποφασιστικά μεταμφιεστεί σε σύγχρονα νέο-παραδοσιακά, σύμφωνα με το κυρίαρχο ιδίωμα στο νησί (κι όχι μόνο). Οι σπουδαστές που μόλις ανέφερα ονόμασαν τον κοινό αυτό τρόπο «στυλ πανωσηκώματος».[16] Έστω ότι παίρνουμε αυτό το στάδιο εξέλιξης ως καταληκτικό για τις τύχες της αρχιτεκτονικής της ανοικοδόμησης. Δηλαδή, το σημείο εξαφάνισης της ιδιαιτερότητάς της και της πλήρους αφομοίωσής της στην τρέχουσα αρχιτεκτονική της Σαντορίνης. 

Έχουμε λοιπόν μια καλή εικόνα του τι μεσολάβησε σε αυτή την περίοδο των 50 χρόνων, με τι ρυθμούς και με ποιες συνέπειες. Αλλά όσο απομακρυνόμαστε από το 1956 όλο και δυσκολότερα μπορούμε να κατανοήσουμε τι σημασία είχε εκείνος ο αγώνας να επιστρέψει η ζωή στη μετασεισμική Σαντορίνη. Φυσικά διατηρούνται τα υλικά τεκμήρια του προγράμματος ανοικοδόμησης, με μικρότερες ή μεγαλύτερες επεμβάσεις και αλλοιώσεις, ενταγμένα στον στρόβιλο της τουριστικής ανάπτυξης που σήμερα κυριαρχεί παντού. Σήμερα δεν μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε τι έγινε μετά το 1956 αλλά αντίστοιχα και τότε ήταν αδύνατο να καταλάβουν οι αρχές του τόπου ποιο μέλλον διαγραφόταν για το ιδιότυπο αυτό νησί. 

Σαντορίνη, Μεροβίγλι, φωτό Δημ. Φιλιππίδης 

Όπως δείχνουν τα πράγματα, ο προγραμματισμός του υπουργείου Δ.Ε. βασίστηκε σε μελλοντικές προβολές δημογραφικές και ανάπτυξης της οικονομίας του νησιού, από όπου όμως έλειπε εντελώς η διάσταση του τουρισμού. Από όσα καταθέτει τουλάχιστον ο Κ. Δεκαβάλλας και από τα λίγα που αναφέραμε για την ειδησεογραφία της εποχής, είναι φανερή η αγωνία να παρασχεθεί πρώτιστα κατοικία στους άστεγους μετά τον σεισμό. Αυτή ήταν η μεγάλη ανάγκη. Καθώς ο σεισμός έγινε Ιούλιο, θα έμεναν σκάρτοι 4 μήνες πριν χειμωνιάσει. Η ομάδα εργασίας επέλεξε τότε σωστά την τυποποίηση και δεν μοιάζει να είχε μυαλό για οτιδήποτε άλλο, πέρα από το να χτίσει σπίτια για τους σεισμοπαθείς (όπως κι αν ορίζονταν αυτοί) με την παράλληλη προσφορά ενός αξιοπρεπούς άμεσου περιβάλλοντος στις συστοιχίες από μονάδες κατοικίας. Σπίτια λοιπόν πάνω από όλα. Αυτά γύρευε ο κόσμος, αυτά ήξερε να χτίζει,[17] και το κράτος, τότε τουλάχιστον, αντιμετώπιζε τα συγκροτήματα (λαϊκής ή εργατικής) κατοικίας με ενδιαφέρον.[18] Όλη αυτή η τεχνογνωσία μεταφέρθηκε σε ένα άγονο, εξαθλιωμένο νησί, και τώρα έπρεπε να αποδώσει. Αυτή ήταν η μεγάλη πρόκληση.

Σαντορίνη, Οία, 1978-90 φωτό Δημ. Φιλιππίδης 

Σύμφωνα με τον απολογισμό του προγράμματος, αν δανειστούμε στοιχεία από τον Κ. Δεκαβάλλα, χτίστηκαν συνολικά 1100 νέες κατοικίες και επισκευάστηκαν όσες οικοδομές ήταν εφικτό να συμπληρωθούν (δηλαδή, άλλες 550). Από τις 1100 νέες, οι 200 περίπου ήταν μέσα σε υπάρχοντες οικισμούς, οι 750 σε νέους οικισμούς και επεκτάσεις, και έξω από οργανωμένους οικισμούς οι 150. Τα κοινόχρηστα κτίσματα συνολικά έφτασαν τα 23, όπου περιλαμβάνονται 10 σχολεία και 6 κοινοτικά κέντρα, και επιπλέον χτίστηκαν 240 στάβλοι, 11 δεξαμενές και διάφορα έργα αντιστήριξης.

Σαντορίνη, Οία,Δημοτικό Σχολείο, 1978-90 φωτό Δημ. Φιλιππίδης

Επιπλέον δημιουργήθηκε ένας εξ ολοκλήρου νέος «πρότυπος» οικισμός στις νότιες υπώρειες του ορεινού όγκου του νησιού, το Καμάρι. Το σχέδιο του Καμαριού απηχεί ό,τι καλύτερο είχε να προσφέρει η σύγχρονη πολεοδομική πράξη σε θέματα οργάνωσης νέων οικισμών. Διαθέτει «γειτονιές» με μικρές πλατείες (gossip squares), κεντρικό πυρήνα κεντρικών λειτουργιών, δίκτυο κίνησης πεζών ανεξάρτητο του αυτοκινήτου με κλιμακωτούς ή οριζόντιους διαδρόμους, ειδικά πλατώματα για συλλογή ομβρίων σε δεξαμενές, και δύο ανεξάρτητες ομάδες στάβλων. Η κλίμακα έχει μεγάλη σημασία: πρόκειται για περίπου 250 μονάδες κατοικίας, αν μετράω σωστά, δηλαδή για μια μικρού μεγέθους «κοινότητα» – κάτι που αργότερα θα χρησιμοποιήσει ο Κ. Δοξιάδης σε σχετικά σχέδιά του σε όλο τον κόσμο. 

Η ομάδα νέων αρχιτεκτόνων που ανέλαβε τη σχεδίαση του προγράμματος ανοικοδόμησης δοκίμασε για πρώτη φορά στην Ελλάδα να διατηρήσει τις «παραδοσιακές» μορφές της τοπικής αρχιτεκτονικής, διασκευάζοντάς τις σύμφωνα με σύγχρονες διαδικασίες παραγωγής (τυποποίηση) και με σύγχρονα υλικά (τσιμεντόλιθους), και να τις συνδυάσει με τις επιταγές του Μοντέρνου Κινήματος. 
Ο Κ. Δεκαβάλλας εκ των υστέρων αρνείται πως αντέγραψαν τα προσεισμικά σπίτια. Δηλώνει: «Φτάσαμε στο ίδιο συμπέρασμα, αλλά από άλλο δρόμο. […] Δεν θελήσαμε να κάνουμε παραδοσιακή ‘ηθογραφική’ αρχιτεκτονική, όπως μας κατηγόρησαν, γιατί δεν μας ενδιέφερε κάτι τέτοιο. […] Επιδιώξαμε να δημιουργήσουμε εικόνες μέσα στους οικισμούς, κάνοντας αρχιτεκτονική σύνθεση και όχι απλή παράθεση στοιχείων.»[19]
Ας συνοψίσουμε τα παραπάνω, σημειώνοντας πως οι επεμβάσεις για την ανοικοδόμηση της Σαντορίνης απηχούν, όπως είπαμε, τις πιο πρόσφατες τάσεις στην ελληνική αρχιτεκτονική για παραγωγή συγκροτημάτων εργατικής-λαϊκής κατοικίας. Από το 1955 εκδηλώθηκε άλλωστε η μεγάλη έκρηξη ανέγερσης τέτοιων συνόλων από τον ΟΕΚ στην Αθήνα και στην ελληνική επαρχία. Πρόκειται για τη χρυσή περίοδο των προγραμμάτων οργανωμένης δόμησης. Αλλά αν σε αυτό η ομάδα Δεκαβάλλα απλά συνταυτιζόταν με γενικότερες τάσεις, ήταν πρωτοπόρος σε μια άλλη τακτική κίνηση, που ποτέ δεν πήρε ουσιαστικές διαστάσεις στην Ελλάδα, στα «εμφυτεύματα» (infills) μέσα στον αστικό ιστό. Ο ΟΕΚ έπαιρνε μεγάλες, ανεξάρτητες εκτάσεις και τις έχτιζε με ένα σύστημα ελεύθερης δόμησης, όμως ο Δεκαβάλλας μπήκε στον μισοδιαλυμένο ιστό των οικισμών της Σαντορίνης και χώνεψε εκεί μέσα αποσπάσματα συγκροτημάτων, ταιριάζοντας στα ακανόνιστα περιγράμματα του ελεύθερου χώρου που είχε στη διάθεσή του. Ήταν μεγάλο τόλμημα αυτό. 

Όμως εκείνο που έγινε, κατά πώς φαίνεται, στην πράξη ήταν ότι το μοναδικό αυτό επίτευγμα αρχικά απορρίφθηκε από τους ντόπιους, που θεωρούσαν κατώτερης κοινωνικής στάθμης τα νέα θολοσκέπαστα σπίτια. Πράγματι, γυμνοί θόλοι χρησιμοποιούνταν μόνο για βοηθητικά κτίσματα, μέσα στα χωράφια ή έστω ανάμεσα στα σπίτια, τουλάχιστον μεταπολεμικά. Η ντόπια αρχιτεκτονική είχε προ πολλού μετεξελιχθεί προς μια αφομοίωση του κλασικισμού, όχι μόνο στα αρχοντικά σπίτια αλλά και στα πιο ταπεινά, ακόμα και με την προσθήκη μιας «σοβαροφανούς» πρόσοψης που έκρυβε τον από πίσω θόλο. 

Στον άξονα Οίας-Φοινικα,1978-90, φωτο Δημήτρης Φιλιππίδης 

Μεταπολεμικά τα πρότυπα πάλι μετακινήθηκαν προς έναν ουδέτερο, άχρωμο μοντερνισμό, όπως ακριβώς χτίζονταν τα μεσοαστικά-λαϊκά σπίτια του ’50 στα μεγάλα αστικά κέντρα. 

Σαντορίνη, Μεροβίγλι, 1978-90, φωτο Δημήτρης Φιλιππίδης 

Οι ντόπιοι ήθελαν λοιπόν τέτοια χαρακτηριστικά «πειραιώτικα» σπίτια, όπως όλος ο κόσμος, δεν ήθελαν να ξεχωρίσουν ή να φέρουν το στίγμα. Όταν φάνηκε πως κανείς δεν ήταν διατεθειμένος να τους τα προσφέρει, κατέφυγαν στη λύση είτε να επισκευάσουν τα τραυματισμένα τους σπίτια από το σεισμό είτε την αυτοστέγαση, για να κάνουν ό,τι ήθελαν με μόνο περιορισμό το δάνειο που έπαιρναν. Ακριβώς αυτές οι αντιδράσεις πρέπει να σύγχυσαν τον Δεκαβάλλα, όταν εξέφραζε αργότερα την απογοήτευσή του. 

Στο νησί ακουγόταν εκ των υστέρων πως τα συνεργεία με τις μπουλντόζες των συνεργείων κατεδάφισης των ετοιμόρροπων οικοδομών δούλευαν με υπερβολικό ζήλο γκρεμίζοντας τραυματισμένα κτίσματα που θα μπορούσαν να είχαν επισκευαστεί. Αλλά αυτά που μόλις είπα είναι απλές φήμες, δεν υπάρχουν ασφαλείς πληροφορίες πέρα από την προφορική πληροφόρηση. Ακούγονται πάντως αληθοφανείς. Είναι λογικό πάντως να περιμένει κανείς μια ενστικτώδη αντίδραση από τους ιδιοκτήτες που έβλεπαν το βιο τους να σωριάζεται σε ακατοίκητα, άμορφα ερείπια. Γνώρισα μάλιστα το ’80 μια ηλικιωμένη, απόγονο άλλοτε πλούσιας οικογένειας, που πεισματικά κατοικούσε σε ένα μισοερειπωμένο παλιό αρχοντικό, πάντα ελπίζοντας πως θα βρει τα λεφτά για να το αποκαταστήσει. Να ήταν αυτή η στρατηγική ένα είδος εκβιασμού των δύσπιστων ντόπιων από το κράτος; Τίποτε δεν αποκλείεται. 

Όλα πάντως αυτά που έγιναν, με όλες τις ατέλειες και τα προβλήματα, είναι αδιαμφισβήτητα, όπως είπαμε αρκετές φορές έως τώρα, ένα σπουδαίο κατόρθωμα. Και θα ήταν κρίμα να μην το αναγνωρίσουμε στους πραγματικούς εκείνους ηρωικούς αρχιτέκτονες που ανέλαβαν το φοβερό εκείνο έργο. Σκεφτείτε μόνο τα τεράστια προβλήματα, θεσμικά και κατασκευαστικά, που είχαν να αντιμετωπίσουν χωρίς καμιά πίστωση χρόνου. Αλλά δυστυχώς έμεινε απέξω από το λογαριασμό μια καίρια παράμετρος –η τουριστική ανάπτυξη– που δεν ήταν ίσως δικιά τους δουλειά να την προβλέψουν. Αυτό το σημειώνω με επιφύλαξη, γιατί μέσα στις περιγραφές των έργων βρίσκεται έστω σπερματικά η τουριστική διάσταση: αναφέρεται «το τουριστικό ενδιαφέρον του νησιού», διακρίνονται «ζώνες τουριστικής σημασίας», αναγνωρίζεται η αξία των παλιών οικισμών ως «τουριστικαί ζώναι».[20] Η διάσταση λοιπόν υπάρχει αλλά λείπει η εκτίμηση του μεγέθους. Αλλά αυτό ήταν αρκετό για να τιναχτούν εκ των υστέρων όλα στον αέρα: τα σχολεία ερήμωσαν, τα σπίτια έγιναν πανσιόν, και ο πρότυπος οικισμός Καμάρι έγινε πρώτης γραμμής τουριστικός προορισμός, με το συγκρότημα από νέους στάβλους σε πλήρη αχρηστία. 

Αλλά ίσως δεν θα πρέπει να κατακρίνουμε τόσο αυστηρά την έλλειψη πρόβλεψης τότε. Ποιος άραγε θα μπορούσε να φανταστεί με ακρίβεια τι θα συνέβαινε στην Σαντορίνη από το ’80 και μετά;[21] Αξίζει να επιμείνουμε σε αυτό το σημείο. Έστω λοιπόν ότι κατάφερναν τότε, το ’56, να συλλάβουν την τροπή των καιρών. Και τι θα μπορούσαν τότε να κάνουν; Ποια μέσα είχαν στη διάθεσή τους για να αντιμετωπίσουν καλύτερα το μέλλον; Αντίστροφα, μέσα σε ποιο κλίμα τότε κινιόταν η Ελλάδα, για να αναπτύξει την ‘τουριστική βιομηχανία’ της; Πώς συλλάμβανε το ζήτημα ο ΕΟΤ; 

Έντυπο ΕΟΤ για παραδοσιακούς οικισμούς, δεκαετία ΄70

Το ’70 θα έδειχνε πραγματικά τα δόντια του, γιατί όλοι πριν ήταν ανυποψίαστοι για το τι σημαίνει μαζικός τουρισμός. Ακόμα το ’90 παιζόταν το παιχνίδι δημιουργίας αξιόπιστης υποδομής ανώτερης στάθμης τουρισμού, που βέβαια χάθηκε οριστικά. Αλλά, ξεχνώντας τον τουρισμό, ας στραφούμε στην πρωτογενή παραγωγή. Θα μπορούσε τότε η Σαντορίνη να ανασυστήσει μέρος της παλιάς της δόξας ή έστω να αποκτήσει στοιχειώδη παραγωγική αυτάρκεια; Η τρομερή, αναπόδραστη πρόοδος ακύρωσε απότομα την τοπική οικονομία και τον τρόπο ζωής. Έγιναν εκ των υστέρων βέβαια ορισμένες προσπάθειες, ειδικά στην οινοποιία, όπου δόθηκαν μεγάλες μάχες ανάμεσα στους οπαδούς των rooms-to-let και την ανάγκη διατήρησης των αμπελώνων του νησιού. 


Κάτω από ένα τέτοιο πρίσμα, η συζήτηση αν η αρχιτεκτονική που χτίστηκε τότε ή αργότερα στο νησί ήταν ή δεν ήταν σωστή, αποκτά σχετικό μόνο ενδιαφέρον. Αλλά εμείς υποψιαζόμαστε πως εδώ συντρέχει κάτι παραπάνω από την κακή εκτίμηση της κατάστασης. Θέλω να πω ότι για τις δυσκαμψίες, για την έλλειψη φαντασίας, για την αδυναμία πρόβλεψης της αναπτυξιακής δυναμικής του τόπου, μπορούμε να τα χρεώσουμε στον ανθρώπινο παράγοντα και να τελειώνουμε. Αλλά δεν θα αρκούσε. 

Φηρά, τουριστική επέμβαση σε πορτοσιά από αρχοντικο,1978-90 φωτο Δημήτρης Φιλιππίδης

Ίσως χρειάζεται να απευθυνθούμε κάπως ψηλότερα, πέρα από τα άτομα και τους φορείς που μπλέχτηκαν σε αυτή την προσπάθεια, και να δούμε τι ρόλο μπορεί εδώ να έπαιξε το ίδιο το Μοντέρνο Κίνημα στην μεταπολεμική του παραλλαγή. Με άλλα λόγια, θεωρώ ότι υπήρξαν συγκεκριμένες παραβλέψεις και δημιουργήθηκαν κενά επειδή ο μοντερνισμός αδυνατούσε να αντιμετωπίσει τέτοιας υφής προβλήματα, τελείως έξω από τη στρατηγική κοινωνικών παροχών του κράτους προνοίας. Οι ντόπιοι δεν εκτίμησαν τα χειροπιαστά πλεονεκτήματα της οργανωμένης δόμησης, δεν δέχτηκαν μια «επιστροφή» (όπως το έβλεπαν) σε παρωχημένα «παραδοσιακά» μοντέλα διαβίωσης – κάτι με το οποίο ταυτιζόταν τότε η πιο προοδευτική πολεοδομική θεωρία. Ο μεταπολεμικός μοντερνισμός έδωσε εδώ εξετάσεις και απέτυχε, γιατί η κοινωνία βρισκόταν ήδη σε άλλο στάδιο εξέλιξης και οι Σαντορινιοί δεν «μασούσαν» τις αφαιρετικές απόψεις των διανοουμένων. Ο μοντερνισμός ευαγγελιζόταν μια άλλη ζωή, ιδανική, κοντά στη γη και στη φύση, με πλήρη εκμετάλλευση του κλίματος, της μοναδικής γεωμορφολογίας, της μεγάλης αρχιτεκτονικής παράδοσης του νησιού. Τίποτε από αυτά δεν ανταποκρινόταν στο πώς σκέφτονταν οι σεισμοπαθείς. 



Φηρά,1978-90 φωτο Δημήτρης Φιλιππίδης




Φηρά,1978-90 φωτο Δημήτρης Φιλιππίδης


Όμως αυτή μπορεί να μην είναι όλη η εικόνα. Μπορεί, για παράδειγμα, τα σπίτια του προγράμματος ανοικοδόμησης να απαξιώθηκαν, αλλά δεν εξαφανίστηκε η, ας την πούμε, έμφυτη τάση να φτιάχνεται καλή αρχιτεκτονική στο νησί, ακόμα και αν αυτό θα σήμαινε απλά φροντίζοντας και διακοσμώντας τον ελεύθερο χώρο και παίζοντας με τους όγκους των θόλων, σε ένα πνεύμα ανάλογο με εκείνον στα πιο επιθυμητά «κουτιά». 

Και για να ρίξουμε ένα τελευταίο φαρμακερό βέλος, οι καλοί μας, προσγειωμένοι Σαντορινιοί άρχισαν να γλυκοκοιτάζουν τα περιφρονημένα τους «παραδοσιακά» μόνο όταν επανήλθε ένας άλλος πια φορέας, ο ΕΟΤ, στα τέλη του ’70 και άρχισε το κέντημα με υποδειγματικές αποκαταστάσεις παλιών κτισμάτων, ξεχνώντας τελείως και επιδεικτικά την σύγχρονη αρχιτεκτονική. Αυτό έδειξε πως «πουλάει», κι έτσι ξεκίνησε ένα άλλο ρεύμα, αυτό που σήμερα κυριαρχεί στο νησί. Η ιστορία διδάσκει πως το Μοντέρνο Κίνημα ήταν ένα περαστικό συννεφάκι, για λίγο σκοτείνιασε τον ουρανό και μετά χάθηκε. Ο μοντερνισμός έτσι επέστρεψε ως απόλυτη σκηνογραφία – αυτή ήταν η εκδίκησή του. 


Δ. Φιλιππίδης 11.4.06 
Ομιλία στο Συνέδριο για τους σεισμούς της Σαντορίνης, 12-14 Μάη 2006 

[1] Ανων., Ελευθερία, 10.7.1956.
[2] Ανων., Ελευθερία, 11.7.1956.
[3] Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που παραθέτει ο Κ. Δεκαβάλλας (βλ. παρακάτω) από τις 4 χιλιάδες κατοικίες πριν το σεισμό, μετά το σεισμό κατέρρευσαν 1041 ενώ ήταν «επισκευάσιμοι» άλλες 1402. Άρα έμειναν άθικτες οι 1577 (39% του συνόλου).
[4] Φ. Βαλσαμάκης, Ελευθερία, 10.11.1956.
[5] Φ. Βαλσαμάκης, Ελευθερία, 27.1.1957.
[6] Δ. Φιλιππίδης, «Ξετυλίγοντας το νήμα της σκέψης του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 28/1994, 62-67.
[7] Στο ίδιο, 66.
[8] Αρχιτεκτονική, 9/1958 (Μάης-Ιούνιος), 41-50. Στην πρώτη σελίδα καταχωρείται μετάφραση του κειμένου στα ελληνικά.
[9] Αρχιτεκτονική, 46/1964, 16-27.
[10] Πολυγραφημένο κείμενο 10 σελίδων, κατατεθειμένο στη βιβλιοθήκη του Σπουδαστηρίου Πολεοδομικών Ερευνών, Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ.
[11] Έχει ενδιαφέρον η υψηλή αναλογία κατοικιών των εποχιακών (30%) ως προς των μονίμων (70%) Σαντορινιών σύμφωνα με τον Κ. Δεκαβάλλα, που πιστοποιεί το μέγεθος διαρροής του πληθυσμού.
[12] Αρχιτεκτονικά Θέματα 6/1972, 49-59.
[13] Σ. 51-52.
[14] Στο ίδιο, 60-62.
[15] Γ. Αίσωπος, Στ. Γυφτόπουλος, Κ. Φίλιππα, Μ. Χατζηγιαννούλη, «Επιστροφή στη Σαντορίνη», Αρχιτεκτονικά Θέματα, 26/1992, 42-46.
[16] Στο ίδιο, σ. 44.
[17] Βλ. τις συμφεροντολογικές μάχες των ντόπιων για δικαίωμα αυτοστέγασης που αναιρούσε την οργανωμένη δόμηση, κομμάτι της πάλης δημόσιο-ιδιωτικό στον ελληνικό χώρο.
[18] Η τόσο σημαντική συμβολή του Α. Κωνσταντινίδη σε αυτό τον τομέα χρονολογείται από το 1955.
[19] Γ. Αίσωπος κ.α., Αρχιτεκτονικά Θέματα, 26/1992, 45.
[20] Κ. Δεκαβάλλας, «Η ανοικοδόμηση της Σαντορίνης», χειρόγραφο, αντίστοιχα σελ. 2, 4, 8.
[21] Τελικά όσοι απέφυγαν τα συγκροτήματα κατοικίας με εκείνη την διαβλητή διαδικασία αυτοστέγασης ή, ακόμα καλύτερα, κράτησαν τη γη τους, κέρδισαν το στοίχημα.


3.

Σεισμός, η πολεοδομική διάσταση
και θωράκιση των παραδοσιακών 
και μη κτιρίων

Η ανοικοδόμηση της Σαντορίνης

του Κωνσταντίνου Δεκαβάλλα*

Ο σεισμός είναι άλλο ένα φαινόμενο της φύσης άρρηκτα συνδεδεμένο με το έδαφος στο οποίο κινούμαστε και στο οποίο θεμελιώνουμε τα κτίριά μας. Σήμερα που αρχίζουμε πάλι να ευαισθητοποιούμαστε γύρω από τα Θέματα της αρμονικής συμβίωσης με τη φύση, της προστασίας του περιβάλλοντος και της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, είναι καιρός στα πλαίσια της ονομαζόμενης «Βιοκλιματικής» Αρχιτε­κτονικής να λαμβάνεται υπόψη και ο σεισμός, όχι μόνο στην Αρχιτεκτονική, αλλά και στην Πολεοδομία. 

Από την άλλη πλευρά είναι καθήκον μας να διασώσουμε ό,τι έχει απομείνει από την Αρχιτεκτονική του παρελθόντος. Η προσωπική μου σχέση με το φαινό­μενο του σεισμού ξεκίνησε με το Βόλο τον Απρίλιο τον 1955, όταν η αντιμετώπι­ση των καταστροφών του σεισμού επρόκειτο να ανατεθεί στο Υπουργείο Δημο­σίων 'Έργων. Ο τότε Τμηματάρχης της Διεύθυνσης Ε΄ της Υπηρεσίας Οικισμού του Υπουργείου Προκόπης Βασιλειάδης συνέστησε μια ομάδα από νέους αρχιτέκτο­νες, που ήταν πρόθυμοι να προσφέρουν εθελοντικώς τις υπηρεσίες τους για τη μετασεισμική ανοικοδόμηση. Στην ομάδα αυτή συμμετείχα και εγώ. 

Συγκεντρώσαμε στοιχεία και ήμασταν έτοιμοι να αναλάβουμε ενεργό δρά­ση, όταν το Ελληνικό Δημόσιο αποφάσισε να αναθέσει το όλο έργο στο Στράτευ­μα. 'Όταν αργότερα το 1956 επλήγη από σεισμό η Σαντορίνη, ίσως επειδή θεω­ρήθηκε το αντικείμενο σχετικά ασήμαντο, η αντιμετώπιση των προβλημάτων που ανέκυψαν, ανετέθη στο Υπουργείο Δημοσίων 'Έργων, με υπεύθυνο τον Π. Βασιλειάδη.[…] 

[...] Η επιρροή του αντισεισμικού σχεδιασμού 
στην αρχιτεκτονική διάταξη των κτιρίων

Τα κτίρια με κανονικό σχήμα, όπως έχει αποδειχθεί, αντέχουν καλύτερα στις σεισμικές δονήσεις από εκείνα που έχουν ακανόνιστο. 

Αν εξετάσει κανείς τις μεγάλες ιστορικές περιόδους της Αρχιτεκτονικής, δια­πιστώνει ότι οι αρχιτέκτονες επεδίωκαν τα κανονικά σχήματα. Αυτό τουλάχιστον μαρτυρούν οι αρχαίοι Ελληνικοί ναοί, οι ναοί τnς Βυζαντινής περιόδου, αλλά και κατά τnv Αναγέννηση και τον Νεοκλασικισμό επικρατούν τα κανονικά σχήματα. 

Μόνο σήμερα με τη συμπαράσταση του ηλεκτρονικού υπολογιστή, που απήλλαξε τους αρχιτέκτονες από το ταύ και το τρίγωνο επιχειρείται μία Αρχιτεκτο­νική προκλητική και ευφάνταστη που αντίκειται στον αντισεισμικό σχεδιασμό. 

Το κακό είναι πως και η πολιτεία, μέσα στο πνεύμα της θεσμολαγνίας που τη διακατέχει, επιβάλλει, εν ονόματι της «προστασίας ιστορικών οικισμών», μορ­φές με σπασμένους όγκους μικρής κλίμακας προωθώντας συνάμα κατ' αυτόν τον τρόπο την παρωδία και τη γελοιοποίηση των μορφών της παραδοσιακής-. μας Αρχιτεκτονικής. 

Επειδή πιστεύω στην προώθηση του αντισεισμικού σχεδιασμού στην ρχι- τεκτονική, επιχείρησα όπου μου το επέτρεπαν οι συνθήκες να τον ειραρμόσω . 

Οργάνωση μετασεισμικής ανοικοδόμησης 
Το παράδειγμα της Σαντορίνης 


H μετασεισμική ανοικοδόμηση δεν είναι μονοσήμαντη υπόθεση. Η κάθε περίπτωση χρήζει ιδιαίτερης μεταχείρισης. 

Σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να δώσει την ευκαιρία για Βελτίωση του Πο­λεοδομικού ιστού, με αναδασμό ή αναγκαστικές απαλλοτριώσεις. Η προσωπική μου εμπειρία περιορίζεται στnν περίπτωση της ανοικοδόμησης της Σαντορίνης, όπου τμήματα των οικισμών κατά μήκος της Καλδέρας, υπέστησαν κατολισθήσεις ενώ άλλα κρίθηκαν γεωλογικά ασταθή και ως εκ τούτου επιρρεπή σε κατολισθήσεις. 

Αυτό μας υποχρέωσε να προβούμε σε απαλλοτριώσεις περιοχών όσο το δυ­νατόν πλησιέστερα προς τις εγκαταλειπόμενες περιοχές για την αντισεισμική στέ­γαση των κατοίκων τους. 

Την εποχή των σεισμών η Σαντορίνη δεν είχε λιμάνι. Τα δομικά υλικά έπρε­πε να φθάσουν στο νησί με αποβατικό του Πολεμικού Ναυτικού και να ξεφορτώ­σουν στην ανατολική αμμώδη ακτή, όποτε υπήρχε διαθέσιμο σκάφος και ο καιρός το επέτρεπε. Εργασίες για την κατασκευή λιμανιού στη θέση Αθηνιός ξεκίνησαν αμέσως αλλά χρειάσθηκαν τέσσερα χρόνια για να ολοκληρωθούν. 

Κατόπιν αυτού πολλά οικοδομικά υλικά έπρεπε να αναζητηθούν και να πα­ραχθούν επιτόπου. Επιπλέον, η έλλειψη νερού-οι περισσότερες δεξαμενές είχαν διαρραγεί- και εργατικών χειρών όξυνε το πρόβλημα ακόμα περισσότερο. 

Ως βασικό οικοδομικό στοιχείο επελέγη, από τον τότε διευθυντή του Γρα­φείου Οικισμού Θήρας, Λευτέρη Σταθάκη, ο κισηρόλιθος διαστάσεων 20/20/40, κατάλληλης μορφής, ώστε να είναι δυνατός ο οπλισμός των φερόντων κισηρολι­θοδομών με πλέγμα σιδηρών ράβδων ανά αποστάσεις των 40 εκατοστών οριζο­ντίως και κατακορύφως, με πρόσθετη ενίσχυση_ στις γωνίες των κτισμάτων, και περιφερειακά σενάζ. 

Για την κάλυψη. σχεδιάστηκαν ειδικοί κισσηρόλιθοι θολίτες που επέτρεπαν και εκεί την ενσωμάτωση αντίστοιχου σιδηρού οπλισμού (εικόνες 7 και 8).

Εικ. 7-8 (αριστερά) Σαντορίνη. Ανοικοδόμηση. Ο κισσηρόλιθος 1956. 
(δεξιά) Σαντορίνη. Ανοικοδόμηση. Οι θολίτες

Για την κατασκευή των θόλων δίχως ξυλότυπο, ελλείψει κατάλληλης ξυλείας, χρησιμοποιήθηκαν τριαρθρωτά τόξα, κατασκευασμένα από ρετάλια που τοποθετού νταν ανά 40 εκ., ώστε να εδράζονται στις ακμές τους οι θολίτες (εικόνες 9 και 10).

9. (αριστερά) Σαντορίνη. Πυρήνας αντισεισμικής κα­τοικίας υπό κατασκευή
10.Σαντορίνη, λεπτομέρεια κατασκευής θόλου

Παράλληλα στήθηκε ειδικό εργοστάσιο στεγασμένο σε λυόμενα υπό­στεγα τύπου Nissen-Hut, όπου οι ντόπι­οι μαραγκοί μέσα σε ελάχιστο χρόνο κα­τασκεύασαν όλα τα τυποποιημένα κου­φώματα της ανοικοδόμησης. Με την αποπεράτωσή τους, τα κουφώματα αυτά αποθηκεύτηκαν στο χώρο της κατασκευής τους ενώ τα μηχανήματα επεστράφη­σαν στο Υπουργείο Δημοσίων 'Εργων. 
Η στέγαση των σεισμοπλήκτων πραγματοποιήθηκε με την κατασκευή πυ­ρήνων διαφόρων μεγεθών ανάλογα με το μέγεθος της σεισμόπληκτης οικογένειας που επρόκειτο να στεγασθεί, με τη δυνατότητα μελλοντικής επέκτασης. 
Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στην επίλυση οικολογικών προβλημάτων φυσικού αερισμού για το θέρος και εξοικονόμησης του πολύτιμου νερού, βάσει των πορισμά­των που είχαν προκύψει από τις έρευνες που είχα πραγματοποιήσει τρία χρόνια νω­ρίτερα στο Πανεπιστήμιο του Columbia τnς Νέας Υόρκης (εικόνες 11 και 12).

11. Σαντορίνη. Τύποι πυ­ρήνων Ι με δυνατόmτα επέκτασης 1956. 
12. Σαντορίνη. Ολοκλη­ρωμένος πυρήνας αντι­σεισμικής κατοικίας τύ­που Ι.

Για τα ειδικά κτίρια χρησιμοποιήθηκαν συμβατικά συστήματα κατασκευής από οπλισμένο σκυρόδεμα και μόνο για την πλήρωση των τοίχων χρησιμοποιή­θηκαν οι τυποποιημένοι κισηρόλιθοι (εικόνες 13 και 14) . 

13. Σαντορίνη. Φηρά. Εξατάξιο Δημοτικό. Κάτοψη. 
14. Σαντορίνη. Φηρά. Εξατάξιο Δημοτικό. 'Οψη.

Για την αντισεισμική επισκευή των διατηρητέων κτιρίων έγινε μεγάλη χρήση σενάζ που επιχειρήθηκε να ενσωματωθούν στη λιθοδομή. 
Εδώ θα έπρεπε να τονισθεί ότι το πλείστο των ζημιών το υπέστησαν τα νε­οκλασικά κτίρια με τους επονομαζόμενους σκαφοειδείς θόλους, ενώ τα υπόσκαφα και τα θολωτά καθώς και τα κωδωνοστάσια των εκκλησιών υπέστησαν τις λιγότε­ρες καταστροφές. 

Μεταξύ των κτιρίων που επισκευάστηκαν συγκαταλέγονται ένα μοναστήρι -του Αγίου Νικολάου- και ένας αριθμός από εκκλησίες που έπαιξαν σημαντικό ρό­λο στη ζωή του νησιού. Την ημέρα που εόρταζε ο άγιος, στον οποίο ήταν αφιερω­μένες, γινόταν το πανηγύρι του χωριού, έφθαναν επισκέψεις απ' όλο το νησί και ανταλλάσσονταν προϊόντα. 
Εκτός από τις επεκτάσεις των οικισμών, ένδεκα εν συνόλω, έγινε πλήρης μεταφορά του οικισμού της Επισκοπής στη Θέση Καμάρι, κατόπιν δημοψηφί­σματος των κατοίκων (εικόνα 15)

15. Σαντορίνη. Νέος οι­κισμός στο Καμάρι.

Τέλος πρέπει να τονισθεί ότι στο πρόγραμμα ανοικοδόμησης περιλήφθη­καν περί τις εκατό άστεγες οικογένειες, καθώς και εκτεταμένος αριθμός από κτί­ρια κοινές ωφέλειας, όπως σχολεία, νηπιαγωγεία, κοινοτικά κέντρα κ.λπ., απαραίτητα για την αποκατάσταση της ζωές του νησιού, όπως επίσης και κοινότικοί σταύλοι. 



*Ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας είναι αρχιτέκτων - πολεοδόμος, ομότιμος καθηγητής Ε.Μ.Π.


Κάντε ΚΛΙΚ στις εικόνες για μεγέθυνση




No comments :

Post a Comment