KEIMENA- TEXTS



Διαβάστε τα κείμενα μετά τα περιεχόμενα
 


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:

30. Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΛΟΓΗΡΟΥ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ ΤΟΥ ΙΠΠΟΤΗ ΤΟΥ ΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΩΝ ΦΟΙΝΙΚΩΝ
στην Αίθουσα Allatini-Dassault του Γαλλικού Ινστιτούτου στις 15/6/2023 (09 07 2023)

29.«ΑΚΡΑΙΑ», ΑΛΛΑ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΦΥΣΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΕΝΗ ΠΟΛΗ;

Του Νίκου Καλογήρου, Ομότιμου Καθηγητή Τμ. Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ  (04 07 2022)

28. ΣΠΕΥΔΕ ΒΡΑΔΕΩΣ στα «επικινδύνως ετοιμόρροπα»
Του Νίκου Καλογήρου, Oμότιμου  Kαθηγητή Τμ. Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ   (26 03 2021)


27.ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ
Οι συμπληγάδες μιας όψιμης (?) αντιπαλότητας
με θύμα την αρχιτεκτονική κληρονομιά!     
(19 03 2021)

Ένα τεκμηριωμένο κείμενο των Δημήτρη Λεβέντη, Γιώργου Μαδεμοχωρίτη και Μαρίας Φραντζή που αναφέρεται στις αρμοδιότητες και τους ελέγχους των υπηρεσιών της Εφορείας Νεωτέρων που επεκτείνονται διαρκώς θεματικά και γεωγραφικά κρίνοντας αρχιτεκτονικές μελέτες με έωλες διαδικασίες και, συχνά, αδιαφανή κριτήρια και χρονικές προτεραιότητες. Με δεδομένο ότι η συνεχιζόμενη αυτή κατάσταση, δημιουργεί πέραν των άλλων και «πολιτιστικά θύματα» με την απώλεια σημαντικών στοιχείων της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς, διατυπώνονται μια σειρά προτάσεων που πρέπει να αποφασιστούν.

26. ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΟΓΗΡΟΥ: Ο ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΣ ΦΑΤΟΥΡΟΣ (1928-2020) (26 01 2021)
Δημοσιεύθηκε σε σχετικό αφιέρωμα-πορτρέτο, που φιλοξένησε το πρόσφατο τεύχος του περιοδικού «Θεσσαλονικέων Πόλις» (74/Δεκέμβριος 2020), το οποίο εκδίδεται από την Πολιτιστική Εταιρεία Β. Ελλάδος.
 
25.ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΔΣ ΣΑΔΑΣ ΜΕ ΘΕΜΑ:
ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΕΓΑΛΟ ΠΕΡΙΠΑΤΟ

24.ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΖΙΡΤΖΙΛΑΚΗΣ: ΑΝΑΨΗΛΑΦΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΑΡΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ
κείμενο που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ στις 02 Μαίου 2016 (Βιβλιοδρόμιο) και γράφτηκε με αφορμή τον τιμητικό τόμο για τον Άρη Κωνσταντινίδη. Μία έκδοση που επιμελήθηκε η Ντίνα Βαΐου για την σειρά "Πρόσωπα άξια τιμής" του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων (03 05 2020)


23. O ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ : «ΚΟΡΕΣΤΕΙΑ:ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ» ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΙΝΑΝΗ
Ένα ενδιαφέρον βιβλίο με εικόνες από την αρχιτεκτονική της ωμής - ηλιοψημένης πλίνθου (07 ΟΚΤ 2016)

22. ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ: ΧΩΡΟΣ ΚΑΙ ΗΧΟΣ
μια πρώτη προσέγγιση στο θέμα της σχέσης ήχου και αρχιτεκτονικής (19 ΣΕΠΤ 2016)

21. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ, ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΛΙΦΡΑΓΚΗΣ,
CITYLAB • 2016: ΠΟΛΗ, ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΡΩΤΑΣ
Κείμενο για το θέμα του Συνέδριου-Εργαστήριου στην Πάτρα τον Σεπτέμβρη του 2016
(09 ΙΟΥΛΙΟΥ 2016)

20. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΟΥΡΝΙΚΙΩΤΗΣ

επιστολή που στάλθηκε στους αρχιτέκτονες με αφορμή τις εκδηλώσεις με τίτλο "Αναφορά στον Ελ/ Le corbusier" (22 ΣΕΠΤ 2015) 


19. ΣΟΦΙΑ ΤΣΙΡΑΚΗ: Η «ΜΕΓΑΛΗ» ΣΗΜΑΣΙΑ ΕΝΟΣ «ΜΙΚΡΟΥ» ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΗΜΑΤΟΣ, άρθρο στην εφημερίδα «Καθημερινή», που δημοσιεύτηκε την Κυριακή, 

(29 ΙΟΥΝΙΟΥ -2014) 


..................................................................................

18. ΟΡΕΣΤΗΣ ΔΟΥΜΑΝΗΣ: ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΤΟΝ ΜΑΪΟ ΤΟΥ 2007 με αφορμή την ανακήρυξή του σε επίτιμο Διδάκτορα από το Τμήμα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. (05 ΜΑΪΟΥ 2014)

17. ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΙΑΚΟΥΜΑΚΑΤΟΣ: ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΝΑΛΙΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ
«τολμηρές λύσεις»: με αφορμή τις δυο αυτές λέξεις που χρησιμοποίησα σε σχόλιο μου για την συγκεκριμένη μελέτη, ο Ανδρέας Γιακουμακάτος διατυπώνει μια διαφορετική προσέγγιση. ( 20 ΜΑΡ 2014)


16. ΜΑΝΟΛΗΣ ΚΟΡΡΕΣ,  Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΡΗΝΟΥ  ΣΤΟ SCHAFFHOUSEN ΤΗΣ ΕΛΒΕΤΙΑΣ, Διάλεξη στο ΕΜΠ, ΠΕΡΙΛΗΨΗ (23 ΙΑΝ 2014) 

15. ΜΑΝΟΛΗΣ ΚΟΡΡΕΣ,  Η ΣΤΕΓΗ ΤΟΥ ΗΡΩΔΕΙΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΓΙΓΑΝΤΙΕΣ ΓΕΦΥΡΩΣΕΙΣ εκδόσεις  Μέλισσα, ΠΡΟΛΟΓΟΣ (27 ΙΑΝ 2014)

14.ΣΑΔΑΣ – Τμήμα Αττικής ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ (19 ΙΟΥΛ 2013)

13..ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΚΙΟΥΛΕΚΑ: ΟΡΙΑ ΔΑΠΑΝΗΣ ΣΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ 
«το δημόσιο έργο οφείλει να αποτελέσει  'πολιτισμικό αγαθό» (06  απρ 2013)

12. Μικρό Θεατρο Κατουνίων - 26 Αυγούστου 2012 Εισαγωγή στο πρόγραμμα Σκαλκώτα – Παπάνα, του Γιώργου Δεμερτζή 

11. Κείμενο του αρχιτέκτονα Οδυσσέα Σγουρού με τίτλο: 
Τα "αρχέτυπα" του Γιώργου Τριανταφύλλου και η καταστατική ουσία της αρχιτεκτονικής

10. Κείμενο από την ομιλία της Μάγιας Τσόκλη, Βουλευτού Επικρατείας  (18 ΦΕΒ 2011)

9. Κείμενο της Τίνας Μπιρμπίλη  για τα εγκαίνια της έκθεσης: Γιαννης Μόραλης ¨Αρχιτεκτονικες Συνθέσεις" (09 ΦΕΒ 2011)

8. Επ
8. Επιστολή του Σύλλογου Αρχιτεκτόνων Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών που μας κοινοποίησε την Δευτέρα 24 Ιαν.2011

7. Κείμενο του Ανδρέα Κουρτερίδη "με αφορμή την απελευθέρωση ενός απαξιωμένου επαγγέλματος" 17-Ι-2011

6. Κείμενο του Αριστείδη Αντονά για τον τον αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό Ανάπλασης της Πλατείας Θεάτρου της Αθήνας 26-ΧΙΙ-2010

5. Για τα παράδοξα "σπίτια" φτιαγμένα από πηλό 19-VII-2010

4.Ένας ύμνος στο απλό και χρήσιμο: "Μαντριά: η μαγεία του απλού"
του Σταύρου Θεοδωράκη 18/07/2010


3.Για την διάλεξη του Κωνσταντίνου Λαμπρινόπουλου στα πλαίσια του ΕΙΑ στις 17 Ιουνίου 2010 


2.Για την συνέλευση του Ελληνικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής(ΕΙΑ) της 12 Ιουνίου 2010 στο κτήμα Βαλσαμάκη


1.Εισήγηση στο Συνέδριο με τίτλο "Πολιτισμός και Τουρισμός" που πραγματοποιήθηκε στην Βουλή από 4-6 Ιουνιου 2010 με θέμα:
Οι εμπειρίες μου σε σχέση με τις πολιτιστικές δράσεις.

..................................................................... 

 ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:


30. 

Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΛΟΓΗΡΟΥ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ ΤΟΥ ΙΠΠΟΤΗ ΤΟΥ ΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΩΝ ΦΟΙΝΙΚΩΝ

στην Αίθουσα Allatini-Dassault του Γαλλικού Ινστιτούτου στις 15/6/2023 
(09 07 2023)



Θεωρώ ιδιαίτερα τιμητική για μένα την απονομή του τίτλου του Ιππότη του Τάγματος των Ακαδημαϊκών Φοινίκων από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Νεολαίας της Γαλλικής Δημοκρατίας μετά από πρόταση του Υπουργείου της Ευρώπης και των Εξωτερικών, ως αναγνώρισης ενός έργου ζωής γύρω από την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία. Στη διαδρομή αυτή, πρέπει να υπογραμμίσω τους ευδιάκριτους δεσμούς μου με τη Γαλλία, και το γαλλικό πολιτισμό.

Η μεγάλη τιμή αφορά εξίσου και στο Α.Π.Θ., που μου ανάθεσε ένα μακρόχρονο διδακτικό και ερευνητικό έργο, στο οποίο εξέχουσα θέση είχε η ανάδειξη των ευδιάκριτων ιχνών της γαλλικής πολεοδομίας. Αναφέρομαι κυρίως στην ανοικοδόμηση της νεοελληνικής Θεσσαλονίκης, που έγινε πριν από έναν αιώνα, με επικεφαλής το Γάλλο Ερνέστ Εμπράρ, πρωτοπόρο αρχιτέκτονα-πολεοδόμο του εικοστού αιώνα.
Παραθέτω μία προσωπική μαρτυρία που περιλαμβάνεται στον κατάλογο της έκθεσης «Souvenirs de Salonique» του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης


Ο χαρακτήρας της Θεσσαλονίκης: μια προσωπική μαρτυρία

«Στα παιδικά μου χρόνια άρχισα να επισκέπτομαι με τους γονείς μου τη Θεσσαλονίκη, από την, όχι και τόσο μακρινή, πόλη της Βέροιας. Ιδιαίτερα εντυπωσιακές και ζωηρές αναδύονται από τις αναμνήσεις μου οι εικόνες των μεγάρων, των ευθύγραμμων και πλαγίων λεωφόρων, των προοπτικών αναδείξεων των βυζαντινών μνημείων. Τα φώτα και η κίνηση της εκλεκτικής μεγάλης πόλης έρχονταν σε αντίθεση με την, τότε, οργανική και αμιγή παραδοσιακή εικόνα της μακεδονικής αρχιτεκτονικής της Βέροιας. Ήταν η εποχή της ανοικοδόμησης πυκνοδομημένων και άμορφων πολυώροφων οικοδομών που ομογενοποιούσαν σταδιακά, με έναν εκπτωχευμένο μοντερνισμό, τις ελληνικές πόλεις. Ωστόσο, στο υπόβαθρο της σύγχρονης Θεσσαλονίκης διαφαινόταν η αδιόρατη αστικότητα, η κανονική διαμόρφωση του ιστού, η ευκολία προσανατολισμού και προβολής των δημόσιων μνημείων-σημείων αναφοράς. Ίσως τότε γεννήθηκε ενδόμυχα η επιθυμία μου να σπουδάσω και να ασχοληθώ επαγγελματικά με την τέχνη της αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας».


Το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Α.Π.Θ.

Αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ως σπουδαστής πλέον στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Α.Π.Θ. με φωτισμένους καθηγητές, όπως ο Μουτσόπουλος και ο Φατούρος, άρχισα να προβληματίζομαι συνειδητά για την πόλη και την αρχιτεκτονική. Μέσα στο συνολικό πνεύμα μιας αυταρχικής εποχής, η σχολή ήταν νησίδα καινοτομίας και αμφισβήτησης. Ωστόσο, οι ιστορίες της ανάδυσης της νέας Θεσσαλονίκης στο μεσοπόλεμο, από τις στάχτες της πυρκαγιάς του 1917, παρέμεναν στο περιθώριο και εμφάνιζαν ελάχιστο ενδιαφέρον μέσα στους κυρίαρχους κοινωνικούς προβληματισμούς της εποχής.

Στα κρίσιμα χρόνια της μάθησης, το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Α.Π.Θ. λειτούργησε ως πεδίο αρχιτεκτονικής παιδείας, και όχι μόνο. Σταδιακά, οι αυστηρές δομές των επώνυμων πανεπιστημιακών εδρών και των εργαστηρίων αμφισβητήθηκαν και αποδυναμώθηκαν μέσα στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα των αυξανόμενων αντιδράσεων απέναντι στη δικτατορία, καθώς και των απηχήσεων των παγκόσμιων γεωπολιτικών εξελίξεων στην παιδεία, που ξεκίνησαν το Μάιο του 1968 στο Παρίσι. Στο Τμήμα διαμορφώθηκε μια όαση ελεύθερου στοχασμού και εντεινόμενου κοινωνικού-πολιτικού προβληματισμού και εξέγερσης, που κορυφώθηκε με τα γεγονότα του Νοεμβρίου του 1973, στα οποία συμμετείχα.

Το Αριστοτέλειο, ως νεότερη και ευρεία ακαδημαϊκή κοινότητα, συνδύαζε την περιφερειακή τοπικότητα με μια κοσμοπολίτικη αποδοχή της παγκοσμιότητας. Είναι γεγονός ότι η τότε «μεθοριακή» σχετική γεωγραφική θέση της Μακεδονίας κοντά στο ψυχροπολεμικό «τείχος» προς βορρά, σε συνδυασμό με τις δύσκολες επικοινωνίες μεταξύ Ανατολής και Δύσης, αποτελούσαν ανασταλτικούς παράγοντες. Στο πλαίσιο αυτό, θεώρησα απαραίτητη μια διεύρυνση των οριζόντων, μέσα από μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι.




Οι παρισινές εμπειρίες και η γεωπολιτισμική προσέγγιση

Η έμφυτη ροπή αναγνώρισης των τοπικών ιδιαιτεροτήτων ενδυναμώθηκε με μεταπτυχιακή παιδεία στον ευρύτερο χώρο της ανθρωπογεωγραφίας στα παρισινά ιδρύματα: École des Hautes Études en Sciences Sociales και Université Paris 1 Panthéon-Sorbonne. Οι αλλαγές στην κοινωνία και την επιστήμη διευκόλυναν την πρόσβαση σε ευρύτερα επιστημονικά πεδία, χωρίς να ακολουθείται κατ’ ανάγκη η παραδοσιακή διαδρομή των επαγγελμάτων. Δάσκαλοι μου ήταν oι: Marcel Roncayolo, Louis Bergeron, Guy Burgel και ιδιαίτερα ο Yves Babonaux, που επέβλεψε τη διδακτορική μου διατριβή. Έτσι ήλθα σε επαφή με την ιστορικο-γεωγραφική θεώρηση της μακράς διάρκειας των «Annales» και των έργων του Fernand Braudel γύρω από τη Μεσόγειο.
Παράλληλα ως ασκούμενος (stagiaire) απέκτησα πολύτιμες εμπειρίες στο γαλλικό Κέντρο Ερευνών Πολεοδομίας (CRU). Ο φορέας ελεγχόταν από τα Υπουργεία Κατασκευών και Εθνικής Παιδείας, και είχε διεπιστημονική κατεύθυνση, συνδέοντας ακαδημαϊκά και εφαρμοσμένα ζητήματα αστικού σχεδιασμού. Εκεί μυήθηκα στη λογική των αναπλάσεων, που σταδιακά μετασχημάτισαν το αστικό τοπίο στο Παρίσι. Οι εμπειρίες αυτές, συνδυασμένες με τη μελέτη αντίστοιχων εξελίξεων σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, υπήρξαν καταλύτες για ανάλογες εκπαιδευτικές εμπειρίες στο Α.Π.Θ. και δράσεις στην πόλη.
Πέρα από τις οργανωμένες ακαδημαϊκές σπουδές, η διαμονή στο Παρίσι είχε καταλυτική επίδραση στις κοσμοαντιλήψεις μου. Η περιπλάνηση στα παρισινά βουλεβάρτα και στην Πόλη του Φωτός έδρασε ως προνομιακός καταλύτης για διαφορετικούς ελευθεριακούς ιδεολογικούς ορίζοντες στενά συνδεμένους με αυτόν τον εμβληματικό τόπο της νεωτερικότητας.
Την περίοδο αυτή κυριαρχούσε η συνολική αμφισβήτηση της συμβατικής προσέγγισης των χειρισμών του χώρου, που συνέπεσε με μια περίοδο κριτικής αναθεώρησης του αρχιτεκτονικού παραδείγματος. Ο ύστερος μοντέρνος σχεδιασμός εμφάνιζε σημάδια παρακμής, ενώ η μετανεωτερική και πλουραλιστική κοσμοθεώρηση δεν είχε εδραιωθεί.

Κατά παράδοξο τρόπο, οι προσωπικές και πνευματικές μου σχέσεις με τη Θεσσαλονίκη εμπλουτίστηκαν κατά τη παραμονή μου στην πραγματική πόλη του φωτός, στο Παρίσι. Στη βιβλιοθήκη της Σορβόννης μελέτησα για πρώτη φορά κείμενα που αφορούσαν στο έργο του αρχιτέκτονα-πολεοδόμου Ερνέστ Εμπράρ στη Θεσσαλονίκη, στον οποίο ήταν αφιερωμένο ένα από τα πρώτα τεύχη του περιοδικού Urbanisme, καθώς και στο μεγάλο έργο του προσφυγικού εποικισμού της Μακεδονίας, όπως το ανέλυε στη διατριβή του ο Γάλλος γεωγράφος Jaques Ancel.


Εκλεκτικές επιρροές

Στο πλαίσιο αυτό διαμορφώθηκε η προσωπική μου κοσμοαντίληψη που υιοθέτησε μιαν εκλεκτική προσέγγιση στο μεταίχμιο μεταξύ αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας, έρευνας και διδασκαλίας, ενός κριτικού τοπικισμού και μιας πειραματικής προσέγγισης. Επιχειρήθηκε η συνειδητή σύνθεση αυτών των φαινομενικά ετερόκλητων δράσεων μέσα από ένα διάλογο ενταγμένο στο ευρύτερο πλαίσιο, όπου προσπάθησα να αξιοποιήσω τα βιώματα του αστικού χώρου, της συλλογικής μνήμης, αλλά και της γεωτοπογραφίας. Κατά συνέπεια μια συμβατική παρουσίαση ακαδημαϊκών μελετών και έργων αρχιτεκτονικής δεν αποδίδει πλήρως μία κοσμοαντίληψη που διαμορφώθηκε με επίκεντρο την ανάγνωση του περιβάλλοντος ως πεδίου που συγκροτεί τις χωρικές συνθέσεις.

Η διαμόρφωση της αντίληψης για το σχεδιασμό του χώρου δεν νοείται χωρίς αναφορές στο ευρύτερο πολιτισμικό περιβάλλον. Σχετίζεται με την ευρύτερη παιδεία, που προκύπτει από λογοτεχνικά ή θεωρητικά αναγνώσματα και διαμορφώνεται με αναφορές στις εικαστικές, και όχι μόνο, τέχνες.

Προσωπικά θεωρώ ότι η μακρόχρονη ενασχόλησή μου με τη φωτογραφική τεκμηρίωση του τόπου και της αρχιτεκτονικής αποτέλεσε μιαν οπτική άσκηση για επιλογές εντός κάδρου. Συγγενέστερη μορφή τέχνης με την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία είναι, κατά την αντίληψή μου, ο κινηματογράφος. Εκεί, ο σκηνοθέτης υλοποιεί ένα σενάριο που απευθύνεται σε ένα ευρύτερο κοινό και εξυπηρετεί μια συνήθως συμβατική, περισσότερο κατανοητή, αφήγηση. Παράλληλα, η σύνθεση, σε τελική ανάλυση, εκφράζει μιαν οπτική γλώσσα με χρονικές ακολουθίες, που αρθρώνονται με το μοντάζ.

Ενδεικτικά αναφέρω, ως παράδειγμα για την κριτική αντίληψη του μοντέρνου χωροχρόνου, την αμφισβήτηση της παραδοσιακής γραμματικής του κινηματογράφου από το γαλλικό νέο κύμα.


Η διδαχή και η εφαρμογή της Αρχιτεκτονικής

Η συμβατική εκπαίδευση των αρχιτεκτόνων είχε πρωταρχικά πρακτικό χαρακτήρα. Ωστόσο εκτιμώ ότι η διδαχή, η σχετική με την αντίληψη και τη διευθέτηση του χώρου, αναζητά έναν ευρύτερο γνωστικό και ηθικό χαρακτήρα. Η παιδευτική λειτουργία μιας αρχιτεκτονικής σχολής οφείλει να είναι ελεύθερη και εξωστρεφής.

Αυτή η προσέγγισή μου διαμορφώθηκε με το πέρασμα του χρόνου, μέσα από ποικίλες εμπειρίες, σε όλες τις βαθμίδες του διδακτικού-ερευνητικού προσωπικού και της διοίκησης στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ.

Η ιδιαιτερότητα της αρχιτεκτονικής με οδήγησε στην αναζήτηση παραμέτρων που υπερβαίνουν την αμιγή επιστημονική προσέγγιση της θεωρητικής ή πειραματικής έρευνας. Η διερεύνηση, με εργαλείο το σχεδιασμό, απόκτησε σταδιακά βαρύνουσα σημασία, καθώς η ίδια η συνθετική διαδικασία αξιοποιήθηκε για την παραγωγή νέας γνώσης.

Σε αυτό το πλαίσιο κινήθηκε η προσωπική μου προσέγγιση με συμμετοχές σε αμιγείς έρευνες, μελέτες και υλοποιήσεις. Αποφεύγοντας, ακόμη και στο ελεύθερο επάγγελμα, τις συμβατικές εμπορικές προσεγγίσεις επιδίωξα την ανάδειξη της ενότητας της αρχιτεκτονικής σε επίπεδο έργων μικρής και μεγάλης κλίμακας, έρευνας, διδασκαλίας και σχεδιασμού που σταδιακά υιοθέτησαν μιαν ευδιάκριτη περιβαλλοντική οπτική. Όταν υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες, δοκιμάστηκαν πειραματικές ή εφήμερες προσεγγίσεις. Παράλληλα, στο πλαίσιο επιλεγμένων κοινωνικών δράσεων, επιχειρήθηκαν κριτικές παρεμβάσεις στα μέσα μαζικής επικοινωνίας, αλλά και σχεδιασμένες εναλλακτικές αντι-προτάσεις σε επίκαιρα σημαντικά θέματα σχεδιασμού.

Σχέδια, υλοποιήσεις και απόψεις δημοσιοποιήθηκαν με άρθρα, εκθέσεις και ειδικές εκδόσεις. Κοινά σημεία εκκίνησης ήταν έρευνες πεδίου, αρχείου ή σχεδιασμού, αποφεύγοντας τις γενικόλογες θεωρητικές προσεγγίσεις.



Επίλογος

Δεν θέλω εδώ να επεκταθώ σε επιμέρους θέματα, στα οποία ελπίζω να εμβαθύνω μέσα από μια ειδική αναδρομική έκθεση και έκδοση. Κλείνοντας αναφέρω, δύο μόνο δείγματα σύνθετων δράσεων που ανάδειξαν και την άμεση επίδραση της παρισινής πολεοδομίας στην ανοικοδόμηση της μοντέρνας Θεσσαλονίκης του εικοστού αιώνα.



Το 2017 εγκαινιάστηκε η μεγάλη έκθεση και εκδόθηκε ένα βιβλίο για την «Πανεπιστημιούπολη του Α.Π.Θ. ως πεδίο αρχιτεκτονικού και αστικού σχεδιασμού». Η έρευνα εστίασε στην ανάδειξη της μοναδικότητας αυτής της μοντέρνας αστικής νησίδας. Η πανεπιστημιούπολη προέκυψε από δύο διαδοχικά πρωταρχικά γαλλικά σχέδια του Ερνέστ Εμπράρ, ως ανεξάρτητη λειτουργική ενότητα με ιδιαίτερο χαρακτήρα.



Το 2021, μαζί με ομάδα καθηγητών του Τμήματος Αρχιτεκτόνων, αναλάβαμε την ελληνική συμμετοχή στην 21η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής στη Βενετία. Το θέμα της έκθεσης είχε το γαλλικό υπέρτιτλο “Boulevard de la Société des Nations A.K.A. The Aristotle Axis in Thessaloniki”.


Στον πυρήνα του αστικού σχεδιασμού βρισκόταν η γαλλικής σύλληψης «Λεωφόρος της Κοινωνίας των Εθνών», ο σημερινός «Άξονας της Αριστοτέλους». Υλοποιήθηκε με διαφοροποιήσεις από το αρχικό όραμα ως ψηφιδωτό, που ενσωμάτωσε διαφορετικές χειρονομίες και δραστηριότητες, υπογραμμίζοντας τα όρια των σχεδιαστικών χειρισμών, οι οποίοι αναπόφευκτα προσαρμόζονται στις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούν.


Δύο τμήματα της έκθεσης παρουσιάστηκαν παράλληλα, στο ελληνικό περίπτερο της Βενετίας και in situ, στο Μπέη Χαμάμ της Αριστοτέλους.


Παράλληλα με τον αναλυτικό δίγλωσσο κατάλογο-σχολιασμό της έκθεσης συντάχθηκε και η μονογραφία «Το παλίμψηστο της Αριστοτέλους. Βυζαντινά οράματα και εκλεκτικός τοπικισμός».

Νίκος Καλογήρου
Ομότιμος Καθηγητής Α.Π.Θ.

29.
«ΑΚΡΑΙΑ», ΑΛΛΑ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΦΥΣΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΕΝΗ ΠΟΛΗ;

Του Νίκου Καλογήρου, 
Ομότιμου Καθηγητή Τμ. Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ 
(04 07 2022)

Θεσσαλονίκη, φωτό Νίκος Καλογήρου

Στις 15 Νοεμβρίου 2017, μετά από έντονη βροχόπτωση, εκδηλώθηκε μεγάλη πλημμύρα στη Δυτική Αττική, από την οποία έχασαν τη ζωή τους 24 άτομα. Πέρα από τις ποινικές κυρώσεις που πρόσφατα καταλογίστηκαν για όσους είχαν την θεσμική ευθύνη της διαχείρισης, αναδείχθηκε η χρόνια επικινδυνότητα της τοπογραφίας μητροπόλεων, που επεκτάθηκαν με πυκνή δόμηση και αυθαιρεσίες, αγνοώντας το φυσικό περιβάλλον.

Στις περιπτώσεις παρατεταμένου καύσωνα, οι απώλειες μπορεί να είναι μεγαλύτερες. Η διασπορά των θυμάτων και ο εντοπισμός τους σε ευάλωτες ομάδες δεν προσφέρονται για άμεσους θεσμικούς καταλογισμούς. Στην γνωστή παλιότερη ελληνική περίπτωση του Ιουλίου 1987, καταγράφηκαν επίσημα 1300 θάνατοι, κυρίως στην Αττική. Οι περίοδοι με ακραίες θερμικές συνθήκες σε ελληνικές πόλεις, παρά το γεγονός ότι αυτές εντάσσονται σε εύκρατες κλιματικές ζώνες, σταδιακά αυξάνονται και δημιουργούν δυσεπίλυτα προβλήματα. Οι πόλεις μας οικοδομούνται αποκλειστικά με σκληρά επεξεργασμένα υλικά, που δημιουργούν τεχνητά ενδιαιτήματα, ασυμβίβαστα με ένα πιο φυσικό ανθρώπινο οικοσύστημα.

Όταν εμφανίζονται έντονα καιρικά φαινόμενα, όπως οι καταιγίδες και οι αυξημένες θερμοκρασίες, στις πόλεις δημιουργούνται προβληματικές καταστάσεις. Πολλές περιοχές της Θεσσαλονίκης, μετά τις πρόσφατες έντονες βροχοπτώσεις, πλημμύρισαν και η θάλασσα στον Θερμαϊκό μολύνθηκε με ακαθαρσίες και νεκρά ποντίκια. Ακολούθησαν πρώιμοι θερινοί καύσωνες. Σε συνθήκες άπνοιας, η θερμοκρασία στην κεντρική πυκνοδομημένη περιοχή μπορεί να είναι υψηλότερη κατά 5-8 °C σε σχέση με την περιαστική περιοχή. Το φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας, όπως το αποκαλούν οι ειδικοί, δημιουργεί ένα μείζον πολεοδομικό πρόβλημα, καθώς η τοπική υπερθέρμανση στις πόλεις επιδεινώνει το γενικότερο φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής. Αυτά τα φαινόμενα, εάν δεν αντιμετωπιστούν από τις τοπικές αρχές και τους ειδικούς, μπορούν, σε μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα, να κάνουν τις πόλεις μας αβίωτες.

Θεσσαλονίκη, φωτό Νίκος Καλογήρου

Η Θεσσαλονίκη ανοικοδομήθηκε τα μεταπολεμικά χρόνια με συμπαγή πυκνή δόμηση και αδιαπέρατες επικαλύψεις με άσφαλτο, τσιμέντο, πλακοστρώσεις στους ακάλυπτους χώρους. Έτσι, συγκεντρώνει, δυστυχώς, πολλαπλά μειονεκτήματα. Υλικά δόμησης και δάπεδα με μεγάλη θερμοχωρητικότητα και σκούρα χρώματα λειτουργούν ως συσσωρευτές θερμότητας τις θερινές ημέρες και την εκπέμπουν στο περιβάλλον τα βράδια, στερώντας τη δροσιά στους κατοίκους τις ώρες που αποζητούν την ανάπαυση. Στην ακατάλληλη δομή των οικοδομών και των υπαίθριων χώρων προστίθενται τα καυσαέρια των οχημάτων και των βιομηχανικών εγκαταστάσεων και, στην κρίσιμη περίοδο, η θερμότητα που εκπέμπουν οι εξωτερικές μονάδες των κλιματιστικών.

Με αυτά τα δεδομένα, προκύπτει ένα διαρκώς επιδεινούμενο θέμα δημόσιας υγείας, που επιβαρύνει τις θεραπευτικές δομές και μπορεί να προκαλέσει θανάτους. Η αναζήτηση ριζικών μέτρων και επιλύσεων είναι δύσκολη σε ένα τέτοιο πολυπαραγοντικό πρόβλημα. Τα μέτρα που απαιτεί ένας αρχιτεκτονικός και αστικός σχεδιασμός, φιλικός προς το περιβάλλον, δύσκολα εφαρμόζονται σε διαμορφωμένες αστικές συγκεντρώσεις. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετές απλές και βιώσιμες πολιτικές πρακτικές, οι οποίες, με ελάχιστο κόστος, μπορούν να βελτιώσουν αισθητά τις συνθήκες θερμικής άνεσης στις συνεκτικές ελληνικές πόλεις.

Οι αυξημένοι χώροι πρασίνου προβάλλονται συνήθως ως η προφανής λύση. Οι φυτεύσεις στο έδαφος και τα δένδρα δημιουργούν αποτελεσματικά φίλτρα στις ηλιακές ακτίνες. Σε συνδυασμό με την εξάτμιση-διαπνοή λειτουργούν ως φυσικός κλιματισμός. Όμως, η δημιουργία νέων μεγάλων πάρκων σε πόλεις με ελάχιστο πράσινο, όπως η Θεσσαλονίκη, δεν είναι εύκολα εφικτή και οι ανταγωνιστικές χρήσεις αποτελούν τροχοπέδη. Η κατασκευή κτιρίων αποδίδει άμεσα κέρδη και εξυπηρετεί απτές ανάγκες, ενώ η διαμόρφωση μητροπολιτικών πάρκων απαιτεί δημόσιες επενδύσεις και οι ενδεχόμενες απαλλοτριώσεις είναι απαγορευτικές. Ωστόσο, οι μεγάλοι σκιασμένοι χώροι πρασίνου δροσίζουν την ατμόσφαιρα σε απόσταση ορισμένων εκατοντάδων μέτρων. Η επιρροή τους, πέρα από το σημείο αυτό, ελαχιστοποιείται, ιδιαίτερα όταν μεσολαβούν τα τυπικά πυκνοδομημένα οικοδομικά τετράγωνα με πολυκατοικίες. Αυτός είναι ο λόγος που το πολύτιμο γειτονικό τεχνητό δάσος του Σέιχ Σου δεν έχει τις προσδοκώμενες επιπτώσεις, παρά το γεγονός ότι εκτείνεται παράλληλα με την πόλη και τον άλλο φυσικό κλιματικό ρυθμιστή, που προκύπτει από το εκτεταμένο θαλάσσιο μέτωπο του Θερμαϊκού Κόλπου.

το πολύτιμο γειτονικό τεχνητό δάσος του Σέιχ Σου

Οι σχετικές μελέτες και η διεθνής εμπειρία έχουν δείξει ότι διαδοχικά πολλαπλά μικρά πάρκα «τσέπης» μεγέθους ενός εκταρίου, ή και μικρότερα, επιφέρουν μιαν όχι αμελητέα βελτίωση στο αστικό κλίμα. Οι προαναφερθείσες δύο εκτεταμένες βιοκλιματικές συνιστώσες —η θάλασσα και τα δασωμένα υψώματα— μπορούν να συνδεθούν, όπως ήδη συμβαίνει στους μεγάλους σχεδιασμένους κάθετους άξονες της Θεσσαλονίκης.

Θεσσαλονίκη, ο άξονας της Αριστοτέλους

Η μνημειακή μεγάλη χειρονομία της Αριστοτέλους και η «εκτός των τειχών» ακολουθία ανοιχτών χώρων με διάσπαρτα μοντέρνα περίπτερα κτίρια στην περιοχή του ΑΠΘ, της ΔΕΘ και του ΓΣΣ, δημιουργούν άξονες φυσικού αερισμού, αλλά και επικοινωνίας της αστικής πανίδας. Δυστυχώς, τείνουμε να αγνοούμε τη σημασία τους και συχνά υιοθετούμε σχεδιασμούς που τους υποβαθμίζουν. Η κατάλληλη διευθέτηση και διαχείριση αυτών των διαδρομών, μετά από μια προσεκτική ανάγνωση των χαρακτηριστικών τους, μπορεί να επιφέρει σημαντικές βελτιώσεις για τους πολίτες, αλλά και να ενθαρρύνει μερικές μορφές «αστικής» βιοποικιλότητας. Τα σωρευτικά αποτελέσματα μπορούν να μεγεθυνθούν αν προστεθούν και άλλες συνδετήριες διαδρομές, καθώς και παράλληλοι ή διαγώνιοι άξονες, που θα δημιουργήσουν πλεγματικές δομές.

Θεσσαλονίκη, το ρέμα της Τούμπας

Η παρουσία του νερού διευκολύνει τον φυσικό δροσισμό και μειώνει τις έντονες θερμικές εναλλαγές. Πόλεις που διασχίζονται από ποταμούς επωφελούνται σημαντικά. Στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν πολλαπλά ρέματα, που έχουν επιχωθεί. Οι σπάνιες εξαιρέσεις εμφανίζουν υποβαθμισμένο φυσικό περιβάλλον (π.χ. Ρέματα Δόξας και Τούμπας). Η ανάπλασή τους και η επαναφορά με αποκάλυψη ορισμένων με ελεγχόμενη ροή θα μπορούσε να δημιουργήσει γραμμικούς υγρούς χώρους, που ευνοούν τις παρόχθιες φυσικές φυτεύσεις. Τα ευεργετικά αποτελέσματα θα επεκτείνονταν σε παράλληλες ζώνες. Στην πράξη, κυριαρχούν επιπόλαιες, αλλά και δημοφιλείς λύσεις με κρήνες και σιντριβάνια. Στις καλύτερες περιπτώσεις έχουν εντοπισμένες τοπικές επιδράσεις. Το παράδοξο είναι ότι συχνά προτείνονται σε πολλές εργασίες φοιτητών και συναδέλφων δεξαμενές και πίδακες δίπλα στη θάλασσα, όπου έχουν περισσότερο «συμβολική» σημασία.


Για να υλοποιηθούν οι προτάσεις που προτείνονται, οι απαιτούμενες τεχνικές είναι σχετικά απλές. Μπορούν, όμως, να οδηγήσουν σε θεαματικά αποτελέσματα. Δυστυχώς, δεν έχουν ακόμη γίνει ευρύτερα συνειδητά τα αρνητικά αποτελέσματα άστοχων, αλλά κοινότυπων επιλογών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αποκλειστική χρήση των βολικών υποστρωμάτων από σκυρόδεμα ή ασφαλτοτάπητα σε όλους, πρακτικά, τους ελεύθερους χώρους, γεγονός που επιτείνει τα θερμικά και πλημμυρικά φαινόμενα στους κοινόχρηστους και ανοιχτούς χώρους. Η σχεδόν αντίστοιχη, από πλευρά κόστους, χρήση διαπερατών δαπέδων ή πατημένου χώματος-χαλικοστρώσεων σε δρόμους ήπιας κυκλοφορίας, πεζοδρόμους-πεζοδρόμια είναι εύκολη και μπορεί να συνδυαστεί με διάτρητα δομικά στοιχεία, σε συνδυασμό με πράσινο στους χώρους στάθμευσης, που βρίσκονται διάσπαρτοι σε όλη την πόλη.

Θεσσαλονίκη, σχολική αυλή

Πρέπει να προωθήσουμε εναλλακτικές λύσεις, αλλά με έναν πεφωτισμένο τρόπο. Αρχικά, απαιτείται μια στρατηγική επισήμανση-καταγραφή των υποψήφιων για βελτίωση αστικών χώρων. Οι σχολικές αυλές, τα προαύλια των εκκλησιών, οι ανοιχτοί χώροι των δημόσιων και ιδιωτικών συγκροτημάτων, οι υπαίθριοι χώροι που καταλαμβάνονται από τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος αποτελούν περιοχές υποψήφιες για μικροπεριβαλλοντικές αναπλάσεις. Οι αλλαγές, ακόμη και αν δεν είναι ριζικές, θα συνεισφέρουν στο συνολικό αποτέλεσμα με τη μεγάλη διασπορά τους. Το προτεινόμενο πράσινο πρέπει να επικεντρωθεί στη χρήση ανθεκτικών τοπικών φυτών, που είναι προσαρμοσμένα στο κλίμα και δεν απαιτούν συχνά ποτίσματα. Πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες αποφυγής «πειραματισμών» με εξωτικά είδη, που επιβάλλονται από το lifestyle. Παράλληλα, απαιτείται συνεκτίμηση των άλλων πολιτισμικών παραμέτρων, όπως η ανάδειξη και η ελεύθερη θέαση των μνημείων και των ελάχιστων διατηρητέων κτιρίων που διασώζονται. Αυτές οι επιλύσεις είναι, προφανώς, αναπόσπαστες συνιστώσες μιας ολιστικής αντίληψης για μια σύνθετη πολιτική ανάδειξης της μοναδικής αστικής ταυτότητας της Θεσσαλονίκης. Τα υλικά κατασκευής των διαμορφώσεων οφείλουν να είναι τοπικά, ανθεκτικά με μικρή επεξεργασία και αυξημένες δυνατότητες επανάχρησης-ανακύκλωσης.

Κλείνοντας, θέλω να αναφερθώ και στη δύσκολη προοπτική εφαρμογής επεμβάσεων στα υφιστάμενα κτίρια. Ταλαιπωρημένα από το πέρασμα του χρόνου, έχουν άμεσες ανάγκες αναβάθμισης, όχι μόνο ενεργειακής. Οι δυσκολίες που προκύπτουν στις πολυώροφες οικοδομές από την κατάτμηση που δημιουργείται με τις οριζόντιες ιδιοκτησίες δυσχεραίνουν τις πρακτικές βελτιώσεις. Οι προοπτικές δημιουργίας πράσινων όψεων με κατακόρυφες φυτεύσεις και τα φυτεμένα δώματα εμφανίζονται, σε κάποιο βαθμό, ως σουρεαλιστικές διευθετήσεις για τα καθημερινά κτίρια. Ωστόσο, απλούστερες βελτιώσεις με αναρριχώμενα φυτά και πέργολες, ακόμη και με συστηματική βαφή των δωμάτων με ανοιχτόχρωμα ψυχρά χρώματα, εάν γενικευτούν, θα έχουν απτά συνολικά αποτελέσματα.

Το μεγαλύτερο πράσινο δώμα στη Θεσσαλονίκη με 16.000 φυτά βρίσκεται στην ταράτσα του 23ου γυμνασίου στην οδό Ολυμπιάδος, (πηγή https://www.b2green.gr/el/post/86719/i-megalyteri-prasini-stegi-tis-thessalonikis )


Ένα προσωρινό συμπέρασμα που προκύπτει επικεντρώνεται, προφανώς, στην καλλιέργεια μας σταθερής πολιτικής βούλησης, που αποτελεί προϋπόθεση για να εφαρμοστούν λύσεις βιώσιμες, ήπιες και γενικευμένες. Ο χρονικός ορίζοντας των εκλεγμένων διοικήσεων συχνά ευνοεί τις λεγόμενες «εμβληματικές» επεμβάσεις. Σε αντίστοιχο πλαίσιο, πρέπει να κρίνεται και η συμβολή των ακαδημαϊκών προσεγγίσεων. Ένας συμπεριληπτικός περιβαλλοντικός σχεδιασμός της πόλης και της αρχιτεκτονικής μπορεί να αποτελέσει κεντρικό αντικείμενο μιας ευρύτερης παιδείας, όχι μόνο στα σχολεία και τα πανεπιστήμια. Το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ έχει εντάξει από καιρό στο πρόγραμμά του συνθετικά εργαστήρια με περιβαλλοντική οπτική. Τα τελευταία χρόνια λειτουργεί με επιτυχία και το, μοναδικό στην Ελλάδα, Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών στον «Περιβαλλοντικό Αρχιτεκτονικό και Αστικό Σχεδιασμό». Κατά προσωπική μου άποψη, εκτιμώ ότι, ως συνθέτες, δάσκαλοι και ερευνητές οφείλουμε να συμβάλλουμε στην διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Παράλληλα, είναι αναγκαίο να μην περιοριζόμαστε στις, συχνά ακροβατικές, αρχιτεκτονικές συλλήψεις, που χαρακτήρισαν την «ανέμελη» περίοδο που προηγήθηκε και οδήγησε στην γενικευμένη οικονομική και περιβαλλοντική κρίση.


28. 
ΣΠΕΥΔΕ ΒΡΑΔΕΩΣ 
στα «επικινδύνως ετοιμόρροπα»

Του Νίκου Καλογήρου, 
ομότιμου καθηγητή Τμ. Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ 
(26 03 2021)


Η πρόσφατη ενδιαφέρουσα συζήτηση (23/24-3-2021) στη Βουλή επικεντρώθηκε στα μείζονα θέματα διανομής της γης στον Μητροπολιτικό Πόλο Ελληνικού. Λιγότερη σημασία δόθηκε στο ένθετο άρθρο για τη σύσταση και τις αρμοδιότητες της Ειδικής Επιτροπής Επικινδύνως Ετοιμορρόπων (Ε.ΕΠ.ΕΤ.). Η επιτροπή θα εξετάζει τις περιπτώσεις των επικίνδυνων κτισμάτων, τα οποία:

· έχουν ηλικία τουλάχιστον ενός αιώνα, ή

· γειτνιάζουν με μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους, ή

· εντάσσονται σε ιστορικούς τόπους, ή

· σε τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους.

Οι επιτροπές σε κάθε Αποκεντρωμένη Διοίκηση θα περιλαμβάνουν αρχιτέκτονες και πολιτικούς μηχανικούς, θα διενεργούν αυτοψίες και θα εκδίδουν αποφάσεις κατεδάφισης με συνοπτικές διαδικασίες.

Ένας εύλογος στόχος αυτών των ρυθμίσεων είναι να εκλείψουν οι πολλαπλές και συχνά αντικρουόμενες γνωμοδοτήσεις που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των πολιτών, όπως δυστυχώς διαπιστώθηκε και στον πρόσφατο σεισμό της Σάμου, όπου δύο έφηβοι καταπλακώθηκαν από τοίχο που κατέρρευσε.

Είναι γεγονός ότι υπήρξε πρόνοια να εξαιρεθούν από το πεδίο δράσης της Ε.ΕΠ.ΕΤ. τα μνημεία και τα διατηρητέα κτίρια του ΥΠΠΟΑ, του ΥΠΕΝ (αρ. 6 του ΝΟΚ), της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και του υφυπ. Μακεδονίας Θράκης. Οι πολλοί συναρμόδιοι φορείς έχουν διαφορετικές στοχεύσεις στο πλαίσιο της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς που προβλέπεται από το Σύνταγμα (αρ. 24). Έτσι, η προστασία από το Υπουργείο Πολιτισμού εντοπίζεται στα σημαντικά μνημεία και σε κτίρια που χαρακτηρίζονται ως «έργα τέχνης». Η προστασία από το ΥΠΕΝ και τους αποκεντρωμένους φορείς είναι ευρύτερη και περιλαμβάνει οικοδομές που εντάσσονται σε αξιόλογα σύνολα ή έχουν κυρίως πολεοδομική αξία, καθώς συμβάλλουν στην ιδιαίτερη φυσιογνωμία των οικισμών. Εδώ, η προστασία μπορεί, κατά περίπτωση, να αφορά στις όψεις ή στα κελύφη και να επιτρέπει σημαντικές ανακαινίσεις και προσθήκες. Ο κύριος στόχος είναι η αναβίωση ή η επανάχρηση των διατηρητέων με τους αναγκαίους εκσυγχρονισμούς και όχι η μουσειακή χρήση.

Με αυτά τα δεδομένα προκύπτουν εύλογες επιφυλάξεις για ενδεχόμενη καταχρηστική αξιοποίηση των νέων προβλέψεων. Κατά παράδοξο τρόπο, για ρύθμιση που προέρχεται από το ΥΠΕΝ, δίνεται έμφαση στην απαραίτητη συνεργασία με το ΥΠΠΟΑ, αλλά φαίνεται να υποβαθμίζεται το σημαντικό και πολυπληθέστερο απόθεμα που προστατεύεται από το ίδιο το ΥΠΕΝ. Δίνονται έμμεσα δυνατότητες να κινούνται οι διαδικασίες από ιδιοκτήτες ή καταγγέλλοντες που έχουν πιθανά συμφέροντα αξιοποίησης των οικοπέδων μετά τις κατεδαφίσεις. Ενώ αναγνωρίζεται ότι, σε περιπτώσεις αξιόλογων κτιρίων, μπορεί να επιβληθεί η φωτογραφική τεκμηρίωση και η απόσπαση αξιόλογων αρχιτεκτονικών και διακοσμητικών στοιχείων δεν φαίνεται να προβλέπεται η αυτονόητη δυνατότητα χαρακτηρισμού τους ως διατηρητέων και η άμεση προσωρινή υποστύλωσή τους. Το


πρόβλημα επιτείνεται καθώς παραλείπονται οι, έως σήμερα, προβλεπόμενες γνωμοδοτήσεις από τις Υπηρεσίες Δόμησης και τα Συμβούλια Αρχιτεκτονικής. Επιπλέον η ανάθεση της εφαρμογής στις τοπικές αρχές μπορεί να επιφέρει πιέσεις για διαδικασίες καταστροφής ενός πολιτισμικού αποθέματος που δεν μπορούν να αναστραφούν.

Τέλος, αλλά εξίσου σημαντικό, φαίνεται να είναι το ζήτημα του αυθαίρετου περιορισμού της εφαρμογής του νόμου μόνο σε κτίρια άνω των 100 ετών. Έτσι δεν εξετάζονται και μπορούν να κατεδαφιστούν χωρίς κρίση τα περισσότερα συγκροτήματα του μεσοπολέμου, πολλές βιομηχανικές εγκαταστάσεις και όλα τα δείγματα της μοντέρνας και σύγχρονης αρχιτεκτονικής.

Με αυτά τα δεδομένα, οι προβλεπόμενες διατάξεις για την αποτελεσματική κατεδάφιση- απομάκρυνση επικίνδυνων κατασκευών εμπεριέχουν αρκετούς κινδύνους να λειτουργήσουν ως μπούμερανγκ σε όσες περιπτώσεις βρεθούν στο στόχαστρο αξιόλογα δείγματα της νεότερης ελληνικής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, που θα έπρεπε να προστατευθούν.

Με βάση την καθολικά αποδεκτή ανάγκη για αξιοποίηση και προστασία του υφιστάμενου κτιριακά αποθέματος είναι επιθυμητή η βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου. Πρέπει να αποφεύγονται οι χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες, αλλά παράλληλα πρέπει να υπάρχει μια περισσότερο συνολική οπτική επανάχρησης. Είναι βέβαιο ότι πολύπλοκες συχνά αντικρουόμενες διατάξεις και αρμοδιότητες δεν βοηθούν στην επίτευξη αυτού του στόχου. Οι νέες ρυθμίσεις εξασφαλίζουν ταχύτερη διεκπεραίωση, αλλά παραμένουν αποσπασματικές και δυνητικά επικίνδυνες για την προστασία μη κηρυγμένων κτισμάτων. Κατά συνέπεια, προκύπτει το επείγον αίτημα για μια συνολική, στοχευμένη και ιεραρχημένη ρύθμιση που θα αξιολογήσει σωστά τις παραμέτρους και θα επιδιώξει την δημιουργία κινήτρων για αναβίωση των ιστορικών συνόλων, καθώς η επίμονη σημερινή κρίση οδηγεί μαθηματικά στην εγκατάλειψη και την υποβάθμισή τους.

27.
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ

Οι συμπληγάδες μιας όψιμης (?) αντιπαλότητας
με θύμα την αρχιτεκτονική κληρονομιά!

19 03 2021


Οι ασάφειες του Αρχαιολογικού Νόμου (Ν.3028/02), η έλλειψη εναρμόνισής του με τις ισχυρότερες αυτού Διεθνείς Συμβάσεις (Συμβάσεις για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ευρώπης: Χάρτα της Βενετίας, Granada, σύμβαση της UNESCO κλπ ), η εσωστρέφεια της διοίκησης και των υπηρεσιών του ΥπΠΟΑ καθώς και η συχνά μονοδιάστατη προσέγγιση στο γνωστικό αντικείμενο της Προστασίας και Ανάδειξης της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς, έχουν ως αποτέλεσμα το στραγγαλισμό κάθε προσπάθειας «νέας αρχιτεκτονικής δημιουργίας» και την υποβάθμιση της σημασίας της Αρχιτεκτονικής που δημιουργεί σήμερα την Παράδοση για τις επερχόμενες γενιές.

Παράλληλα, οι γραφειοκρατικές εμπλοκές και παλινωδίες οδηγούν στην ταλαιπωρία, σε επιχειρηματική αβεβαιότητα, στην ακύρωση των επενδύσεων και, πολλές φορές, στον ευτελισμό των εμπλεκομένων μελετητών.

Ο συνδυασμός των παραπάνω, έχει ως αποτέλεσμα μια αποκαρδιωτική εικόνα για τον τόπο μας σε ότι αφορά στη σύγχρονη αρχιτεκτονική και στην προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, μιαν επίγευση τριτοκοσμικού – ολοκληρωτικού κράτους που αντιστρατεύεται στην ανάδειξη του χαρακτήρα, της ταυτότητας, του genius loci (πνεύμα του τόπου) υπερασπιζόμενο επιλεκτικά στοιχεία μιας φυσιογνωμίας και συχνά (παρα)βιάζει βασικές αρχές τεκμηρίωσης μιας σύγχρονης ολιστικής προσέγγισης του ενσωματωμένου στον τόπο και στο χρόνο σχεδιασμού.

Εμμονικές απόψεις των υπηρεσιών του ΥπΠΟΑ σε ότι αφορά στην ένταξη και ενσωμάτωση των κατασκευών στο πολιτιστικό περιβάλλον, απόψεις που δεν βασίζονται σε κανόνες και αρχές της αρχιτεκτονικής ως επιστήμης και αγνοούν συστηματικά τις διεθνείς συμβάσεις, επιβάλλουν πεισματικά την επανάληψη, το μιμητισμό, την απαξίωση έως και «εξαφάνιση» της σύγχρονης δημιουργίας, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της αρχιτεκτονικής αξίας ως δυναμικού στοιχείου της πολιτιστικής κληρονομιάς στο υλικό και άϋλο ανθρωπογενές περιβάλλον.

Από το πλέγμα των συνεπειών αυτής της πραγματικότητας, εστιάζουμε στη διαφαινόμενη και διαπιστωμένη εγκατάλειψη, κατάρρευση και, συχνά, εξαφάνιση εξαίρετων δειγμάτων της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και, παράλληλα, στην αδυναμία άρθρωσης τεκμηριωμένης αρχιτεκτονικής έκφρασης. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που η ψευδεπίγραφη προστασία οδηγεί στην αυθαίρετη δόμηση και επέμβαση.

Η Αρχιτεκτονική εξελίσσεται με συνθετικές αρχές και τυπολογικούς κανόνες, αφαιρετικά δηλαδή τυπολογικά στοιχεία που δεν αντιγράφονται αλλά «μεταγράφονται» σε αρχιτεκτονική μορφή στον αντίποδα των εικονιστικών μορφολογικών «επιλογών» που συνήθως επικρατούν μέσα από στείρες μιμητικές επιλογές. Οι τυπολογικοί κανόνες δεν εμποδίζουν την εξέλιξη της φυσιογνωμίας του τόπου, εξέλιξη που αποτελεί και το μόνο τρόπο σεβασμού του χαρακτήρα του και αξιοποίησης των χωρικών και αρχιτεκτονικών στοιχείων που έχει επιτύχει στην ιστορική του διαδρομή. Ο αυστηρός, συνεπής και αποτελεσματικός έλεγχος τόσο στην αδειοδότηση των έργων, όσο και στην υλοποίησή τους είναι επαρκής συνθήκη για την διαφύλαξη του χαρακτήρα/ ταυτότητας του τόπου.

Κάθε πρόταση που ενσωματώνεται σε μια περιοχή, προστατευόμενη ή όχι, πρέπει να τεκμηριώνεται με όρους αρχιτεκτονικής σύνθεσης ανεξάρτητα αν η πρόθεση είναι μιμητική (ακόμα και τότε, αναγκαστικά και αναπόφευκτα θα περιέχει και διαφοροποιήσεις γιατί δε θα είναι αυθεντική) ή πρόθεση διαφοροποίησης (που εξίσου αναγκαστικά και αναπόφευκτα θα περιέχει στοιχεία μίμησης αφού οφείλει η διαφοροποίηση που επιχειρεί να μην είναι άκριτη αλλά συσχετισμένη με τον οικισμό/τόπο/τοπίο που αναφέρεται).

Όλες ανεξαιρέτως οι αρχιτεκτονικές προτάσεις διαφοροποιούνται, στον ένα ή άλλο βαθμό και με τον ένα ή άλλο τρόπο. Αν αποτελούν πιστά αντίγραφα (ίδιες μορφές, ίδια υλικά, ίδια χρώματα, κλπ) τότε αντιβαίνουν στην Χάρτα της Βενετίας (περί κιβδηλίας) και σε όλους του νόμους περί Προστασίας της Κληρονομιάς που αναφέρουν ρητά ότι έχουν βασιστεί σε αυτήν (πχ Granada, Nara). Διασφαλίζεται έτσι το «δικαίωμα στη δημιουργία» της Αρχιτεκτονικής, των αρχιτεκτόνων και της κοινωνίας που εκφράζουν, άρα του έννομου συμφέροντος της κοινωνίας και του δικαιώματός της να υπάρχει στον τόπο της που θα αναπτύσσεται/εξελίσσεται αυθεντικά χωρίς μασκαρέματα, παγώματα και πειράματα ταρίχευσης.

Η προάσπιση και ανάδειξη του διαχρονικού χαρακτήρα της αρχιτεκτονικής ως ζωντανού στοιχείου της πολιτιστικής μας ταυτότητας και η διασφάλιση της πληρότητας της τεκμηρίωσης (συνθετικές αρχές, ολοκληρωμένη ένταξη – ενσωμάτωση) της σύγχρονης αρχιτεκτονικής δημιουργίας, ώστε να αποτελέσει την αρχιτεκτονική κληρονομιά του μέλλοντος, αποτελούν τα βασικά ζητούμενα μιας παρέμβασης που προσδιορίζει τις δυσλειτουργίες και προτείνει, ώστε να αποκατασταθούν οι χρόνιες αδυναμίες που αποθαρρύνουν κάθε δημιουργική προσπάθεια σε αυτόν τον τομέα του Πολιτισμού.

Στην προσπάθεια αυτή παρατηρούνται δυσλειτουργίες και προβλήματα όπως : προβλήματα ισχύοντος νομικού πλαισίου και αστοχίες ερμηνείας και εφαρμογής του, προβλήματα θεσμικού πλαισίου περί χωρικών αρμοδιοτήτων και αντικειμένου Προστασίας, προβλήματα διαδικασιών εγκρίσεων και κατανομής των αρμοδιοτήτων με βάση την εξειδίκευση του γνωστικού αντικειμένου και προβλήματα εφαρμογής των αρχών του ολοκληρωμένου Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού και υλοποίησης των αποτελεσμάτων του.

Μέχρι σήμερα η πολιτεία δεν έχει ρυθμίσει θέματα αρμοδιοτήτων και σαφών διαδικασιών μεταξύ των εμπλεκόμενων υπηρεσιών των Υπουργείων ΥΠΕΝ και ΥπΠΟΑ.

Επίσης, η έλλειψη πλήρους θεσμικής κατοχύρωσης των όρων «Προστασία» και «Δημιουργία» εξακολουθεί να συντηρεί μια συγκρουσιακή κατάσταση που έχει παγιωθεί μεταξύ των μελετητών και των υπηρεσιών.
Τέλος, εκκρεμούν θέματα όπως η συγκρότηση κατάλληλων γνωμοδοτικών και εγκριτικών οργάνων και υπηρεσιών που σήμερα ολοκληρώνουν το έργο τους σε χρόνους απαγορευτικούς και ανασταλτικούς στον όποιο προγραμματισμό και σχεδιασμό.

Ο νομοθέτης έχει σταθμίσει το δημόσιο συμφέρον, έχει ορίσει σαφώς τις προϋποθέσεις, για τις οποίες απαιτείται έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού. Σε αυτές δεν συμπεριλαμβάνονται περιοχές που δεν αποτελούν κηρυγμένους αρχαιολογικούς χώρους και ιστορικούς τόπους.

Σύμφωνα με τον Ν.3028/2002 , έγκριση ΥπΠΟΑ λοιπόν απαιτείται μόνο σε περιοχές που αποτελούν κηρυγμένους αρχαιολογικούς χώρους και ιστορικούς τόπους. Παρ’ όλ’ αυτά, πληθώρα εγγράφων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αθηνών της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού & Αθλητισμού ζητούν από τις εκάστοτε ΥΔΟΜ των Δήμων προηγούμενη έγκριση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας σε περιοχές εκτός των κηρυγμένων αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων. Αντίστοιχα θέματα προκύπτουν με τις αρμοδιότητες και τους ελέγχους των υπηρεσιών της Εφορείας Νεωτέρων που επεκτείνονται διαρκώς θεματικά και γεωγραφικά κρίνοντας αρχιτεκτονικές μελέτες με έωλες διαδικασίες και, συχνά, αδιαφανή κριτήρια και χρονικές προτεραιότητες.

Η συνεχιζόμενη αυτή κατάσταση, δημιουργεί πέραν των άλλων και «πολιτιστικά θύματα» με την απώλεια σημαντικών στοιχείων της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς , πρέπει άμεσα να αποφασιστούν:
  1. Τροποποίηση αρχαιολογικού νόμου με βάση τις αρχές των Διεθνών Συμβάσεων (πχ αρχαία/ νεώτερα) και τις ανάγκες ενσωμάτωσής του με την περιβαλλοντική και πολεοδομική νομοθεσία
  2. Καθορισμός χωρικών περιοχών αρμοδιότητας ελέγχου
  3. Καθορισμός αντικειμένου προστασίας
  4. Κατάργηση εγκυκλίων που επιτάσσουν αντιεπιστημονικές διαδικασίες
  5. Κατανομή εγκρίσεων και ελέγχων με βάση το γνωστικό αντικείμενο
  6. Καθορισμός του τρόπου ανάθεσης, παρακολούθησης και εποπτείας των έργων.
Η Αρχιτεκτονική Κληρονομιά δημιουργείται με κάθε έργο που, σε οποιαδήποτε κλίμακα, εντάσσεται στο υπάρχον πολιτισμικό και φυσικό περιβάλλον. Η αρχιτεκτονική δημιουργία, η ποιότητα των κατασκευών, η αρμονική ένταξή τους στο περιβάλλον, ο σεβασμός των φυσικών και αστικών τοπίων, καθώς και της κοινής και ιδιωτικής κληρονομιάς αποτελούν δημόσιο συμφέρον (παρ. 27 του προοιμίου της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου).
Κατ’ εφαρμογή των παραπάνω, τα Συμβούλια Αρχιτεκτονικής (ΣΑ) αναλαμβάνουν την υποχρέωση της προστασίας του τοπίου, της ένταξης και ενσωμάτωσης των κατασκευών στον αναπτυξιακό σχεδιασμό και το πολιτιστικό περιβάλλον. Δυστυχώς, οι παραπάνω αρχές δεν έχουν ενσωματωθεί στον Αρχαιολογικό Νόμο με βάση τον οποίο ελέγχουν οι υπηρεσίες του ΥπΠΟΑ τις Αρχιτεκτονικές Μελέτες οδηγώντας συχνά στην υποστολή του επιστημονικού λόγου σε επιταγές αντίθετες με την επιστημονική συνείδηση (όπως μορφολογικούς κανόνες, τυποποίηση και εμπορευματοποίηση της δόμησης).

Όσο σημαντικός είναι ο κίνδυνος την άκριτης δόμησης, δηλαδή της δόμησης που δε σχετίζεται με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τόπου στον οποίο αφορά, αντίστοιχα σημαντικός είναι και ο κίνδυνος της δόμησης που, εξίσου άκριτα και ανιστόρητα, επαναλαμβάνει μορφολογικά στοιχεία του παρελθόντος σε μια εποχή όπου οι συνθήκες κατοίκησης και το συνολικό πολιτισμικό πλαίσιο έχει αλλάξει,

Σε αυτές τις αρχές είναι βασισμένα τα ζητούμενα της τεκμηρίωσης των θεμάτων που συζητούνται στα ΣΑ και ο επιστημονικός διάλογος που αφορά στην Αρχιτεκτονική, ο οποίος περιλαμβάνει τον καθορισμό των όρων της παρέμβασης και κρίνει ολοκληρωμένες συνθετικές επιλογές, αποτελεί αποκλειστικό τους αντικείμενο. Η εμπλοκή πολλαπλών υπηρεσιών διαφορετικών υπουργείων στην παραπάνω διαδικασία, δημιουργεί συγκρουσιακό περιβάλλον μεταξύ των υπηρεσιών του δημοσίου, των ελεύθερων επαγγελματιών μηχανικών αλλά και των απλών πολιτών. Η αναζήτηση διεξόδου είναι επίκαιρη αλλά και επιβεβλημένη.

Οι αρχιτέκτονες

Δημήτρης Λεβέντης
Γιώργος Μαδεμοχωρίτης
Μαρία Φραντζή       
        

26.
Ο ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΣ ΦΑΤΟΥΡΟΣ (1928-2020)

του Νίκου Καλογήρου, Οµότιµου καθηγητή,
Τµήµα Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ
26 01 2021

(Δημοσιεύθηκε σε σχετικό αφιέρωμα-πορτρέτο, που φιλοξένησε το πρόσφατο τεύχος του περιοδικού «Θεσσαλονικέων Πόλις» (74/Δεκέμβριος 2020), το οποίο εκδίδεται από την Πολιτιστική Εταιρεία Β. Ελλάδος.)



Ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή µε τη διδαχή και το έργο του Δηµήτρη Φατούρου ως φοιτητής στο Τµήµα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ, στα δύσκολα χρόνια της δικτατορίας. Στο µικροπεριβάλλον του Τµήµατος είχε σταδιακά ανθήσει µια γόνιµη όαση παιδείας και στοχασµού, που οφειλόταν στη συνύπαρξη φωτισµένων δασκάλων και ανήσυχων φοιτητών. Ο ρόλος του Φατούρου στη λειτουργία αυτής της νησίδας προβληµατισµού και δηµιουργίας ήταν πρωταγωνιστικός.

Είχε ξεκινήσει το δικό του ταξίδι στην αρχιτεκτονική στην Αθήνα στο ΕΜΠ µε δασκάλους τον Π. Μιχελή, τον Δ. Πικιώνη και τον Ν. Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Ως νέος αρχιτέκτονας διεύρυνε τους ορίζοντες της δηµιουργίας µε εικαστικές, σχεδιαστικές, κατασκευαστικές δράσεις, αλλά και µε γενικότερους στοχασµούς, φιλοσοφικούς και πολιτικούς, στο πλαίσιο της γεωιστορικής ατµόσφαιρας της µετεµφυλιακής Ελλάδας.

Από το 1959 εγκαταστάθηκε, ως µέτοικος, στη Θεσσαλονίκη για να διδάξει αρχιτεκτονική στο νεοιδρυµένο Τµήµα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής, στο καινοτόµο Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο. Η επιλογή της Θεσσαλονίκης, µακριά από την Αθήνα, το µοναδικό επίκεντρο των αποφάσεων στη σύγχρονη Ελλάδα, εµπεριείχε τον κίνδυνο µικρότερης προβολής και αναγνώρισης του έργου του. Ωστόσο, ο Δηµήτρης Φατούρος κατάφερε να συντονιστεί µε το λανθάνον κοσµοπολίτικο παρελθόν της πολυπολιτισµικής Θεσσαλονίκης και να συµβάλλει στην πολιτισµική αναβίωση της παρουσίας ενός αστικού κέντρου, που λειτουργεί διαχρονικά ως λιµάνι και ως σταυροδρόµι µεταξύ ανατολής και δύσης. Ο τίτλος του µεταγενέστερου βιβλίου του µε τίτλο «Θεσσαλονίκη: Επιβίωση ή Μεγάλη Πόλη» (1993) ήταν εύγλωττος, καθώς εκεί επιχειρήθηκε µια ανάγνωση, αλλά και µια αναζήτηση της προοπτικής της πόλης σε σχέση µε τη φυσική της γεωγραφία και το ιδιαίτερο ύφος της.

Μετά τη µετάβαση στη Θεσσαλονίκη, ή συνθετική ταυτότητα του σχεδιασµένου και υλοποιηµένου έργου του Φατούρου εµπλουτίστηκε µε πολυσήµαντες υποστάσεις. Στα νεανικά του έργα εµφανιζόταν ήδη µε δυναµικό µοντερνιστικό λεξιλόγιο (Κολυµβητήριο Σχολής Ναυτικών Δοκίµων, 1958), εντάσσοντας, παράλληλα, τοπικές αναφορές (κατοικίες στη Σαλαµίνα, 1953, Μαρκόπουλο, 1955 και Βάρκιζα, 1960), που απηχούσαν αφαιρετικά τις διδαχές του Πικιώνη.

Από τις ώριµες φάσεις του έργου του ξεχωρίζω τη µοναδική ακολουθία ιδανικών κατοικιών, έργων µικρής κλίµακας, που αναδεικνύουν τις πρωταρχικές αρχές της αρχιτεκτονικής, συνδιαλεγόµενες µε τον τόπο και το περιβάλλον. Η κατοικία Καζάζη στο Πανόραµα (1962-1964) ήταν σηµαντικός σταθµός, καθώς η κεντρική συνθετική ιδέα απηχούσε τις υπό διαµόρφωση προσεγγίσεις του αρχιτέκτονα για ένα συντακτικό των προτύπων γεωµετρικής οργάνωσης του χώρου. Την επόµενη δεκαετία, στη µικρή εξοχική κατοικία στην Περιστέρα της Χαλκιδικής (1971), ενσωµατώθηκαν µε οργανικό τρόπο οι αρθρώσεις κλειστών και ηµιυπαίθριων χώρων σε µια φαινοµενικά καθηµερινή λαϊκότροπη προσέγγιση. Στις ακόλουθες µονοκατοικίες της Λήµνου (1986-1988), της Κιµώλου (1989, παραλλαγές-προτάσεις 4 και 5) και της Αίγινας (1996-1997), η συνθετική οργανικότητα οδηγήθηκε στο µεταίχµιο µιας πορείας προς το διαχρονικό και διατοπικό που ενσωµάτωνε επεξεργασµένες συνιστώσες του φυσικού πεδίου και της αδρής καθηµερινής κατασκευής. Ακόµη, στην ειδική περίπτωση της κατοικίας στην Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης (1988-1990), η τοµή και η διαπλοκή των όγκων επικράτησαν στη χωρική οργάνωση, όπου απουσίαζε κάθε τυποποίηση, ενώ η µορφολογική συγκρότηση επανερµήνευσε δηµιουργικά τη διατεταγµένη αρχιτεκτονική που επιβάλλεται στον οικισµό.

Σε έργα δηµόσιας αρχιτεκτονικής, η εξελικτική πορεία του σταδιακά κινήθηκε προς µιαν οργανική ανθρωποκεντρική προσέγγιση. Αρχικά, η έµφαση δόθηκε στην ανάδειξη των δοµικών καννάβων και της διαλεκτικής τυπολογίας αιθρίων – κλειστών χώρων: Εθνική Πινακοθήκη (1958), Αρχαιολογικά Μουσεία Καβάλας (1962), Φιλίππων (1963) και Γυµνάσιο Λαγκαδά (1965-1968, µε τις οκταγωνικές τάξεις-κυψέλες). Στη συνέχεια οι ευαίσθητες παρεµβάσεις στο τοπίο µε τα νερά, στην αστική περιοχή της Δράµας (1982-1987) και στο Κέντρο του Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου στη Θεσσαλονίκη (1982-1985) µε τις αναφορές στον µεσογειακό αστικό σχεδιασµό, εξέφραζαν στο χώρο τις αρχές της κοινωνίας των πολιτών, αποστασιοποιούµενες από την ιδρυµατικότητα και την επισηµότητα.

Η συλλογή των συνθετικών προσεγγίσεων του Φατούρου µπορεί να θεωρηθεί ως ακολουθία πρότυπων έργων, που εικονογραφούν την χαρακτηριστική αλλαγή παραδείγµατος στη νεοελληνική αρχιτεκτονική, ενταγµένη σε µιαν απόπειρα διαλεκτικής υπέρβασης του διλήµµατος µεταξύ τοπικότητας και παγκοσµιότητας που απασχόλησε ιδιαίτερα τη γενιά του. Τα έργα του ήταν ενταγµένα αρχικά στην εναλλακτική οπτική του µεταπολεµικού µοντερνισµού, όπως εκφράζονταν από το κίνηµα των Team X. Παρέµειναν ανθρωποκεντρικά, προσεγγίζοντας στην όψιµη φάση και στις µετανεωτερικές αµφισβητήσεις, που εκφράστηκαν εδώ µε ιδιαίτερη διακριτικότητα και κριτική προσέγγιση. Ήταν ιδιαίτερα εύστοχη η κριτική του στις πρόσφατες προσεγγίσεις των αρχιτεκτόνων αστέρων που χαρακτηρίστηκαν από το δάσκαλο, ως σχεδιαστικές «υπερεκφράσεις».

Στην αλλαγή παραδείγµατος στο έργο του συνέβαλλε το διαρκές ερευνητικό κα εργαστηριακό έργο του. Ο Φατούρος, αν και καθηγητής στο συνθετικό τοµέα, δεν εντασσόταν στην τυπική περίπτωση του επαγγελµατία αρχιτέκτονα µε οργανωµένο γραφείο. Οι πολλαπλές προσεγγίσεις του, αρχικά εικαστικές, εξελίχθηκαν γρήγορα σε στοχαστικές προσεγγίσεις µε κείµενα και σκαριφήµατα. Η αφαιρετική γραφή του εµπεριείχε ταυτόχρονα συστηµατικές αναλύσεις και ποιητικές εκφάνσεις. Προϊόν µιας διαρκώς διευρυνόµενης παιδείας, εκφράστηκαν µε «Μαθήµατα Συστηµατικής Θεωρίας της Αρχιτεκτονικής» (1971), που αναζητούσαν «Ένα Συντακτικό της Αρχιτεκτονικής Σύνθεσης» (1995) και εξελίχθηκαν προς ένα βιωµατικό «Ίχνος Χρόνου» (2009), απαντώντας στο πρωταρχικό ερώτηµα που ο ίδιος έθετε: «Τι σχεδιάζει η Αρχιτεκτονική» σε σύγκριση µε την ποίηση που ίσως «εγγράφει κείµενα» και τη ζωγραφική που αποτυπώνει «χειρονοµίες προθέσεων ή ερωτήσεων». Τα σχόλια και οι προβληµατισµοί του διατυπώθηκαν όχι µόνο στο πλαίσιο της διδασκαλίας, αλλά και της επίκαιρης συγκυρίας µε τη µορφή σηµειώσεων και επιφυλλίδων, έκφρασης πολιτικών θέσεων, κοινωνικών διαντιδράσεων. Ανταποκρίνονταν στις θεάσεις ενός προσεκτικού και ενήµερου παρατηρητή, που διατηρούσε πλήρη εποπτεία στο ευρύ πεδίο του πολιτισµού, συµµετέχοντας ενεργά στη διαµόρφωση, όχι µόνο της αρχιτεκτονικής, αλλά και του ευρύτερου πλαισίου της ζωής των πολιτών στο σύγχρονο κόσµο.

Σύµφυτη µε την ερευνητική–διδακτική και στοχαστική παρουσία του ήταν η συµµετοχή του στα κοινά. Ο πολίτης Φατούρος, ως πρύτανης του ΑΠΘ, Γενικός Διευθυντής Ανώτατης Εκπαίδευσης, υπουργός Παιδείας και υποψήφιος δήµαρχος Θεσσαλονίκης, συµµετείχε σε δράσεις και πρωτοβουλίες που επιδίωκαν µιαν ουσιαστική συµβολή στη δύσκολη εκπαιδευτική µεταρρύθµιση, αλλά και ευρύτερα στις προοπτικές εκσυγχρονισµού της διαχείρισης της πόλης και της κοινωνίας των πολιτών. Εντασσόταν ευδιάκριτα στον προοδευτικό χώρο, αν και δύσκολα θα µπορούσε να χαρακτηριστεί η παρουσία του ως κοµµατική. Πάντα αναζητούσε τις ευρύτερες συναινέσεις και το διάλογο, χωρίς, ωστόσο, να αποφεύγει τις αντιπαραθέσεις, όταν η κατάσταση των πραγµάτων ή η συγκυρία το επέβαλε. Η φυσική του ανεκτικότητα και η διαλεκτική του στάση συνδυάζονταν µε µιαν υποφώσκουσα αυστηρότητα και εµµονή στην αριστεία.

Από τα αδροµερή και αποσπασµατικά µου σχόλια για την παρουσία του δασκάλου και στη συνέχεια συναδέλφου Μίµη Φατούρου, ελπίζω ότι τεκµηριώνεται ο χαρακτηρισµός του ως πολύτροπου και ανήσυχου flâneur-περιηγητή, µε την ποιητική έννοια του Οµήρου και του Baudelaire, ο οποίος «πολλών ίδεν άστεα και νόον έγνω». Από το πολυσχιδές έργο του, εκείνο που µου είναι περισσότερο οικείο και, κατά τη γνώµη µου, ιδιαίτερα σηµαντικό, ήταν η συµβολή του στην ανακατεύθυνση της αρχιτεκτονικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Ειδικότερα, στο τµήµα µας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο, µε την εµβληµατική παρουσία του Φατούρου και µιας οµάδας δηµιουργικών καθηγητών και συνεργατών, διαµορφώθηκε µια ευδιάκριτη ταυτότητα, που αναζήτησε ευφάνταστες και εναλλακτικές προσεγγίσεις της διδακτικής και της έρευνας της Αρχιτεκτονικής. Οι επίγονοι, στους οποίους ανήκω, ανέλαβαν τη συνέχιση αυτού του ανοιχτού έργου αναζήτησης, διδασκαλίας και σύνθεσης. Εκτιµώ ότι, µέσα στους παρόντες εξαιρετικά δυσµενείς καιρούς, η ιδιαιτερότητα της σχολής της Θεσσαλονίκης παραµένει ορατή σε δράσεις της νεότερης γενιάς που εµφανίζουν ταυτόχρονα πνευµατικές συνέχειες και καινοτοµίες.

Η πολύτροπη προσέγγιση και διδαχή του Δηµήτρη Φατούρου ανάδειξε τη σύζευξη οικουµενικών, ιστορικών και τοπικών παραµέτρων στη σύλληψη της διαχρονικής αντίληψης, βίωσης και διαρκούς ανασχεδίασης του χώρου που µας περιβάλλει.

Νίκος Καλογήρου,
Οµότιµος καθηγητής, Τµήµα Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ


25.
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΔΣ ΣΑΔΑΣ ΜΕ ΘΕΜΑ:
ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΕΓΑΛΟ ΠΕΡΙΠΑΤΟ

ΑΠ 65913
Αθήνα 10 Ιουνίου 2020

Προς:
Δήμαρχο Αθηναίων, κο Κώστα Μπακογιάννη
Λιοσίων 22, 10438 Αθήνα

Θέμα: Οι θέσεις του ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ για τον ‘’Μεγάλο Περίπατο‘’ –
‘’Ο Μεγάλος Περίπατος της Αθήνας και όχι μόνο‘’

Αξιότιμε κύριε Δήμαρχε,

Στη συνεδρίαση του ΔΣ του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών – Πανελλήνιας Ένωσης Αρχιτεκτόνων (ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ) στις 19 Μαΐου 2020, αποφασίστηκε να επιδιώξουμε την επικοινωνία μαζί σας, με σκοπό την ενημέρωσή μας για τις όποιες παρεμβάσεις έχουν εξαγγελθεί ή/και έχουν πρόσφατα υλοποιηθεί στον πολεοδομικό ιστό της πόλης των Αθηνών.

Κατά την υποβολή του σχετικού αιτήματος, πέραν της δήλωσης διαθεσιμότητάς σας για την παροχή κάθε πληροφορίας, προτείνατε να συμμετέχετε ο ίδιος στο αμέσως επόμενο Συμβούλιό μας, πράγμα που έγινε αποδεκτό.

Την Τρίτη 26 Μαΐου 2020 στις 19:30, μέσω τηλεδιάσκεψης με το ΔΣ του ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ, απαντήσατε σε ερωτήματα που έθεσαν τα μέλη του Συμβουλίου, εκφράζοντας τη διάθεσή σας για συνεργασία και συνεννόηση με την κοινότητα των Αρχιτεκτόνων, που θεσμικά εκπροσωπείται από την Πανελλήνια Ένωση Αρχιτεκτόνων, μέσα από προβλεπόμενες και θεσμοθετημένες διαδικασίες. 

Στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης τα μέλη του ΔΣ του ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ διατύπωσαν τις απόψεις του Συλλόγου όπως αυτές αναφέρονται συνοπτικά παρακάτω: 

Η οποιαδήποτε παρέμβαση στον Δημόσιο Χώρο, στοχεύοντας στη βελτίωση του Κοινωνικού, Περιβαλλοντικού και Πολιτισμικού / Αρχιτεκτονικού πλαισίου ζωής του κέντρου της Αθήνας, προϋποθέτει την ενσωμάτωση σε ένα αντίστοιχο Χωροταξικό και Πολεοδομικό πλαίσιο. Επιπλέον, οφείλει να εξασφαλίζει τη μέγιστη δυνατή συναίνεση, διαφάνεια και σεβασμό στις θεσμικές διαδικασίες, προκειμένου να ανταποκρίνεται στις σημερινές κοινωνικές συνθήκες, όπως έχουν διαμορφωθεί με την έξαρση της παραβατικότητας, της εγκληματικότητας, της υποαπασχόλησης, της περιβαλλοντικής ρύπανσης, αλλά και της κυκλοφοριακής συμφόρησης.

Η εξυπηρέτηση των παραπάνω προϋποθέσεων αποτελεί οδηγό των προτάσεων του ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ για την επιτυχία του εγχειρήματος, με καταλυτικό στοιχείο την εφαρμογή της νομοθεσίας περί Αρχιτεκτονικών Διαγωνισμών.

Αξιότιμε κύριε Δήμαρχε,

Στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένου ότι η δημιουργία ενός «Μεγάλου Περιπάτου» επηρεάζει καθοριστικά το Ιστορικό Κέντρο της Αθήνας και όχι μόνο, ο ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ μεταξύ των άλλων προτείνει την προκήρυξη ενός Αρχιτεκτονικού – Πολεοδομικού Διαγωνισμού Ιδεών για το σύνολο της παρέμβασης, που θα επικαιροποιήσει, αξιοποιώντας δημιουργικά και με συνθήκες διαφάνειας, τον πλούτο του υπάρχοντος ήδη μελετητικού υποβάθρου, Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού.

Οι τρεις βραβευμένες προτάσεις που θα προκύψουν από τον Διαγωνισμό, θα αποτελέσουν τον πυρήνα των κατευθύνσεων για την προκήρυξη των όποιων επιμέρους Αρχιτεκτονικών Διαγωνισμών Προσχεδίων απαιτηθούν, με στόχο τη σταδιακή υλοποίηση του «Μεγάλου Περιπάτου». Επίσης, θα δώσουν τις κατευθύνσεις για τον σχεδιασμό των επιμέρους κυκλοφοριακών ρυθμίσεων, σε συνδυασμό με τις προτάσεις που έχει ήδη επεξεργαστεί η επιστημονική ομάδα του ΕΜΠ, αλλά και τη δυνατότητα της άμεσης υλοποίησης όποιων Αρχιτεκτονικών Διαγωνισμών έχουν ήδη ολοκληρωθεί, όπως οι της Λεωφόρου Όλγας, της πλατείας Θεάτρου κλπ. 

Η αποδοχή της πρότασης του ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ εξασφαλίζει την απαιτούμενη θεσμικά και επιστημονικά διαφανή διαδικασία σχεδιασμού και θα συμβάλλει στην αδιαμφισβήτητη κοινωνική αποδοχή της, όπως έγινε σε σημαντικά αντίστοιχα διεθνή παραδείγματα: το Κέντρο Defence στο Παρίσι, τις περιοχές της Potsdam strasse και του Γερμανικού Κοινοβουλίου στο Βερολίνο, το Ιστορικό Κέντρο των Τιράνων, το λιμάνι της Βαρκελώνης, την Curitiba της Βραζιλίας, την περιοχή Docklands στο Λονδίνο, την πόλη των επιστημών στο Κάιρο και πάρα πολλά ακόμα.

Σε συνέχεια και σε εφαρμογή των παραπάνω, ο ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ προτίθεται να συμβάλλει ουσιαστικά στις προθέσεις του Δήμου σας, με συνεχή συνεργασία, συμμετοχή και συμβολή στις επιτροπές προκήρυξης των παραπάνω Αρχιτεκτονικών Διαγωνισμών, ώστε οι διαδικασίες να ολοκληρωθούν σύντομα, εξασφαλίζοντας επάρκεια επιστημονική και ένα άρτιο συνθετικά αποτέλεσμα.

Η παρουσία σας στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ ήταν μια σημαντική ευκαιρία δημιουργικού διαλόγου, που θα είναι καλό να αξιοποιηθεί από όλες τις πλευρές και να συνεχιστεί στα πλαίσια μιας προσπάθειας δημιουργίας ενός διαύλου επικοινωνίας μεταξύ του Συλλόγου των Αρχιτεκτόνων και της Δημοτικής Αρχής, με παρεμβάσεις, προτάσεις και συνεργασία που θα συμβάλει στο κοινωνικό συμφέρον και θα αναδείξει τον ρόλο και τη σημασία της Αρχιτεκτονικής και του Αρχιτέκτονα στη διαμόρφωση του περιβάλλοντος ζωής της πόλης. Η επικοινωνία και συνεργασία αυτή, σε θέματα που άπτονται του Σχεδιασμού και της Οργάνωσης του Χώρου, μόνο θετικά αποτελέσματα θα μπορούσε να προσφέρει σε μια πολυτραυματισμένη πόλη και σε μια κοινωνία που προσπαθεί να ισορροπήσει στις σύγχρονες συνθήκες ενός συνεχώς μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος.

Η υλοποίηση της σταθερής, οργανωμένης και ειλικρινούς συνεργασίας αυτής, μεταξύ της Δημοτικής Αρχής και του ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ, είναι το επόμενο βήμα που θα επιβεβαιώσει ή θα διαψεύσει όσα θετικά στοιχεία καταγράφηκαν στα πλαίσια του ΔΣ της 26ης Μαΐου 2020.

Αν η τήρηση των θεσμοθετημένων διαδικασιών και κανόνων, η προστασία του περιβάλλοντος, η λειτουργική και αισθητική αναβάθμιση στον χώρο, ο σεβασμός των στοιχείων ποιότητας στα φυσικά και ανθρωπογενή αστικά τοπία, η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, είναι κοινός τόπος, θα πρέπει να το αναδεικνύουμε και να το αποδεικνύουμε με την αντίστοιχη οργάνωση των παρεμβάσεων.

Για τον ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ, τα παραπάνω αποτελούν τον ορισμό του Δημοσίου Συμφέροντος.


Με εκτίμηση,
Για το Διοικητικό Συμβούλιο ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ
Ο Πρόεδρος 

 Δημήτρης Ξυνομιλάκης



24.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΖΙΡΤΖΙΛΑΚΗΣ: 
ΑΝΑΨΗΛΑΦΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΑΡΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ 

κείμενο που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ στις 02 Μαίου 2016 (Βιβλιοδρόμιο) και γράφτηκε με αφορμή τον τιμητικό τόμο για τον Άρη Κωνσταντινίδη. Μία έκδοση που επιμελήθηκε η Ντίνα Βαΐου για την σειρά "Πρόσωπα άξια τιμής" του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων (03 05 2020)





Ο καλός φίλος Δημήτρης Δουλγερίδης μου έδωσε πριν μερικούς μήνες να σχολιάσω την έκδοση του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων για τον Άρη Κωνσταντινίδη. Αυτό μ' έκανε να επανέλθω στον αρχιτέκτονα που κατόρθωσε περισσότερο απ' οποιονδήποτε άλλο να περάσει το έργο του μέσα στο συλλογικό μας φαντασιακό, διεκδικώντας ένα είδος μυστικής εποπτείας με τα σχετικά παρεπόμενα. Κι όμως, η νεωτερική "μηχανή των βιβλίων" του είναι κάτι που δεν έχουμε αποτιμήσει ακόμη ικανοποιητικά. Τα υπόλοιπα στα  ΝΕΑ (2-5-2020). 
Γιώργος Τζιρτζιλάκης


Η αντίληψη της γραφής ως κατασκευής και το ειρωνικό βλέμμα του σημαντικού αρχιτέκτονα για την ελληνική συνθήκη συμπεριλαμβάνονται στη συλλογική έκδοση του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων

Ο Άρης Κωσνταντινίδης δεν είναι μόνο ένας από τους πιο γνωστούς αρχιτέκτονες του ελληνικού 20ου αιώνα αλλά και μια μεγάλη προσωπικότητα. Όχι γιατί το λέει το σινάφι του ή ορισμένοι καλλιεργημένοι ιστορικοί και ευαίσθητοι ερευνητές αλλά γιατί κατόρθωσε να περάσει το έργο του μέσα στο συλλογικό φαντασιακό. Υπάρχουν γενιές ολόκληρες που φαντάζονται το ελληνικό τοπίο διυλίζοντάς το μέσα από το έργο του. 

O Άρης Κωνσταντινίδης στο ατελιέ της συζύγου του Ναταλίας Μελά

Κι όμως ο αρχιτέκτονας για τον οποίο γράφτηκαν πολυάριθμα δημοσιεύματα (στην Ελλάδα και στο εξωτερικό) και πολλοί αυτοανακηρύσσονται «μαθητές» ή «ερμηνευτές» του, έδωσε δραματικό και απότομο τέλος στη ζωή του το Σεπτέμβριο του 1993. Κι αυτό δεν είναι κάτι που προσπερνάει κανείς αδιάφορα.

Τα διάσημα «Ξενία» που μελέτησε, καθώς και ολόκληρο το έργο που επιτέλεσε στον ΕΟΤ ως προϊστάμενος της υπηρεσίας μελετών από το 1958 έως το 1978 –με εξαίρεση την παραίτησή του τα χρόνια της δικτατορίας- θεωρούνται ακόμη σήμερα ο πιο ισχυρός δείκτης, το καλύτερο brand της σύγχρονης ελληνικής ταυτότητας. Κι αυτό επειδή συμφιλιώνουν με έναν ιδιαίτερο τρόπο το τοπικό με το διεθνές. Ό,τι δηλαδή διεκδικούμε μάλλον αμήχανα και συγκεχυμένα ξανά σήμερα. 

Εντούτοις, τα «Ξενία» παραμένουν εγκαταλελειμμένα, αποσαρθρωμένα, λείψανα μιας νοσταλγίας αλλά προπάντων δείγμα μιας κοινωνίας και μιας πολιτείας στην οποία η εξιδανίκευση και η απαξίωση, ο θαυμασμός και η αδιαφορία όχι μόνο συνυπάρχουν αλλά εναλλάσσονται ανενδοίαστα κατά περίπτωση. Αυτό μπορεί να είναι κάτι με το οποίο σε μια εποχή όπου η επιθυμία της θετικότητας πλεονάζει, αποφεύγουμε να αναμετρηθούμε. Ωστόσο, η γκροτέσκα αυτή αμφιρρέπεια, που βρίσκεται εγκατεστημένη στον στρεβλό πυρήνα της ελληνικής νεωτερικότητας, δεν μπόρεσε να αφήσει ανεπηρέαστη την προσωπικότητα του Κωνσταντινίδη, συμβάλλοντας στη συγκρότηση μιας συγκεκριμένης κριτικής στάσης που τον χαρακτηρίζει. 


Η άθλια επικαιρότητα

Άρης Κωνσταντινίδης, Collage ανώνυμης κατασκευής, Αίγινα

Αυτό εξάλλου είναι και ένα από τα ερμηνευτικά νήματα που διατρέχουν τη συλλογική έκδοση Άρης Κωνσταντινίδης, του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, η οποία συγκεντρώνει το υλικό μιας ημερίδας που διοργανώθηκε για τον αρχιτέκτονα, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων που έχουν γενικό τίτλο «Πρόσωπα Άξια Τιμής». Στα κείμενα του Σταύρου Πετσόπουλου, του Στέλιου Γιαμαρέλου και του Παντελή Μπουκάλα, στον καθένα με διαφορετικό τρόπο και εστίαση, μπορούμε να διακρίνουμε τα ίχνη της απογοήτευσης, της οργής αλλά και της συχνά λιβελογραφικής κριτικής ειρωνείας του αρχιτέκτονα, που αποτυπώνεται στα βιβλία και εν γένει στη συγγραφική του δραστηριότητα. Αυτό μοιάζει να είναι το υποδόριο αλλά και πιο ενδιαφέρον συνεκτικό στοιχείο της έκδοσης που φωτίζει αρκετές πτυχές του έργου του, χωρίς να αποφεύγει τις κακοτοπιές των καθιερωμένων επαναλήψεων. 


Ορισμένα από τα βιβλία που εξέδωσε ο Άρης Κωνσταντινίδης

Ο Μπουκάλας –που διετέλεσε και διορθωτής των τυπογραφικών δοκιμίων του Κωνσταντινίδη στην Άγρα- εξετάζει τον ιδιαίτερο τρόπο στίξης των κειμένων του Κωνσταντινίδη. Τα αλλεπάλληλα αποσιωπητικά, οι παύλες, τα κόμματα, οι παρενθέσεις, ο αφοριστικός τόνος, ο συνεχής κερματισμός της ενιαίας αφήγησης αποτελούν «στοιχεία ταυτότητας της γραφής του», την οποία μάλιστα χαρακτηρίζει «εικαστική». 

Προσδίδει, επίσης, ιδιαίτερη σημασία σε μια μικρή έκδοση 64 σελίδων, την Άθλια επικαιρότητα: Η Χρυσή Ολυμπιάδα και το Το Μουσείο της Ακρόπολης (Άγρα 1991). Πρόκειται για ένα «μαχητικό βιβλιαράκι» το οποίο εξακολουθεί να προκαλεί αμηχανία σε αρχιτέκτονες επειδή ακριβώς «ξηλώνει με ανελέητο σαρκασμό το μύθευμα της Χρυσής Ολυμπιάδας του 1996. Μειοψηφικό ήταν βέβαια το 1990, όταν γράφτηκε. Μειοψηφικές ήταν δυστυχώς οι απόψεις που υπερασπίστηκε και όταν η αγορά κατακλύστηκε από την επόμενη μυθευματική Μεγάλη Ιδέα, τους Ολυμπιακούς του 2004». 

Ωστόσο ορισμένα χαρακτηριστικά αυτής της στάσης μπορούμε να τα διακρίνουμε σε μια πιο λόγια και ενσωματωμένη μορφή ακόμη και σε προγενέστερα κείμενα του, όπως για παράδειγμα, στα Δύο χωριά από την Μύκονο (1947) ή στα Παλιά αθηναϊκά σπίτια (1950), που έχουν το χαρακτήρα ενός αρχιτεκτονικού μανιφέστου και άρα δεν υπολείπονται σε ειρωνική διάθεση. Αλλά και απροκάλυπτα, στον περιβόητο «καβγά» του με τον εκδότη του περιοδικού Αρχιτεκτονικά θέματα, Ορέστη Δουμάνη (Ένα ανοιχτό γράμμα, αυτοέκδοση 1972). Ας μη ξεχνάμε και την αδιάλειπτη μανιακή κριτική του στη «ρομαντική ελληνολατρεία των ξένων “γερμανομαθημένων”» και στον αρχαιόπληκτο νεοκλασικισμό. 


Το χτισμένο βιβλίο ως όπλο

Ο Κωνσταντινίδης επέμεινε με πολλούς τρόπους στη σχέση της αρχιτεκτονικής με το βιβλίο, της οικοδομής με τη γραφή και στο «χτίσιμο του βιβλίου», που διαφοροποιείτε ριζικά από τη προφητεία που παραθέτει ο Βίκτωρ Ουγκό στην Παναγία των Παρισίων: «Ceci tuera cela». Το βιβλίο όχι μόνο δεν σκοτώνει την αρχιτεκτονική αλλά, απεναντίας, δίνει «με λέξεις, ό,τι στην περίπτωση μιας κατασκευής, στο ένα ή το άλλο τοπίο, δίνονταν με την πέτρα, με το μπετόν, με το σίδερο, με το ξύλο, με το γυαλί, με τα χρώματα, δηλ με τα υλικά που τα λέμε δομικά. Και κάτι άλλο: –με το γράψιμο μπορεί ένας αρχιτέκτονας να πολεμήσει με ένα όπλο που δεν του το δίνει το χτίσιμο». Εδώ ακριβώς βρίσκεται ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία του έργου του, του οποίου η σημασία δεν πρέπει να μας διαφύγει. 

Ο Άρης Κωνσταντινίδης φωτογραφημένος από τον Ανδρέα Εμπειρίκο, Άνδρος 1955

Για τον Κωνσταντινίδη η γραφή είναι χτίσιμο («με λόγια»), το βιβλίο μία κατασκευή, η επιλογή των φωτογραφιών, των σχεδίων, των κειμένων, καθώς και ο γραφιστικός σχεδιασμός, η εκτύπωση, η βιβλιοδεσία αλλά και η έκθεση, μια οικοδομή. Όλα αυτά είναι τόποι στους οποίους κατασκευάζεται η αρχιτεκτονική. 

Που έγκειται η μείζων αλλαγή παραδείγματος που συντελείται εδώ; Στο ότι εκείνο που θεωρούμε διαδικασίες αναπαράστασης της αρχιτεκτονικής δεν διαχωρίζονται από τις διαδικασίες παραγωγής της. Αντιθέτως, αποτελούν αναπόσπαστο και οργανικό κομμάτι τους («ο αρχιτέκτονας,… μα όταν ξέρει να χτίζει θα ξέρει και να γράφει»). Αν προσθέσουμε το ότι ο ίδιος υπήρξε συστηματικός αρχειοθέτης του έργου του, καθιστώντας την οργάνωση του αρχείου προϊούσα μέθοδο και εργαλείο της αρχιτεκτονικής πράξης, αντιλαμβανόμαστε ότι είναι ένας από τους πρώτους στη χώρα μας που διακρίνει την επικοινωνιακή διάσταση της αρχιτεκτονικής, την οποία μάλιστα ορίζει με μαχητικό τρόπο ως «όπλο». Γι αυτό ακριβώς είναι κυριολεκτικά μοντέρνος: επειδή αντιλαμβάνεται την αρχιτεκτονική σαν ένα είδος mass medium, χωρίς, ταυτόχρονα, να αμφισβητεί το μη αναγώγιμο χαρακτήρα του χτίσματος.

Δεν πρέπει, επίσης, να διαφύγει της προσοχής μας ότι στα Ξωκλήσια της Μυκόνου (1953), στα Στοιχεία αυτογνωσίας (1975) και στα Θεόχτιστα (1994) ο Κωνσταντινίδης επιχειρεί εκείνο που σήμερα αποκαλούμε «οπτικό δοκίμιο» (visual essay), με διακριτά εθνογραφικά και ανθρωπολογικά στοιχεία. Δηλαδή μια έκδοση χωρίς συμπαγές συνοδευτικό κείμενο, παρά μόνο με αποσπασματικές σημειώσεις. 

Στο Στοιχεία αυτογνωσίας περιλαμβάνονται μάλιστα και μια σειρά φωτογραφίες από διαφημιστικές επιγραφές σε μανδρότοιχους, σε αγροτόσπιτα και σε μικρά κτίσματα Τι δουλειά έχουν άραγε αυτές οι διαφημιστικές επιγραφές σ' ένα βιβλίο που έχει υπότιτλο: Για μια αληθινή αρχιτεκτονική; Ο Κωνσταντινίδης μοιάζει να εστιάζει στην αδρή υλικότητα που έχουν αυτοί οι τοίχοι, οι οποίοι μαζί με τα γράμματα, τις πληροφορίες και τα σύμβολα που είναι γραμμένα πάνω τους, καθίστανται καθαυτού αρχιτεκτονική. 

Το μεγάλο και όμορφο παιχνίδι

Άλλα θέματα που εξετάζονται στην έκδοση είναι η σημασία των ταξιδιών που έκανε ο αρχιτέκτονας (Ελένη Λιβάνη), οι δημοσιεύσεις στο εξωτερικό (Στέλιος Γιαμαρέλος), η αρχαϊκότητα (Αμαλία Κωτσάκη), η διάταξη και ο τύπος (Λεωνίδας Κουτσουμπός και Ζουζάνα Αντωνακάκη). Η τελευταία, μάλιστα, ξεδιπλώνει μια πλούσια ποιητική ανάγνωση, που ανιχνεύει τα μεταίχμια της γεωμετρίας και του ποιητικού λόγου, του μπετόν και της πέτρας, των δεσμεύσεων και της ελευθερίας. 


Άρης Κωνσταντινίδης, Υπόστεγο εισόδου στο Σπίτι στη Συκιά, Ξυλόκαστρο 1951


Εκείνο όμως που μοιάζει να κερδίζει τις εντυπώσεις σε πρωτοτυπία είναι η ανέκδοτη επιστολή της 11ης Ιανουαρίου 1971 του Άρη Κωνσταντινίδη που παραθέτει ο γιός του, Δημήτρης Κωνσταντινίδης, η οποία απ’ ότι φαίνεται αποτελεί προανάκρουσμα μελλοντικής συγκεντρωτικής δημοσίευσης των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης. Επιτρέψτε μου να παραθέσω ένα δηλωτικό απόσπασμα που συμπληρώνει την ελλιπή «εικόνα στο χαλί»: «Αυτό, Δημήτρη στο λέω ξεκάθαρα: –μη φεύγεις από τους ανθρώπους, όσο κι’ αν δεν σου ταιριάζουνε, όσο κι’ αν νομίζεις πως δεν σου ταιριάζουνε… – Όχι. Οι άλλοι άνθρωποι είναι διαφορετικοί. Και θα είναι πάντοτε, –κι’ αυτό είναι μια μεγάλη χαρά… –Με άλλα λόγια, (=κι’ αυτή είναι η … λύση …): – μια να είσαι μόνο με τον εαυτό σου, και μια με τους άλλους. Όχι δηλ. πάντοτε μόνο με τον εαυτό σου, και όχι μονάχα πάντοτε με τους άλλους. Μιά έξω, μιά μέσα. Και τότε θα δεις, τελικά, πως ολόκληρη η ζωή είναι ακριβώς αυτό το ΠΑΙΧΝΙΔΙ (=μεγάλο και όμορφο παιχνίδι);– να βρεις τον τρόπο να είσαι και με τον εαυτό σου και με τους άλλους, και χωρίς τον εαυτό σου και χωρίς τους άλλους. Καταλαβαίνεις τι θέλω να πω;». 


 


23. O ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ : «ΚΟΡΕΣΤΕΙΑ:ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ» ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΙΝΑΝΗ
Ένα ενδιαφέρον βιβλίο με εικόνες από την αρχιτεκτονική της ωμής - ηλιοψημένης πλίνθου 
(07 ΟΚΤ 2016)




Το βιβλίο αυτό συνθέτει και καθιστά άμεσα προσιτή τη διάσπαρτη και ποικίλη ιστορική «ύλη» που έχει αποκαλυφθεί για τις κοινότητες των Κορεστείων του νομού Καστοριάς και Φλώρινας.

Οι σελίδες του προσφέρουν μια συνεκτική παρουσίαση της κοινωνικής, πολιτισμικής και ιστορικής διαδρομής του τόπου και των κατοίκων του, πολύ πριν αλλά και μετά την ενσωμάτωση του 1912 – 1913 στον Ελληνικό κορμό, φτάνοντας ως τις μέρες μας. Στόχος του βιβλίου είναι η οικιστική, γεωπολιτική και ιστορική ανασύνθεση της περιοχής, η ανάπλαση τόσο του πολιτισμού, όσο και των τραγικών στιγμών των προηγούμενων γενεών μέσα από τα κατάλοιπά της ζωής και των έργων που μας κληροδότησαν. 


Βασίζεται στις ιστορικές πηγές και επιπρόσθετα στην επιτόπια έρευνα στους οικισμούς καθώς και στις μαρτυρίες των ανθρώπων τους. Παραθέτει στον άξονα του χρόνου πληροφορίες για τα αρχαιολογικά δεδομένα, τα θρησκευτικά και άλλα μνημεία, τους πρώτους αλλά και τους νυν οικιστές, τις κοινότητες, τις κοινωνίες και τις εργασίες τους με αναφορές στην ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική της ωμής - ηλιοψημένης πλίνθου. 

Ο κορμός του βιβλίου διαρθρώνεται σε εννέα κεφάλαια: Γεωγραφία, Ονομασία – Αρχαιολογικά ευρήματα, Μακεδονικός Αγώνας, κύριο τμήμα με την περιγραφή των 23ων χωριών που αποτελούν τα Κορέστεια, Μετανάστευ, Ανέλιξη του Πληθυσμού, Μετονομασίες και τη σημασία που έχουν διαχρονικά, Αχλαδόσχημοι Φεγγίτες και Διαδρομές. Το ακροτελεύτιο κεφάλαιο είναι ένα αφιέρωμα στα Προσφυγόπουλα του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου που από τα Κορέστεια, βρέθηκαν στην Ουγγαρία. 

Ο Άγγελος Σινάνης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960. Έχει πραγματοποιήσει περιηγήσεις σε διάφορες χώρες στο εξωτερικό και την Ελλάδα. Συνεργάστηκε με τη Road και την ΑΝΑΒΑΣΗ καθώς και με τις εφημερίδες ΤΑ ΝΕΑ και ΕΘΝΟΣ. Συνεργάζεται ακόμη με τον αρχιτέκτονα καθηγητή Αργύρη Πετρονότη. Αυτοτελή βιβλία του είναι: Ελάτη – Περτούλι – Ασπροπόταμος (2000), Πανευρωπαϊκός Οδηγός για Μοτοσυκλετιστές (2002), Πύλη – Ελάτη – Περτούλι (2009), Ο Γράμμος και τα Μαστοροχώρια της Κόνιτσας (2010), Αργιθέα – Αχελώος περιήγηση στον τόπο και τα μνημεία (2010), Ιστορία του οργανωμένου Μοτοσυκλετισμού στην Ελλάδα (2013) και το παρόν, Κορέστεια – τα χωριά της λήθης (2015). Μια τίμια προσέγγιση στην παραμεθόρια περιοχή Καστοριάς – Φλώρινας και μια πολύχρονη συνθετική εργασία, ώριμος καρπός της 30ετούς ταξιδιωτικής και ερευνητικής πορείας του. 

 


22. ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ: ΧΩΡΟΣ ΚΑΙ ΗΧΟΣ
(19 ΣΕΠΤ 2016)




Αγία Σοφία


Αυτό το μικρό κείμενο αποτελεί μια πρώτη προσέγγιση στο θέμα της σχέσης ήχου και αρχιτεκτονικής. 

Από τη μια μεριά συζητείται η πιθανή επίδραση της αρχιτεκτονικής διαμόρφωσης του εσωτερικού του χριστιανικού και κυρίως του βυζαντινού ναού στη δομή και τη μορφή της λειτουργικής μουσικής, δηλ. της μουσικής που εξυπηρετούσε τα τελετουργικά δρώμενα και από την άλλη το κατά πόσο το στοιχείο του ήχου, ως αρμονικός ήχος ή θόρυβος, μπορεί να συμμετέχει στην συνθετική διαδικασία της διαμόρφωσης του αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος ( εξωτερικού και εσωτερικού ), όπως συμβαίνει με το φως και τη σκιά, το χρώμα, τη γεωμετρία και τον όγκο. 

1. Η Επίδραση του Χώρου στη Δομή της Λειτουργικής Μουσικής. 

Ο χριστιανικός ναός, σε αντίθεση με τον ναό της κλασσικής εποχής, έβαλε τους προσκυνητές μέσα στο ναό δημιουργώντας έτσι μιαν εκκλησία, ένα χώρο συνάθροισης. 

Ο χώρος αυτός έπρεπε να έχει ικανές διαστάσεις για να στεγάσει ένα μεγάλο αριθμό προσκυνητών. Το δομικό σύστημα της αρχαιότητας με τις πυκνές κιονοστοιχίες και τις αμφιέριστες κατά κανόνα δοκούς δεν εξυπηρετούσε. Η αρχική μορφή της Παλαιοχριστιανικής Βασιλικής δεν κάλυπτε την ανάγκη για τους αναζητούμενους συμβολισμούς και τη δημιουργία ενός μεταμορφωμένου κόσμου. 

Το εσωτερικό του Αγ. Απολλινάριου Ραβέννας 
Οι μορφές εκτός από την κόγχη της Πλατυτέρας δεν βοηθούν στον επιζητούμενο συμβολισμό. 
Από την άλλη οι πυκνές κιονοστοιχίες εμποδίζουν την ορατότητα 

Ο βυζαντινός ναός με τα τόξα, τους θόλους, τα σταυροθόλια και τους τρούλους έδωσε τη λύση. Έδωσε τη δυνατότητα για την κάλυψη μεγάλων χώρων και δημιούργησε τις μορφές που βοήθησαν στη δημιουργία των επιζητούμενων συμβολισμών. Επιπλέον τώρα οι κίονες δεν ήσαν πυκνοί πράγμα που εξασφάλιζε και την οπτική επικοινωνία ανάμεσα στα κλίτη του ναού. 
Ο Strzygowski στο έργο του " Ursprung der kristlichen Kirchenkunst" γράφει ότι ο χριστιανικός ναός έκανε τον εσωτερικό χώρο φορέα της ιδέας.
Ο Μιχελής πάλι στην "Αισθητική Θεώρηση της Βυζαντινής Τέχνης" αναφέρει ότι το εσωτερικό του χριστιανικού ναού όφειλε να γίνει μια μικρογραφία του σύμπαντος,[1] δηλ. ένας μεταμορφωμένος κόσμος. Και πράγματι τούτο κατέστη δυνατό να γίνει με βασικό εργαλείο τη συμβολική γλώσσα της τέχνης ( αρχιτεκτονική, ζωγραφική, γλυπτική, ποίηση και μουσική). 

Κύριο ακουστικό-ηχητικό χαρακτηριστικό του εσωτερικού χώρου του βυζαντινού ναού είναι ο μεγάλος χρόνος αντηχήσεως. Σε τούτο συντελούν από τη μια μεριά οι σκληρές χωρίς απορροφητικότητα επιφάνειες-συνήθως μάρμαρα και επιχρίσματα και από την άλλη η μορφή των επιμέρους οροφών. Εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι το στοιχείο του ήχου και μόνο δίνει στο χώρο μιαν εξωπραγματική διάσταση και αποτελεί ίσως τον πιο βασικό παράγοντα για τη δημιουργία του μεταμορφωμένου κόσμου. Πραγματικά το αίσθημα ότι βρισκόμαστε μέσα σε ένα μεταμορφωμένο κόσμο δημιουργείται πολύ έντονα κατά τη διάρκεια που ηχεί μέσα σένα γοτθικό ναό το εκκλησιαστικό όργανο. Έχεις την αίσθηση ότι ο ήχος αφού στροβιλιστεί στους θόλους και τα σταυροθόλια του ναού σε συνεπαίρνει προς τα ύψη και σου δημιουργεί μια ισχυρή ανάταση ψυχής. Την ίδια στιγμή έχεις επίσης την αίσθηση ότι οι μορφές εξαϋλώνονται και ότι από την πίεση του ήχου η οροφή του ναού τείνει να διαρραγεί και να ανυψωθεί προς τον ουρανό. Το ίδιο αίσθημα δημιουργείται και στον βυζαντινό ναό, στη δημιουργία του οποίου, εκτός από τον ήχο-μουσική, συντελεί σημαντικά η συμβολική διάταξη των αγιογραφιών (εικονογραφικός κύκλος ) που ξεκινάει με τις τοιχογραφίες των μαρτύρων από το δάπεδο-γη, συνεχίζει με τις τοιχογραφίες από τη ζωή του Χριστού, πιο πάνω με τις τοιχογραφίες των ευαγγελιστών και των προφητών και κορυφώνεται με τον παντοκράτορα στον τρούλο-ουρανό 

 Ο στροβιλισμός των αισθήσεων, εσωτερκό Αγίας Σοφίας

Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι οι περισσότεροι από τους ακουστολόγους θεωρούν ότι οι βυζαντινοί μαΐστορες δεν ήξεραν πώς να διαμορφώσουν ένα χώρο με καλές ακουστικές συνθήκες. Στη σχετική βιβλιογραφία βρήκα μόνο έναν καναδό ακουστολόγο που συμμερίζεται την άποψή μου ότι οι βυζαντινοί γνώριζαν τη σημασία των καλών ακουστικών συνθηκών για το χώρο (άλλωστε είναι γνωστή η σημασία της τοποθέτησης πιθαριών μέσα στα σφαιρικά τρίγωνα στη βάση των τρούλων), απλώς οι βυζαντινοί εκμεταλλεύθηκαν τον μεγάλο χρόνο αντηχήσεως που είχαν οι ναοί τους και τον χρησιμοποίησαν ως ένα βασικό εργαλείο για τη δημιουργία του άπειρου χώρου, του σύμπαντος, που κατοικούσε ο θεός τους, δηλ του μεταμορφωμένου χώρου. 

Τώρα τι σημασία μπορεί να είχε ο μεγάλος χρόνος αντηχήσεως με τη δομή και τη μορφή της μουσικής; 

 Εσωτερικό της Αγια-Σοφιάς. 
Ο μεγάλος ηχητικός όγκος του χώρου απαιτούσε μεγάλη ένταση στην πηγή. 
Έχει γραφεί ότι οι χοροί αριθμούσαν 100 ψάλτες και ισοκράτες. 
Από τους μουσικούς που περάσανε από τα στασίδια της Αγια-Σοφιάς αναφέρονται οι πρωτοψάλτες Ξένος Κορώνης και Γρηγόριος Μπούνης καθώς και οι λαμπαδάριοι Ιωάννης Κλαδάς και Μανουήλ Χρυσάφης. 
Στο μουσικό γίγνεσθαι της Αγια-Σοφιάς εικάζεται ότι πρέπει να είχε συμμετοχή και ο Ιωάννης Κουκουζέλης την περίοδο που ήταν μαΐστορας στο παλάτι. 

Οι ναοί είχαν μεγάλο μέγεθος για να στεγάσουν το πολυάνθρωπο εκκλησίασμα. Να έχουμε στο μυαλό μας την Αγια-Σοφιά  και τους μεγάλους ναούς της Ανατολικής Εκκλησίας καθώς και τις Cathedrales της Δυτικής Εκκλησίας. 

 Εσωτερικό του καθεδρικού ναού της Ρεμς 
Εκτός από τις αρχιτεκτονικές μορφές και ο ήχος συμβάλλει στην ανάταση της ψυχής 

Το εκκλησίασμα στο μεγαλύτερο μέρος του δεν ήξερε γραφή και ανάγνωση. Δεν ήταν δυνατό να εφαρμοστεί αυτό που γίνεται σήμερα όπου οι προσκυνητές και οι προσευχόμενοι κρατούν ένα προσευχητάρι και με αυτό παρακολουθούν τα όσα οι ψαλτάδες και οι χορωδοί ψέλνουν, γιατί απλούστατα δεν ήξεραν ανάγνωση.. Η επικοινωνία και επομένως η συμμετοχή στα λειτουργικά δρώμενα γινόταν άμεσα με τις αισθήσεις. Οι απλές-μοναδικές συλλαβές εξαιτίας του στροβιλισμού του ήχου, των αλλεπάλληλων ανακλάσεων του στις σκληρές επιφάνειες του δαπέδου, των διάφορων διαστάσεων θόλων, σταυροθολίων και τρούλων και τέλος του μεγάλου χρόνου αντηχήσεως , που όπως είπαμε ήταν σημαντικός παράγοντας στη δημιουργία του μεταμορφωμένου κόσμου που συμβόλιζε ο ναός, δεν ήταν δυνατό να γίνουν άμεσα αντιληπτές από τους προσκυνητές και ιδίως από εκείνους που ήσαν σε κάποια απόσταση από το όργανο ή το χορό, δηλ. την ηχητική πηγή. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος λοιπόν παρά η μοναδική συλλαβή να γίνει πολλαπλή, το "α" να γίνει "αααααα", το αλληλούϊα να γίνει αααλληηηλουουουϊϊϊααααα. Με την επανάληψη των φωνηέντων ήταν βέβαιο ότι οι λέξεις θα γίνονταν αντιληπτές και η συμμετοχή των εκκλησιαζόμενων άμεση. 

Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι η μορφή του εσωτερικού χώρου του ναού και η εξαιτίας του ύπαρξη μεγάλου χρόνου αντηχήσεως δίνουν μιαν άλλη δυναμική στο στοιχείο ήχος και διακρίνεται καθαρά η λειτουργική επίδραση που είχαν στη δημιουργία των αργών μελών της βυζαντινής μουσικής* (Ιωάννης ο Δαμασκηνός-7ος αι., Ιωάννης ο Κουκουζέλης- 14ος αι. κ.α.) καθώς και των μεγάλων χορωδιακών έργων του Μπαχ (17ος-18ος αι.) και των άλλων συνθετών της Δύσης, στα οποία κατά κανόνα οι συλλαβές και τα φωνήεντα των λέξεων επαναλαμβάνονται με ένα αέναο ρυθμό. 
Βέβαια αυτή είναι μια απλοποιημένη προσέγγιση, γιατί αυτό που συμβαίνει μέσα στο ναό είναι πολύ σύνθετο και δομημένο στο χρόνο με πολλαπλές εμπειρίες και καταθέσεις λαϊκών κυρίως ψυχών. 

*  "…..που προχωρούνε ως ένα σημείο και πάλι γυρίζουν για να ξαναπάρουν μια μια τις συλλαβές και φτάνουν πάλι στο ίδιο σημείο και το ξεπερνάνε και πάλι ξαναγυρίζουν, κ'έτσι ως το τέλος…." ( Δ. Πικιώνης ," Το πρόβλημα της μορφής", ΚΕΙΜΕΝΑ, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1985, σελ.212 ). 
___________________________________________
1. Π.Μιχελής, " Η Αισθητική Θεώρηση της Βυζαντινής Τέχνης " Αθήνα 1946, σελ.27 



2. Η θεώρηση του ήχου ως συνθετικού αρχιτεκτονικού στοιχείου. 

Το στοιχείο ήχος θεωρούμενο είτε ως αρμονικός ήχος είτε ως θόρυβος είναι και αυτό ένα αντιληπτικό στοιχείο του χώρου. Έχει παρατηρηθεί ότι με τον ήχο και μόνο ο χρήστης μπορεί να σχηματίσει μέσα του το μέγεθος, τη μορφή και το σχήμα ενός χώρου ή και επιμέρους χώρων. 

Οι ψυχολόγοι αναφέρονται συχνά σε παραδείγματα όπως των μαθητών που μόλις μπήκαν στην τάξη του σχολείου τους, που το παλιό μωσαϊκό δάπεδο είχε τώρα στρωθεί με μοκέτα, έβγαλαν τα καπέλα τους, γιατί η απορροφητικότητα του ήχου που είχε το νέο δάπεδο δημιουργούσε ένα διαφορετικό από εκείνο που ήξεραν ηχητικό περιβάλλον, ένα αίσθημα ότι έμπαιναν σε ένα επίσημο χώρο ή όπως των τυφλών που προχωρούσαν ενάντια σε κάποιο εμπόδιο και όταν το πλησίασαν σταμάτησαν, γιατί αντιλήφτηκαν το εμπόδιο από την ανάκλαση του θορύβου του βηματισμού τους πάνω σ'αυτό. 

Να αναφέρω και δυο δικιές μου εμπειρίες. 
Η πρώτη είναι πάλι από το βυζαντινό ναό. 
Κατά τη διάρκεια που ψάλλεται ο χερουβικός ύμνος στη Λειτουργία γίνεται μια διακοπή για να γίνει η Μεγάλη Είσοδος. Οι ιερείς κρατώντας το δισκοπότηρο και άλλα χριστιανικά συμβολικά αντικείμενα εξέρχονται από τη βορεινή πύλη του ιερού και ακολουθώντας μιαν κυκλική πορεία μέσα και κάτω από επιμέρους χώρους, που έχουν οροφές με διαφορετικές μορφές ( θόλοι, σταυροθόλια, τρούλοι κλπ. ) και διαφορετικό ύψος, σταματούν για λίγο στο σολέα και αφού μνημονεύσουν ζώντες και νεκρούς εισέρχονται στο Ιερό Βήμα. Κατά την πορεία αυτή ψέλνουν κάποιες εκφωνήσεις σχετικές με αυτήν τη στιγμή της Λειτουργίας. Όταν ο ναός είναι γεμάτος με προσκυνητές από ορισμένες περιοχές του ναού δεν υπάρχει ικανοποιητική ορατότητα προς τους εξερχόμενους ιερείς. 

Εσωτερικό της μητρόπολης των Αθηνών. 
Ο μεγάλος αριθμός προσκυνητών εμποδίζει την ορατότητα ανάμεσα στους επιμέρους χώρους του ναού. 

Έχει παρατηρηθεί λοιπόν ότι είναι δυνατό να γίνεται αντιληπτή η θέση και η κίνηση της πομπής της πορείας της μεγάλης εισόδου και διαμέσου της χροιάς του ήχου αλλά και της διαφορετικής ποιότητας του ηχητικού περιβάλλοντος που δημιουργείται από τα ηχητικά δεδομένα κατά τη διέλευση των ιερέων από αυτούς τους επιμέρους χώρους. 

Να σημειωθεί ότι αυτή η αντιληπτική διαδικασία δεν είναι δυνατό να συμβεί σήμερα, όπου οι εξερχόμενοι ιερείς κρατούν ένα ασύρματο μικρόφωνο και ο ήχος-οι εκφωνήσεις- μεταδίδεται μέσω της μεγαφωνικής εγκατάστασης, πράγμα που σημαίνει ότι δεν υπάρχουν άμεσες ανακλάσεις του ήχου της πηγής και επομένως το ηχητικό περιβάλλον που δημιουργείται είναι ουδέτερο, χωρίς αποχρώσεις. 
Η δεύτερη έχει να κάνει με το ηχητικό περιβάλλον που δημιουργείται από το θρόισμα του φυλλώματος ενός δέντρου. 

Ας θεωρήσουμε ένα δέντρο που στέκει μόνο του σ'ένα λιβάδι. Στο σημείο εκείνο παρουσιάζεται ένα πύκνωμα του αχανούς χώρου, που κυρίως οφείλεται στην ερριμμένη σκιά που δημιουργείται από το φως του ήλιου. 


Μολαταύτα αν εντείνουμε τις αισθήσεις μας θα αντιληφθούμε ότι και το θρόισμα του φυλλώματος του δέντρου, που δημιουργείται από τον άνεμο, συμβάλλει και ακόμη είναι ικανό από μόνο του να δημιουργήσει το αίσθημα της πύκνωσης του περιβάλλοντος, δηλ. του επιμέρους χώρου. Τι συμβαίνει όταν πέφτει το σκοτάδι και ο ήλιος κρύβεται; Το δομημένο περιβάλλον εξαφανίζεται, παύει να υπάρχει; Και βέβαια όχι. Παραμένει στην αντίληψή μας ως οπτική μνήμη μεν, αλλά ως ενεργό ηχητικό περιβάλλον δε. 

Αυτό είναι το ένα σκέλος της συνεισφοράς του ήχου στην διαδικασία της αντίληψης του χώρου. Το άλλο σκέλος είναι να επιθυμούμε τη δημιουργία ενός συγκεκριμένου ηχητικού περιβάλλοντος και χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες προδιαγραφές να προκύπτει ένας συγκεκριμένος χώρος ή να δημιουργούνται συγκεκριμένες εναλλακτικές λύσεις για τη δημιουργία-σύνθεση των χώρων. 

Ένα απλό παράδειγμα είναι το ακόλουθο. 

Στη δημιουργία μιας νέας οικιστικής μονάδας έχουμε να διατάξουμε εκατέρωθεν ενός δρόμου διάφορα blocks κτηρίων. Μια πρώτη διάταξη μπορεί να είναι η τοποθέτηση των κτηρίων παράλληλα με την οικοδομική γραμμή. 

Μια δεύτερη η τοποθέτηση των κτηρίων υπό την ίδια γωνία με την οικοδομική γραμμή. Και μια τρίτη διάταξη είναι η τοποθέτηση των κτηρίων υπό διαφορετική γωνία το καθένα με την οικοδομική γραμμή . 

Ας θεωρήσουμε τώρα την επίπτωση που θα είχε ο θόρυβος ενός αυτοκινήτου που θα διερχόταν από τον υπόψη δρόμο. 


1η Διάταξη 

Στην πρώτη διάταξη η ένταση του θορύβου θα ενισχυόταν από τις αλλεπάλληλες ανακλάσεις του πάνω στις παράλληλες επιφάνειες των κτηρίων που βρίσκονται εκατέρωθεν του δρόμου καθώς και του fluttering που θα δημιουργούταν. 

2η Διάταξη 

Στη δεύτερη διάταξη η ενίσχυση του θορύβου θα μειωνόταν σημαντικά, ενώ στην τρίτη διάταξη η ενίσχυση του ήχου από τις ανακλάσεις θα ήταν αμελητέα. 

3η διάταξη 

Αν κύριο κριτήριο στη διαμόρφωση του χώρου είναι η χαμηλή ηχορύπανση, τότε δεν έχουμε παρά να επιλέξουμε την τρίτη διάταξη των blocks των κτηρίων. 

Να λοιπόν μια περίπτωση που η αρχιτεκτονική-πολεοδομική διαμόρφωση του περιβάλλοντος επηρεάζεται άμεσα από το στοιχείο ήχος. 

Σε κάθε περίπτωση πρέπει να σημειωθεί ότι η αντιμετώπιση του θέματος της επίδρασης του ήχου στη διαμόρφωση του αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος δεν είναι απλή υπόθεση και τούτο γιατί η αντίληψη του ήχου είναι πολύ διαφορετική από χρήστη σε χρήστη, δηλ. έχει υψηλό βαθμό υποκειμενικής αποτίμησης. 

Για να καταλήξουμε σε κάποιες αντικειμενικές προδιαγραφές χρειάζεται συστηματική και πιθανά μακροχρόνια έρευνα. 

Εν κατακλείδι πρεσβεύω ότι ο ήχος είναι πολύ σημαντικό στοιχείο για την αρχιτεκτονική σύνθεση και πρέπει να αντιμετωπίζεται όχι μόνο από την άποψη της δημιουργίας καλών ακουστικών συνθηκών αλλά και από την άποψη της σημαντικότητάς του ως συνθετικού στοιχείου στη διαμόρφωση του αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος. Άλλωστε είναι ένα αρχιτεκτονικό στοιχείο που έχει να κάνει με το κενό του χώρου, μια που ο παραλήπτης του ήχου βρίσκεται μέσα σ' αυτό το κενό και η πληροφορία που δέχεται είναι άμεση και δεν χρειάζεται επεξεργασία, όπως συμβαίνει με το χρώμα, το φως και τη σκιά. 

Ίσως κάποια στιγμή ο γνωστός αφορισμός του Le Corbusier να συμπληρωθεί και να γίνει " Η αρχιτεκτονική είναι το σοφό, σωστό και καταπληκτικό παιχνίδι των μορφών κάτω από το φως και τον ήχο". 





Το κείμενο αυτό αναρτήθηκε με αφορμή κάποιες σκέψεις σχετικά με : «ΗΧΗΤΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ, διερευνώντας τη σχέση ήχου και αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος», που θα βρείτε εδώ» 


Βασιλης Γιαννάκης

Βιογραφικό Βασίλη Γιαννάκη 
από το βιβλίο-λεξικό ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ που επιμελήθηκε ο Δημήτρης Φιλιππίδης και ο Χαράλαμπος Μπούρας του Εκδοτικού οικου Μέλισσα το 2013. 


Γιαννάκης, Βασίλης Ν. (γ.1933) αρχιτέκτονας, (ΕΜΠ 1956)επιμελητής Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ (1956-63), Master in Architecture, Harvard University 1971. Υπηρέτησε στην Υπηρεσία ΕΟΤ (1966-87) και την Εκτελεστική Επιτροπή Προετοιμασίας Ολυμπιακών Αγώνων (1987-90).Εκπρόσωπος Εμπειρογνωμόνων σε ΟΟΣΑ, ΟΗΕ και Συμβούλιο της Ευρώπης. Είχε μακρά και συνεχή απασχόληση με τη βυζαντινή μουσική μετά από συστηματική μαθητεία με δάσκαλο τον Κατουνακιώτη Δοσίθεο,κ.ά. Από το 1956 διατηρεί Γραφείο Αρχιτεκτονικών Μελετών. Έχει εκπονήσει, μουσεία, τουριστικές εγκαταστάσεις, εργοστάσια, κατοικίες, διαμορφώσεις περιβάλλοντος χώρου, στερεώσης και αποκατάστασης διατηρητέων κτηρίων και έργων εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής. Μεταξύ άλλων: Σπήλαιο Κουτούκι, Παιανία Αττικής, Γενικό Νοσοκομείο Βέροιας, Γυμνάσιο Λύκειο Λαγκαδά, Εργατικό Κέντρο Καλαμάτας, Σχολή Μαθητεία Στρατώνι Χαλκιδικής, Εργοστάσιο υφαντουργίας, Θεσσαλονίκη, Camping Ολύμπου, Αρχαιολογικό Μουσείο Μεγαλόπολη. Έργα του και αναφορές για το έργο του έχουν δημοσιευτεί σε ελληνικές και ξένες αρχιτεκτονικές εκδόσεις. 


21. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ, ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΛΙΦΡΑΓΚΗΣ,
CITYLAB • 2016: ΠΟΛΗ, ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΡΩΤΑΣ
Κείμενο για το θέμα του Συνέδριου-Εργαστήριου στην Πάτρα τον Σεπτέμβρη του 2016
(09 ΙΟΥΛΙΟΥ 2016)



Τι είναι ο έρωτας; Ποια είναι η θέση του έρωτα στη ζωή μας; Πόσο επηρεάζει τις αποφάσεις μας; Πότε πεθαίνει ο έρωτας; Πως ο έρωτας εμφανίζεται στον χρόνο; Ποιες συνθήκες συμβάλουν στην ανάδειξη / ευδοκίμηση / υπονόμευση του έρωτα; Πώς μπορεί το ίχνος του έρωτα να αποτυπωθεί χωρικά; 



Αν ο έρωτας τροφοδοτεί με νόημα τις σημαντικότερες ανθρώπινες πράξεις τότε αναπόφευκτα και η τέχνη εμποτίζεται από την παρουσία του. Ο έρωτας θρέφει τις ρίζες κάθε ποίησης, ενώ, όπως υποστηρίζει ο Σωκράτης, ο έρωτας είναι φιλόσοφος και ως εκ τούτου βρίσκεται ανάμεσα στη σοφία και την αμάθεια. Που εντέλει ανήκει εννοιολογικά ο έρωτας; Είναι μια ανεξέλεγκτη δύναμη της ανθρώπινης φύσης, η οποία συνδέεται άρρηκτα τόσο με την ποιητική δημιουργία όσο και με την καταστροφή και εν τέλει τον θάνατο ή μια παράμετρος υποκείμενη στον ορθολογισμό; Είναι ο έρωτας ένα ρομαντικό στοιχείο της ύπαρξής μας, μια εγκεφαλική λειτουργία ενός μηχανισμού που υπάγεται μυστικά στο ένστικτο της αναπαραγωγής, χημικές αντιδράσεις, συνάψεις μεταξύ νευρώνων ή ένα στοιχείο που κατοικεί νομαδικά τον ενδιάμεσο χώρο των θνητών; 



Και σε συνέχεια όλων των ανωτέρω, είναι εφικτός ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός τόπων ανάδειξης, μεγέθυνσης, προώθησης, διαπραγμάτευσης, υπονόμευσης ή εκμηδενισμού της ερωτικής διάθεσης / επιθυμίας; 



Στο Συνέδριο - Εργαστήριο αστικής ανάπλασης και αρχιτεκτονικού σχεδιασμού Citylab • 2016, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στην Πάτρα από τις 22 έως τις 28 Σεπτεμβρίου 2016, θα επεξεργαστούμε τις δυνητικές χωρικές εκφάνσεις του έρωτα επί συγκεκριμένων θεματικών αξόνων αναφορικά με μικρής και μεσαίας κλίμακας, ήπιες, μόνιμες ή/και προσωρινές παρεμβάσεις στο τοπικό αστικό περιβάλλον. 



Το Citylab • 2016 πλαισιώνεται από κύκλο ομιλιών που πραγματεύονται τη σχέση πόλης, αρχιτεκτονικής και έρωτα μέσα από τρεις [3] αλληλένδετες οπτικές που διερευνούν τις δυνατότητες δίχως να εξαντλούν το θέμα: 

  • ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός ως εργαλείο ενεργοποίησης του έρωτα στον χώρο, 
  • η αρχαιολογία της σχέσης του έρωτα με την αρχιτεκτονική και την πόλη μέσα από το μύθο και την ιστορία, και 
  • η ερωτική συνθήκη στην πόλη μέσα από τις πολλαπλές ανακατασκευές της με λόγο, εικόνα και κινούμενη εικόνα.





(09 ΙΟΥΛΙΟΥ 2016)
20. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΟΥΡΝΙΚΙΩΤΗΣ
επιστολή που στάλθηκε στους αρχιτέκτονες με αφορμή τις εκδηλώσεις με τίτλο "Αναφορά στον Ελ/ Le corbusier" (22 ΣΕΠΤ 2015)

Αναφορά στον Ελ/Le Corbusier
Δέσμη εκδηλώσεων για τα 50 χρόνια από τον θάνατο του Le Corbusier


Αγαπητέ κύριε ..........................................

Με πρωτοβουλία της Σχολής Αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π. και τη συνεργασία πολιτιστικών και επιστημονικών φορέων οργανώνεται δέσμη 15 εκδηλώσεων και άλλων δράσεων με αφορμή τα 50 χρόνια από τον θάνατο του Le Corbusier και γενικό τίτλο «Αναφορά στον Ελ/Le Corbusier». Οι εκδηλώσεις θα πραγματοποιηθούν από το Φθινόπωρο 2015 ως το Καλοκαίρι 2016 με τη στήριξη του Ιδρύματος Le Corbusier και εντάσσονται στο ευρύτερο πλέγμα εκδηλώσεων που οργανώνονται διεθνώς με τη συγκυρία των 50 χρόνων από τον θάνατο του μεγάλου αρχιτέκτονα.

Στη συνέχεια της επιστολής αυτής θα βρείτε το αναλυτικό πρόγραμμα της πρώτης δέσμης εκδηλώσεων, που περιλαμβάνει εννιά δράσεις από τις 6 Οκτωβρίου 2015 ως τις 11 Ιανουαρίου 2016. Η δεύτερη δέσμη, θα ανακοινωθεί αργότερα. Όλες οι εκδηλώσεις οργανώνονται από τη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου με τη στήριξη του Ιδρύματος Le Corbusier. Οι εκδηλώσεις συνδιοργανώνονται ή στηρίζονται στο σύνολο ή κατά περίπτωση από το Γαλλικό Ινστιτούτο, την Ελβετική Πρεσβεία, το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής, το Ελληνικό Docomomo, το Κέντρο Αρχιτεκτονικής της Μεσογείου, τον Σύνδεσμο Φίλων του Ιδρύματος Le Corbusier και άλλους πολιτιστικούς και επιστημονικούς φορείς.



Σας προσκαλούμε να γίνετε συνδρομητές ή φίλοι των εκδηλώσεων για τα 50 χρόνια από τον θάνατο του Le Corbusier. Η οργάνωση των εκδηλώσεων γίνεται με εθελοντική εργασία και ένα μέρος των εξόδων καλύπτεται από τους παραπάνω φορείς, αλλά τα πραγματικά έξοδα είναι πολύ περισσότερα. Ανεξάρτητα από τη συγκυρία της κρίσης, προτείνουμε τη συμμετοχική στήριξη ως έμπρακτη εκδήλωση ενδιαφέροντος και ως εναλλακτική προσέγγιση της χορηγίας, που αποτέλεσε άλλωστε μια δημιουργική πρακτική στην πόλη αυτή από τα αρχαία της χρόνια.



Συνδρομητές: Οι συνδρομητές θα έχουν προσωπική ενημέρωση για όλες τις εκδηλώσεις, θα λάβουν δωρεάν την πλήρη σειρά φυλλαδίων, εντύπων και τα πρακτικά του συνεδρίου, αριθμημένα με τον αύξοντα αριθμό της εγγραφής τους, και θα έχουν δωρεάν ή μειωμένο εισιτήριο όπου αυτό προβλέπεται. Η συνδρομή ανέρχεται σε 150€.



Φίλοι: Οι φίλοι των εκδηλώσεων για τα 50 χρόνια από τον θάνατο του Le Corbusier, θα έχουν όλα τα παραπάνω προνόμια. Επιπλέον θα έχουν ξεχωριστές ξεναγήσεις, ένα προσωπικό δώρο και το όνομά τους θα αναφέρεται σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα. Η συνδρομή ανέρχεται σε 500€.



Μεγάλοι φίλοι: Οι μεγάλοι φίλοι, που εκπροσωπούν φορείς με πολιτιστικά, επιστημονικά ή κοινωφελή ενδιαφέροντα, θα έχουν τα παραπάνω προνόμια και θα αναφέρονται διακεκριμένα σε έντυπα και ηλεκτρονικά με τη σειρά του ύψους συνδρομής, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 1000€.



Εταιρικοί φίλοι: Οι εταιρικοί φίλοι, που εκπροσωπούν εταιρικά συμφέροντα συναφή με τον κόσμο της αρχιτεκτονικής,, θα έχουν τα παραπάνω προνόμια και θα αναφέρονται διακεκριμένα σε έντυπα και ηλεκτρονικά με τη σειρά του ύψους συνδρομής, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 1000€.



Θα βρείτε το αναλυτικό πρόγραμμα της πρώτης δέσμης εκδηλώσεων στο συνημμένο έγγραφο, μαζί με το κείμενο αυτής της επιστολής.

Οι συνδρομές θα καταβληθούν στον λογαριασμό του Ελληνικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής, το οποίο έχει αναλάβει τη διαχείριση των χρημάτων και το οποίο θα εκδώσει τα αναγκαία παραστατικά για κάθε νόμιμη χρήση (απόδειξη είσπραξης και απόσπασμα πρακτικών του ΔΣ του ΕΙΑ περί αποδοχής της δωρεάς). Παρακαλείσθε να αναφέρετε το όνομα του καταθέτη.

Λογαριασμός ΕΙΑ: ALPHA BANK 359-0020-0200-7317 / IBAN: GR63 0140 3590 3590 0200 2007317

Για κάθε διευκρίνηση, για να εκφράσετε την πρόθεση της συνδρομής και κυρίως για να στείλετε στοιχεία επικοινωνίας, μπορείτε να απευθυνθείτε με e-mail στον Παναγιώτη Τουρνικιώτη (ptournikiotis@arch.ntua.gr) ή την Μυρτώ Κιούρτη (myrto.kiourti@gmail.com). Μπορείτε επίσης να επικοινωνήσετε με τη διευθύντρια του ΕΙΑ Μαριάννα Μηλιώνη στο e-mail info@heliarch.gr και στο τηλέφωνο 2107216670. Ο αύξων αριθμός για την αρίθμηση των προσωποποιημένων εντύπων που θα παραλάβετε θα ακολουθεί τη σειρά της κατάθεσης των συνδρομών.

Τον γενικό σχεδιασμό και τον συντονισμό των εκδηλώσεων έχουν αναλάβει οι Παναγιώτης Τουρνικιώτης, Καθηγητής ΕΜΠ, Νικόλαος-Ίων Τερζόγλου, Επίκουρος Καθηγητής ΕΜΠ, Κώστας Τσιαμπάος, Λέκτορας ΕΜΠ, Ρίβα Λάββα, Λέκτορας ΕΜΠ μαζί με τους: Μυρτώ Κιούρτη (εντεταλμένη διδάσκουσα Τμ. Αρχιτεκτόνων Παν. Πατρών), Φάνη Καφαντάρη, Σταύρο Μαρτίνο, Παναγιώτη Φαραντάτο, Πέτρο Φωκαΐδη (υποψήφιους διδάκτορες ΕΜΠ), Δήμητρα Βογιατζάκη (υποψήφια διδάκτορα Harvard) και Νίκο Μαγουλιώτη (μεταπτυχιακό σπουδαστή ΕΜΠ).

Εκ μέρους της ομάδας σχεδιασμού και συντονισμού των εκδηλώσεων

Παναγιώτης Τουρνικιώτης
Καθηγητής ΕΜΠ




19. ΣΟΦΙΑ ΤΣΙΡΑΚΗ: 

Η «ΜΕΓΑΛΗ» ΣΗΜΑΣΙΑ ΕΝΟΣ «ΜΙΚΡΟΥ» ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΗΜΑΤΟΣ, άρθρο στην εφημερίδα «Καθημερινή», που δημοσιεύτηκε την Κυριακή, 29 ΙΟΥΝΙΟΥ -2014 



Το «Κέντρο Πληροφόρησης του κοινού» για τα έργα στο «Δέλτα» Φαλήρου. φωτο Γ. Γερόλυμπος


Συνηθίζω να επισκέπτομαι όποτε μπορώ αρχιτεκτονικά έργα άλλων, πότε παλαιά και ήδη γνωστά για την αξία τους και πότε νέα, ακόμη άγνωστα σε μένα –ιδιαιτέρως νέων αρχιτεκτόνων- που διαισθάνομαι από πληροφορίες ή δημοσιεύσεις οτι κάτι καλό έχουν να πουν. 

Έτσι, πριν από λίγες μέρες είχα την τύχη δύο νέοι σπουδαστές της αρχιτεκτονικής, ο Σπύρος Γιωτάκης, τελειόφοιτος της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ και ο Άγις Μουρελάτος, τελειόφοιτος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Πατρών (μέχρι τότε και οι δύο άγνωστοι σε μένα) να με οδηγήσουν στο πρώτο πραγματοποιημένο τους έργο, που μόλις είχε τελειώσει και λειτουργούσε. 

Πρόκειται συγκεκριμένα για το «Κέντρο Πληροφόρησης του κοινού» για τα έργα ανέγερσης της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου, που βρίσκονται σε εξέλιξη στο «Δέλτα» Φαλήρου. 

Πρώτα από όλα να πω, ότι έχει γενικότερα μεγάλη σημασία, το γεγονός οτι το έχουν μελετήσει και πραγματοποιήσει ενώ ακόμη δεν έχουν πάρει καν το δίπλωμα τους. Όπως έχει σημασία και το οτι είναι δημόσιο έργο –έστω μικρό σε μέγεθος- που τους ανατέθηκε μετά από απονομή του πρώτου βραβείου στον σχετικό πανελλήνιο φοιτητικό αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Πράγμα που τους διασφάλισε και το τυπικό δικαίωμα να το υλοποιήσουν χωρίς την προϋπόθεση της κατοχής διπλώματος αρχιτέκτονα. Επιπλέον, είναι μια σπάνια ευτυχής συγκυρία όπου το αποτέλεσμα ενός τέτοιου διαγωνισμού δεν έμεινε στα χαρτιά, όπως συμβαίνει συνήθως, αλλά κατασκευάστηκε και μάλιστα σε ελάχιστο χρόνο. 

Η πρώτη εικόνα του κτηρίου, κατά την «υπό γωνία» ανηφορική προσπέλαση προς αυτό από τις χαμηλότερες προς τις ψηλότερες στάθμες ενός τεχνητού υψώματος, ήταν μια ευχάριστη έκπληξη. Αποκάλυψε μεμιάς την αρχιτεκτονική του ιδέα. Ήταν τοποθετημένο στέρεα -αλλά με ελαφράδα- πάνω στο έδαφος, προβάλλοντας το καθαρό ορθογωνικό σχήμα του με αρχαΐζουσα απλότητα. Η διαφάνεια των γυάλινων ορίων του άφηνε ανεμπόδιστη τη γαλάζια θαλάσσια ζώνη του Σαρωνικού να διαπερνά το σώμα του, ενώ το κάδρο αυτό πλαισίωναν οι δύο αιωρούμενες παράλληλες «φέτες» των πλακών της οροφής και του δαπέδου του. Ήταν μια πρώτη πολύ γρήγορη αρχιτεκτονική χειρονομία, που έλεγε όμως τα πάντα γι’ αυτήν την ιδέαŸ την καθαρότητα, την δυναμική της, την σχεδόν αρχετυπική διαχρονικότητα της και (μέσω όλων αυτών) το ήθος της. 

Η πολύ κοντινή παρατήρηση που ακολούθησε, αποκάλυψε τις καλαίσθητες αναλογίες του συνόλου και των επιμέρους στοιχείων, τη σωστή διαστασιολόγηση τους, το ρυθμό του φέροντος οργανισμού, τις πολύ ώριμες κατασκευαστικές λεπτομέρειες, την ακρίβεια του μονταρίσματος τους, την οικονομία στα εκφραστικά μέσα και το κόστος. Κυρίως αποκάλυψαν πως όλα αυτά μαζί εντάσσονταν σε ένα πλήρες αρχιτεκτονικό συντακτικό μιας εκδοχής της σύγχρονης αρχιτεκτονικής με ρίζες στον πρώιμο μοντερνισμό, αλλά και με βλέμμα προς το μέλλον. 

Δεν διέκρινα εδώ μόνο νεανική ορμή και έμπνευση, αλλά και ιστορική, αισθητική, κατασκευαστική έρευνα και μαθητεία σε βάθος. Όλα αυτά που ο συνήθης σημερινός τρόπος θεώρησης και κριτικής της αρχιτεκτονικής ξεπερνά γρήγορα, χωρίς καν να τα αγγίζει. 

Ρώτησα τους δύο συνεργάτες ποιες ήταν μέχρι εκείνη τη στιγμή οι κρίσεις του ευρύτερου κοινωνικού και ειδικότερα του αρχιτεκτονικού χώρου σε αναφορά με το πόνημα τους. Ξαφνιάστηκαν. Μου απάντησαν οτι δεν υπήρχε καμία ουσιαστική αναφορά, εκτός από τα ρεπορτάζ των εφημερίδων. 

Επέμεινα, ρωτώντας αν έγινε τουλάχιστον κάποια συζήτηση μεταξύ των συμφοιτητών τους ή μεταξύ των διδασκόντων των Σχολών τους. Μου είπαν οτι η μοναδική παρατήρηση που είχε επανειλημμένα διατυπωθεί από μερικούς από τους πρώτους, ήταν οτι η πρόταση τους μάλλον αποτελούσε μίμηση του διάσημου «Περίπτερου της Βαρκελώνης» του μεγάλου Mies van der Rohe! 

Ως απλή «μίμηση» λοιπόν ερμηνεύτηκε μονοδιάστατα μια στοχαστική προσπάθεια συνέχειας και εξέλιξης της αρχιτεκτονικής από το παρελθόν προς το μέλλον της. 

Σκέφτηκα οτι όλα τα παραπάνω συνιστούσαν ένα ακόμη δείγμα της γενικευμένης νεύρωσης της εποχής, δηλαδή της θεοποίησης και της καθημερινής αναζήτησης του «πρωτότυπου» και «πρωτοφανούς», που γεννιέται κάθε φορά εκ του μηδενόςŸ ειδάλλως σιωπή, από αδιαφορία ή ακόμη και σκόπιμη. 

Επιπλέον, ειδικά η σιωπή από εμάς τους δασκάλους, φαίνεται ανεξήγητη. Γιατί ίσως δεν καταλαβαίνουμε οτι τέτοια έργα μαθητών μας, δείχνουν και την αξία αυτών που τους διδάσκουν. 

Υπήρξε ωστόσο, (τουλάχιστον) μια εξαίρεση στο φαινόμενο. Ήταν τα επαινετικά συναδελφικά(!) λόγια που είπε για το κτήριο στους δημιουργούς του, ο διάσημος Renzo Piano, αρχιτέκτονας του έργου που κατασκευάζεται απέναντι (!!), ο οποίος, ως μέλος της επιτροπής κρίσεως του διαγωνισμού, είχε προτείνει τη βράβευση τους (ευτυχώς)...... 


Σοφία Τσιράκη 
Αρχιτέκτων ΕΜΠ 
Επίκουρη Καθηγήτρια Αρχιτεκτονικών Συνθέσεων 
Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ




18. ΟΡΕΣΤΗΣ ΔΟΥΜΑΝΗΣ: 
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΤΟΝ ΜΑΪΟ ΤΟΥ 2007
με αφορμή την ανακήρυξή του σε επίτιμο Διδάκτορα από το Τμήμα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. (05 ΜΑΪΟΥ 2014)



 Ορέστης Δουμάνης, 27-4-07 Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών του ΑΠΘ, 
ευγενική παραχώρηση από τον Τάσο Κωτσιόπουλο


Ορέστης Δουμάνης, 
30 ΑΠΡ 2013




Κύριε Πρύτανη 
Κύριε Γενικέ 
Κυρίες και Κύριοι 

Καταρχήν θα ήθελα να ευχαριστήσω το Τμήμα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, και ιδιαίτερα τον πρόεδρό του καθηγητή Νίκο Καλογήρου, για τη μεγάλη τιμή που μου έκανε και για την ωραία έκθεση που οργάνωσε. Ευχαριστώ επίσης τους καθηγητές Τάσο Κωτσιόπουλο και Ανδρέα Γιακουμακάτο για τα καλά τους λόγια. Τέλος, ευχαριστώ την συμβολή τους στην οργάνωση της έκθεσης. 



 Τάσος Κωτσιόπουλος, Ορέστης Δουμάνης, 27-4-07 Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών του ΑΠΘ, 
ευγενική παραχώρηση από τον Τάσο Κωτσιόπουλο


Είχα την πρώτη μου επαφή με την αρχιτεκτονική, στη διάρκεια του εκπαιδευτικού ταξιδιού των τελειόφοιτων της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών στην Δυτική Ευρώπη το 1951. Επισκεφτήκαμε υδροηλεκτρικά έργα, σιδηροδρομικούς σταθμούς, λιμάνια, αλλά και μουσεία και παλαιές πόλεις. 

Στο Μιλάνο ανακάλυψα πώς υπήρχε και μιά μεγάλη έκθεση αρχιτεκτονικής και design: η 9η Triennale. Αφού εντυπωσιάστηκα από το γλυπτό από νέον του Lucio Fontana στο κεντρικό κλιμακοστάσιο του Palazzo dell’Arte, τριγύρισα τις αίθουσες όπου υπήρχαν σχέδια και φωτογραφίες έργων, καθώς και έπιπλα και αντικείμενα σχεδιασμένα από διάφορους αρχιτέκτονες. 

Η μεγάλη αποκάλυψη όμως ήρθε αργότερα, όταν επισκέφτηκα τον πειραματικό οικισμό Q.T.8, κοντά στον ιππόδρομο του San Siro. Εκεί, στο πλαίσιο της Triennale, είχε κτιστεί ένα συγκρότημα πολυκατοικιών και είχαν επιπλωθεί μερικά διαμερίσματα, σύμφωνα με τις ιδανικές για την εποχή συνθήκες του μεταπολεμικού μοντέρνου κινήματος. Μου φάνηκαν όλα τέλεια και θαύμασα τους αρχιτέκτονες, που είχαν την ικανότητα να διαμορφώνουν ένα τόσο άνετο και λειτουργικό περιβάλλον για να ζει κανείς, ένα περιβάλλον υποδειγματικό. Τους θαύμασα ακόμη γιατί πίστεψα πως είχαν τη δυνατότητα να διαμορφώνουν έναν τρόπο ζωής. 
  27-4-07 Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών του ΑΠΘ, 
ευγενική παραχώρηση από τον Τάσο Κωτσιόπουλο


Λίγα χρόνια αργότερα, το 1959, ανάμεσα στους φίλους μου αρχιτέκτονες, το κύριο θέμα των συζητήσεων ήταν, το πώς θα δινόταν στους νέους αρχιτέκτονες η δυνατότητα να εφαρμόσουν τις νεωτερικές ιδέες τους που είχαν διαμορφωθεί σύμφωνα με τις αρχές του μοντέρνου κινήματος. Τότε οι μελέτες τις μονοπωλούσαν λίγοι καθιερωμένοι αρχιτέκτονες που εφάρμοζαν έναν απλοποιημένο κλασικισμό ή έναν αφελή νεολαϊκισμό. ΟΙ φίλου, ο Νίκος Βαλσαμάκης, ο Τάκης Ζενέτος, ο Ιππόλυτος Παπαηλιόπουλος, η Κατερίνα Γιαμαλάκη, η Σούλα Τζάκου, ο Θαλής και η Μαίρη Αργυροπούλου, ο Κοσμάς Ξενάκης, ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας, ξεκινούσαν τότε τη σταδιοδρομία τους. Συζητώντας μαζί τους, γοητεύτηκα από τις απλές και καθαρές γεωμετρικές μορφές της αρχιτεκτονικής που εξεθείαζαν και αποφάσισα να συμπορευτώ μαζί τους, προσφέροντας τις οργανωτικές μου ικανότητες. Άλλωστε το επάγγελμα του πολιτικού μηχανικού που είχα σπουδάσει, δεν με ενέπνεε ιδιαίτερα. Το έβρισκα πολύ περιοριστικό. 

Λειτουργήσαμε για λίγο καιρό σαν ομάδα, διερευνώντας τρόπους για να επηρεάσουμε την κατάσταση και να ακουστούν οι απόψεις μας. Τα πράγματα δεν ήταν εύκολα, κυρίως όμως έλειπε ένα έντυπο μέσο για να προβληθούν οι νέες ιδέες και τα έργα των νέων αρχιτεκτόνων. 

Η Αρχιτεκτονική του Αντώνη Κιτσίκη είχε ξεκινήσει το 1957. Ήταν ένα περιοδικό γνωστό, καθιερωμένο, με μεγάλη κυκλοφορία. Απευθυνόταν σε ένα ευρύτερο κοινό και τα περιεχόμενά του διαμορφώνονταν ανάλογα. Δημοσίευε κυρίως έργα γνωστών κοσμικών αρχιτεκτόνων, μαζί με τα έργα του Oscar Niemeyer. Δημοσίευε επίσης έργα των Κωνσταντινίδη, Βαλσαμάκη και Ζενέτου, μαζί με το διαμέρισμα της κυρίας Φραγκοπούλου. Δημοσίευε ακόμη αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς, μαζί με τα τουριστικά τοπία του Roger Tourte. Όλα αυτά μαζί, προκαλούσαν μια σύγχυση, δημιουργώντας άλλοθι για κάθε είδους ακρότητες και επίδειξη κακού γούστου. 


Ο Ζυγός, που πρωτοκυκλοφόρησε το 1955, ήταν βασικά καλλιτεχνικό περιοδικό. Για λίγους μήνες, από τον Νοέμβριο του 1958 ώς τον Αύγουστο του 1959, και με επιμελητές τους Δημήτρη Φατούρο, Νίκο Μουτσόπουλο και Διονύση Ζήβα, δημοσίευσε έργα νέων αρχιτεκτόνων, αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς και άρθρα για τη σύγχρονη αρχιτεκτονική. Η εκλογή των Φατούρου και Μουτσόπουλου όμως ως καθηγητών στο Αριστοτέλειο και η μετεγκατάστασή τους στη Θεσσαλονίκη, έδωσε τέλος σε αυτή την καλή πρωτοβουλία. Έτσι οι δυνατότητες προβολής της νέας αρχιτεκτονικής, στην αρχή της δεκαετίας του ’60, ήταν σχεδόν ανύπαρκτες. 

Το 1960, γνωρίστηκα μέσω κοινών φίλων με τον εκδότη-διευθυντή του Ζυγού Φραντζή Φραντζεσκάκη ο οποίος μου ζήτησε να αναλάβω την ευθύνη ενός αρχιτεκτονικού τμήματος στο περιοδικό. Τον Νοέμβριο του 1961 ξεκίνησε σε μόνιμη βάση το τμήμα αυτό του Ζυγού, με τις δημοσιεύσεις σε πρώτη φάση μονογραφιών μοντερνιστών αρχιτεκτόνων (Ζενέτου, Βαλσαμάκη, Παπαηλιόπουλου, Δεκαβάλλα, Σκιαδαρέση, Κωνσταντινίδη, ζεύγους Πατέλλη και Παπαγιάννη). Δημοσιεύτηκαν επίσης κριτικά σχόλια για την επικαιρότητα, μαζί με τη μεγάλη έρευνα για το Πνευματικό Κέντρο της Αθήνας. Ένα μικρό αρχιτεκτονικό περιοδικό δηλαδή με κύριο στόχο την προβολή του έργου των νέων αρχιτεκτόνων, αλλά και του πραγματικού ρόλου του αρχιτέκτονα ο οποίος την εποχή εκείνη ήταν πέρα για πέρα παρεξηγημένος. 

Η συνεργασία με το Ζυγό, όμως δεν μακροημέρευσε. Στις αρχές του 1963 αναγκάστηκα να παραιτηθώ, γιατί ο εκδότης αρνήθηκε να δημοσιεύσει σπουδαστικές εργασίες από την Αρχιτεκτονική Σχολή του Αριστοτελείου, που είχαμε επιλέξει με τους καθηγητές Φατούρο, Αργυρόπουλο και Μουτσόπουλο. Ισχυρίστηκε πως δεν είχαν αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον. 

Λίγες μέρες μετά την αποχώρησή μου από τον Ζυγό, ο εκδότης της Αρχιτεκτονικής με κάλεσε και μου ζήτησε να αναλάβω τη διεύθυνση του περιοδικού. Η πρόκληση ήταν μεγάλη, η περία μου από διεύθυνση περιοδικών ελάχιστη, αλλά η ευκαιρία μοναδική. Αφού το συζήτησα με τους αρχιτέκτονες φίλους μου και αφού εξασφάλισα τη συμπαράσταση και τη βοήθειά τους, ξεκίνησα. 


Η Αρχιτεκτονική άρχισε έτσι να γίνεται το όργανο προβολής των νεωτερικών ιδεών. Περιορίστηκε στο ελάχιστο η δημοσίευση έργων των καθιερωμένων αρχιτεκτόνων και προβλήθηκε η δουλειά των νέων. Δημοσιεύτηκαν άρθρα για τις σύγχρονες τάσεις στην αρχιτεκτονική, έγιναν έρευνες και σχολιάζονταν τα καλώς ή κακώς κείμενα. Φυσικά καθιερώθηκε η δημοσίευση σπουδαστικών εργασιών, καθώς και ένα σημαντικό τμήμα εικαστικών τεχνών με υπεύθυνο τον Τώνη Σπητέρη. Δημοσιεύτηκε επίσης σε έξι συνέχειες η «Σύγχρονη αρχιτεκτονική. Γέννηση, επικράτηση και μέλλον» που έγραψαν ο Θύμιος Παπαγιάννης και η Άννα Βενέζη, ένα κείμενο σημαντικό για την εποχή του. 

Την εποχή αυτή δεν υπήρχαν στην Ελλάδα η έννοια της αρχιτεκτονικής κριτικής, ενώ η ελληνική βιβλιογραφία για την αρχιτεκτονική ήταν εξαιρετικά περιορισμένη και αφορούσε κυρίως παλαιότερες περιόδους. Την υποτιθέμενη κριτική ασκούσαν τότε λογοτέχνες ή δημοσιογράφοι «γενικών καθηκόντων» όπως οι Σπύρος Μελάς, Γιάννης Καιροφύλλας, Ελένη Βλάχου, Κώστας Νίτσος κ.α. Κυριαρχούσε ένας επαρχιώτικος κυνισμός και μιά έλλειψη ουσιαστικής αρχιτεκτονικής κουλτούρας. 

Η ιδέα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου στον χώρο της κριτικής ήταν τολμηρή, αλλά προκλήθηκε από την επιθυμία διατύπωσης μιας προσωπικής άποψης για το πώς πήγαιναν τα πράγματα στην Ελλάδα. Ακόμη, και για έναν σαφή διαχωρισμό της θέσης μας, της θέσης των «προοδευτικών» ανθρώπων του χώρου, από τους συντηρητικούς αρχιτέκτονες ή από αυτούς που ήταν απλώς της μόδας, χωρίς να είναι σε θέση να συμβάλλουν σε μια κάποια ουσιαστική πρόοδο της αρχιτεκτονικής. Υπήρχε δηλαδή και μια ηθική συνιστώσα σε εκείνη τη στάση. Μιά γενικότερη «πολιτική» αντίληψη για τον ρόλο της αρχιτεκτονικής στη διαδικασία εκσυγχρονισμού του τόπου. Και βέβαια, η κριτική δεν ασκείται μόνο όταν γράφει κανείς ένα άρθρο, αλλά και όταν υιοθετεί μια διαδικασία επιλογών. Όταν αποφασίζει να τοποθετήσει το έντυπο που διευθύνει σε ένα συγκεκριμένο χώρο και όταν προωθεί συγκεκριμένες αντιλήψεις αντί για κάποιες άλλες. 


Από την Αρχιτεκτονική αποχώρησα στο τέλος του 1964 για να αναλάβω τη διεύθυνση του Γραφείου Τύπου του Τεχνικού Επιμελητηρίου και των Τεχνικών Χρονικών. Όλα αυτά τα χρόνια του Ζυγού και της Αρχιτεκτονικής είχα δραστηριοποιηθεί παράλληλα συνδικαλιστικά, στο πλαίσιο του Συλλόγου Πολιτικών Μηχανικών, και το 1964 η παράταξή μας κέρδισε τις εκλογές του Επιμελητηρίου. Ήταν μιά περίοδος έντονα πολιτικοποιημένη και η διοίκηση του Τεχνικού Επιμελητηρίου προσπαθούσε να επηρεάσει τις εξελίξεις, κυρίως όσον αφορά τα θέματα των τεχνικών και της ανάπτυξης. Με τα τρία περιοδικά (εβδομαδιαίο, μηνιαίο και τριμηνικαίο) τις ανεξάρτητες εκδόσεις, τις ημερίδες, τις διαλέξεις, τα συνέδρια και τις συνεχείς παρεμβάσεις στην πολιτική ζωή, η παραμονή μου στο Τεχνικό Επιμελητήριο ήταν μιά αξέχαστη εμπειρία. 

Την εποχή που ήμουν στο Επιμελητήριο όμως δεν είχα απαρνηθεί την ενασχόλησή μου με την αρχιτεκτονική. Ήδη από το τέλος του 1963, είχα αναλάβει αρχισυντάκτης του ελληνικού τμήματος του World Architecture μιας ετήσιας επιθεώρησης διεθνούς αρχιτεκτονικής, που εκδιδόταν στο Λονδίνο με διευθυντή τον John Donat. Ήταν μια ευκαιρία για τη διεθνή προβολή της ελληνικής αρχιτεκτονικής και στους τέσσερις τόμους που κυκλοφόρησαν από το 1964 ως τος 1967, δημοσιεύτηκαν 13 έργα των Ζενέτου, Βαλσαμάκη, Κωνσταντινίδη και Παπαγιάννη, ή ανοικοδόμηση της Σαντορίνης, των Δεκαβάλλα, Κονταράτου, Μπογάκου και Σαπουντζή, ένα μεγάλο άρθρο του Κωνσταντινίδη για τα «Ξενία», καθώς και η «Εισαγωγή στη μεταπολεμική ελληνική αρχιτεκτονική», που ήταν η πρώτη κριτική αποτίμηση της αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο. Το κείμενό μου αυτό δημοσιεύτηκε αργότερα στην Αρχιτεκτονική με εικονογράφηση χαρακτηριστική των πεποιθήσεων της ομάδας των αρχιτεκτόνων που είχε σχηματιστεί γύρω από το περιοδικό. 

Ας ξαναπάμε στο Τεχνικό Επιμελητήριο. Από το 1966, είχα αρχίσει να προβληματίζομαι για την παραμονή μου στο Επιμελητήριο μετά τις προγραμματισμένες για τον Νοέμβριο του 1967 εκλογές γιατί είχα βαρεθεί να κυκλοφορώ με την παραίτησή μου στην τσέπη, για να αποφεύγω τις πιέσεις που συνοδεύουν τις υπεύθυνες θέσεις σε έναν μεγάλο οργανισμό. 

Αισθανόμουν ότι ήξερα πιά τον χώρο και είχα την εμπειρία για να εκδώσω καταρχήν μιά ετήσια επιθεώρηση. Προς αυτή την κατεύθυνση με παρότρυνε και η Μαριέλλα, η μετέπειτα σύζυγός μου, και έτσι αποφάσισα να ξεκινήσω μια δική μου εκδοτική επιμέλεια. 

Σχεδίασα τα περιεχόμενα του πρώτου τόμου, αφού γύρισα τα περισσότερα αρχιτεκτονικά γραφεία της Αθήνας και συζήτησα τα σχέδιά μου με πολλούς αρχιτέκτονες. Όπως αναφέρεται στο εισαγωγικό κείμενο του πρώτου τόμου, στόχος των Αρχιτεκτονικών Θεμάτων ήταν η παρουσίαση των αξιόλογων επιτευγμάτων στον τομέα της αρχιτεκτονικής και της πολεοδομίας, η ένταξή τους σε μιά συλλογική προσπάθεια βελτίωσης του περιβάλλοντος και η ανανέωση του τρόπου αντιμετώπισης των αρχιτεκτονικών και πολεοδομικών προβλημάτων από την πολιτεία και την κοινή γνώμη. Τέλος, η ενίσχυση των δημιουργών τους, με την αναγνώριση του έργου τους. Σύμφωνα με το πνεύμα αυτό διαμορφώθηκαν τα περιεχόμενα του πρώτου τόμου: κείμενα, έργα, αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί και σπουδαστικές εργασίες. 

Σε μιά χώρα με περιορισμένη αρχιτεκτονική παραγωγή, είναι πολύ δύσκολο ένα περιοδικό να προβάλλει μία άποψη και να γίνεται έτσι ιδεολογικό όργανο μιάς αρχιτεκτονικής τάσης. Φυσικά τα περιεχόμενά του πρέπει να ικανοποιούν συγκεκριμένες απαιτήσεις ποιότητας, ειλικρίνεια, καθαρότητα, λειτουργικότητα, πάντα μέσα στο πνεύμα της νεωτερικότητας. Τα κτίρια δηλαδή που παρουσιάζονται να ικανοποιούν όλα αυτά τα κριτήρια ή τουλάχιστον μερικά από αυτά. 


Μιά βδομάδα μετά την κυκλοφορία του πρώτου τόμου του περιοδικού, το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου έμελλε να οδηγήσει τη χώρα στην πιό μακρόχρονη δικτατορία που γνώρισε στη νεότερη ιστορία της. 

Κατά τη διάρκεια της χουντικής δικτατορίας τα Αρχιτεκτονικά Θέματα συνέχισαν τακτικά την ετήσια έκδοσή τους. Κρίναμε ότι σαν επιστημονικό περιοδικό θα μπορούσαν, και κάτω από ένα καταπιεστικό καθεστώς, να επιδιώξουν με συνέπεια την εκπλήρωση των σκοπών που τους είχαμε τάξει. Και πιστεύω ότι, ως έναν βαθμό το κατόρθωσαν. Στάθηκαν, στον ειδικό χώρο που προσπαθούσαν να καλύψουν, ένα βήμα ελεύθερο για την διατύπωση όχι μόνο επιστημονικών απόψεων αλλά και ριζοσπαστικών ιδεών που συχνά εκπορεύονταν από μια επαναστατική κοινωνική ιδεολογία. Φυλλομετρώντας μάλιστα τους επτά τόμους τους που κυκλοφόρησαν μετά την επιβολή της δικτατορίας, διαπιστώνουμε ότι στην ύλη τους, ανεξάρτητα από την ποιοτική βελτίωση που επιδιώξαμε, είναι φανερή και μιά προοδευτική τάση βαθύτερης ανάλυσης των προβλημάτων του περιβάλλοντος με την τοποθέτησή τους σε μια ευρύτερη βάση κοινωνικού προβληματισμού. 

Τα Αρχιτεκτονικά Θέματα δεν είναι πολιτικό περιοδικό, ούτε και απηχούν απόψεις κάποιας συγκεκριμένης πολιτικής παράταξης. Πιστεύουμε όμως ότι η αρχιτεκτονική και πολεοδομική δράση, στην ευρύτερη έννοιά της, αντανακλά τη δυναμική και τις αντιφάσεις του κοινωνικού και οικονομικού συστήματος μέσα στο οποίο αναπτύσσεται και ότι, επομένως, τα προβλήματα του περιβάλλοντος, δεν μπορούν να διερευνηθούν ανεξάρτητα από τις κοινωνικές και πολιτικές τους διαστάσεις. 


Τα Θέματα Χώρου + Τεχνών κυκλοφόρησαν το 1970, με σκοπό να καλύψουν τον τομέα των καλών και εφαρμοσμένων τεχνών, και του εσωτερικού χώρου. Τελικά, έγινε μιά ανακατανομή στην ύλη των δύο περιοδικών και έτσι στα Θέματα Χώρου + Τεχνών δημοσιεύονται τα τμήματα των κατοικιών και των τεχνών, και στα Αρχιτεκτονικά Θέματα ή υπόλοιπη ύλη: κείμενα, έργα, προτάσεις. 

Στους 78 τόμους που κυκλοφόρησαν μέχρι σήμερα έχουν δημοσιευτεί σχεδόν όλα τα αξιόλογα κτίρια των τελευταίων 45 ετών, πολύ σημαντικά θεωρητικά κείμενα για την αρχιτεκτονική και τις τέχνες και μα ικανοποιητική επισκόπηση των τεχνών σε αυτή την περίοδο. Έχουν συνεργαστεί πάνω από 2000 αρχιτέκτονες και άλλοι ειδικοί Έλληνες και ξένοι. 

Τα περιοδικά όμως πρέπει να ανανεώνονται συνεχώς. Ο συνηθισμένος τρόπος ανανέωσης είναι η αλλαγή του διευθυντή τους. Στα Αρχιτεκτονικά Θέματα η μέθοδος αυτή δεν μπορούσε να εφαρμοστεί. Τα έσοδα του περιοδικού δεν επιτρέπουν την ύπαρξη ξεχωριστού εκδότη και διευθυντή. Για αυτό έπρεπε ο εκδότης – διευθυντής να φροντίζει για την ανανέωση του περιοδικού σύμφωνα πάντα και με το πνεύμα των καιρών και τις υπάρχουσες δυνατότητες. Στο πνεύμα της ανανέωσης έγιναν επανειλημμένες αναδιαρθρώσεις των περιεχομένων, προέκυψε η καθιέρωση αφιερωμάτων με ανεξάρτητους επιμελητές, αφιερώματα στην αρχιτεκτονική ξένων χωρών, οι μονογραφίες αρχιτεκτόνων (18 μέχρι σήμερα), οι τρείς πρώτες από τις οποίες είχαν συνδυαστεί με μονογραφικές εκθέσεις των αρχιτεκτόνων, που οργανώθηκαν στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών. 

Είναι δύσκολος ένας απολογισμός 40 χρόνων εκδοτικής δραστηριότητας. Πιστεύω όμως ότι σε όλα αυτά τα χρόνια υπάρχουν χαρακτηριστικές φάσεις προσανατολισμού των περιεχομένων των Θεμάτων που εξαρτώνται βασικά από δύο πράγμα: από το ενδιαφέρον της συγκεκριμένης περίοδο για ορισμένα ζητήματα, και από τη διαθεσιμότητα συνεργατών που αφενός να διατυπώνουν ενδιαφέρουσες εκδοτικά προτάσεις, αφετέρου να προσεγγίζουν τα ζητήματα με επαρκή θεωρητικό και κριτικό εξοπλισμό. Επειδή τα περιοδικά εκδίδονται σε μια μικρή χώρα, με μιά απροσπέλαστη για τους ξένους γλώσσα, τα περιεχόμενα θα έπρεπε να καλύπτουν καταρχήν τα πεπραγμένα της αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα, χωρίς όμως να αγνοούν τη διεθνή πραγματικότητα. Στο πλαίσιο αυτό μιας συνεχούς προσπάθειας εξισορρόπησης, επιδιώχθηκε να δοθεί ο λόγος στους καλύτερους Έλληνες ειδικούς πάνω στα διάφορα θέματα. Είναι επίσης σημαντική η συμβολή ενός μεγάλου αριθμού ξένων αρχιτεκτόνων, ιστορικών και κριτικών, οι οποίοι συνεργάστηκαν μαζί μας όλα αυτά τα χρόνια. 


Ορέστης Δουμάνης, 27-4-07 Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών του ΑΠΘ, 
ευγενική παραχώρηση από τον Τάσο Κωτσιόπουλο

Μαζί με τους τρείς αρχιτεκτονικούς οδηγούς, τον Οδηγό της μεταπολεμικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα του 1984 και τον αναθεωρημένο του 1990 στα Ιταλικά και τη Σύγχρονη αρχιτεκτονική στην Ελλάδα του 2005, τα Αρχιτεκτονικά Θέματα πρόβαλαν ένα παρόραμα της μεταπολεμικής ελληνικής αρχιτεκτονικής, κυρίως όμως συνέβαλαν στην αναγνώριση του έργου όσων πασχίζουν για την καλή ποιότητα της αρχιτεκτονικής. Και αυτή πιστεύω πως ήταν η μεγαλύτερη προσφορά τους. 

Τα Αρχιτεκτονικά Θέματα και τα Θέματα Χώρου + Τεχνών, αλλά και οι άλλες εκδοτικές μας δραστηριότητες, αναπτύχθηκαν σε μιά περίοδο που το «διεθνές στύλ» και ορισμένοι επίγονοι, όπως ο μπρουταλισμός, αποτελούσαν τις μόνες εφικτές επιλογές για την Ελλάδα. Πάντα, στο πλαίσιο επιδίωξης ενός εκσυγχρονισμού της αρχιτεκτονικής και ως απάντηση στις πιέσεις κάθε είδους τοπικισμού και ακαδημαϊσμού. Το διεθνιστικό αυτό άνοιγμα της μεταπολεμικής αρχιτεκτονικής όχι μόνο οικοδόμησε έναν γηγενή «μοντερνισμό» αλλά δημιούργησε μιά ισχυρή τοπική παράδοση. Στις επόμενες δεκαετίες, ως την αρχή της δεκαετίας του 1990, η συζήτηση για την αρχιτεκτονική συνεχίστηκε γύρω από το δίπολο διεθνισμός – τοπικισμός. Την τελευταία ωστόσο δεκαπενταετία είναι φανερή η ολική πλέον μεταστροφή σε μια μετα-νεωτερικότητα μινιμαλιστικού ήθους και αστικής συνείδησης. Αποδείχθηκε δηλαδή ότι το «μοντερνιστικό» αίτημα που είχαμε υιοθετήσει από τη δεκαετία του 1950 ως αίτημα αισθητικού και κοινωνικού εκσυγχρονισμού, ανταποκρίθηκε στις συγκεκριμένες ανάγκες του τόπου. Άλλαζε όψεις αλλά ουσιαστικά επιβίωσε ανέπαφο ως τις μέρες μας. 

Τέλος, με τους συνεργάτες των Αρχιτεκτονικών Θεμάτων το 1994 ιδρύσαμε το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής, με στόχο την προβολή της ελληνικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα και το εξωτερικό. ΟΙ πάνω από 85 εκδηλώσεις του Ινστιτούτου, μέχρι σήμερα κυρίως όμως η μεγάλη έκθεση για την αρχιτεκτονική του 20ου αιώνα στην Ελλάδα που παρουσιάστηκε σε εννέα πόλεις της Ευρώπης και πρόσφατα στο Τόκιο, τα βραβεία Αρχιτεκτονικής και οι Biennale Νέων Αρχιτεκτόνων που καθιερώθηκαν, καθώς και η συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη, δείχνουν πώς το Ινστιτούτο ικανοποιεί σε μεγάλο βαθμό τους στόχους που έθεσε. 

Θα ήθελα με την ευκαιρία αυτή να ευχαριστήσω όλους τους συνεργάτες των Αρχιτεκτονικών Θεμάτων και ιδιαίτερα τους σύμβουλους έκδοσης. Χωρίς αυτούς θα ήταν δυνατή και η σκέψη ακόμη για έκδοση ενός αρχιτεκτονικού περιοδικού. 

Όλα αυτά που ανέφερα δεν αποτελούν τελικό απολογισμό φυσικά. Αποτελούν τον μέχρι στιγμής απολογισμό. Και συνεχίζουμε… 

Ευχαριστώ.

Για να επιστρέψετε στην αρχική ανάρτηση κάντε ΚΛΙΚ εδώ


17. ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΙΑΚΟΥΜΑΚΑΤΟΣ: ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΝΑΛΙΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ


«τολμηρές λύσεις»: με αφορμή τις δυο αυτές λέξεις που χρησιμοποίησα σε σχόλιο μου για την συγκεκριμένη μελέτη, ο Ανδρέας Γιακουμακάτος διατυπώνει μια διαφορετική προσέγγιση. ( 20 ΜΑΡ 2014)



Αγαπητέ Γιώργο,
Με αφορμή την παρουσίαση της πολύ επιτυχημένης εκδήλωσης για την οδό Σταδίου/Πανεπιστημίου (επιτυχημένης επικοινωνιακά αλλά μένει να αποδειχτεί και επί της ουσίας) διαπίστωσα επίσης στο μπλογκ σου την ιδιαίτερη εκτίμηση που τρέφεις για τη μελέτη του μουσείου εναλίων αρχαιοτήτων στον Πειραιά το οποίο απόσπασε το πρώτο βραβείο στον πρόσφατο αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Διάβασα την αιτιολόγησή σου: ο διαγωνισμός ήταν πράγματι καλά οργανωμένος και φάνηκε ότι οι οργανωτές είχαν την ειλικρινή πρόθεση να κάνουν το καλύτερο. Διάβασα όμως και δυο λέξεις που χρησιμοποίησες, τις «τολμηρές λύσεις» σε σχέση με τη συγκεκριμένη μελέτη, και αναρωτήθηκα τι να σημαίνουν άραγε αυτές οι λέξεις στην περίπτωση αυτή. 






Ας δούμε τα πράγματα από την αρχή: ο αγωνοθέτης μας καλεί να παρέμβουμε σε ένα κτίριο του 1933 μέσα στο λιμάνι του Πειραιά και να το μετατρέψουμε σε μουσείο. Ποια είναι η πιο σωστή προσέγγιση; Το κτίριο είναι ένα αξιόλογο δείγμα βιομηχανικής αρχιτεκτονικής από οπλισμένο σκυρόδεμα, που ανήκει μάλιστα στην περίοδο του ελληνικού μοντέρνου κινήματος. Είναι λιτό, δομικά ευανάγνωστο, με πολύ ενδιαφέρον παιχνίδι όγκων σε μια τουλάχιστον όψη (που θυμίζει την πρωτομοντέρνα βιομηχανική αρχιτεκτονική της Μεσευρώπης), με ένα πύργο σαν εκείνο του Δημαρχείου του W.M. Dudok στο Χίλβερσουμ της Ολλανδίας (1924) και διακριτικά στοιχεία μιας κομψής ντεκό διακόσμησης. Παράλληλα, το κτίριο αυτό βρίσκεται στην πάλλουσα καρδιά μιας επισκευαστικής ζώνης στο λιμάνι ενώ προβάλλεται πάνω στις δυτικές συνοικίες του Λεκανοπεδίου, σε μια περιοχή βιομηχανικού/μικροαστικού προλεταριάτου γεμάτη αυθαίρετους οικισμούς και στοιχειώδη οικιστική ποιότητα, λαϊκή και αυθεντική μαζί. 






Η περιοχή αυτή έχει ταυτότητα, μνήμες και παραστάσεις ισχυρότατες: οι λαϊκές ρασιοναλιστικές πολυκατοικίες της Δραπετσώνας είναι λίγες εκατοντάδες μέτρα από εκεί, σε έναν χώρο που θα μπορούσε να αποτελέσει «μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς» της Ουνέσκο από την ανάποδη, επειδή ακριβώς χαρακτηρίζεται από βαθιά ριζωμένα στοιχεία ιστορικής και κοινωνικής μνήμης και ταυτότητας που διαμορφώθηκαν ειδικά μετά το 1922. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Θόδωρος Αγγελόπουλος έχασε τη ζωή του εκεί κοντά, στη διάρκεια των γυρισμάτων της τελευταίας και μοιραία ημιτελούς ταινίας του. Με δυο λόγια: είναι η περιοχή ενός μεσογειακού λιμανιού όπως μπορεί να είναι εκείνο της Νάπολης, της Γένοβας ή της Μασσαλίας. 





Δεν αγαπώ την εύκολη λαϊκιστική ρητορική, αλλά είναι βέβαιο ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ιδιαίτερη περίπτωση. Αν μη τι άλλο οφείλουμε να «ακούσουμε» τη λιτότητα και τη «δωρικότητα» του χώρου, να κατανοήσουμε την ταυτότητα και τις ευαισθησίες του, να διαβάσουμε το πνεύμα του τόπου στον οποίο παρεμβαίνουμε (genius loci μας αρέσει να το λέμε σε άλλες περιπτώσεις) για να σχεδιάσουμε με έναν τρόπο συμβατό ως προς το περιβάλλον και αποδεκτό, αν μη τι άλλο αντιληπτό, από τους πρώτους αποδέκτες του, τους ανθρώπους που έχουν γεννηθεί, ζουν και εργάζονται εκεί («κριτικό τοπικισμό» μας αρέσει να το λέμε σε άλλες περιπτώσεις). Η περιοχή χαρακτηρίζεται από μια έντονη, ρωμαλέα θα έλεγα, ταυτότητα βιομηχανικής και παραγωγικής ζώνης, με φόντο τον λευκό θόρυβο της κονιορτοποιημένης μικροκλίμακας των κατοικιών, από το Πέραμα ως τη Φρεαττύδα. Πώς συνδιαλέγεται το νέο μουσείο με αυτό το κοινωνικό και πολιτισμικό σκηνικό; 




Στην περίπτωση του πρώτου βραβείου αυτού του διαγωνισμού, δεν φαίνεται να προκρίθηκε η παραπάνω στάση. Οι αξιόλογοι κατά τα άλλα αρχιτέκτονες αντιμετώπισαν το κτίριο ως ένα ανώνυμο κουφάρι και πάνω σε αυτό ανέπτυξαν τις σχεδιαστικές τους δεξιότητες. Είναι εντυπωσιακό ότι στο κατά τα άλλα καλοφτιαγμένο βίντεο που έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα σου, το κτίριο ορίζεται ως «Monument of industrial history»! Δεν γίνεται αντιληπτή η αντίφαση του πράγματος; Το κτίριο –όχι μόνο σε αυτή τη μελέτη αλλά και σε πολλές άλλες του σχετικού διαγωνισμού– είναι απλώς το πρόσχημα για μια λιγότερο ή περισσότερο ευφάνταστη επεξεργασία, χωρίς την υποψία ότι υπάρχουν και άλλες παράμετροι τις οποίες ο αρχιτέκτονας οφείλει να σεβαστεί. Διαφορετικά είναι αποδεκτό και ό,τι συνέβη για παράδειγμα στο κτίριο Φιξ της λεωφόρου Συγγρού (του Τάκη Ζενέτου συνηθίσαμε να λέμε, τι ειρωνεία) ή στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης με τον περιώνυμο «εκσυγχρονισμό» του. Η επεξεργασία του πειραιώτικου σιλό ολοκληρώθηκε με εκείνο τον ανοίκειο ερυθρό σωλήνα εν είδει θαλάσσιου τέρατος, και ένα γενικό χειρισμό του χώρου ανάλογο με εκείνο άλλων παρεμφερών παραδειγμάτων που θα έπρεπε να αποφεύγονται, όπως για παράδειγμα η πρόσφατη πλατεία της Θέρμης στη Θεσσαλονίκη, μια «ψηφιακά» αμετροεπής επέμβαση σε περιβάλλον και κλίμακα προσφυγικού συνοικισμού. Ανάλογα πράγματα συμβαίνουν για παράδειγμα στην Αλβανία, έχεις δει τους νέους ουρανοξύστες στα Τίρανα διεθνών αρχιτεκτονικών γραφείων ή τη μελέτη της τοπικής νέας Βουλής των Coop-Himmelb(l)au; Από τη μια οι διάσημοι δυτικοί, από την άλλη οι φιλόδοξοι ιθαγενείς που πιθηκίζουν δυτικότητα, τι περιμένεις; Αντίθετα, η Tate Modern των Herzog & De Meuron, που αναφέρθηκε συχνά ως περίπτωση ανάλογη του πειραιώτικου σιλό, αντιμετωπίζει το ζήτημα μέσα στο πνεύμα που και το σημείωμα αυτό υποστηρίζει. Οι Λονδρέζοι φαίνεται δεν είναι «ιθαγενείς». 








Στην περίπτωση λοιπόν του Πειραιά, βρισκόμαστε μπροστά σε μια σχεδιαστική επεξεργασία που όχι μόνο δεν αντιμετωπίζει το κτίριο ως «διατηρητέο» (για αρχιτεκτονικούς καταρχήν λόγους) αλλά παραβιάζει περιβαλλοντικούς και πολιτισμικούς κώδικες μιας ολόκληρης περιοχής, μετατρέποντας σε «ακατανόητη» μια παρέμβαση που θα όφειλε να συνδιαλέγεται και να μεταλλάσσει έντεχνα τους πολιτισμικούς κώδικες του τόπου έτσι ώστε να γίνεται αποδεκτό από διαφορετικούς χρήστες, τόσο τους ανύποπτους όσο και τους «υποψιασμένους» γύρω από τη σύγχρονη αρχιτεκτονική. Κάποιες μελέτες βέβαια το επιχείρησαν με ένα διαφορετικό σχεδιαστικό ήθος, ιδιαίτερα ανάμεσα σε εκείνες που τιμήθηκαν με βραβείο ή έπαινο, αλλά το αποτέλεσμα δεν αλλάζει. 



Πιστεύω ωστόσο ότι στην περίπτωση αυτή σημαντική ευθύνη έχει ο αγωνοθέτης, που δεν θα έπρεπε να εμφανιστεί τόσο ανώδυνα και απροβλημάτιστα ουδέτερος αποδέκτης σχεδιαστικών επιλογών, αλλά να ορίσει εκ των προτέρων αρχές και προϋποθέσεις, έτσι ώστε να ενισχύσει μελέτες που θα επιβεβαίωναν την αντίληψη της σημασίας του κτιρίου και του περιβάλλοντος, τον σεβασμό των πολιτισμικών του χαρακτηριστικών και εντέλει τη δυνατότητα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής να μην καταφεύγει στη μανιεριστική ανωνυμία ενός γενικού διεθνιστικού μοντερνισμού αλλά στην οικοδόμηση της συνέχειας ενός διαλόγου με την ταυτότητα και τη μνήμη του τόπου. 



Σε χαιρετώ, 



Ανδρέας 





16. ΜΑΝΟΛΗΣ ΚΟΡΡΕΣ,  Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΡΗΝΟΥ  ΣΤΟ SCHAFFHOUSEN ΤΗΣ ΕΛΒΕΤΙΑΣ, Διάλεξη στο ΕΜΠ, ΠΕΡΙΛΗΨΗ (23 ΙΑΝ 2014) 




Το ιστορικό της ξύλινης γέφυρας του Ρήνου στο Schaffhausen της Ελβετίας είναι γνωστό χάρις σε πλήθος αναφορών, εγγράφων, σχεδίων, ομοιωμάτων και απεικονίσεων. Κατά τη διάρκεια ενός σφοδρού φουσκώματος του ποταμού, την 3η Μαΐου 1754, η παλαιά λίθινη πολύτοξη γέφυρα, με ένα ήδη κατεστραμμένο τμήμα της αναπληρούμενο από ξύλινη κατασκευή υπέστη νέες βαρύτατες βλάβες, οι οποίες κρίθηκαν απαγορευτικές οιασδήποτε περαιτέρω επισκευής.

Η παλαιά λίθινη πολύτοξη γέφυρα του Ρήνου  στο Schaffhausen της Ελβετίας

Το δημοτικό συμβούλιο κατόπιν αξιολογήσεως επέλεξε τον εμπειρικό αρχιτέκτονα Hans Ulrich Grubenmann (1709-1783), Ελβετό μέλος μιας οικογενείας με μακρά παράδοση στην κατασκευή μεγάλων στεγών και γεφυρών. Ο Ulrich διέθετε εμπειρία και ζήτησε από το δημοτικό συμβούλιο να του εμπιστευθεί την κατασκευή γέφυρας με άνοιγμα σχεδόν τριπλάσιο του έως τότε εφικτού! Είχε ετοιμάσει ένα πολύ μεγάλο ξύλινο πρόπλασμα (4,5μ), ώστε να αποδίδονται σαφώς όλες οι λεπτομέρειες. Η τελειότητα αυτών των λεπτομερειών, ανταποκρινόταν στην σπουδαία φήμη του Grubenmann και το συμβούλιο συμφώνησε ότι όντως, αυτός ήταν ο πλέον κατάλληλος για το έργο, όμως, αντέκρουσε εντόνως τον ισχυρισμό του, ότι είναι δυνατή η γεφύρωση αποστάσεως άνω των 100 μέτρων με απλώς μονότοξη ξύλινη κατασκευή και του επέβαλλε να ξανασχεδιάσει την γέφυρα με ένα μεσαίο στήριγμα στη θέση του μόνου καλώς διατηρούμενου βάθρου της παλαιάς λίθινης γέφυρας, το οποίο κατά καλή τύχη έστεκε πλησίον του μέσου της προς γεφύρωση αποστάσεως. 


Ο Grubenmann επανήλθε με νέα σχέδια και νέο ξύλινο πρόπλασμα, βάσει των οποίων έγινε δυνατή η έγκριση και ακολούθως η χρηματοδότηση του έργου. Η κατασκευή άρχισε την 17η Οκτ. 1755 και την 27η Φεβρ. 1758 έγινε δυνατή η διέλευση του πρώτου οχήματος.Ωστόσο τα επίσημα εγκαίνια τελέσθηκαν πολύ αργότερα (2α Οκτ.), ενώ τα οικοδομικά και υποστηρικτικά ικριώματα παρέμεναν στη θέση των έως τον Ιανουάριο 1759. Κατά την διάλυσή αυτών σημειώθηκε  και το μόνο εργατικό ατύχημα της τεράστιας επιχείρησης.



Πολύ σύντομα, το έργο έγινε επίκεντρο παγκόσμιου θαυμασμού, με επισκέπτες από μακρινά μέρη, περιηγητές, συγγραφείς, επαγγελματίες μηχανικούς και αρχιέκτονες. Κατά τις επόμενες δύο δεκαετίες ο Grubenmann, μόνος ή με τον αδελφό του Johannes, έκτισε άλλες επτά γέφυρες. Το 1783 ο χαρισματικός δημιουργός τόσων γεφυρών απεβίωσε, αφήνοντας μια μεγάλη τεχνική κληρονομιά, από την οποία νέες εξελίξεις οδήγησαν στα επιτεύγματα της γεφυροποιίας του 19ου αι.
Δυστυχώς, λίγο μόλις πριν την λήξη του 18ου αιώνα, διαρκούντων των ναπολεοντείων πολέμων, όλες οι γέφυρες των Grubenmann, εκτός από δύο μεσαίου μεγέθους, πυρπολήθηκαν από τον Γαλλικό στρατό. 


Μεταξύ αυτών και η γέφυρα του Schaffhausen, η οποία πυρπολήθηκε την 13 Απρ.1799, μετά από την Μάχη εν Stockach και ό,τι πλέον απέμεινε και εισέτι απομένει είναι τα εισαγωγικώς αναφερθέντα τεκμήρια: εκτός από έγγραφα και φιλολογικές μαρτυρίες, το καλώς φυλασσόμενο πρόπλασμα ως και τα σχέδια αυτής, στο Museum Allerheiligen του Schaffhausen. Την καταστροφή ακολούθησε όχι μόνον η ανάγκη κατασκευής μιας νέας, ασυγκρίτως απλούστερης ξύλινης γέφυρας με επτά ανοίγματα των δεκαπέντε περίπου μέτρων, αλλά και η ανάγκη διατηρήσεως της μνήμης της θαυμαστής δίτοξης γέφυρας και των λοιπών μεγάλων γεφυρών των αδελφών Grubenmann.

Μια άλλη σύγχυση, η οποία όμως δεν έχει ακόμη αντιμετωπισθεί, είναι εκείνη των αναφερομένων από διαφόρους συγγραφείς μέτρων. Το μήκος της πραγματοποιηθείσας γέφυρας φέρεται συνήθως ως 108, 109 ή 110 έως 112μ. εκείνο της αρχικώς προταθείσας αναφέρεται ενίοτε μόνον ως 110μ, ενώ συχνότερα, ως 119μ! Κατά πάσαν πιθανότητα η αιτία της συγχύσεως έγκειται στην αναφορά των ποδών της κλίμακος του σχεδίου Mechel ως γαλλικών..  

Η γέφυρα, ως μονότοξη, θα είχε άνοιγμα τουλάχιστον 108μ και εάν είχε πραγματοποιηθεί θα αποτελούσε παγκόσμιο έως σήμερα ρεκόρ. Η γέφυρα αυτή θα εφέρετο από δύο τεράστια τοξωτά ζευκτά με ελκυστήρες πάχους σχεδόν τριών ποδών συντεθειμένους εκ πλειόνων κατά το μήκος και το πάχος ξύλων, συναρμοσμένων με το σύστημα συνεχών οδοντώσεων και σφηνοειδών παρεμβλημάτων. Σε κάθε πλευρά, 24 διπλοί κατακόρυφοι στύλοι (έκαστος διατομής σχεδόν πέντε τετραγωνικών ποδών), οι ακραίοι ως στηρίξεις και οι λοιποί ως αναρτήρες, θα συνέδεαν τόξο και ελκυστήρα σε ένα σύστημα. Εγκάρσια και διαγώνια ξύλα κάτω και άνω, μεταξύ των δύο ζευκτών θα εξασφάλιζαν ακαμψία έναντι πλευρικών καταπονήσεων και ταυτοχρόνως θα αποτελούσαν τους φορείς καταστρώματος και στέγης. 


Η γέφυρα, έστω και ως δίτοξη, με ένα άνοιγμα τουλάχιστον 50μ και ένα 55μ, απετέλεσε παγκόσμιο ρεκόρ. Σε κάθε πλευρά, 20 διπλά κατακόρυφα στοιχεία στύλοι (έκαστο διατομής σχεδόν πέντε τετραγωνικών ποδών), τα ακραία και τέσσερα μεσαία ως στηρίξεις, ενώ τα λοιποί ως αναρτήρες, συνέδεαν τόξο και ελκυστήρα σε ένα σύστημα. Ένα πλήθος κεκλιμένων ξύλων αντώσεως κατελάμβανε τον μεταξύ ελκυστήρος και διαμήκους δοκού χώρο, αλλά και εκείνον υπό τον ελκυστήρα, πλησίον των στηρίξεων αυτού. Ο σχηματισμός των λοξών αυτών ξύλων ομοίαζε με σύστημα τόξων ικανών να μεταφέρουν θλιπτικές δυνάμεις προς τα σημεία στηρίξεως. Ταυτοχρόνος, άλλα γραμμικά στοιχεία, σιδηρά όμως, εφοδιασμένα με κοχλιώσεις και περικόχλια, ενεργούσαν ως ελκυστήρες καθέτως προς την έννοια ενεργείας των λοξών ξύλων. Εγκάρσια και διαγώνια ξύλα κάτω και άνω, μεταξύ των δύο ζευκτών εξασφάλιζαν ακαμψία έναντι πλευρικών καταπονήσεων και ταυτοχρόνως αποτελούσαν τους φορείς καταστρώματος και στέγης. Η βασική κατασκευή απαίτησε πολύ μεγάλη ποσότητα ξυλείας: τετρακόσια μεγάλα και είκοσι γιγάντια έλατα, ενώ για την επικάλυψη απαιτήθηκαν 400.000 σανιδόσχιζες. Ο Grubenmann, επιμένοντας στην αρχική πρότασή του, είχε προβλέψει την εν επαφή προς το φέρον δίτοξο σύστημα ενσωμάτωση άλλων ξύλων, τα οποία σε κάθε πλευρά σχημάτιζαν ένα μείζον τόξο εφ’ όλου του μήκους της. Κατά τις εκτιμήσεις του, χάρις στα μείζονα τόξα, η γέφυρα θα έπρεπε να παραμένει αμετάβλητη ακόμη και σε περίπτωση καταστροφής του μεσοβάθρου της.
Η επικρατούσα ιστορική παράδοση περιέχει την εξής ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: Κατά τη διάρκεια των εγκαινίων ο Grubenmann, θέλοντας να αποδείξει την ορθότητα του αρχικού και συνεχούς ισχυρισμού του περί της επαρκείας πολύ μεγαλυτέρων τόξων, αφαίρεσε τις πλάκες επί των οποίων έβαιναν οι στύλοι της μεσαίας στηρίξεως και προς μεγάλη κατάπληξη όλων απέδειξε ότι στην πραγματικότητα η γέφυρα, χάρις στα μείζονα τόξα ήταν ικανή να λειτουργεί στατικώς και ως μονότοξη. Εν τέλει όμως απεδείχθη ότι και το συμβούλιο είχε δίκιο, επειδή από ημέρα σε ημέρα συνεχιζόμενες πλαστικές παραμορφώσεις είχαν ως αποτέλεσμα συνεχή ελάττωση του διακένου και οι τριγμοί που την συνόδευαν διεκόπησαν μόνον όταν οι μεσαίοι στύλοι ξαναπάτησαν για τα καλά στο παλαιό μεσόβαθρο. 

Για να επιστρέψετε στην αρχική ανάρτηση κάντε ΚΛΙΚ  εδώ






15. ΜΑΝΟΛΗΣ ΚΟΡΡΕΣ, 
Η ΣΤΕΓΗ ΤΟΥ ΗΡΩΔΕΙΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΓΙΓΑΝΤΙΕΣ ΓΕΦΥΡΩΣΕΙΣ 
εκδόσεις Μέλισσα, 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 
(27 ΙΑΝ 2014)


Όταν πρωτοβρέθηκα στην Ακρόπολη νήπιο ακόμη, μια φορά με τους γονείς και μια άλλη με τον θείο μου, πολλά μου έκαναν εντύπωση, ακόμη και τα δυο μαρμάρινα ρωμαϊκά μαστίνο, που τότε μου φάνηκαν λιονταράκια, τοποθετημένα στον τοίχο μέσα από την υστερορρωμαϊκή πύλη και τόσο κοντά σε αυτήν, ώστε να κρύβουν σχεδόν τα Προπύλαια. Το Ηρώδειο όμως δεν έτυχε να το έχω κοιτάξει και λυπάμαι… θα ήθελα να είχα μια τόσο παλιά εικόνα του, έστω αόριστη και νεφελώδη, όπως για τόσα άλλα. Αργότερα το πρόσεξα πολύ καλύτερα σε παλιές φωτογραφίες: η μητέρα μου με μια συμμαθήτριά της ακριβώς μπροστά του, σε διαφορετικές σχολικές ίσως επισκέψεις. Τελευταία φορά Άνοιξη 1944. 

Ακριβώς είκοσι έτη μετά, μαθητής γυμνασίου, βρέθηκα στο ίδιο ακριβώς μέρος και πλησίασα με πρόσθετη συγκίνηση, η οποία όμως πολύ σύντομα έγινε περιέργεια, επειδή πίσω από έναν βαρύτατο τοίχο ερχόταν ο ήχος σφυριών και ξοΐδων. Έβλεπα για πρώτη φορά μαρμαράδες σε αναστηλωτικό έργο και κάποιος με ενθάρρυνε να πλησιάσω περισσότερο για να βλέπω καλύτερα. Μια αλησμόνητη εμπειρία. Αν και με είχε απορροφήσει περισσότερο η παρακολούθηση των χεριών, κάποια πρόσωπα τα ξαναθυμήθηκα μετά από πάρα πολλά χρόνια όταν οι δρόμοι μας συναντήθηκαν σχεδόν για το υπόλοιπο της έως τώρα ζωής μου. Πάλιν μετά από άλλα είκοσι έτη, 1984 πλέον, εργάζομαι πυρετωδώς για ό,τι θα είναι η συμβολή μου στην έκθεση «Αθήνα κατά την Αρχαιότητα», που μαζί με πολλές άλλες δραστηριότητες εντάσσεται στον εορτασμό του 1985, Αθήνα Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης. Ένα από τα αντικείμενα που ανέλαβα τότε ήταν και τα ομοιώματα της Ακροπόλεως, που τώρα βρίσκονται στο νέο μουσείο της. Όπως είχαν πράξει πριν από εμέ άλλοι που ιδιαιτέρως θαύμαζα –Stevens και Τραυλός- έπρεπε να αναδιφήσω σε ό,τι είχε εν τω μεταξύ προστεθεί, αλλά και να λάβω θέση επί αντιθέτων θεωριών. Πως ήταν οι ισοπεδώσεις της Ακροπόλεως, υπήρχε κάποια ανωμαλία στην ρωμαϊκή κλίμακα των Προπυλαίων; πως ήταν ο χώρος της στοάς του Ευμένους, η απόληξη της οδού Τριπόδων, ή τα πρόπυλα του διονυσιακού θεάτρου; Ευτυχώς, για όλα αυτά και μερικά άλλα είχα απαντήσεις, όχι όμως για το μεγαλύτερο, επειδή για κάποιους λόγους δεν ήθελα να το κοιτάζω σαν επίδοξος μελετητής. Ωστόσο, πως θα το έδειχνα στο ομοίωμα, με στέγη ή χωρίς στέγη; Μια γρήγορη ματιά στη βιβλιογραφία φανέρωνε κάτι σαν πόλωση. Έπρεπε λοιπόν να πάψω να μη το κοιτάζω ερευνητικά… και να! …μετά από μια σύντομη επισκόπηση των εξ αποστάσεως ορατών λεπτομερειών, βεβαιώθηκα για τη στέγη: οι αρχαίες μαρτυρίες, όντως εννοούν πλήρη και όχι περιμετρική στέγη. Απέμενε μόνον να προτείνω μια μορφή, αρκετά αφαιρετική, λόγω του μικρού μεγέθους των ομοιωμάτων Ωστόσο ακόμη και έτσι, έπρεπε να έχω κάποια ιδέα για το είδος των ζευκτών. Ευτυχώς γνώριζα ήδη αρκετά για γιγάντιες στέγες και ξύλινες προβιομηχανικές γέφυρες με ενσωματωμένα τόξα, και έτσι έκρινα ότι το ζητούμενο πρέπει να ήταν εφικτό και για τους ρωμαίους: «…εάν ο Απολλόδωρος τολμούσε ξύλινα τόξα σε γέφυρα με μεταξόνια 50 μέτρων, τότε γιατί ένας καλός μαθητής ενός άριστου μαθητή του Απολλοδώρου δεν θα μπορούσε να στεγάσει ένα Ηρώδειο;…» αυτό ήταν το ρητορικό μου ερώτημα –και γενικώς έπειθε. Έκτοτε φωτογραφίες του ομοιώματος φιλοξενήθηκαν σε πολλές επιστημονικές δημοσιεύσεις, κατά κανόνα με τρόπο δηλωτικό αποδοχής των προτεινομένων. Εξαίρεση απετέλεσε ένα γερμανικό δημοσίευμα ιταλού συναδέλφου, όπου σε μια υποσημείωση δήλωνε ότι το ομοίωμα είναι ως προς το Ηρώδειο εσφαλμένο. Τότε ακολούθησαν οι παροτρύνσεις κάποιων γερμανών ειδικών: έπρεπε να κάνω γνωστά τα σχετικά επιχειρήματα. Έτσι και πάλιν μετά από άλλα είκοσι έτη βρέθηκα να παρουσιάζω τα αδημοσίευτα σχέδιά μου με κάποιες αναγκαίες συμπληρώσεις χάριν εποπτείας (διάλεξη στο ΕΜΠ και τα Τεχνικά Πανεπιστήμια Μονάχου και Ζυρίχης). Ακολούθησαν μια σύντομη δημοσίευση στα γερμανικά, τρεις ακόμη διαλέξεις στην Αθήνα (για την πραγματοποίηση των οποίων ευχαριστώ αντιστοίχως τους Θεοδόσιο Τάσιο, Μαρίνα Φλέγκα, και Σταύρο Μπένο) και μεταξύ άλλων η προτροπή για έκδοση βιβλίου ή για ανάρτηση κειμένου και σχεδίων στο Διαδίκτυο. 

Τώρα, είκοσι έτη μετά από την ιστορία του ημιτελούς δωρικού κιονοκράνου, πιο γνωστή ως Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, αν και εν τω μεταξύ έγραψα αρκετά, αισθάνομαι όπως και τότε κάποια αμηχανία. Εκτός της ανεπάρκειας του χρόνου, λόγω φόρτου εργασίας–και όχι μόνον- υπάρχει και το μειονέκτημα της χρήσεως του είδους λόγου που συνήθως βρίσκεται σε επιστημονικά βιβλία των μηχανικών, αλλά όχι σε αρχαιογνωστικά ή λογοτεχνικά αναγνώσματα. Προσπάθησα λοιπόν να μετριάσω το πρόβλημα, παραιτούμενος μεν από την προοπτική μιας απλολογίας, επιμένοντας όμως σε μια συστηματικότερη διατύπωση ορισμών και μια αναλυτικότερη περιγραφή διαδικασιών, κατά τρόπον που νομίζω ενδιαφέροντα ακόμη και για τους ίδιους τους μηχανικούς, αλλά και ενθαρρυντικό για τον μη ειδικό, ο οποίος θα επιθυμήσει να γνωρίσει, έστω και με κάποιες δυσκολίες, τον συναρπαστικό κόσμο των μεγάλων τεχνικών έργων. 

Αμηχανία επίσης μου προκαλεί, ευτυχώς όχι πάντοτε, η υποψία -η δική μου, ή η πιθανολογούμενη των αναγνωστών- ότι στην παρούσα περίπτωση, ενώ προσπαθώ να ανακαλύψω τι ακριβώς έπραξε ο αρχαίος, ίσως καταλήγω να περιγράφω περισσότερο ό,τι εγώ θα έπραττα, εάν ήμουν εκείνος, ή ακόμη χειρότερα, εάν είχα ταξιδέψει έως εκεί με κάποια χρονομηχανή, οπλισμένος με τωρινές γνώσεις… μοιάζοντας λίγο με τον Hank Morgan, του Mark Twain, τον γνωστό Γιάνκη από το Κοννέκτικατ, που ταξιδεύοντας δεκατέσσερις αιώνες πίσω, κατάφερνε στην αυλή του βασιλιά Αρθούρου ό,τι για τους τότε Βρετανούς ήταν τελείως άγνωστο. Είναι όμως έτσι;… η απάντηση είναι περισσότερο Όχι παρά Ναι. Θα ήταν Ναι σε ένα πεδίο βιολογίας, χημείας ή τυπογραφίας. Όμως σε ένα πεδίο οικοδομικής με ογκολίθους και βαριά ξυλεία ο σημερινός μηχανικός, αν και οπλισμένος με την επιστήμη του, ελάχιστα πλεονεκτεί ενός αρχαίου, οπλισμένου με σοβαρή εμπειρία ή υπέρτερη αντίληψη. Θα τολμούσα μάλλον να πιθανολογήσω το αντίθετο. Πριν από μερικά χρόνια ο G. Gruben έλεγε, με τη γνωστή αγάπη του για τις στοχαστικές παραδοξολογίες : …για πολλούς μηχανικούς οι γοτθικοί ναοί δεν υπάρχουν ή είναι ανεξήγητο ότι δεν έχουν προ πολλού καταρρεύσει ! με την έννοια ότι οι συγκεκριμένες κατασκευές κατά πολύ ξεπερνούν ό,τι σήμερα διαθέτουμε σε στατικό αίσθημα, σε φαντασία τρισδιάστατων διανυσματικών σχέσεων, σε όντως ορθά μοντέλα υπολογισμού, ή σε τόλμη και ικανότητα ανάληψης της ευθύνης μιας επανάληψής τους, χωρίς καταφυγή σε σύγχρονα μέσα… Το βλέπω και στην ίδια την προσπάθειά μου. Παρά την καλή, από νεανικής ηλικίας, εμβάθυνσή μου σε θέματα και λεπτομέρειες της δομικής μηχανικής, παρά το μακρό ενδιαφέρον μου για τις ιστορικές κατασκευές, τα αποτελέσματά της είναι ατελή. Κάθε φορά πρέπει να διορθώνω τη μορφή ενός σάγματος, τη σχέση κάποιων μεγεθών, τα διαστήματα κάποιων διαστυλώσεων, ή να αναθεωρώ την αλληλουχία κάποιων διαδικασιών. Ο προσεκτικός αναγνώστης του κειμένου και ιδίως των σχεδίων θα αντιληφθεί την ύπαρξη μικρών ασυμφωνιών: π.χ. οι επιτεγίδες εμφανίζονται κάπως βραχύτερες στο κείμενο, επειδή διαδοχικοί υπολογισμοί έδειξαν ότι τούτο θα προσέφερε κάποια (μάλλον μέτρια) ελάφρυνση στο όλο σύστημα τεγίδων και επιτεγίδων. Σε κάποια σχέδια οι οδοντώσεις συνδέσεως των τμημάτων ενός ελκυστήρος διαφέρουν, εξ αιτίας διαφορετικών προσεγγίσεων του ζητήματος της διατμήσεως παραλλήλως προς τις ίνες του ξύλου. Η κλίση της στέγης στο ομοίωμα (1985) είναι κάπως μικρότερη εκείνης στην οποία κατέληξαν οι μεταγενέστερες εκτιμήσεις μου. πολλά σχέδια απουσιάζουν τελείως, ενώ άλλα είναι προχειρότατα όχι μόνον εξ αιτίας ελλείψεως χρόνου, αλλά εξ ίσου εξ αιτίας συνεχούς αναβολής μιας λεπτομερέστερης εμβάθυνσης. Εν τέλει προτίμησα να τα περιλάβω ως χρήσιμα ακόμη και στην παρούσα μορφή τους, αλλά και ως ενδεικτικά του εν τω γίγνεσθαι. Παρομοίως μικρές ασυμφωνίες υπάρχουν μεταξύ B΄ Μέρους (Τεχνική τεκμηρίωση) και Α΄ Μέρους (Μια εξιστόρηση). Η ίδια η εξιστόρηση παρουσιάζει ορισμένη γεωγραφική ασάφεια και σχεδόν ανεξήγητες χρονικές αποστάσεις κάποιων ενεργειών στην ιδιωτική σφαίρα του αρχιτέκτονος, οι οποίες ίσως δεν θα ικανοποιήσουν εκείνους που θα ήθελαν περισσότερες λεπτομέρειες για τη ζωή του. Εν πάση περιπτώσει η εξιστόρηση μένει για κάποιους δικούς μου λόγους ανολοκλήρωτη. Ίσως κάποτε θα βρεθεί η συνέχειά της. 

Στο τέλος του Β΄ Μέρους, περιέχεται σύντομη αναφορά στις παλαιές εμπειρικές γνώσεις στατικής και αναλυτική περιγραφή ενός τρόπου πειραματικού ελέγχου των ζευκτών, με τον οποίο κατά πάσαν πιθανότητα είχε εργασθεί και ο αρχαίος αρχιτέκτων.

Το Παράρτημα 1, αφιερωμένο στη Στοά του Ευμένους, περιέχει πληροφορίες χρήσιμες και για την καλύτερη κατανόηση του Ηρωδείου. 

Ακολουθεί το παράρτημα 2, η πολυτιμότερη έως σήμερα αρχαιολογική περί Ηρωδείου μαρτυρία: η προ155 ετών έκθεση των ευρημάτων και των καθ’ όλα ορθών συμπερασμάτων του Κ. Πιττάκη, διευθυντού των έως το1858 εις το Ηρώδειον διενεργηθεισών ανασκαφικών ερευνών της Αρχαιολογικής Εταιρείας, προς την οποία απευθύνω ιδιαίτερες ευχαριστίες.

Στο Παράρτημα 4, η Σύλβια Κουτρούλη, αρχιτέκτων και καθηγήτρια μουσικής, συνοψίζει κατά τρόπον λίαν περιεκτικό την ιστορία και την μορφή της αρχαίας μουσικής, από την εποχή του Ομήρου έως την εποχή του Ηρωδείου. Την ευχαριστώ λοιπόν με θαυμασμό και γι’ αυτήν τη συμβολή της στο παρόν. 

Στο Γ΄ Μέρος εξετάζονται ιστορικά έργα με κοινό γνώρισμα την ανάπτυξη ξύλινων φορέων, ικανών να γεφυρώνουν οριακού μεγέθους διαστήματα. Η γέφυρα του Τραϊανού στον Δούναβη, η γέφυρα του Ρήνου στο Schaffhausen, η στέγη της αίθουσας ιππασίας της Μόσχας κ.α.

Ευχαριστίες οφείλω στον Βασίλειο Χασάπη για τα ψηφιακά σχέδια των σελίδων 118-119 και στην Κατερίνα Τζανάκη-Κορρέ για βιβλιογραφικές πληροφορίες. Ομοίως ευχαριστώ τον Stanislav Zivkov και την κα G. Karovic.
Ευχαριστώ το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο για τη φωτογραφία της σελ. 72

Τα σχέδια των σελίδων 37 και 53 είναι από την Αρχαιολογική Εφημερίδα (1912), εκείνο της σελ. 36 από το βιβλίο Histoire de l architecture του Choisy (1899), εκείνα των σελίδων 39 και 156 από το Antiquities of Athens των Stuart και Revett και η φωτογραφία της σελ. 166 από το έργο του C. Cichorius Die reliefs der Traianssäule, τόμ. Β (1900), πίν. LXXII. 
Οι λοιπές εικόνες είναι του συγγραφέως. Τα σχέδιά του είναι όλα χειρόγραφα τα δε προοπτικά βασίζονται σε πράξεις παραστατικής γεωμετρίας και όχι σε ψηφιακά υπόβαθρα.
Οι «Εκδόσεις Μέλισσα», με την τόσο μεγάλη παράδοση σε επιστημονικά βιβλία τέχνης και ιστορίας, χάρισαν ποιότητα και στην παρούσα έκδοση. Όπως πάντοτε, έχουν τις ευχαριστίες μου, και ιδίως οι κυρίες Άννη και Αθηνά Ραγιά για τις άοκνες προσπάθειές τους. Ομοίως ευχαριστώ την κα Δώρα Κομίνη για τις διορθώσεις και την Κέλλυ Καλογήρου για τη σελιδοποίηση.

Ιδιαίτερες όμως είναι οι ευχαριστίες που οφείλω στον Χαράλαμπο Μπούρα, για τις επί σειράν ετών συζητήσεις μας, κατά τις οποίες, τόσο ωφελήθηκα από την γνώση, την κρίση και το ήθος του. Ειδικότερα με ενδιέφεραν οι περί Ηρωδείου απόψεις του. Όταν ως μαθητής Γυμνασίου είχα βρεθεί στο Ηρώδειο, δεν ήμουν καν σε θέση να γνωρίζω ότι το αναστηλωτικό έργο είχε ως υπεύθυνο κάποιον λόγιο αρχιτέκτονα, ονόματι Χ. Μπούρα – τώρα σκέπτομαι ότι ίσως κατά την επίσκεψή μου ήταν και εκείνος εκεί, αλλά σε κάποιο άλλο σημείο του γιγάντιου έργου. Αλλά τότε δεν ήμουν καν βέβαιος ότι όντως θα σπούδαζα την αρχιτεκτονική, ούτε μπορούσε κανείς να μαντεύσει ότι κάποτε θα τον είχα δάσκαλο και επόπτη, ή ότι αυτό θα διαρκούσε έως σήμερα

Του αφιερώνω λοιπόν το παρόν με ευγνωμοσύνη, υπολογίζοντας στην επιείκειά του για τα αναφερθέντα κενά. 


Μ. Κορρές 

Για να επιστρέψετε στην αρχική ανάρτηση κάντε ΚΛΙΚ  εδώ

14.ΣΑΔΑΣ – Τμήμα Αττικής




Αθήνα 17 Ιουλίου 2013, Α.Π. 1036


ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Σε συνέχεια των αντιδράσεων επαγγελματικών φορέων και των φημολογούμενων υποσχέσεων για εν κρυπτώ τροποποιήσεις στις διατάξεις που καθορίζουν τα επαγγελματικά δικαιώματα στον χώρο των μηχανικών (αρ.8 του Ν.4030/11), Το ΔΣ του τμήματος Αττικής του ΣΑΔΑΣ υποστηρίζει ότι για κάθε
κατασκευή, ανεξάρτητου μεγέθους, για την υλοποίησή της, απαιτείται, όπως προβλέπει και η νομοθεσία, να συνταχθούν όλες οι αναγκαίες κατά περίπτωση και το νόμο μελέτες (Τοπογραφικό - Αρχιτεκτονικά-Στατικά – Ηλεκτρομηχανολογικά) και να οριστούν οι αντίστοιχοι επιβλέποντες.
Είναι αυτονόητο πως η ποιότητα της κατασκευής και το τελικό αποτέλεσμα, εξαρτάται από την ορθότητα των μελετών και από την ουσιαστική και υπεύθυνη επίβλεψη που γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης. Το καλύτερο τελικό αποτέλεσμα προκύπτει, όταν οι αντίστοιχες μελέτες και επιβλέψεις πραγματοποιούνται από μηχανικούς που έχουν την ουσιαστική και εξειδικευμένη γνώση του αντικειμένου, σύμφωνα με την διεθνώς ισχύουσα νομοθεσία.
Αυτή η επιστημονική αρχή, από μόνη της, είναι ικανή να καθορίσει αρμοδιότητες και επαγγελματικά δικαιώματα και να διαμορφώσει ένα άρτιο και ποιοτικό έργο, ένα έργο με θετικό αποτύπωμα στο περιβάλλον και θετική συμβολή στην ποιότητα ζωής.
Το ΔΣ του Τμήματος Αττικής του ΣΑΔΑΣ θεωρεί ότι είναι καιρός να διατυπωθεί μια συλλογική και αξιοπρεπής πρόταση, εγγύηση για την ποιότητα των κατασκευών και την προστασία του περιβάλλοντος, που καθιστά διακριτό τον κάθε ρόλο στην κοινωνία, ξεπερνά τις συγκρούσεις και τις αντιπαραθέσεις μεταξύ μηχανικών σχετικά με το ρόλο της κάθε ειδικότητας και έχουν συμβάλλει στον μαρασμό του κλάδου μας.
Η πρόταση αυτή έγκειται ότι «για κάθε έργο απαιτείται ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΟΥ, όπου η κάθε ειδικότητα θα συντάσσει την αντίστοιχη μελέτη και θα έχει την αντίστοιχη ευθύνη της επίβλεψης», δηλαδή, ο Τοπογράφος το Τοπογραφικό, ο Αρχιτέκτονας τα Αρχιτεκτονικά, ο Πολιτικός Μηχανικός τα Στατικά και ο Ηλεκτρολόγος Μηχανικός τα Ηλεκτρομηχανολογικά.
Οι προδιαγραφές και νόμιμες (διατιμημένες) αμοιβές μελετών και επιβλέψεων θα καθορίζονται σύμφωνα με το ΠΔ 696/74. Οι συμφωνούμενες αμοιβές, ελεύθερα και συλλογικά στα πλαίσια της ομάδας, από την κάθε συμμετέχουσα ειδικότητα. Η διαιώνιση της σημερινής κατάστασης, όπου όλες οι ειδικότητες υπογράφουν σχεδόν όλα, είναι αντιεπιστημονικήκαι αντιδεοντολογική και έχει δημιουργήσει απομόνωση και πλείστα προβλήματα στο χώρο του κλάδου μας.
Όλες οι ειδικότητες των Μηχανικών είναι καιρός να αντιληφθούν πως μόνον «η συνέργεια των ειδικοτήτων» θα μας οδηγήσει σε μεγαλύτερη αξιοπιστία έναντι της κοινωνίας και ταυτόχρονα στις πιο ποιοτικές απαιτήσεις του σήμερα.
Κάθε άλλη προσπάθεια στην τακτοποίηση του προβλήματος των επαγγελματικών δικαιωμάτων, θα μας βρει κάθετα αντίθετους, γιατί θα δημιουργήσει τριβές και νέα προβλήματα στον χώρο μας.

Για το Διοικητικό Συμβούλιο
Γιώργος Μαδεμοχωρίτης, Αργύρης Δημητριάδης

 

 13.ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΚΙΟΥΛΕΚΑ: ΟΡΙΑ ΔΑΠΑΝΗΣ ΣΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ

«το δημόσιο έργο οφείλει να αποτελέσει  'πολιτισμικό αγαθό»

Το κείμενο  της Κατερίνας Γκιουλέκα, μέλος του γνωστού γραφείου ΠΛΕΙΑΣ, θέτει ένα ουσιαστικό προβληματισμό για το κόστος των δημόσιων έργων και την ανάγκη αλλαγής της μέχρι τώρα από κεκτημένη ταχύτητα προσέγγισης των ελλήνων μελετητών που μας αφορά άμεσα.

Αγαπητέ Γιώργο,


Παρακολουθώ  με ενδιαφέρον αν και από το παρασκήνιο τη συζήτησή σας περί αμοιβών, εκπτώσεων και βεβαίως πριν απ' όλα περί αρχιτεκτονικών μελετών.

Για αυτές τις τελευταίες, θεωρώ, ότι η αρχιτεκτονική κοινότητα θα πρέπει να βάλει στη συζήτηση και το θέμα της δαπάνης των έργων. Εννοώ το θέμα της  επιλογής  υλικών και κατασκευών στα μέτρα μιας κατά τεκμήριο πλέον φτωχής (αν και όχι σε όλα τα επίπεδα τιμίας)  χώρας. Η αναζήτηση ευρηματικών μορφολογιών και επιλύσεων βασισμένων σε προσιτά από πλευράς κόστους υλικά και κατά προτίμηση υλικά της ελληνικής αγοράς απουσίαζε για κάποια χρόνια από τις προτεραιότητές της και δεν θα εξαιρέσω  το γραφείο μας.


Μπορεί να υπάρχει υψηλού επιπέδου μελετητικό δυναμικό, σε ετοιμότητα να προτείνει εξεζητημένες λύσεις, εφάμιλλες με εκείνες των  διεθνώς γνωστών ευρωπαϊκών, αμερικάνικων  κ.α. γραφείων  σε μορφολογική καινοτομία, τεχνικές λύσεις και επεξεργασία κατασκευαστικής λεπτομέρειας - detail -, ωστόσο δεν πρέπει να διαφεύγει το γεγονός, ότι το δημόσιο έργο πρέπει να έχει συγκρατημένο προϋπολογισμό κατασκευής (και συντήρησης).
Και επισημαίνω, ότι ενώ αυτό το όριο της δαπάνης στο ιδιωτικό έργο το βάζει ο εργοδότης, στο δημόσιο έργο κατά κανόνα εργαζόμασταν χωρίς πλαφόν δαπάνης από πλευράς του, γεγονός, που εξασφάλιζε οπωσδήποτε έναν βαθμό ελευθερίας, με κίνδυνο να τύχει ακόμα και 'κακής χρήσης', όσο έπνεε ο άνεμος της 'χρηματιστηριακής' και της 'ολυμπιακής' περιόδου, μιας, όπως απεδείχθη, κυριολεκτικά εικονικής πραγματικότητας.

Συγχρόνως είναι μέσα από τη συνολική συνθετική του πρόταση που το δημόσιο έργο οφείλει να επιχειρεί να αποτελέσει  'πολιτισμικό αγαθό', δηλαδή να προτείνει νέες ή και εναλλακτικές βιωματικές εμπειρίες του χώρου, καινοτόμες προτάσεις για τα  επί μέρους στοιχεία του, όπως τις επιφάνειες, που τον ορίζουν (γεωμετρία, υφές, χρώμα, φωτοσκίαση...), να αποτολμήσω να πω, ακόμα και κοινωνικό όραμα, εφ' όσον οι συνθήκες το επιτρέπουν     - πόσο μάλλον όταν το επιβάλλουν *-  και να αποδίδει έτσι κτήρια και κοινόχρηστους χώρους με έκδηλα τα σημάδια της πνευματικής (συχνά και ψυχικής ) βασάνου της γένεσής τους - μελέτες κατάθεσης ψυχής.

Γιατί η επίτευξη τέτοιου αποτελέσματος να προϋποθέτει τάχα κατά κανόνα  κι όχι αυστηρά επιλεκτικά και στοχευμένα τη χρήση πχ. πολυδάπανων επενδύσεων ή μη πάντα απαραίτητων τεχνολογιών, στο δημόσιο έργο;

Αυτή η στάση θα επιτύχει ενδεχομένως πέραν της τελικής οικονομίας και μια συμφιλίωση με τους σημερινούς εν μέσω κρίσης - ή εν κρίσει και υπό κρίση- εαυτούς μας, ημών των αρχιτεκτόνων, εννοώ, αλλιώς, φοβάμαι,  δεν θα αποφύγουμε εντελώς την υποκρισία, επιπλέον θα επικοινωνήσει έμμεσα και συμ-πάθεια προς τους από παντού βαλλόμενους χρήστες.

Πάντα θα υπάρχουν τα ακριβά ιδιωτικά έργα για να δοκιμαστεί επιπλέον κανείς/-μία στο διεθνώς επιβεβλημένο και κατά κάποιο τρόπο 'καταναλωτικό' λεξιλόγιο. (Άν και έτσι, όπως οδεύει το πράγμα, το δημόσιο έργο ήδη τείνει  με τις ευρύτατες επικείμενες ιδιωτικοποιήσεις να μετατραπεί κι αυτό σε .... ιδιωτικό.)



* όπως στο σχεδιασμό του δημόσιου κοινόχρηστου χώρου


12. Μικρό Θεατρο Κατουνίων  -  26 Αυγούστου 2012

     Εισαγωγή στο πρόγραμμα Σκαλκώτα – Παπάνα

     του Γιώργου Δεμερτζή 

 

Νίκος Σκαλκώτας

 Το ότι ο ο γεννημένος στη Χαλκίδα Νίκος Σκαλκώτας θεωρείται παγκοσμίως ο μεγαλύτερος ιστορικός μας συνθέτης και ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του εικοστού αιώνα είναι  λίγο πολύ, γνωστό. Το ότι όμως κάποιος εν ζωή μουσικός ,παύλα, συνθέτης μπορεί να είναι εξαιρετικά σημαντικός, να είναι νέος, να περπατά δίπλα μας, δεν το  ξέρουμε  και δικαιολογημένα αν δεν ακούσουμε το έργο του  προσεκτικά και δεν το εκτιμήσουμε όπως του αξίζει… όπως ακριβώς συνέβη όσο ζούσε ο Σκαλκώτας .Δέχτηκε την απόλυτη περιφρόνηση για το κύριο συνθετικό του έργο  όσο διάστημα αναγκάζεται να ζήσει, λόγω συνθηκών, στον τόπο του, τα λίγα χρόνια που του έμειναν αφού τέλειωσε σπουδές στο εξωτερικό και έκλεισε ο δρόμος με την οικονομική κρίση του 29 και την άνοδο του Χίτλερ για κάποια καλύτερη  προοπτική στο εξωτερικό.  Τότε, το 1935, θα γράψει το σημαντικότερο έργο της ζωής του, μουσική την οποία δεν προορίζει για κανέναν μέσα στον περίγυρό του, δεν θα περιοριστεί σε μουσικό- γλωσσικό ιδίωμα από ανάγκη να είναι άμεσα αρεστός, θα αξιοποιήσει θεματικό υλικό μέσα από τις εμπειρίες του και ότι θεωρούσε τότε γνήσιο, αυτό που πολύ αργότερα θα επισημοποιηθεί ως επίσημη, λαϊκή έκφραση, το ρεμπέτικο…
Θα γράψει το 3ο του κουαρτέτο ένα από τα αριστουργήματά του, ένα από τα σημαντικότερα έργα του 20ου αιώνα γενικότερα. Το έργο που θα σας παρουσιάσουμε σήμερα.
Σε αυτό το έργο, δείχνει τι συνθέτης είναι. Μέσα από την προσωπική γλώσσα που έχει διαμορφώσει, παραθέτει λυρικότατες στιγμές, θέματα επηρεασμένα από την λαϊκή μουσική την οποία γνωρίζει καλά  και αναμνήσεις από την ζωή του στο Βερολίνο, μουσική του καμπαρέ, βαλς για να καταλήξει κάθε μέρος σε ένα ξέσπασμα οργής.


Σίμος Παπάνας σε νεανική ηλικία

και αν η οργή καθορίζει το 3ο κουαρτέτο του Σκαλκώτα, είναι η τρέλα το κεντρικό σημείο του έργου του Σίμου Παπάνα. Στην κυριολεξία. Το θέμα, στο οποίο γράφει παραλλαγές έχει τις ρίζες του στην εποχή του μπαρόκ, ως «οι τρέλες της Ισπανίας». Πάνω σε αυτό  αυτοσχεδίαζαν δείχνοντας τις ικανότητές τους οι μουσικοί της εποχής και έγραψαν διάσημα έργα συνθέτες όπως ο Κορέλι και ο Βιβάλντι. 


          Σίμος Παπάνας


Σε αυτό το ίδιο θέμα, πρωτοτυπώντας επικίνδυνα, θα γράψει το δικό του ο Παπάνας, τιμή στην μουσική μπαρόκ, που άλλωστε ο ίδιος θεραπεύει με ιδιαίτερη φροντίδα και ικανότητα, αλλά ξεφεύγοντας όπως και παλιός του χαλκιδαίος συνάδελφος  μέσα στις δυνατότητες που η εξέλιξη της μουσικής γενικότερα προσφέρει. Και την ίδια την τρέλα, όπως θα ακούσεται να την παρουσιάζει η βιόλα να μην είναι πλέον υπονοούμενο, ή αφορμή αλλά κεντρικό θεματικό στοιχείο.

Με τους 36 Ελληνικούς χορούς ο Σκαλκώτας γράφει το πιο διάσημο από τα έργα του, χορούς για μεγάλη συμφωνική ορχήστρα, ως δική του απάντηση στην γνωριμία αλλά και κατά παραγγελία μελέτη της δημοτικής μας μουσικής παράδοσης. Δημιουργεί ένα επικών διαστάσεων συμφωνικό έργο στο πρότυπο των σλάβικων χορών του Ντβόρζακ ή των ουγγρικών του Μπραμς. Και αν ό ίδιος καταγράφει και πολλές φορές εναρμονίζει οτιδήποτε δημοτικό ακούει, ακόμα και την ίδια τη φωνή του Ελευθερίου Βενιζέλου όταν τραγουδάει τον «Ομαλό» στην περίπτωση των χορών κάνει κάτι διαφορετικό. Τα τραγούδια στέκονται αφορμή για την σύνθεση μουσικών σκίτσων, με τίτλο τον χορό, ή το τραγούδι στο οποίο αναφέρονται.
Την μεταγραφή για κουαρτέτο πραγματοποιεί ο ίδιος, είτε για χρήση κάποιου κουαρτέτου στο οποίο έπαιζε, ή, από κάποιους που θα του το εζήταγαν, κάτι στο οποίο πάντοτε ανταποκρινόταν πρόθυμα και οι 13 χοροί από τους 36, είναι ότι σκόρπια μαζέψαμε, αφού ποτέ δεν υπήρξε συστηματική καταχώρηση από τον ίδιο του έργου του…
 Πολλά τα προβλήματα με την ουσιαστική ανάδειξη του έργου του μεγάλου Ευβοέα συνθέτη, με κυριότερο, την έλλειψη εκδόσεων των έργων του τα οποία ουσιαστικά, για τον εκτελεστή «δεν υπάρχουν».
 Το αυτονόητο καθήκον μας έναντι της ελληνικής δημιουργίας δεν είναι καθόλου αυτονόητο…

Γιώργος Δεμερτζής



 

11. Τα «αρχέτυπα» του Γιώργου Τριανταφύλλου
        και η καταστατική ουσία της αρχιτεκτονικής


             Ανιχνεύοντας με το βλέμμα τις απτές εικόνες
             και το άδηλο σύμπαν των νοημάτων της κατασκευής



    φωτο.Γιώργος Τριανταφύλλου_ 2007


Πάντα όταν περνώ από το Πάνορμο Ρεθύμνου μου αρέσει να παρατηρώ και να σχολιάζω τις υπέροχες «καλύβες» που φιλοξενούν τα ώριμα φρούτα των παραγωγών της κρητικής γης παρέχοντας προστασία από το δυνατό ήλιο και τη βροχή. Καμωμένες από απλά υλικά ,κυρίως ξύλινα στοιχεία σε δεύτερη χρήση, και καλυμμένες με φυσικές ψάθες, εξακολουθούν χρόνια τώρα να αντιστέκονται στην επέλαση των νέων υλικών και να μου υπενθυμίζουν πάντα τις σχετικές αναφορές στα σκίαστρα της ελληνικής υπαίθρου του νεαρού ακόμη Άρη Κωνσταντινίδη.
Την ίδια αίσθηση έχω και με τις ορθογωνικές μάντρες των βοσκών στο ορεινό Καθαρό της Κριτσάς - όσες διασώθηκαν μέχρι τώρα - ή με τα τυρόσχημα στρογγυλά μιτάτα στην περιοχή του Ψηλορείτη κοντά στο Ιδαίο Άντρο που είναι σπαρμένα γύρω από το μινωικό μέγαρο της Ζωμίνθου και αποτελούν κι αυτά μέρος του τοπίου που λες και υπήρχαν πάντα εκεί. Η σημερινή υπερκάλυψη κάθε σπιθαμής γης στα βόρεια παράλια της Κρήτης με τουριστικές υποδομές κάθε είδους έχει εξαφανίσει σχεδόν ολοκληρωτικά απλές και ταπεινές κατασκευές κάθε είδους που υποστήριζαν τις καθημερινές ανθρώπινες δραστηριότητες. Τώρα πρέπει να προσπαθήσει κανείς πολύ για να ανακαλύψει το ανόθευτο βλέμμα που απόμεινε και πρέπει κυρίως να κινηθεί μακριά από την πολύβουη «αναπτυγμένη» αστική και περιαστική πραγματικότητα και κυρίως όσο γίνεται σε μεγαλύτερη απόσταση από τις παραλιακές περιοχές που έχουν γεμίσει με πισίνες.
Πόσοι «τρελοί αρχιτέκτονες» αλήθεια χρειάζονται για να δουν και να καταγράψουν όχι μόνο στα όρια της ελληνικής επικράτειας -αλλά και αλλού- όσα απόμειναν ακόμη ανέγγιχτα, όσα εξακολουθούν πάντα να πλάθονται με ειλικρίνεια από ανθρώπινα χέρια την ώρα του κάματου για να καλύψουν την ανάγκη της συνθήκης του καθημερινού βίου; Ένας, θα απαντούσα χωρίς δεύτερη σκέψη. Ο Γιώργος Τριανταφύλλου! Η έκθεση με τίτλο «αρχέτυπα» που είδα φέτος στο βυζαντινό μουσείο της Αθήνας, ήταν μια από τις καλύτερες εκθεσιακές προτάσεις της χρονιάς και αναμφίβολα ήταν μοναδική τόσο από πλευράς περιεχομένου όσο και από άποψη οργάνωσης της ίδιας της εσωτερικής της δομής.
Στο καλύτερο ίσως μουσείο της Αθήνας ( που έστησε με πολύ μεράκι ο μακαρίτης πια Δημήτρης Κωνστάντιος) ο αρχιτέκτονας, φωτογράφος, καλλιτεχνικός ακτιβιστής και –πραγματική τιμή - και δικός μου φίλος πια Γιώργος Τριανταφύλλου, έστησε μια από τις πιο γοητευτικές εκθέσεις που θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς και μάλιστα εκατό φορές πληρέστερη από την πρόταση του Μπαχρέιν (με το παράπηγμα των ψαράδων) που τιμήθηκε με το φετινό πρώτο βραβείο στη μπιενάλε αρχιτεκτονικής της Βενετίας. Συλλέγοντας με το ευαίσθητο βλέμμα του και τη βαθιά υποψιασμένη κατασκευαστική και αρχιτεκτονική του εμπειρία τις πιο αναπάντεχες εικόνες που μπορούν να συγκινήσουν τη ματιά αλλά κυρίως τη συνείδηση του αληθινού δημιουργού και του ανεπιτήδευτου τεχνίτη, κατάφερε να συγκεντρώσει ένα μοναδικό υλικό που θα το ζήλευαν πολλοί υποψιασμένοι επιμελητές κάθε είδους καλλιτεχνικού εγχειρήματος. Παρατήρησε, ανακάλυψε, κατέγραψε φωτογραφικά και συστηματοποίησε με την ακρίβεια ενός λεπταίσθητου εκτιμητή έργων τέχνης και με τη βαθιά και εμπνευσμένη εσωτερική του ματιά που διαθέτουν ελάχιστοι, όλα εκείνα που έχουν αξία και ουσία και αντέχουν γιατί μπορούν να κερδίζουν τη μάχη με το χρόνο και να διαρκούν. Τα μονάκριβα, πλασμένα με οίστρο οδηγημένο από την ανάγκη της χρηστικότητας κατασκευάσματα της καθημερινής ανθρώπινης δραστηριότητας, που βάζοντας όλα τα υλικά που είχαν διαθέσιμα από πρώτο, δεύτερο και τρίτο χέρι και επινοώντας τους πιο απίθανους κατασκευαστικούς και λειτουργικούς συνειρμούς μπορεί να γεννά η στιγμή, κατάφεραν να μετασχηματίσουν την ευτελή τους εικόνα σε κορυφαία εκφραστική διατύπωση ενός υψηλού αρχιτεκτονικού και παροξυσμικά δημιουργικού αποτελέσματος που σε ορισμένες περιπτώσεις μας αφήνει άφωνους.
Όμως ο Τριανταφύλλου δεν σταματά εκεί. Επιστρατεύοντας όλη την πολύπλοκη προσωπική του σχέση με τον κόσμο της τέχνης και της δομής και πραγματοποιώντας τις πιο περίτεχνες και αναπάντεχες συνάψεις με τα υλικά και τα αχανή όρια της κριτικής δημιουργικής του συνείδησης, αναπλάθει και ανασυστήνει παραθέτοντας με καταιγιστικό τρόπο κάθε υπόγειο κοίτασμα ιδεών που παραμονεύει στο βάθος της δικής του συνείδησης και μας παρουσιάζει συσχετισμούς, συγκρίσεις, ομόλογες και επάλληλες προσεγγίσεις, λεπτούς διανοητικούς χειρισμούς και απελευθερωτικά ρεύματα που διατρέχουν και παρασέρνουν στο πέρασμά τους όλο το εποικοδόμημα της ιστορικής και της τρέχουσας αρχιτεκτονικής και καλλιτεχνικής σκέψης.
Ένα πράγμα είναι σίγουρο μετά από αυτή την εξαιρετική περιδιάβαση και την κατάδυση στα παράλληλα σύμπαντα των πολύπλευρων οπτικών εμπειριών του Γιώργου Τριανταφύλλου. Κανείς και ποτέ πια δεν θα μπορεί με άνεση να προσπερνά ή να αγνοεί όλα όσα συναντήσει στο δρόμο του και έχουν μια καταγωγική αναφορά που σε πρώτη ανάγνωση μοιάζει να τον αφήνει αδιάφορο ή και να μην ενδιαφέρει το βλέμμα. Πάντα μια δεύτερη οπτική ανάγνωση μπορεί να καταφέρει να αφυπνίσει τη δυνατή εσωτερική του όραση που είναι εκείνη ακριβώς που περισσεύει εδώ και προτείνει τεκμήρια ισότιμα και αφειδώλευτα προς όλους με την ελπίδα πως μπορεί να καταφέρει να κινητοποιήσει έστω και ένα. Ο Όσκαρ Ουάιλντ είχε πει πως γράφει γιατί ελπίζει πως θα βρεθεί ένας αναγνώστης να τον διαβάσει. Έχω την πεποίθηση πως και το υλικό που μας προτείνεται στα «αρχέτυπα» από τον αρχιτέκτονα Γιώργο Τριανταφύλλου έχει ακριβώς την ίδια φιλοδοξία. Να καταφέρει ίσως να λειτουργήσει αφυπνιστικά και να μας δείξει ένα άλλο τρόπο που μπορούμε να διαβάζουμε τον ορατό κόσμο που μας περιβάλλει. Αυτόν που έχει να κάνει με τα μικρά ταπεινά πράγματα ενός αληθινού όμως Θεού που δεν διστάζει να κατοικεί στις λεπτομέρειες όπως έλεγε ο Mies van de Rhoe, αρκεί να έχουμε το εσωτερικό βλέμμα μας στραμμένο εκεί για να καταφέρουμε να τον ανακαλύψουμε.

Οδυσσέας Σγουρός, αρχιτέκτων 1-1-2011

 

10. Κείμενο  από την ομιλία της Μάγιας Τσόκλη Βουλευτού Επικρατείας στην συζήτηση στη Βουλή για το Νομοσχέδιο “Αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας. Κατάργηση αδικαιολόγητων περιορισμών στην πρόσβαση και άσκηση επαγγελμάτων"

 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα αποτελεί ένα δύσκολο αλλά απαραίτητο βήμα προς αυτή τη  νέα πραγματικότητα που οραματιζόμαστε για τη χώρα.
Απαραίτητο βήμα, γιατί συχνά, αυτό που ενδεχομένως μας θίγει και μας πληγώνει ατομικά, είναι και αυτό που μας εμποδίζει να προχωρήσουμε ως σύνολο.

Κατανοούμε, λοιπόν, πλήρως τις ατομικές δυσκολίες των επαγγελματιών που έχουν συνηθίσει, δεκαετίες τώρα, να απολαμβάνουν  συγκεκριμένα προνόμια. Όμως θα πρέπει πλέον τώρα να προσαρμοστούν σε νέα δεδομένα.

Αν το κοινό καλό, -και  το δημόσιο συμφέρον θα πρέπει να είναι ο πρωταρχικός μας στόχος-, είναι η προτεραιότητά μας, τότε οφείλουμε να διαμορφώσουμε μία επαγγελματική αγορά χωρίς διακρίσεις, που να διασφαλίζει την ίση πρόσβαση στην άσκηση των επαγγελμάτων .

Θεωρώ όμως, ότι η δύσκολη πορεία της απελευθέρωσης των επαγγελμάτων δεν θα πρέπει να είναι μία πορεία σαρωτική.  Σήμερα, μια και επιθυμούμε την εκ των βάθρων αλλαγή, οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε κάθε επάγγελμα όχι αποκλειστικά μέσα από το πρίσμα της άρσης των περιορισμών άσκησής του, αλλά βελτιώνοντας τις διαχρονικές προβληματικές πτυχές του. 

Θα ήθελα να αναφερθώ συγκεκριμένα στο επάγγελμα, του αρχιτέκτονα.

Θεωρώ ότι το επάγγελμα του αρχιτέκτονα αποτελεί μία  ιδιάζουσα περίπτωση και ότι οφείλουμε να το αντιμετωπίσουμε με ιδιαίτερη ευαισθησία και προσοχή. Η διασφάλισή του συνδέεται άμεσα με την υποχρέωσή μας να προστατέψουμε ως κόρην οφθαλμού,  το δομημένο και φυσικό περιβάλλον της χώρας μας. Μια υποχρέωση,  που έχει να κάνει με την ποιοτική και ανθρωποκεντρική ανάπτυξη που επιθυμούμε να επιτύχουμε ως Κυβέρνηση, ως  μόνη ουσιαστική διέξοδο από τη σημερινή κρίση.
Νομίζω ότι δεν θα διαφωνήσετε μαζί μου ότι στην προσπάθειά αυτή, ο ρόλος του αρχιτέκτονα και της Αρχιτεκτονικής, της μεγαλύτερης των Τεχνών, είναι καταλυτικός.

Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να σας δώσω ορισμένα στοιχεία που θα μας βοηθήσουν να συνθέσουμε τη συνολικότερη εικόνα για το επάγγελμα του αρχιτέκτονα.

Πρώτο στοιχείο
Το επάγγελμα αυτό είναι κατά μία έννοια ήδη ανοικτό. Ίσως, μάλιστα, περισσότερο ανοικτό από όσο θα έπρεπε. Δεν υφίστανται κανενός είδους γεωγραφικοί ή ποσοτικοί περιορισμοί για την άσκησή του αλλά, κυρίως, δεν υφίσταται σαφής θεσμική διάκριση μεταξύ των ρόλων του Αρχιτέκτονα Μηχανικού και των άλλων Διπλωματούχων Μηχανικών.

Η απουσία κατάλληλης θεσμικής πλαισίωσης, έχει ως αποτέλεσμα αυτό που όλοι μας λίγο πολύ γνωρίζουμε ως διαδεδομένη πρακτική και που επιτρέπει  η υπογραφή μελετών από έναν Πολιτικό Μηχανικό ή από έναν απόφοιτο ΤΕΙ, να θεωρείται στις περισσότερες των περιπτώσεων αρκετή ώστε να δοθεί το πράσινο φως για την πραγματοποίηση ενός έργου.

Η πολιτική ανοχή απέναντι σε τέτοιου είδους πρακτικές είναι όχι μόνο αδικαιολόγητη αλλά και βαθιά επιζήμια. Οι αρχιτεκτονικές μελέτες  προϋποθέτουν ανάλογη παιδεία και έχουν σαν αντικείμενο την παραγωγή όχι μόνο σύνθετων τεχνικών έργων αλλά κυρίως έργων με καλλιτεχνική και με ιδιαίτερη πολιτισμική διάσταση. Δηλαδή έργων που καθορίζουν, την καθημερινότητά μας,  τη ποιότητα της ζωής μας, το πολιτισμό μας, και τελικά, την ταυτότητά μας.

Και αυτό δεν ισχύει μόνο για τα μεγάλα έργα αλλά και για τα μικρά, τα οποία, συναθροιζόμενα, διαμορφώνουν την φυσιογνωμία της χώρας μας.

Νομίζω ότι είναι περιττό να αναφερθώ στο οικιστικό δράμα της Ελλάδας, στους οικιστικούς  σκουπιδότοπους που μας περιβάλλουν και που οφείλονται  σε συντριπτικό βαθμό στην απουσία και στην υποτίμηση της αρχιτεκτονικής. Είναι εξίσου περιττό να αναφερθώ στην αρνητική επίπτωση που έχει το άναρχο και ακαλαίσθητο οικιστικό περιβάλλον σε σημαντικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας όπως είναι, για παράδειγμα,  ο τουρισμός.

Δεύτερο στοιχείο
Οι ελάχιστες υποχρεωτικές αμοιβές που ισχύουν μέχρι και σήμερα βάσει συμβατικού προϋπολογισμού, ουσιαστικά  συνδέονται με μια σειρά χαλαρών και ξεπερασμένων προδιαγραφών που δεν εξασφαλίζουν τις σύγχρονες υψηλές απαιτήσεις που πρέπει να καλύπτει σήμερα μια μελέτη.

Πιο αναλυτικά,  σήμερα, είναι δυνατόν να εκδοθούν  οικοδομικές άδειες με υπεραπλουστευμένες μελέτες που δεν προσδιορίζουν με σαφήνεια την αισθητική και την κατασκευή του έργου, τα υλικά και τις κατασκευαστικές λεπτομέρειες, την  διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου.
Οι οικοδομικές άδειες αποτελούν τελικά μια τυπική  υπόθεση διεκπεραίωσης που  απομακρύνει τον μελετητή αρχιτέκτονα και επιτρέπει στον εκάστοτε ιδιοκτήτη και εργολάβο λόγω της ατελούς  μελέτης, να υλοποιεί το έργο κατά την κρίση του ιδιοκτήτη και του εργολάβου, με ότι αυτό συνεπάγεται ως προς την τελική εικόνα  και το κόστος του έργου.

Κατά συνέπεια, η κατάργηση της ελάχιστης υποχρεωτικής αμοιβής και του σχετικού Προεδρικού Διατάγματος 696 του 1974 που προσδιορίζει το περιεχόμενο των μελετών, χωρίς -το τονίζω γιατί αυτό είναι το σημαντικότερο- την θεσμοθέτηση νέων αυστηρών ποιοτικών και ποσοτικών προδιαγραφών, προσαρμοσμένων στα διεθνή δεδομένα, είναι δώρον άδωρον, και  κινδυνεύει να  οδηγήσει σε ακόμη πιο πρόχειρες μελέτες, στην περαιτέρω αισθητική και κατ'επέκταση οικονομική υποβάθμιση στο φυσικό και δομημένο περιβάλλον.

Το ίδιο, φυσικά, θεσμοθέτηση νέων αυστηρών ποιοτικών και ποσοτικών προδιαγραφών, απαιτείται και για τις μελέτες των δημοσίων έργων (να σημειώσουμε ότι μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται και οι αστικές αναπλάσεις).

Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου “Τροποποίηση Συστήματος Εκπόνησης Μελετών, Εκτέλεσης Δημοσίων Έργων και Σύσταση Αρχής Ελέγχου Μελετών και Έργων” του Υπουργείου Υποδομών που θα συζητήσουμε προσεχώς, προβλέπεται  ότι οι μελέτες με αμοιβές κάτω από το όριο των 300 000€ κατατάσσονται στις μη απαιτητικές από τεχνικής άποψης (παρ΄ όλο που τελικά αυτές, αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό στο σύνολο των μελετών). Αυτές οι μελέτες,  θα μπορούν να ανατίθενται με βάση την χαμηλότερη οικονομική προσφορά στους φθηνότερους και όχι στους καταλληλότερους με αξιοκρατικά κριτήρια όπως η εμπειρία, ή οι διακρίσεις. Παράλληλα, προτείνεται η κατάργηση του κατώτατου ορίου για το παραδεκτό των οικονομικών προσφορών. Αν και στην περίπτωση αυτή δεν αποσαφηνιστούν και γίνουν αυστηρότερες οι προδιαγραφές των μελετών θα επικρατήσει πάλι η  γνωστή απρόσωπη, αδιάφορη και επιζήμια αρχιτεκτονική που μας περιβάλει.

Τρίτο στοιχείο
Υπάρχει ένα σοβαρό θέμα με τις επιβλέψεις στην περίπτωση των Δημόσιων Έργων. Το ισχύον πλαίσιο  δίνει τη δυνατότητα την επίβλεψη ενός Δημόσιου Έργου να την πραγματοποιούν, στη θέση των αρχιτεκτόνων, οι υπηρεσιακοί παράγοντες των αρμόδιων φορέων, με ότι αυτό συνεπάγεται τόσο για το “αλισβερίσι” μεταξύ φορέων και  εργολάβων όσο και για την τελική μορφή του έργου.
Νομίζω ότι είναι ξεκάθαρο ότι η βλάβη του δημόσιου συμφέροντος στην περίπτωση αυτή είναι ανυπολόγιστη και να θυμίσω την υπόθεση του Μουσείου Βυζαντινου Πολιτισμού της Θεσσαλονίκης που κόστισε κυριολεκτικά τη ζωή του μεγάλου μας αρχιτέκτονα Κυριάκου Κρόκου. Επίσης, άλλος να οραματίζεται και άλλος να πραγματοποιεί τα δημόσια έργα, αυτό αποτελεί μια παγκόσμια και παράδοξη αποκλειστικότητα, στο βαθμό που σε όλα τα κράτη ο αρχιτέκτονας είναι και ο γενικός υπεύθυνος δηλαδή ο «μαέστρος» του έργου.

Με το νομοσχέδιο που ψηφίζουμε αυτή την εβδομάδα, καταργούμε τις ελάχιστες αμοιβές των αρχιτεκτόνων, αλλά όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν και οι εκπρόσωποί τους, εφόσον βρεθούν λύσεις για τα ζητήματα που προανάφερα “πιθανά η συζήτηση για την κατάργηση των ελαχίστων αμοιβών να είναι φιλολογικές ασκήσεις διαλόγου”.

Κλείνω τονίζοντας ότι αν όντως αυτό που μας ενδιαφέρει με το νομοσχέδιο αυτό είναι να προστατέψουμε το δημόσιο συμφέρον, θα πρέπει ταυτόχρονα να εξασφαλίσουμε ένα δίκαιο και ισχυρό θεσμικό πλαίσιο για την άσκηση του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα.

Οι Αρχιτεκτονικές υπηρεσίες, πρέπει να θεωρηθούν ως υψίστης σπουδαιότητας για το δημόσιο συμφέρον και για την κοινωνία γενικότερα, καθώς μέσω των βιώσιμων προσεγγίσεων στην αρχιτεκτονική και την πολεοδομία επιτυγχάνεται σημαντική κοινωνική συνοχή.
Η έννοια της αρχιτεκτονικής από την άποψη του δημόσιου συμφέροντος, συναντάται σε αρκετά σημεία της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναφέρεται συγκεκριμένα στην Έκθεση 27 της δημοσιευμένης οριζόντιας Οδηγίας για την Αναγνώριση των Επαγγελματικών Προσόντων (2005/36/EC). Στην έκθεση αυτή διατυπώνεται ότι :
“ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός, η ποιότητα των κτιρίων, η αρμονική ενσωμάτωσή τους στο περιβάλλον τους, ο σεβασμός των φυσικών και αστικών τοπίων και της δημόσιας και ιδιωτικής κληρονομιάς αποτελούν ζήτημα δημοσίου συμφέροντος».

Θα επανέλθω και στο πλαίσιο της συζήτησης του νομοσχεδίου του Υπουργείου Υποδομών για τα Δημόσια Έργα και ασφαλώς, το προσεχές τετράμηνο θα είμαι σε στενή επαφή και συνεργασία με το Υπουργείο Πολιτισμού & Τουρισμού για την εξέταση του ανοίγματος των επαγγελμάτων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά του.

για να επιστρέψετε στην αρχική σελίδα πατείστε εδώ



9. Κείμενο της Τίνας Μπιρμπίλη για τα εγκαίνια της έκθεσης ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΡΑΛΗΣ "ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΣΥΝΘΕΣΕΙΣ" ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΠΕΝΑΚΗ 

Η σχέση τέχνης και αρχιτεκτονικής, και μάλιστα ζωγραφικής και αρχιτεκτονικής, αποτελεί ελκυστικό θέμα για δημιουργική συζήτηση. Η έκθεση που σήμερα εγκαινιάζεται στο Μουσείο Μπενάκη αναβιώνει τη συζήτηση γύρω από αυτή τη σχέση. Αισθάνομαι χαρά που εκπροσωπώ το Υπουργείο στου οποίου τη δομή εντάσσεται για πρώτη φορά η αρχιτεκτονική με τρόπο διακριτό και αυτόνομο.

Στην Ελλάδα, για πρώτη φορά  δηλώνεται αυτή η σχέση -και μάλιστα με ηχηρό τρόπο- το 1933 με τη διοργάνωση εδώ του Διεθνούς Συνεδρίου CIAM, Congresses Internationaux dArchitecture Moderne. Mεταξύ άλλων ο Corbusier με τον Gideon και τον Leger έθεταν τη διαδραστική σχέση αρχιτεκτονικής και ζωγραφικής, παρασύροντας στη συνέχεια σε αυτόν τον Πικιώνη αλλά και τον πολύ νεαρό Μόραλη. Η επιρροή της λογικής αυτού του “integration”, της ενσωμάτωσης δηλαδή των δύο τεχνών, ακολουθήθηκε από τους Γάλλους, σε συνέχεια της κεντρικής φιλοσοφίας του κινήματος BAUHAUS.

Λίγο αργότερα, το 1956, ο 25χρονος νεαρός υπάλληλος της Δ/σης Δημ. Έργων του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού Μίμης Φατούρος, κατά τη επίβλεψη του έργου μετατροπών στη σχολή Ναυτικών Δοκίμων στον Πειραιά, προσκαλεί τον Μόραλη         να μελετήσει τη ζωγραφική απεικόνιση για 2 μετώπες το κτηρίου. Ο Μόραλης αποδέχεται την πρόταση και προσκαλεί μόλις τελειόφοιτους 25χρονους ζωγράφους όπως ο Τσόκλης και ο Καρράς σε συνεργασία μαζί του για την εκτέλεση του έργου.            Για τον Κώστα Τσόκλη αυτά ήταν τα πρώτα πολύτιμα χρήματα που κέρδισε και ευχαριστούμε το Μίμη Φατούρο για αυτή του τη μαρτυρία!

Η επίμονη διάθεση και η μεγάλη ευχαρίστηση χαρακτήριζαν το Μόραλη όταν δημιουργούσε για την αρχιτεκτονική ή με την αρχιτεκτονική, την οποία αντιμετώπιζε ως στοιχείο ή πεδίο καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος. Μπορούμε να πούμε πως η υλικότητα της αρχιτεκτονικής είναι εύκολα συμβατή με τις καλοδομημένες συνθέσεις και εικόνες του Μόραλη. Οι συνδέσεις που δημιουργεί, προσθέτουν ένα ακόμη επίπεδο στην ανάγνωση της κατά κανόνα λιτής αρχιτεκτονικής, αυξάνοντας το αισθητικό ενδιαφέρον και την ένταση της ίδιας της ανάγνωσης.

Σήμερα η αρχιτεκτονική αλλάζει, γιατί αλλάζουν οι συνθήκες, οι τεχνικές και ο τρόπος που παράγεται. Η πρωτοπορία καταφεύγει στην ακραία τεχνολογία ή στην οικονομία της έκφρασης. Αυτό δεν είναι μόνο στυλιστική επιταγή, αλλά παρακολούθηση ενός τρόπου ζωής που αλλάζει και εναρμόνιση με νέες ενδημικές συνθήκες. Ο αρχιτέκτονας επαναπροσδιορίζει τη θέση του ως προς τα περιβαλλοντικά και κοινωνικά δρώμενα και έχει ενδιαφέρον να αναζητηθεί πως θα εξυπηρετηθεί και πως θα εκφρασθεί αυτή η σχέση:                                         της αρχιτεκτονικής με την τέχνη.


8.  Επιστολή, του  Σύλλογου Αρχιτεκτόνων Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών για την  για το Άνοιγμα του «κλειστού επαγγέλματος» του Αρχιτέκτονα Μηχανικού

 ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΥΧΩΝ ΑΝΩΤΑΤΩΝ ΣΧΟΛΩΝ - ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ
Α.Π. 42464 Αθήνα 19 Ιανουαρίου 2011
 

Προς:
Το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών & Δικτύων
Υπουργό κο Δημήτρη Ρέππα
Αναστάσεως 2 και Τσιγάντε, 101 91 Παπάγου
Κοινοποίηση: Πίνακας Αποδεκτών
 

Θέμα: Αίτημα συνάντησης για το Άνοιγμα του «κλειστού επαγγέλματος» του Αρχιτέκτονα
Μηχανικού
 

Αξιότιμε Κύριε Υπουργέ,
Το επάγγελμα του Αρχιτέκτονα, όσον αφορά τη μελέτη ιδιωτικών έργων, το ασκούν στη χώρα μας όλοι οι Διπλωματούχοι Αρχιτέκτονες Μηχανικοί και το αντιποιούνται διάφοροι άλλοι κλάδοι των μηχανικών με ίσα ή ελάχιστα διαφοροποιημένα επαγγελματικά δικαιώματα, που τους δόθηκαν μετο Ν.4633/30, που σήμερα μετά από 80 και πλέον έτη ακόμη ισχύει. Πέραν αυτών το αντιποιούνται αντίστοιχα και διάφοροι κλάδοι αποφοίτων Τ.Ε.Ι. Δεν υφίστανται γεωγραφικοί περιορισμοί άσκησης του επαγγέλματος ούτε ποσοτικοί αντίστοιχοι.
Παράλληλα όσον αφόρα τις μελέτες του Δημοσίου ενδιαφέροντος αυτές εκπονούνται κατά
πλειοψηφία από Αρχιτέκτονες Μηχανικούς με μικρές ποσοτικές παρεισφρήσεις άλλων κλάδων Διπλωματούχων Μηχανικών. Το δικαίωμα το αποκτούν ελεύθερα με μοναδικό περιορισμό της κατάταξης κατά την εμπειρία που προσδιορίζεται από τα χρόνια άσκησηςκαι τους ανάλογους προϋπολογισμούς έργων.
Με τον τρόπο αυτό η Πολιτεία εξασφάλιζε μέχρι σήμερα τον ακριβή προσδιορισμό της
φορολογητέας ύλης των Αρχιτεκτόνων και κατ’ επέκταση κατά κάποιο τρόπο διασφάλιζε τιςαμοιβές τους για τις υπηρεσίες που πρόσφεραν. Προ διετίας το ΤΕΕ όρισε ως επαγγελματικόςφορέας όλων των μηχανικών νέες τιμές αμοιβών που ανταποκρινόταν στη σύγχρονη οικονομικήπραγματικότητα και ήταν πραγματικά επικαιροποιημένες. Σημειωτέων ότι τα παραπάνω αφορούν για τα μεν ιδιωτικά έργα τη μελέτη και την επίβλεψη για τα δε δημόσια μόνο τη μελέτη.
Άρα αποδεικνύεται ότι πέρα του ελάχιστου απαιτητού, του να αποκτήσει κανείς δίπλωμα
Αρχιτέκτονα Μηχανικού ‘’και όχι μόνο‘’ κανένας άλλος περιορισμός ή παρεμβατισμός από
την πλευρά της Πολιτείας δεν υφίσταται, και το επάγγελμα είναι παντελώς ελεύθερο.

Από την πλευρά της η Πολιτεία για να προσδιορίσει τα απαιτούμενα τέλη προς είσπραξη για
λογαριασμό της κατά την αδειοδότηση του έργου προσδιόρισε ένα τρόπο ελάχιστου κόστους του
έργου και ελάχιστου συμβατικού προϋπολογισμού, από τους οποίους κατά την διάρκεια των ετών
με διάφορα νομοθετήματα και αποφάσεις προσδιορίζονται τόσο η ελάχιστη αμοιβή για τις μελέτες όσο και για την επίβλεψη. Ως πρόσθετη παρέμβαση έχει οριστεί επίσης η κατάθεση της αμοιβής των μελετών και μετά από κάποιο διάστημα και των επιβλέψεων στην ΕΤΕ ως μοναδικό αποδεικτικό καταβολής τους στον μελετητή και τον επιβλέποντα.
Εννοείται ότι οι οριζόμενες από το κράτος είναι οι ελάχιστες και έχουν πανελλαδικά μοναδική εφαρμογή, ανεξάρτητα από γεωγραφικούς περιορισμούς και άλλες  ιδιαιτερότητες και συνιστώσες.
Βέβαια οι αμοιβές τόσο των μελετών όσο και των επιβλέψεων έχουν άμεση εξάρτηση από
ένα πλαίσιο προδιαγραφών σύνταξης μελετών, κανόνων και κανονισμών καθώς και αστικές ή και κατά περίπτωση ποινικές ευθύνες που με την υπογραφή του ο Αρχιτέκτονας τόσο στη μελέτη όσο και στην επίβλεψη αυτόματα αναλαμβάνει εφόρου ζωής (π.χ. η ευθύνη για βλάβες κτίσματος μετά από σεισμό παραγράφεται μετά από πενταετία από τον ίδιο το σεισμό και όχι από την κατασκευή του κτίσματος. Δηλαδή σε κτίσμα που είχε μελετηθεί και αδειοδοτηθεί το 1980 σε σεισμό που ενδεχόμενα θα γίνει το 2017, ο Αρχιτέκτονας που θα είναι ήδη συνταξιούχος θα ενέχεται για ότι τα δικαστήρια αποφασίσουν).
Οι Αρχιτέκτονες Μηχανικοί λοιπόν δεν μπορούν να αποδεχτούν το ενδεχόμενο κατάργησης
των ελαχίστων αμοιβών από την πολιτεία και να παραμείνουν όλες εκείνες οι προδιαγραφές τόσο για την αδειοδότηση του έργου όσο και για τη σύνταξη των μελετών και εκτέλεσης των επιβλέψεων, καθώς και όλες οι αστικές και ποινικές ευθύνες που ορίζονται αντίστοιχα από τους Κώδικες της Δικαιοσύνης.
Η Πολιτεία εάν επιθυμεί να καταργήσει τον παρεμβατισμό της πρέπει να κάνει όλες εκείνες τις ενέργειες που θα διασφαλίζουν την ποιότητα των μελετών και των έργων, καθώς και την ασφάλεια των κατασκευών εξυπηρετώντας με τρόπο σύγχρονο, έντιμο, ποιοτικό, επιστημονικό το περιβάλλον άσκησης συναλλαγών μεταξύ επιστημόνων επαγγελματιών και πολιτών πελατών τους.
Πρέπει λοιπόν άμεσα και αντί για την κατάργηση των ελαχίστων αμοιβών που προσδιόρισε αυτή να:
· Ξεκαθαρίσει ότι οι Αρχιτέκτονες και μόνο αυτοί θα ασκούν το επάγγελμα του Αρχιτέκτονα.
· Ότι οι παρεχόμενες υπηρεσίες από αυτούς διέπονται από όρους, περιορισμούς,
προδιαγραφές και ρυθμίσεις για την εξασφάλιση των προαναφερθέντων.
· Ολοκληρώσει ταυτόχρονα το θεσμικό πλαίσιο που θα ορίζονται τα επαγγελματικά
δικαιώματα και υποχρεώσεις όλων των συνεργαζομένων φορέων των μηχανικών.
· Προσδιορίσει διαδικασίες πιστοποίησης με προδιαγραφές τα επαγγέλματα που
εμπλέκονται στις κατασκευές των έργων.
· Προσδιορίσει διαδικασίες πιστοποίησης όλων των υλικών που χρησιμοποιούνται
αντίστοιχα.
· Ολοκληρώσει κατόπιν του προσδιορισμού των επαγγελματικών ευθυνών και
υποχρεώσεων και τη σύνδεσή τους με τους Κώδικες της Δικαιοσύνης.
Εάν όλα αυτά πραγματοποιηθούν, που είναι τα ελάχιστα απαραίτητα για ένα σύγχρονο κράτος και
κοινωνία, πιθανά η συζήτηση για την κατάργηση των ελαχίστων αμοιβών να είναι φιλολογικές
ασκήσεις διαλόγου.

Αξιότιμε Κύριε Υπουργέ,
Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΣΑΔΑΣ – Πανελλήνιας Ένωσης Αρχιτεκτόνων λόγω των εξαιρετικά κρίσιμων για τον κλάδο μας εξελίξεων που δρομολογούνται από την Κυβέρνησή σας, κατά τη συνεδρίασή του της 12/01/2011 αποφάσισε να ζητήσει άμεση συνάντηση μαζί σας, προκειμένου να συζητηθούν τα περί «ανοίγματος κλειστών επαγγελμάτων» και να μπορέσουμε να σας αναπτύξουμε τις απόψεις μας επί του θέματος, όπως εξάλλου δικαιούμαστε ως διακριτός επαγγελματικός κλάδος που αναφέρεται και στα σχετικά ντοκουμέντα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού και του Μνημονίου.
Παρακαλούμε να ορίσετε τη συνάντηση αυτή με το προεδρείο του Συλλόγου μας, το
συντομότερο δυνατόν.
Με εκτίμηση,




7.  Ανδρέα Κουρτερίδη,
"με αφορμή την απελευθέρωση ενός απαξιωμένου επαγγέλματος"


 Παραλία Γλύφας, Νομός Μαγνησίας,
Φεύγονtας με το ferry boat, 05-VI-2005

«Κύριε Τριανταφύλλου

Μέσα σε αυτό το θλιβερό κλίμα όπου η ζωή πολλών ανθρώπων βουλιάζει στην απόγνωση και την απελπισία, εμφανίζεται παράλληλα η ευκαιρία για αλλαγές που έπρεπε να γίνουν από καιρό σε θέματα όπου έχουν καταστρέψει την ποιότητα ζωής του δομημένου αλλα και φυσικου χώρου σε αυτη την χωρα.
Μήπως λοιπόν ήρθε η στιγμή για το αυτονόητο?  Να αφαιρεθεί το επαγγελματικό δικαίωμα εκπόνησης και έκδοσης άδειας για αρχιτεκτονική μελέτη από πολιτικούς μηχανικούς. Τα αποτελέσματα αυτής της τριτοκοσμικής άποψης  όπου δίνει την δυνατότητα σε έναν επιστήμονα ο οποίος έχει παρακολούθηση μαθήματα αρχιτεκτονικού σχεδίου για ένα  εξάμηνο να υπογράφει αρχιτεκτονικές μελέτες είναι καταστροφικό και συνεχίζεται καταστροφικά, το βλέπετε κάθε μέρα γύρω σας όπου και αν σταθείτε σε οποιαδήποτε πόλη η χωριό.  Όπως αντίστοιχα συμφωνώ, να αφαιρεθεί το δικαίωμα υπογραφής στατικής μελέτης από αρχιτέκτονες, έτσι έστω αυτοί οι κλάδοι να ανταλλάξουν γνώση από συνεργασία και όχι να επιδίδονται στον ανταγωνισμό αρπαγής υποψήφιων πελατών.
Είμαστε η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που διατηρεί αυτήν την σχιζοφρενική νομοθεσία παρόλο που τα αποτελέσματα αυτής, εδώ και δεκαετίες μας έχει αποδείξει πόσο καταστροφική είναι. Όλοι κάνουμε παράπονα για αυτό , χρόνια τώρα, αλλά η  πολιτική πρωτοβουλία  σφυρίζει ανέμελα κοιτάζοντας τον γαλανό ουρανό. Μήπως διότι πολλοί βουλευτές ήταν και συνεχίζουν να είναι στο κλάδο των πολιτικών μηχανικών ?  Φαίνεται τελικά  ότι για κάτι τόσο αυτονόητο, κάποιος πρέπει να είναι πολύ θαρραλέος  για να το αγγίξει πολιτικά.
Εγώ είμαι αρχιτέκτων μηχανικός  με εμπειρία δεκαετίας και σπουδές σε Ελλάδα και εξωτερικό.   Είμαι άνεργος εδώ και 3 μήνες ( και όπως φαίνεται για πολλούς μήνες ακόμα) αφού το γραφείο στο οποίο εργαζόμουν διέκοψε την συνεργασία μας.  Σας είχα στείλει και το βιογραφικό μου στο παρελθον για ενδεχόμενη συνεργασία, θαυμάζοντας την προσέγγιση σας σε αυτό το πολυδιάστατο θέμα που λέγεται αρχιτεκτονική .
Μπορείτε να σκεφτείτε πόσο δύσκολο γίνεται το επάγγελμα του αρχιτέκτονα όταν μέσα σε όλα αυτά προσθέσουμε και την κρίση , η οποία έχει σχεδόν  μηδενίσει την οικοδομική δραστηριότητα και από παντού ακούς απόψεις που σε προτρέπουν να μεταναστεύσεις.

Ελπίζω να βρείτε λίγο χρόνο για να απαντήσετε , έτσι ώστε να ακούσω την θέση σας στο συγκεκριμένο θέμα , που θεωρώ ότι είναι ένα από τα μεγαλύτερα νομοθετικά προβλήματα που καταστρέφει αυτήν την χώρα  εδώ και πολλές δεκαετίες .

Με εκτίμηση 
Κουρτεριδης Ανδρέας



6.  Αριστείδης Αντονάς,
Για τον  τον αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό Ανάπλασης της Πλατείας Θεάτρου της Αθήνας, 26-ΧΙΙ-2010


 Απόσπασμα από την γενική κάτοψη της  αρχιτεκτονικής μελέτης- πρότασης  του Αριστείδη Αντονά για τον Διαγωνισμό της Ανάπλασης της Πλατείας Θεάτρου


«Ο προσδιορισμός μιας αρχιτεκτονικής επίλυσης που διευθετεί τις προσφερόμενες επιφάνειες της περιοχής, καθορίζει διανοίξεις, επιπεδώσεις και αστικές συμπεριφορές, με τον τρόπο που αυτό συμβαίνει σε έναν τυπικό πολεοδομικό σχεδιασμό νομίζω δεν είναι αυτό που χρειάζεται η περιοχή.
Αντίθετα η περιοχή παρουσιάζει ενδιαφέρον ακριβώς λόγω της δυσκολία διαχείρισής της. Θα ήταν βιαστικό να προταθεί κάποια επίλυση που θα παγίωνε την εικόνα της που μπορεί να είναι προσωρινή. Θα ήταν απερίσκεπτο να την παρατηρήσει κανείς έξω από το σύστημα που περιγράφει σήμερα την ιδιαιτερότητά της.
Για μια ανταπόκριση στο δεδομένο χαρακτήρα της περιοχής θα έπρεπε ο εκάστοτε μελετητής είτε να αγνοήσει την σημερινή συνθήκη είτε να την παγιώσει με τον τρόπο που θα την καταδίκαζε να υποδεχθεί μέσα στον τρόπο σύνταξής της όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που την καθιστούν σήμερα επικίνδυνη, προβληματική και ανενεργή στο ευρύτερο περιβάλλον της πόλης.

Η πολεοδομική αντιμετώπιση της πλατείας Θεάτρου ζητά με αυτό τον τρόπο την λεπτότητα στην ανάληψη δράσεων και κάποια ευελιξία ή κάποια κλιμάκωση στην υλοποίηση του σχεδιασμού που θα μπορούσε να αναστείλει την ακαμψία μιας μονοδιάστατης παρέμβασης. Η έννοια της μεταβαλλόμενης ή της προσωρινής πολεοδομίας λαμβάνει λοιπόν στην περίπτωση της πλατείας Θεάτρου κάποια ιδιαίτερη σημασία: εφόσον η κατάσταση που βρίσκεται μπροστά μας είναι πολύ έντονη για να αγνοηθεί και πολύ κακή για να σταθεροποιήσει τη ματιά μας προς την περιοχή, ο σχεδιασμός θα έπρεπε να αποβλέπει τουλάχιστον σε δύο φάσεις: μια πρώτη που θα αντιμετωπίσει την περιοχή μέσα στο πρόβλημά της και μια δεύτερη που θα την δει εκτός αυτού του συγκεκριμένου προβλήματος. Γνωρίζουμε ωστόσο από την εμπειρία των πολεοδομικών μεταβολών που χαρακτηρίζουν τις σημερινές πόλεις και ειδικά τα κέντρα τους, ότι η σταθεροποίηση και η ανάδειξη χαρακτηριστικών
σημείων τους δεν είναι επιτυχείς εφόσον δεν παραλαμβάνουν τη δυναμική
της μεταβολής που έχει η ίδια η πόλη.

Πριν από κάθε τι άλλο μια πρόταση για την πλατεία Θεάτρου καλείται να εισηγηθεί έναν μηχανισμό μεταβολής που θα λειτουργεί τουλάχιστον σε δύο αστικές καταστάσεις, την σημερινή και μια διαφορετική. Θα ήταν όμωςβιαστικό να παρακάμψει οποιοσδήποτε την δυσκολία της σημερινήςσυνθήκης και να δράσει σαν αυτή να μην υπάρχει. Αποτελεί βασικό άξονα της παρούσας προσέγγισης η δυνατότητα συμμετοχής της αρχιτεκτονικής σε διαφορετικές καταστάσεις: ακόμη περισσότερο, κάποια σκέψη για την εγκατάσταση της πρότασης και για την εφαρμογή της σε φάσεις αποτελεί την αρχιτεκτονική απάντηση σε κάποια προσωρινή σύλληψη των εκάστοτε προβλημάτων που θα προκύπτουν. Μια μεταβλητή πολεοδομική στρατηγική θα εξέταζε λοιπόν από τη μια μεριά μοντέλα που να μπορούν να παραλάβουν με πλαστικότητα διαφορετικές κατασκευές για τον εκάστοτε χαρακτήρα του κέντρου (με προτεραιότητα στην ισχύουσα κατάσταση και την ιδιαιτερότητά της) και από την άλλη θα υπολόγιζαν μέσα στον χρόνο εγκατάστασής τους την δυνατότητα αλλαγών και μετατροπών που δεν θα παρέδιδαν στην πόλη ένα υποτιθέμενο αστικό μνημείο αλλά ένα πεδίο προβλεπόμενων μεταβολών.»
Α.Α. 

Για να επανέλθετε στο κεντρικό κείμενο πατείστε εδώ

5.Για τα "παράδοξα" σπίτια φτιαγμένα από πηλό 19-VII-2010















Στην Κουτσουπιά,Το σπιτάκι έγινε σε δημόσιο χώρο με την συνεργασία και την συνδρομή του δήμου Μελιβοίας από το εργαστήρι φυσικής δόμησης cob


Τα έχω χάσει, με αυτά τα "παραδείγματα της βιώσιμης ανάπτυξης" και της "βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής" που μας έρχονται και πάλι  από το Εργαστήρι φυσικής δόμησης Cob. και δημοσιεύονται στο χθεσινό Εψιλον Νο1005 της Ελευθεροτυπίας σε άρθρο της Ευαγγελίας Φραντζόγλου, στην σελ 78. Χωρίς να υποτιμώ την αρχή της φυσικής δόμησης και τις οικολογικές προσεγγίσεις, αναρωτιέμαι τελικά τι είδους αρχιτεκτονική είναι αυτή. Αναρωτιέμαι αν στην προσπάθεια αυτή έχει  προηγηθεί μια ουσιαστική μορφολογική τεκμηρίωση, ένας συνθετικός σχεδιασμός. Αν έχει κληθεί να συμμετέχει στην ομάδα κάποιος αρχιτέκτονας, η τελικά πρόκειται για αυτοσχέδιες μορφολογικές αναζητήσεις που έρχονται από τις εικονογραφήσεις των παιδικών παραμυθιών,  με σύγχρονες αμήχανες και εκ του προχείρου διακοσμητικές αναφορές. Αναφορές που παραπέμπουν σε βυζαντινολογίες με νεοκλασικά περιγράμματα  στα παράθυρα, σε στρογγυλά ανόιγματα με μνήμες από τις τρύπες των ελβετικών τυριών  ή ακόμη σε μυκονιάτικες πλαστικές φόρμες . Το τραγικό είναι ότι  αυτή η  σπουδαία κατασκευαστική ιδέα,  αντιμετωπίζεται αδέξια μορφολογικά, γιατί βασικά αγνοεί  τις όποιες αρχετυπικές  αναφορές και δυστυχώς προβάλλεται επίμονα από τον τύπο και τα μέσα χωρίς κανένα σχόλιο... Το κενό αυτό θα ήθελα να καλύψω και να επισημάνω ότι όταν λείπει η σοφία του χωρικού, χρειάζεται γνώση, γνώση, γνώση και δουλειά, δουλειά, δουλειά...............

 

 Στην έκθεσή μου στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας με τίτλο αρχέτυπα* από τις καλύβες και τα μαντριά στην σύγχρονη Τέχνη  και Αρχιτεκτονική   και στο ομότιτλο βιβλίο, μεταξύ άλλων παρουσιάζω και μιά ανάλογη χειρονομία ενός ευαίσθητου αρχιτέκτονα στην  μακρυνή Ιαπωνία που με πηλό πάλι και πολύ "μεσογειακή" ευαισθησία πραγματοποίησε μια  απόλυτα σχετική με την ελληνική απλότητα πρόταση, που πραγματικά συγκινεί και πραγματικά με απασχολεί ιδαίτερα αυτό τον καιρό σαν αρχιτάκτονα. Ελπίζω να βρούμε τελικά την άκρη. Οι πειραματισμοί βέβαια είναι ευπρόσδεκτοι και κάθε αρχή και  δύσκολη.                                                                                                   

    House C Chiba Japan - Architec Hiroshi Nakamura

 

 Υ.Γ. Ας διδαχθούμε και από τα δικά μας εξαιρετικά δείγματα από πηλό. Αμέτρητες εικόνες σε όλη την Ελλάδα, εικόνες που συμπυκνώνουν μία σοφία και μια ευαισθησία παράλληλα. Για  μεράκι δεν το συζητώ και από μόχθο άλλο τίποτα. Θαυμάστε δύο εικόνες από τα εγκαταλελλειμμένα χωριά στις Πρέσπες που κατέγραψα τον Μάρτιο του 2005 και μία από το Γαλαξίδι.

 

και το άμεσο σχόλιο του Δημήτρη Φιλιππίδη 

Πάλι κατάφερες ν' ανοίξεις μια μεγάάάλη συζήτηση με αυτό το σχόλιο, όπου πάλι νιώθω τον πειρασμό να σου αντιμιλήσω λέγοντας ότι η "άλλη" αρχιτεκτονική που δεν την ξέρουμε (ακόμα) που όμως υποψιαζόμαστε ότι θα σκάσει από κάπου μύτη (αυτά είναι μεσσιανισμός, το ξέρω) δεν οφείλει να υπακούει υποχρεωτικά στις αρχές και στα δεδομένα της ώς τώρα αρχιτεκτονικής. Όχι υποχρεωτικά, εννοώντας ότι δεν μπορεί να έχει ως κριτήριο αξίας το πόσο κοντά είναι στο Α ή Β ρεύμα ή κίνηση ή τάση. Κάθε φορά που "αλλάζει" η αρχιτεκτονική (κι αυτό συζητάμε εδώ, τίποτα λιγότερο) αλλάζει κι η γλώσσα της, αλλάζει κι η συμπεριφορά της. Φοβάμαι πως εσύ προϋποθέτεις ότι θα μείνουν οι βάσεις (οι όποιες βάσεις) ασάλευτες και θα αλλάξει η υπερδομή. Αμ' πώς! Όχι, αύριο εκείνοι που δουλεύουν με λάσπη, όχι πια στενεμένοι από τρομακτικές αναγκαιότητες αλλά από κέφι, γούστο, έτσι-μ'-αρέσει, δεν θα στήσουν κάτι σαν τα σπίτια στις Πρέσπες που τα κακόμοιρα το μόνο που ήθελαν ήταν να μιμηθούν όσο γίνεται πιστά (με τη λάσπη) τα πλούσια πρότυπά τους! Καλά, δεν μπορείς να φανταστείς μια "καθαρή πινακίδα"; (με ή χωρίς λάσπη, αυτό θα ήταν επουσιώδες). Ζήτω τα σπίτια-μπισκότα, τα σπίτια-τουρτίτσες! Πάντα φιλικά,
δφ
και η απάντηση μου:

-->Εντάξει, είναι προφανές ότι όλοι αυτοί κάνουν ότι γουστάρουν  και τελικά αυτή η παραβατικότητα είναι που σε τρέφει! Αυτό είναι βέβαιο. Άσε όμως και εμάς να υπερασπιστούμε λίγο  τον πόνο μας.Γιατί τελικά μπορεί όλα αυτά να είναι από κέφι  και γούστο και πολύ άγνοια.  Θαρρώ πως δεν βλάφτει να θυμίζουμε και κάτι. Διότι όλα τα διαλύσαμε, όλα τα ξεχάσαμε και προσπαθούμε πάλι να εφεύρουμε το τροχό. Με κέφι μέν αλλά φτάνει?
Όσο για τις τουρτίτσες χορτάσαμε. Σου στέλνω, σου επισυνάπτω και μία δώρο που έρχεται ουρανοκατέβατη, για να υποστηρίξει ενα άλλο κείμενο και να επιβεβαιώσει την άποψη περί διαγραφής.
Γ.Τ.       
-->

-->

photos G. Triantafyllou, collage Leandros Katsouris

 

 Ο  Κώστας Κοντομάνος, οικονομολόγος,  από το Εργαστήρι φυσικής δόμησης COB σχολίασε στις 22 VII 2010 :

Κύριε Τριανταφύλλου γειά σας.
Γενικά, παρόλο που στην ομάδα συμμετέχουν και αρχιτέκτονες, πιστεύω πως μάλλον έχετε δίκιο όσον αφορά το ότι "πρόκειται για αυτοσχέδιες μορφολογικές αναζητήσεις που έρχονται από τις εικονογραφήσεις των παιδικών παραμυθιών".
Πιστεύω επίσης ότι σας διαφεύγει η ουσία του θέματος.
Με εκτίμηση
Κώστας Κοντομάνος

Το σχόλιο μου αμέσως μετά 

Αγαπητέ . κ. Κοντομάνο 
Θα προτιμούσα  να  μιλήσουμε για την ουσία του θέματος που πιθανότατα μου διαφεύγει,-άλλωστε αυτήν πάντα αναζητώ-, από το να ανταλλάσσουμε σιβυλλικές απόψεις. Ο στόχος του προβληματισμού μου σε αυτό το μπλογ είναι  να ανοίξει μία συζήτηση επί της ουσίας,αυτή ακριβώς την περίοδο που τα πράγματα αλλάζουν και πραγματικά έχουν πολύ ενδιαφέρον κάποιες κινήσεις που προκύπτουν έτσι απλά, "για την πλάκα μας".  και μπορεί να οδηγούν κάπου...
Μπορεί να κάνω λάθος στις εκτιμήσεις που διατυπώνω  στο κείμενό μου, στα πλαίσια μιας αγωνίας,που σχετίζεται με το χαμένο ήθος αυτού του τόπου. Και μπορεί το παράδειγμα του Ιάπωνα αρχιτέκτονα στο μπλόγκ, που εμένα θυμίζει την λιτή αρχιτεκτονική στο Αιγαίο να είναι ατυχές. Θάθελα όμως να μας μιλήσετε  για αυτές  τις  απρόβλεπτες αρχιτεκτονικές επιλογές σας και να μας μεταφέρετε τις σκέψεις σας, να υποστηρίξετε θέλεγα την άποψή σας.
Άλλωστε αυτός είναι και ο ρόλος αυτού του μπλογκ. Έχετε ξεκινήσει μια πολύ ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία, και νομίζω θα έχει ενδιαφέρον να συνεχίσουμε αυτόν τον διάλογο.
Το μπλογκ. αυτό είναι φιλόξενο και νομίζω ότι έχει ήδη ένα κοινό που προβληματίζετε
και ήδη έχει διατυπώσει άποψη.
Φιλικά
Γιώργος Τριανταφύλλου

 

...και η αφοπλιστική απάντηση του   Κώστα Κοντομάνου  στις 23 VII 2010 :

-->
Βιάστικα να σας κρίνω και γι αυτό ζητώ συγγνώμη. Απλώς το δημοσιεύμά σας κατάφερε ένα πλήγμα στον εγωϊσμό μου. Φυσικά και θα μπορούσε να υπάρξει πιο οργανωμένος αρχιτεκτονικός σχεδιασμός στο σπιτάκι της Κουτσουπιάς χωρίς να αλλοιωθεί το πρακτικό αποτέλεσμα. Στο χτίσιμο συμμετείχαν συνάδελφοί σας αρχιτέκτονες ενώ προηγήθηκε μέσω της ιστοσελίδας διαγωνισμός για τον σχεδιασμό του. Ο λόγος της αστοχίας στο συγκεκριμένο θέμα, είναι το νεαρό της προσπάθειας. Όσο όμως είμαστε ανοιχτοί μπορούμε να μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Θα χαρώ αν συμμετάσχετε στο σχεδιασμό της επόμενης μας κατασκευής. Φιλικά
Κώστας Κοντομάνος
   

ήταν φυσικό να απαντήσω αμέσως μετά χαράς και επι της ουσίας :

-->Αγαπητέ κ. Κοντομάνο
Χαίρομαι πραγματικά που μπήκατε αμέσως, με μία αφοπλιστική ειλικρίνεια, στην ουσία του θέματος.
Εκτιμώ πολύ τους ανθρώπους που έχουν αυτό το χάρισμα και σας διαβεβαιώνω ότι δεν είχα καμία πρόθεση  να πλήξω εγωισμούς. Πολύ απλά πιστεύω ότι έχετε ξεκινήσει κάτι που κατά την άποψή μου είναι πολύ σοβαρό σαν ιδέα και πρόθεση και χρειάζεται  ακόμη πολύ  δουλειά και τεκμηρίωση. Αυτός ήταν ο στόχος αυτού του σχολίου μου είχε σαν αφορμή και το δημοσίευμα στην Ελευθεροτυπία. Ξέρετε ο τύπος και τα μέσα, δημιουργούν εύκολα νέα πρότυπα, τα οποία εγγράφονται ασυνείδητα και επαναλαμβάνονται. Νομίζω ότι οι δημοσιογράφοι πρέπει να αφήνουν και κάποια περιθώρια, κάποιες επιφυλάξεις ή να αναζητούν και τις απόψεις κάποιων άλλων.
Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχουμε μια ευκολία να φτιάχνουμε και να προβάλλουμε πράγματα, με ενθουσιασμό, που μπορεί και να συνοδεύεται και από μία επιπολαιότητα, αγνοώντας ένα ολόκληρο πλούτο που βρίσκεται γύρω μας. Πρέπει χωρίς να χάσουμε τον ενθουσιασμό μας να προχωρούμε αναζητώντας την γνώση και την γόνιμη  κριτική.
Θα ήθελα την διεύθυνση σας για να σας στείλω το τελευταίο μου βιβλίο (αρχέτυπα*...) για μια υπόθεση που με απασχολεί από το 2004 και έχει νομίζω μεγάλη σχέση με το θέμα. Θα χαρώ πολύ επίσης αν βρεθείτε στην Αθήνα να σας ξεναγήσω στην σχετική  έκθεσή μου στο Βυζαντινό Μουσείο μέχρι τις 5 Σεπτ. 2010 όπου στις βιντεοπροβολές υπάρχει και ένα πρόσθετο ενδιαφέρον.
Άλλωστε είναι και μία καλή ευκαιρία να αναζητήσουμε τις όποιες δυνατότητες συνεργασίας και υποστήριξης από την πλευρά μου.
Φιλικά
Γιώργος Τριανταφύλλου

...σε αναμονη του σχολίου της δημοσιογράφου Ευαγγελίας Φραντζόγλου:.... 

.......................................

.......................................

 

 

3.Για την διάλεξη του Κωνσταντίνου Λαμπρινόπουλου στα πλαίσια των διαλέξεων του ΕΙΑ στις 17 Ιουνίου 2010 

 
 το αρχικό κομμάτι του κειμένου χάθηκε εκείνη την νύχτα στις 18-VII-2010
..."Η δουλεία τους, γράφω στο βιβλίο μου ( σελ. 46),  εντάχθηκε στις σκέψεις μου και στους συσχετισμούς μου  στο βαθμό που με δειλά βήματα μαζί με άλλους αρχιτέκτονες  δείχνουν να προσεγγίζουν προς την αυτή την  κατεύθυνση..." την κατεύθυνση μιας αληθινής αρχιτεκτονικής που χρησιμοποιεί ένα φυσικό υλικό για να λύσει το πρόβλημα της σκίασης με ευαισθησία και μικρό κόστος προκαλώντας ταυτόχρονα και μια πρόκληση- έκπληξη στον αδιάφορο αστικό ιστό μιας συνοικίας της Αθήνας. 
Ομολογώ ότι κατά καιρούς έβλεπα σε δημοσιεύσεις, αποσπασματικά δείγματα της δουλειάς ενός γραφείου, που  από KLMF   "μετονομάστηκε ή μεταμορφώθηκε"  σε KLAB architecture και είχα μια θολή εικόνα για την πορεία του γραφείου και κυρίως του Κωνσταντίνου που φαίνεται να έχει την κεντρική ευθύνη  του νέου σχήματος.
Περίμενα με υπομονή να ενδιαφέρον την παρουσίαση αυτής της πορείας και ομολογώ ότι γρήγορα διαπίστωσα μια εξέλιξη, που με συνέπεια αναζητά αξίες μέσα από την ελληνική πραγματικότητα, το φυσικό και το δομημένο περιβάλλον. Και πρέπει να πω ότι διέκρινα μιά αναζήτηση που κινείται ανάμεσα σε ένα διεθνές πλαίσιο που εμπλουτίζεται με τοπικές αξίες και μνήμες. Είναι παράλληλα εμφανής και η συνεχής  και σταδιακά ενισχυόμενη εμμονή σε γεωμετρικές ακρότητες άλλοτε εύστοχες και άλλοτε όχι.
Το Φαρμακείο Placebo στη Γλυφάδα ξεχώρισε αμέσως. Πρόκειται πάλι για μια επιτυχή μετασκευή ενός υπάρχοντος κτιρίου όπως και αυτό στον Άγιο Δημήτριο. Επιβεβαιώνεται μάλλον εδώ  ότι οι επεμβάσεις σε υπάρχοντα κτίρια  αντιμετωπίζονται  από το KLAB με  επιδεξιότητα και ευαισθησία.  Ο χειρισμός με το τα δύο κυκλικά πετάσματα-φίλτρα που περιβάλλουν το κτίριο, για την σκίαση και την εσωστρέφεια που απαιτεί ένα φαρμακείο, έχει αναφορές στα κατακόρυφα καλάμια του "Eυ Ζειν"  ( εδώ αντικαθιστώνται με κατακόρυφες ξύλινες διατομές) αλλά αναδεικνύει την γραφή bright. Εδώ πρέπει να τονίσω ότι υπάρχει ένας ευχάριστος αιφνιδιασμός που συνεχίζει να ενισχύεται και στους τολμηρούς και επιδέξιους χερισμούς στο εσωτερικό του καταστήματος.  Είναι σημαντικό και  θεραπευτικό συνάμα, να προσφέρεις τέτοια ευαισθησία και τόλμη συνάμα, στον συχνά στρεσαρισμένο και ανήσυχο αγοραστή φαρμάκων, αλλά και στο ευρύτερο κοινό που βιώνει την έκπληξη αυτή στο δομημένο περιβάλλον της Γλυφάδας.
Ανάλογες αναζητήσεις με τολμηρούς αιφνιδιασμούς διακρίνει κανείς και στις υπόλοιπα έργα που παρουσίασε ό Λαμπρινόπουλος με ένα ήρεμο, ευχάριστο και σε ένα βαθμό αυτάρεσκο τρόπο. 
Όσο όμως προχωρούσε άρχισα να διακρίνω μια τάση πρόκλησης, μέσα από γεωμετρικές ανησυχίες ίσως  και ακρότητες και παράλληλα μία απομάκρυνση από επιλογές που δίνουν στα κτίρια μια ανθρώπινη διάσταση. Τα φίλτρα άρχισαν να χάνονται, τα υλικά να σκληραίνουν. Οι επεμβάσεις  σε νησιά του Αιγαίου αντλούν από την απλότητα που συναντάμε  εκεί ακόμη. Στην κατοικία όμως στην Ανάβυσσο ανήσυχα  υαλοστάσια, αφήνουν ανυπεράσπιστους τους χρήστες από τον αφόρητη Δύση, ενώ ως αφετηρία για την συνθετική αφετηρία, δηλώνονται οι αποτιμήσεις του κεκλιμένου εδάφους λόγω της χάραξης των δρόμων(?) 
Εδώ άρχισα να ανησυχώ, και στο τέλος της διάλεξης θέλησα να καταθέσω αυτή την ανησυχία μου που επικεντρώθηκε στην αίθησή μου ότι υπάρχει μια σταδιακή απομάκρυνση από τις αρχικές ευαίσθητες αφετηρίες, και παράλληλα ίσως η αρχιτεκτονική αυτή να αρχίζει να ακουμπά στο σύγχρονο "life style". Ισως αυτή η επιφύλαξη να ενισχύεται και από τα γνωστά φωτορεαλιστικά. Ίσως...
Θα ήθελα μάλιστα να αποσαφηνίσω τι ακριβώς εννοώ με τον όρο  "life style".
Πρόκειται για την αρχιτεκτονική κατοικιών, που προβάλλεται έντονα από τα ανάλογα περιοδικά και χαρακτηρίζεται:
  • από ακατανόητες γεωμετρικές ακρότητες που συχνά προκαλούν και απομακρύνονται από τις όποιες μνήμες του εκάστοτε τόπου
  • από μία επιτηδευμένη "απλότητα" που τελικά χαρακτηρίζει ένα σκηνικό "ακατοίκητων χώρων".  Πολλές φορές αναρωτιέμαι όταν ξεφυλίζω τα περιοδικά αυτά πως τελικά είναι οι χώροι αυτοί όταν βιώνονται, στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Μετά βεβαιότητος πιστεύω ότι ή οι χώροι βιάζονται και αλλοιόνονται ή οι κάτοικοι καταδυναστεύονται για να διατηρήσουν την συχνά ψυχρή και αποστειρωμένη αίσθηση που εκπέμπεται από τις φωτογραφήσεις.
  • από επιθετικές φόρμες που συχνά υποστηρίζονται από σκληρά και ψυχρά υλικά.
  • από επιλογές που ενισχύουν κυρίως μια δυναμική παρουσία και αγνοούν την σχέση των κτιρίων με το φυσικό περιβάλλον και τις κλιματολογικές συνθήκες. 
Ζούμε σε μία εποχή παράδοξη και επιθετική. Μόλις επέστρεψα από τη Κέρκυρα και με την λογική ότι "το σπίτι εγώ το πληρώνω και εγώ θα το χαίρομαι" η ιδιοκτήτρια επιμένει να βάλει στην βεράντα ενός κτιρίου του 1870 στην παλιά πόλη που προστατεύεται από την Unescο, αντί για τα γνωστά σιδερένια κιγκλιδώματα, ανοξείδωτες διατομές με ενσωματωμένα κρύσταλλα. Και επιμένει, και τελικά αγνοεί τα σχέδια  και το φτιάχνει μόνη της με τον ανοξειδωτά, προσβάλλοντας με βάναυσα. Εγώ επιμένω, φωνάζω, παρακαλώ και επιστρέφω με το στομάχι σφιγμένο ... 
Το ξέρω ότι είναι δύσκολο να αντιμετωπίσουμε αυτόν τον εφιάλτη που έχει ισοπεδώσει όλον τον πολιτισμικό μας πλούτο. Πρέπει όμως να αρχίσουμε να αντιστεκόμαστε, να επμείνουμε.  Όσο και αν είναι επικερδές όταν κανείς υποτάσσεται στις επιλογές ανοήτων κυριών, πρέπει να αντισταθούμε όταν μάλιστα οι επιλογές αυτές δεν σχετίζονται με τις αρχές μας. Γιατί είναι γνωστοί οι ταλαντούχοι αρχιτέκτονες που πουλήθηκαν στον τόπο αυτό και έχασαν την αξιοπρέπειά τους.
Γιατί όλα αυτά; Η διάλεξη αυτή με προβλημάτισε ακόμη περισσότερο όταν ανακάλυψα  και ένα ακόμη έργο του Λαμπρινόπουλου στην Εκάλη.  Η ανησυχία μου ενισχύθηκε…
Μία προσωπική γραφή που διαφαίνεται μέσα από μία πορεία, φαίνεται να εξασθενεί μπροστά στην διαρκώς επαναλαμβανόμενη καθιερωμένη πια αρχιτεκτονική αυτού του τόπου, που δεν έχει πια την ταυτότητα των δημιουργών της αλλά την ταυτότητα μιας νεοελληνικής κοινωνικής ομάδας που αναζητά την προβολή πλούτου χωρίς όμως ήθος.
Το ήθος αυτό διέκρινα στην διαδρομή του Λαμπρινόπουλου  που είναι φυσικό να δοκιμάζεται όσο εδραιώνεται στον τόπο αυτό και απολαμβάνει την εύνοια των πελατών του. Εδώ όμως κρύβεται και ο κίνδυνος… Αυτό στην ουσία ήθελα να επισημάνω. Ίσως κάνω λάθος, ίσως όμως προλάβω κάτι…..
Εύχομαι σε όλη την ομάδα  του Κωνσταντίνου τα καλύτερα!

 

και το σχετικό σχόλιο του Δημήτρη Φιλιππίδη στις 24 Ιουνίου 2010

-->
Αγαπητέ Γιώργο, λαέ της Αθήνας,
Η διάλεξη του Κωνσταντίνου Λαμπρινόπουλου, εκπρόσωπου της ομάδας KLAB, την Πέμπτη 17 Ιουνίου στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου συνοδεύτηκε προκαταρκτικά, πριν αρχίσει, από μερικά σχόλια του εισηγητή, καθηγητή Ανδρέα Γιακουμακάτου, και προκάλεσε στο τέλος, αφού τέλειωσε, μια συζήτηση με το ακροατήριο που "έκλεισε με μια "κόντρα" ανάμεσα στον φίλο μου, Γιώργο Τριανταφύλλου, και μένα με αφορμή όσα εκείνος είχε μόλις πει για ένα από τα αρχικά έργα σε σύγκριση με μεταγενέστερα του γραφείου KLAB. Στην μεταξύ μας συζήτηση αμφισβήτησα κάποιες φράσεις του Γ.Τ. όπως "ο κίνδυνος του λάιφ στάιλ", "εντυπωσιασμός", "η επικίνδυνη γοητεία των renderings".
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να αναπαραχθεί η ατμόσφαιρα που έτσι στήθηκε, ανάμεσα σε αρχικά σχόλια (που δεν συζητήθηκαν, αν και σήκωναν αρκετή κουβέντα), στη σχολιασμένη παρουσίαση μιας σειράς έργων του γραφείου από τον Κ.Λ. που άφηνε περιστασιακά αιχμές ενάντια σε μια πελατεία της χλιδάτης επίδειξης και της υπερβολής, στη δήλωση ότι σκόπιμα δεν παρουσιάζονταν τέτοια έργα στην αίθουσα, στην αναγκαιότητα επιβίωσης ενός γραφείου σήμερα που δημοσιεύει σε περιοδικά διακόσμησης και, τέλος, σε μια συζήτηση με το ακροατήριο που κινήθηκε από ερωτήσεις πάνω στην αντοχή ορισμένων υλικών έως εκ βάθους εξομολογήσεις για το επάγγελμα του αρχιτέκτονα σήμερα.
Η αντιπαράθεση, ή όπως αλλιώς θα ήθελε κάποιος να την ονομάσει, πήρε αργότερα (γιατί συνεχίστηκε εκτός... σκηνής, στην πίσω αυλή κατόπιν) ευρύτερες, υπαρξιακές διαστάσεις. Έτσι, εκείνες οι φαινομενικά αθώες λέξεις, όπως "λάιφ στάιλ", "εντυπωσιασμός", "renderings" άρχισαν να λειτουργούν με περίεργο τρόπο και να μας προτρέπουν να ανοίξουμε μεταξύ μας μια συζήτηση που ποτέ δεν προφταίνει να αναπτυχθεί όπως θα ήθελε στο τέλος μιας διάλεξης, όπου όλοι λίγο-πολύ νομίζουν πως έχουν παίξει το ρόλο τους και να πάνε σπιτάκι τους.
Είναι η συζήτηση, ίσως, που δεν γίνεται ποτέ ή αρχίζει αλλά μένει μετέωρη. Και τώρα, με την "κρίση" να μας αναστατώνει και να ψαχνόμαστε ποιοι είμαστε και πού στέκουμε, μια τέτοια συζήτηση να μοιάζει πιο επιτακτική, πιο αγωνιώδης. Αλλά μπορεί να είναι κάτι απατηλό: το τι θα συμβεί στην αρχιτεκτονική αύριο το πρωί δεν είναι εύκολο να το προβλέψουμε. Φοβόμαστε πράγματα, τρέμουμε πράγματα. Σίγουρα αισθανόμαστε ανασφάλεια γιατί έκλεισε η βρύση (σε λίγο ούτε θα στάζει). Και τότε;
Ένα σημείωμα δεν μπορεί να καλύψει τέτοιες ανάγκες. Το μόνο που θέλησα να καταγράψω εδώ είναι αυτό το περίσσευμα από σκέψεις που πάντα μένει άρρητο και δεν βρίσκει διέξοδο.  Ίσως να είναι έτσι καλύτερα... Η διάλεξη του Κ.Λ. ήταν μια αφορμή, τόσο απλά. Και η "διαμάχη", έτσι, μια παρόρμηση για να ζωντανέψει λιγάκι η κουβέντα. Δεν θα πρέπει να της δώσουμε άλλες διαστάσεις.
δφ

2.Για την συνέλευση του Ελληνικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής (ΕΙΑ) στις 12 Ιουνίου 2010 στο κτήμα Βαλσαμάκη

 

Το κείμενο που ακολουθεί γράφτηκε αυθόρμητα, με αφορμή την Γενική Συνέλευση του ΕΙΑ. Έχει σαν στόχο να προκαλέσει έναν ευρύτερο προβληματισμό και διάλογο που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα πιθανό επαναπροσδιορισμό της φιλοσοφίας και των στόχων του ΕΙΑ. Σε καμιά περίπτωση δεν επιδιώκεται να μετατραπεί τι Ινστιτούτο σε φορέα συνδικαλιστικών ή πολιτικών διεκδικήσεων. Τα θέματα που τίθενται είναι βέβαια πολλά, απλά αποτελούν αφετηρίες σκέψεων. Θα ήθελα επίσης να επισημάνω ότι οι σκέψεις αυτές σχετίζονται σε ένα βαθμό και με τους σκοπούς του Ινστιτούτου που συμπεριλαμβάνονται στην διακήρυξή του όπως π.χ:
  • Η επιδίωξη βελτίωσης των συνθηκών παραγωγής της αρχιτεκτονικής, η ανάγκη διάδοσης και προβολής της, καθώς και η επισήμανση των στόχων που παραμένουν απραγματοποίητοι αποτελούν σκοπούς του Ελληνικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής
  • ...η προκήρυξη διαγωνισμών, η οργάνωση σεμιναρίων, με τελικό σκοπό την καλλιέργεια μιας ευρύτερης κριτικής συνείδησης και ευαισθητοποίησης σχετικά με τη σκοπιμότητα, το περιεχόμενο και τις προτάσεις της αρχιτεκτονικής.
  • ...η βελτίωση του θεσμικού πλαισίου παραγωγής...
Eκτιμώ ότι απόψε στα πλαίσια αυτής της γενικής συνέλευσης θα ήταν σκόπιμο να προβληματιστούμε πως θα μπορούσαμε σήμερα, να κινηθούμε μπροστά στην κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, σχετικά με τις κοινωνικο-οικονομικές εξελίξεις και στα πλαίσια αυτά για την πορεία της Ελληνικής αρχιτεκτονικής. Μέχρι σήμερα το Ινστιτούτο εκτός των άλλων, καταγράφει και αναδεικνύει την πορεία μιας αρχιτεκτονικής μετά από επιλογές, που είναι χρήσιμο να προβάλλονται στο ευρύτερο κοινό. Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα αδιέξοδο το οποίο συγκροτείται από δύο βασικά δεδομένα που είναι αλληλένδετα μεταξύ τους. Το ένα αφορά την δραματική και διαρκώς αυξανόμενη μείωση κάθε αρχιτεκτονικής δραστηριότητας, στα πλαίσια μιας κρίσης με εξαιρετικά σκοτεινό μέλλον. Το άλλο έχει να κάνει με την διαπίστωση για την πλήρη απαξίωση της αρχιτεκτονικής. Τεράστιος όγκος οικοδομών πρωτοφανής για τα ελληνικά δεδομένα, έχει παραχθεί τα τελευταία χρόνια στα πλαίσια μιας κερδοσκοπίας. Πρόκειται για τερατογενέσεις, και λοιπές ακρότητες που βιάζουν το φυσικό και δομημένο περιβάλλον και που τελικά φαίνεται να έχουν καθιερωθεί, σαν κάτι το φυσικό και οικείο για το ευρύτερο κοινό. 30 χρόνια σχεδόν πριν, το 1982 στα πλαίσια μιας έκθεσης που παρουσιάστηκε στο Βέλγιο στα Ευρωπάλια, προέβαλα την αρχιτεκτονική της κατοικίας στην Ελλάδα από το 1900 μέχρι το 1982. Στην έκθεση αυτή τότε εκτός από την επώνυμη αρχιτεκτονική, τόλμησα να παρουσιάσω, και τα αυθαίρετα, τα προσφυγικά αλλά και τις πρωτοεμφανιζόμενες τερατογενέσεις σε πολύ μικρό όμως, ελάχιστο θα έλεγα ποσοστό. Γιατί ο μεγαλύτερος όγκος των κατασκευών πατούσε τότε στα ώριμα θεμέλια της αρχιτεκτονικής του μεσοπολέμου αλλά και του μοντερνισμού της δεκαετίας του 60. Ο μεγάλος όγκος των πολυκατοικιών τότε ακόμη και στις απομακρυσμένες συνοικίες, αντίγραφα των προτύπων των περιοχών του κέντρου παραμένουν σεμνά δείγματα μιας αρχιτεκτονικής που καθόρισε την εικόνα του Λεκανοπεδίου. Βεβαίως δεν παραβλέπω και τις τραγικές συνέπειες στην περίοδο της Δικτατορίας. Σήμερα παραμένουμε άφωνοι μπροστά στη εικόνα της νέας Αθήνας αλλά και της υπόλοιπης Ελλάδα. Το γνωρίζετε ας μην συνεχίσω. Τι κάνουμε τώρα λοιπόν; Ήρθε η ώρα νομίζω, το Ινστιτούτο (μιας και ο Σύλλογος αρχιτεκτόνων εξακολουθεί να χάνεται μέσα σε συνδικαλιστικά πλαίσια) να πάρει θέση απέναντι σε αυτή τη λαίλαπα. Και να αναδείξει τις αιτίες: την αρχιτεκτονική παιδεία, την σιωπηλή αποδοχή της δραματικής μείωση των αμοιβών στα πλαίσια της κερδοσκοπίας των εργολάβων, και της γενικότερης απληστίας που μας οδήγησε τελικά σήμερα εδώ. Στην άγνωστη αυτή κρίση που παρακολουθούμε απαθείς σε πρώτη φάση, με πρώτο μέλημα πως θα σώσουμε και θα κρατήσουμε τα γραφεία μας, πρέπει να αναρωτηθούμε πώς θα συνεχίσει το Ινστιτούτο να λειτουργεί μέσα στα νέα αυτά οικονομικά δεδομένα. Προς το παρόν παραμένουμε στο επίπεδο της ατομικής προσπάθειας την οποία και βεβαίως δεν υποτιμώ. Είναι απαραίτητη και ίσως αποτελεί και μια προϋπόθεση. Μπορεί όμως παράλληλα την εποχή αυτή να κινητοποιηθούμε σαν ένα σύνολο που αγωνιά για το μέλλον.
Δεν πιστεύω ότι μπορούμε να συνεχίσουμε μόνο αναδεικνύοντας τις όποιες αρχιτεκτονικές επιλογές. Κινδυνεύουμε να χαρακτηρισθούμε σαν μία παρέα, μία ελίτ που σιωπά στο δράμα που εξελίσσεται γύρω της και περιορίζεται στην γοητεία κάποιων εξαιρέσεων που και μεταξύ μας μέσα στο παγκόσμιο αρχιτεκτονικό στερέωμα δεν μπορούν να ενταχθούν και να διατυπώσουν μία συγκροτημένη σημαντική άποψη για την Ελληνική αρχιτεκτονική. Από την άλλη φαίνεται να απαιτείται μία τεράστια δύναμη για να κινητοποιήσουμε τους ανθρώπους στα κέντρα  λήψης αποφάσεων που βρίσκονται παγιδευμένοι και αδύναμοι να οδηγήσουν τα πράγματα προς μία διέξοδο. Παρ΄όλες τις πολιτικές εξαγγελίες και τις διαφαινόμενες επιθυμίες βρισκόμαστε σε μία πλήρη πολιτική αδράνεια, τουλάχιστον στο χώρο που μας αφορά που περιορίζεται στο να ευλογεί για την Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας παράδοξα θέματα με Κιβωτούς που εμπεριέχουν σπόρους φυτών. Αυτό κάτι σημαίνει και δεν ξέρω αν τελικά τέτοιες επιλογές της χώρας μας αποτελούν μία σοβαρή επίσημη αρχιτεκτονική τοποθέτηση σε μία Μπιενάλε αρχιτεκτονικής ή μία υπεκφυγή στα πλαίσια ενός αδιεξόδου.                                                                            Σήμερα απλά θέλω να καταθέσω κάποιες σκέψεις που αφορούν την στάση του Ινστιτούτου απέναντι στα σημερινά δεδομένα και τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει στα πλαίσια μιας άλλης οπτικής για την Ελληνική αρχιτεκτονική:
  • Το Ινστιτούτο ίσως μπορεί να καταγράψει και να πάρει θέση για τις μελέτες που έχουν παγιδευτεί μέσα στην Γραφειοκρατία, και πιθανόν να έχουν και ένα επενδυτικό χαρακτήρα να τις συγκεντρώσει και να δημοσιεύσει πιέζοντας για την άμεση διεκπεραίωση τους.
  • Το Ινστιτούτο μπορεί να αναζητήσει και να προτείνει διεξόδους για να δημιουργηθούν δυνατότητες ενίσχυσης της αρχιτεκτονικής δραστηριότητας, κάνοντας προτάσεις για την συγκρότηση αρχιτεκτονικών διαγωνισμών (όπως άλλωστε έχει ήδη αρχίσει) και άλλων μελετών, αντιδρώντας στα πακέτα και διεκδικώντας την αξιολόγηση των μελετών ως κριτήριο στη διαδικασία επιλογής για την προώθηση των ΣΔΙΤ
  • Το Ινστιτούτο θα μπορούσε να προβάλει και να σχολιάζει με επώνυμες μάλιστα κριτικές τις αρχιτεκτονικές αδεξιότητες και τερατογενέσεις που κατακλύζουν τον τόπο και κανείς μέχρι σήμερα δεν έχει αξιολογήσει. Θα έλεγα ότι και οι νεώτεροι αρχιτέκτονες συχνά, αυτά τα παράδοξα επειδή ξεχωρίζουν, τα θεωρούν και ως πρότυπα και τα αναπαράγουν.
  • Το Ινστιτούτο θα μπορούσε να καταδείξει τι σημαίνει μια χαμηλή αμοιβή στα πλαίσια των εκπτώσεων και της ελεύθερης διαπραγμάτευσης της αγοράς για μελέτες στο ποδάρι χωρίς την τήρηση νέων σύγχρονων προδιαγραφών και τον έλεγχο. Βέβαια σήμερα φαίνεται ανέφικτη η επιστροφή στις αμοιβές του 696. Από την άλλη είναι δυνατόν να κινηθούμε στην ελεύθερη πτώση των αμοιβών μας στα πλαίσια των προσφορών;
  • Το Ινστιτούτο θα πρέπει να προβληματιστεί και να επικεντρωθεί στην εξεύρεση λύσεων για την επιβίωση του αρχιτεκτονικού δυναμικού που καταρρέει στα πλαίσια αυτής της κρίσης, ανατρέποντας την υφέρπουσα άποψη του «ο θάνατός σου η ζωή μου». Ως ένας φορέας πολιτισμού, σε πρώτη φάση θα πρέπει να ανοίξει δίαυλους επικοινωνίας και να φιλοξενήσει τις αγωνίες, τις σκέψεις και τις απόψεις αλλά και τις προτάσεις συναδέλφων προκειμένου να κινηθούμε στα πλαίσια ήπιων προσαρμογών, συνεργασιών, συστεγάσεων για να μην χαθούν άνθρωποι και γραφεία που αποτελούν κεφάλαιο για τον τόπο μας.
Πιστεύω ότι μόνο αν συνειδητοποιήσουμε τι ακριβώς συμβαίνει και που ακριβώς βρισκόμαστε και συνεργαστούμε στα πλαίσια μιας επικοινωνίας υπό την σκέπη του Ινστιτούτου, θα μπορούσανε ίσως να αναζητήσουμε διεξόδους επίλυσης των προβλημάτων. Αθήνα 12 - VI – 2010 Γιώργος Τριανταφύλλου     και το  σχετικό σχόλιο του Δημήτρη Φιλιππίδη στις 18-VI-2019 -->

Μαύρο μπλογκ

Καλοτάξειδο, άντε, και πάντα με κέφι!
Λοιπόν, το διάβασα το κείμενο της συνάντησης στο Πικέρμι, κατάλαβα πως περιλάμβανε πολλά περισσότερα από όσα αρχικά νόμισα (δεν ξέρω αν άφηνε κάτι απέξω), και δεν καταλαβαίνω τι επιπλέον σκαρφίστηκαν οι υπόλοιποι της εκεί παρέας για να προστεθούν σε όσα είπες. Ουσιαστικά διέγραψες το "σκοτεινό μέλλον", μην τολμώντας να πεις το αυτονόητο: ότι σύντομα η δομή, η οργάνωση, η στελέχωση του επαγγέλματος ανατρέπεται εντελώς και ότι οι αρχιτέκτονες (όλοι οι φτου να μην βασκαθούμε, 18 χιλιάδες κάτι) θα πρέπει να ψάχνουν για άλλη απασχόληση. Είναι αδύνατο η βουλιαγμένη οικονομία μας να στηρίξει αυτές τις 18 χιλιάδες, άρα θα πέσει μαχαίρι. Όπως θα κλείσουν οριστικά όλες οι μικροβιοτεχνίες, έτσι θα κλείσει και το επάγγελμα όπως το ξέραμε ως τώρα. Ζήτημα αν θα επιβιώσουν πες 3-4 χιλιάδες αρχιτέκτονες ενεργοί. Μόνο έτσι μπορεί να ελπίζει κανείς πως θα ξεπεραστεί η κρίση. (ανάλογη θα είναι κι η συρρίκνωση των πολιτικών μηχανικών αλλά όχι με τόσο καταστροφικά ποσοστά).
Με αυτό ως δεδομένο, τι κάνει κανείς; Λες, ας πρωτοστατήσει το ΕΙΑ θέτοντας το ζήτημα, να πιέσει για λύσεις. Οπότε όλα τα βάσανα του επαγγέλματος (από τότε που έτρεχε η οικονομία) ξαναβγαίνουν στη φόρα (διαγωνισμοί, αμοιβές, αναφορά δημιουργού για κάθε έργο κτλ) λες και τώρα θα λυθούν όσα δεν λύνονταν όταν ήταν παχειές οι αγελάδες... Σκέτη ουτοπία ή καλύτερα, λάθος τακτική. Το πολύ που θα μπορούσε να γίνει είναι να πιάσουμε ένα θέμα, που να έχει νόημα: η ανεργία. Ένα και μόνο. Να σκεφτούμε εναλλακτικές λύσεις απασχόλησης, κάτι σαν τα συσσίτια για απόρους. Να μπει μπροστά ένα τέτοιο πρόγραμμα σε όλη τη χώρα, να κατευθύνει τους ανέργους προς πιθανές ευκαιρίες απασχόλησης, προς πρόσθετη κατάρτιση. Σε συνεργασία με τον Σύλλογο (με όλα τα κουσούρια του) να στηθεί μια πολιτική απορρόφησης των αρχιτεκτόνων, ας πούμε για αυτούς τους 10-15 χιλιάδες (δεν είναι λίγοι). Αυτό αξίζει κι έχει κοινωνικό αντίκρυσμα. Αν όμως συνεχίσουμε τις διεκδικήσεις (διαγωνισμοί κτλ κτλ) ζήτω που καήκαμε. Ποιος θα ενδιαφερθεί για έναν τέτοιο ελίτ κλάδο όταν γίνεται της Πόπης; Κανένας σου λέω εγώ!
Ακόμα πιο πρόσφορο, για άμεση αξιοποίηση, είναι μια φασαρία για τις Μπιενάλε: πώς χωρίς λεφτά θέλουμε να μιλήσουμε για αρχιτεκτονική και για ποια άραγε αρχιτεκτονική. Αυτό είναι ωραίο θέμα για κουβέντα, για παρηγοριά στους πονεμένους. Εδώ ο κόσμος χάνεται κι εμείς να μιλάμε για Μπιενάλε - όσο τρελλό να ακούγεται, θα τους βάλει όλους να σκέφτονται κάτι άλλο. Χρήσιμο είναι κι αυτό! Να σηκωθεί το ΕΙΑ και να ξεφωνίσει τη διαδικασία, την εκπροσώπηση, το εθνικό χάλι.
Φυσικά, περιμένω να τελειώσεις το γράψιμο για τον Λαμπρινόπουλο για να πω τα λογάκια μου κι εκεί.(!) Καλό ΣΚ.
δφ  

Εισήγηση στο Συνέδριο με τίτλο "Πολιτισμός και Τουρισμός" που πραγματοποιήθηκε στην Βουλή από 4-6 Ιουνιου 2010 με θέμα:

--> 

" Οι εμπειρίες μου σε σχέση με τις πολιτιστικές δράσεις."

 

-->
Θα ήθελα να αναφερθώ σε δύο προσωπικές εμπειρίες, σε σχέση με πολιτιστικές δράσεις. Δύο εμπειρίες που χαρακτηρίζονται αντιδιαμετρικές, ως προς την σχέση με την δημόσια διοίκηση.
Η πρώτη είναι θεαματικά θετική και έχει να κάνει με τα οράματα και την μοναδική δεξιότητα  σε θέματα διαχείρισης και διοίκησης, του Διευθυντή του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου,  Δημήτρη Κωνστάντιου που με τίμησε προτείνοντάς μου να προετοιμάσω  στο χώρο των περιοδικών εκθέσεων του Μουσείου  την έκθεση με τίτλο «αρχέτυπα* από τις καλύβες και τα μαντριά  στην σύγχρονη τέχνη και αρχιτεκτονική», με αφορμή το ανάλογο βιβλίο μου.  Ο Κωνστάντιος κατάφερε να μεταφέρει στους συνεργάτες του ένα πάθος για την  προώθηση των στόχων του Μουσείου, πολύ σημαντικό και μάλλον σπάνιο θα έλεγα για τα Ελληνικά δεδομένα και φυσικά η πρωτοβουλία αυτή στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό από το Υπουργείο Πολιτισμού. Είχα την τύχη να  βιώσω το αποτέλεσμα αυτού του πάθους όχι μόνο κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού της έκθεσης αλλά και αργότερα όταν πια ο Κωνστάντιος έχασε τη μάχη με την ζωή και δεν ήταν παρών στην φάση υλοποίησης της έκθεσης. ΟΙ δικοί του άνθρωποι, μακριά από την όποια υφέρπουσα νοσηρή δημόσιο-υπαλληλική αδράνεια συνέβαλλαν με τον καλύτερο τρόπο και με όλες τους τις δυνάμεις στην προετοιμασία  και την υποστήριξη  αυτής της προσπάθειας που μπορείτε ακόμα να εκτιμήσετε σους χώρους του Βυζαντινού Μουσείου, μέχρι τις 30 Ιουνίου.
Η δεύτερη εμπειρία έχει να κάνει μία αρχιτεκτονική μελέτη που αφορά ένα ιδιότυπο έργο. Ένα έργο που από την μια αποτελεί μια πρωτοποριακή μικρή μονάδα πράσινης ενέργειας με σημαντική δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακος, και από την άλλη είναι μια υποδειγματική ίσως πρόταση  για  το πώς μπορεί κανείς να διαχειριστεί το πρόβλημα της ένταξης στο φυσικό περιβάλλον. Στην περίπτωση μάλιστα αυτή τίθεται το θέμα  και της βελτίωσης και αναβάθμισης ενός ήδη προβληματικού τοπίου που δυστυχώς έχει υποστεί δυσάρεστες επεμβάσεις. Με την έννοια αυτή και σε συνδυασμό με την γειτνίαση του έργου με αρχαιολογικό χώρο  πρόκειται  για ένα έργο που εκτός από την δυναμική του στα πλαίσια της πράσινης ανάπτυξης, στην ουσία έχει ένα χαρακτήρα πολιτιστικής δράσης. Ο τρόπος αρχιτεκτονικής διαχείρισης του έργου αυτού έχει να κάνει με πρωτοφανείς για τα ελληνικά δεδομένα απλές οικολογικές και βιοκλιματικές επιλογές και με ένα επιβαρημένο κόστος  που οι επενδυτές  αποφάσισαν να καλύψουν συμμετέχοντας ενεργά σε μια  πειραματική και πρωτοποριακή πρωτοβουλία.
Για την μελέτη αυτή η συνεργασία με το Δημόσιο ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2008. Και πρόκειται για συνεργασία που προηγήθηκε της υποβολής. Είναι γεγονός ότι εμπλέκονται πολλά υπουργεία και πολλοί φορείς, γιατί βεβαίως εκτός από την πολιτιστική του διάσταση υπάρχει και η τεχνολογική και η οικοδομική κοκ.  Αυτή η διασπορά αρμοδιοτήτων και η έλλειψη πιθανώς ενός υπεύθυνου προσώπου της δημόσιας διοίκησης που να νοιάζεται για την συντόμευση των διαδικασιών έγκρισης για μια επένδυση των 20 εκατομμυρίων ευρώ έχει σαν αποτέλεσμα σήμερα να εξακολουθεί να παραμένει αόριστη και αβέβαια η ημερομηνία για την εγκριση η την μη έγκριση αυτής της μελέτης.
Οι επενδύτες χάνουν σιγά-σιγά την υπομονή τους και το ενδιαφέρον τους. Χωρίς να θέλω να μπω σε λεπτομέρειες οι διαδικασίες είναι εξαιρετικά αργές,  Γιατί τελικά πρόκειται για μια υπόθεση διεκπεραίωσης. Λείπει το πάθος για τη επίτευξη του στόχου, αυτό το πάθος που είχε ο Κωνστάντιος, για να κινητοποιήσει αυτούς τους ανθρώπους, να επισπεύσουν και να συντονίσουν τον  έλεγχο που καθορίζει την αξιοποίηση αυτών των επενδύσεων. Το θέμα είναι σήμερα, που η ανάγκη είναι επιτακτική. ποιος θα εμπνεύσει αυτό το πάθος. Ίσως η ανάγκη ενός διαφαινόμενου αδιεξόδου σε συνδυασμό με την παρουσία εμπνευσμένων ανθρώπων που ευτυχώς ακόμη υπάρχουν.
-->