ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ Νο 6
ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΜΙΑΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ
ΜΕ 4 ΝΕΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ
ΠΟΥ ΔΙΔΑΣΚΟΥΝ ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ
ΜΕΡΟΣ 2ο
Ελλάδα - Λονδίνο
Μεγάλο ήταν το ενδιαφέρον και τα θετικά σχόλια των αναγνωστών, για το περιεχόμενο της προηγούμενης ανάρτησης, (βλέπε στην συνέχεια), με θέμα τις βιογραφικές αναφορές των τεσσάρων νέων αρχιτεκτόνων στο Λονδίνο.
Μεταξύ άλλων και ο Ανδρέας Γιακουμακάτος σχολίασε μέσω ενός email του: «ότι αυτό το ταξίδι στη νεανική ανθρωπογεωγραφία των νέων Ελλήνων του εξωτερικού, στην περίπτωση αυτή του Λονδίνου, και μάλιστα μέσα στο σπίτι τους, σπίτι σχεδόν φοιτητικό, με κέρδισε πραγματικά. Μπράβο, γράφει, για αυτή την ιδέα που δείχνει μια σχεδόν "δημοσιογραφική" διαίσθηση και μας προκαλεί περίπου ένα είδος "ενσυναίσθησης[1]", συμμετοχής δηλαδή σε μια εποχή που όλοι θα θέλαμε να επιστρέψουμε.»
Στο πλαίσιο αυτής της "ενσυναίσθησης", συνεχίζω σήμερα την παρουσίαση του δευτέρου μέρους της συζήτησής μας (10 02 2017), που επικεντρώθηκε σε δύο θέματα που με απασχολούν τα τελευταία χρόνια:
Στον συσχετισμό των επιπέδων σπουδών αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα και στο Λονδίνο, καθώς επίσης και το κατά πόσον στους στόχους των συνομιλητών μου είναι η μόνιμη παραμονή στους στο Λονδίνο ή η επιστροφή τους στην Ελλάδα.
Από την πρόσφατη έκθεση με τις διπλωματικές εργασίες των φοιτητών της Σχολής Αρχιτεκτονικής στην Πρυτανεία του ΕΜΠ (21 03 2018)
|
Πριν παρουσιάσω τις τοποθετήσεις των τεσσάρων, θα ήθελα να αναφερθώ στην έκθεση με τις πολύ ενδιαφέρουσες διπλωματικές εργασίες των φοιτητών της Σχολής Αρχιτεκτονικής στην Πρυτανεία του ΕΜΠ, που επισκέφτηκα πολύ πρόσφατα. Κατέγραψα μελέτες που ως προς την θεματολογία χαρακτηρίζονται από μια σεμνότητα και ένα ρεαλισμό, που υπαγορεύεται από την σημερινή πραγματικότητα της κρίσης. Παράλληλα διαπίστωσα και μια μορφολογική καθαρότητα και απλότητα, που ακουμπά έντονα στον μοντερνισμό με ελάχιστες εξαιρέσεις.
Σιώκου Κωνσταντίνα, Κουτσογιάννης Βασίλης
Ευκαιρίες κιναισθητικής εμπειρίας: Κέντρο αποκατάστασης
Διπλωματική εργασία, Επιβλέπων καθηγητής: Σταυρίδης Σ.
|
Με στόχο να παρουσιάσω σε επόμενη ανάρτηση, πιο αναλυτικά το περιεχόμενο αυτής της έκθεσης, σήμερα θα περιοριστώ στην παράθεση ενδεικτικών μελετών από αυτή την έκθεση το ΕΜΠ, όσο και σχολών του Λονδίνου, για να ενισχύσω, μέσω ενός απλουστευμένου συσχετισμού, τους προβληματισμούς στο πλαίσιο του πρώτου αυτού ερωτήματος.
Διατύπωσα λοιπόν το εξής ερώτημα στους συνομιλητές μου:
Γιώργος Τριανταφύλλου: Ποια είναι η εκτίμησή σας για το επίπεδο των σπουδών στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στο Μετσόβιο, σε σχέση με τις σπουδές και τη διδασκαλία στο Λονδίνο. Έχω την εντύπωση ότι παρά όλα όσα ακούγονται, το επίπεδο των φοιτητών, των εργασιών και των σπουδών στο Μετσόβιο, δεν είναι υποδεέστερο από ό,τι είναι στο εξωτερικό και ιδιαίτερα εδώ στο Λονδίνο.
Και θέλω να ακούσω την άποψή σας για αυτό, αν πράγματι ισχύει ή είναι ένας μύθος. Αν πράγματι και εσείς διαπιστώνετε εδώ στο Λονδίνο, εννοώ στις σχολές που κινείστε, το επίπεδο των εργασιών και των φοιτητών έχει μία ικανοποιητική σχέση με τις εργασίες και τους φοιτητές στην Ελλάδα.
Κωσταντής Κίζης |
Κωσταντής Κίζης: Η ερώτηση φαίνεται πολύ λογική. Διότι αυτό που συγκρίνεις είναι εργασίες που έχουν παραχθεί σε δύο διαφορετικά περιβάλλοντα και ως αρχιτέκτονες είμαστε έτοιμοι να τις κρίνουμε.
Όμως πιστεύω ότι είναι λίγο άδικο να κάνουμε μια τέτοια σύγκριση. Σκέφτομαι ότι είναι δύο τελείως διαφορετικές εκπαιδευτικές λογικές. Καταρχήν υπάρχει το δεδομένο ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην περιφέρεια της Ευρώπης και το Λονδίνο παρά το Βrexit, είναι πιο πολύ στην καρδιά κάποιων πραγμάτων. Από κει και πέρα ο τρόπος που διδάσκεται η αρχιτεκτονική σε ένα Ελληνικό πανεπιστήμιο και η δομή της εκπαίδευσης διαφέρει από την Αγγλία, είναι ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα που ακόμα βασίζεται πάρα πολύ και στην τεχνική κατάρτιση και όχι μόνο των φοιτητών, κι ένα σύστημα με πάρα πολλά μαθήματα. Είναι περίεργο να συγκρίνεται με ένα σύστημα εκπαιδευτικό όπως της Αγγλίας, όπου ο σχεδιασμός είναι πολύ κεντρικός και οτιδήποτε άλλο είναι περιφερειακό και συμπληρωματικό του σχεδιασμού.
Χαρακτηριστικό είναι, ας πούμε στην ΑΑ, αλλά όχι μόνο, ότι η ιστορία και θεωρία και αυτό που θα λέγαμε οικοδομική ή Technical studies ονομάζονται complementary studies, συμπληρώνουν δηλαδή απλώς και μόνον έναν βασικό κορμό που είναι τα Studios. Προφανώς και στην Αθήνα και στην Ελλάδα γενικώς ο σχεδιασμός παραμένει το κεντρικό αντικείμενο που το αγαπάμε, ξενυχτάμε, κάνουμε, δείχνουμε, αλλά παράλληλα με αυτό διδάσκεσαι και πάρα πολλά διαφορετικά πράγματα. Επομένως αυτό που συμβαίνει είναι ότι ένας απόφοιτος του Μετσόβιου είναι σίγουρα ένας καταρτισμένος αρχιτέκτονας και μπορεί να αντιμετωπίσει το επάγγελμα με πάρα πολλά όπλα στη φαρέτρα του.
Δεν είναι βέβαια κατ΄ ανάγκη ένας εμπνευσμένος αρχιτέκτονας.
Ένας απόφοιτος από μια καλή σχολή του Λονδίνου, έχει πολλά να ανακαλύψει από πλευράς τεχνικής κατάρτισης και έχει πάρα πολλά να μάθει σε ένα γραφείο στο οποίο θα βρεθεί. Αλλά από τις σπουδές του έχει εκτεθεί περισσότερο σε τρέχουσες τάσεις, σε τρέχοντες προβληματισμούς στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και στις τέχνες περισσότερο, από ό,τι σε ένα Πολυτεχνείο μιας περιφερειακής Ευρωπαϊκής χώρας.
El Croquis 52/73: Zaha Hadid 1983-1995
|
Πάρε εμένα σαν παράδειγμα· εγώ ως δευτεροετής φοιτητής στο Μετσόβιο, σχεδόν με ενοχές πήγαινα στη βιβλιοθήκη και κατέβαζα ένα παλιό τεύχος του Εl Croquis με τα σχέδια της Ζάχα Χαντίντ. Και όταν ψέλλισα το όνομά της πρώτη φορά σε μια άσκηση πλαστικής, τη ίδια στιγμή ήξερα ότι διδάσκων σύνθεσης επίτηδες αλλοίωνε το όνομά της σε «Χαμπίμπ» και δεν ξέρω εγώ τι άλλο, ειρωνικά. Αυτό δείχνει τον βαθύ συντηρητισμό μας. Κάτι τέτοιο βέβαια σε ένα περιβάλλον σαν την AΑ όπου αυτή η γυναίκα έχει αφήσει το ίχνος της, θα ήταν ασύλληπτο.
Πάνω σε αυτή την ερώτηση μην ξεχνάμε και το σνομπισμό που η αρτηριοσκληρωτική εκπαίδευση στο Πολυτεχνείο πάντα εξέφρασε για οτιδήποτε ξένο ή οτιδήποτε μη δοκιμασμένο στα ελληνικά πράγματα, που γινόταν έξω. Αυτό για μένα ήταν ένα χάσμα που μέσα στο μυαλό μου μπόρεσα να το συμβιβάσω μόνο στο Columbia.
Στέλιος Γιαμαρέλος: Αυτός ήταν για ‘μένα ένας από τους βασικούς λόγους που το μάθημα του Τουρνικιώτη ήταν το αγαπημένο μου. Γιατί για πρώτη φορά άκουσα κάτι που δεν ήτανε Κωνσταντινίδης και κατάλαβα ότι υπάρχει και ιστορία της αρχιτεκτονικής μετά το μοντέρνο, ενώ μέχρι το τρίτο έτος, νόμιζα ότι εκεί σταματάει η ιστορία.
Γ. Τριανταφύλλου
|
Γ.Τ. Θα ήθελα να διευκρινίσω γιατί επιμένω σε αυτή την ερώτηση. Στην «σύναξη των αρχιτεκτόνων» τις Τετάρτες, στου «Οικονόμου», όταν λείπουν οι νεότεροι, γιατί κατά καιρούς έρχονται και νεότεροι ή νεότερες, αντιμετωπίζω ένα δύσκολο πρόβλημα κυρίως με μερικούς από τους παλαιότερους, όπως από τον Δημήτρη Φατούρο, που είναι ο πιο νέος στη σκέψη, μέχρι τον Δημήτρη Διαμαντόπουλο, τον Βασίλη Γρηγοριάδη, τον Βασίλη Γιαννάκη, τον Μάνο Περράκη, τον Μάκη Κωστίκα, τον Γιώργο Μαδεμοχωρίτη, τον Λάζαρο τον Καλυβίτη, τον Γιάννη Κίζη και πολλούς άλλους.
γκράφιτι στο κτίριο της πρυτανείας στο Πολυτεχνείο ( 21 03 2018) |
Διατυπώνουν κατά καιρούς έναν «συντηρητισμό», με αφορμή διάφορα περιστατικά, όπως τα γκράφιτι στο Πολυτεχνείο, η «αδυναμία» των διδασκόντων να τα αντιμετωπίσουν τα «έκτροπα», οι καταλήψεις και τα γεγονότα των Εξαρχείων με ορμητήριο την αρχιτεκτονική σχολή του ΕΜΠ κλπ. Συχνά υποβαθμίζουν το επίπεδο φοιτητών και της δουλειάς που γίνεται εκεί.
γκράφιτι σε εξωτερικό τοίχο του Πολυτεχνείου ( 21 03 2018) |
Έχω γίνει λοιπόν ο δακτυλο-δεικτούμενος της παρέας, ο οποίος ισχυρίζομαι με αφορμή τις αναρτήσεις μου στο blog, τις εμπειρίες που έχω, παρακολουθώντας παράλληλα και τα παιδιά και τις διπλωματικές τους στο Πολυτεχνείο, ότι δεν πρέπει να είναι τόσο μεγάλη η διαφορά ως προς το επίπεδο σπουδών, με όσα συμβαίνουν έξω. Ανεξάρτητα με τα συνθήματα, με τα γκράφιτι και λοιπά, πιστεύω ότι γίνεται μια σοβαρή δουλειά στο Πολυτεχνείο και υπάρχουν παιδιά αξιόλογα που επεξεργάζονται τα θέματά τους σε ένα επίπεδο που δεν είναι υποδεέστερο από ό,τι συμβαίνει εδώ στο Λονδίνο.
Γνωρίζω βέβαια ότι είναι τελείως διαφορετικό το πλαίσιο στη σχολή των Αθηνών και στις σχολές του Λονδίνου. Αυτό είναι δεδομένο. Αλλά το αποτέλεσμα που εισπράττω, ανεξάρτητα αν προέρχεται από μία «συντηρητική» διδασκαλία σε σχέση με μία πολύ πιο προωθημένη, όπως είναι εδώ στο Λονδίνο, κάθε φορά που πηγαίνω και παρακολουθώ τις δουλειές των παιδιών νομίζω ότι το επίπεδό τους είναι πολύ ψηλό. Αυτό ήθελα να κουβεντιάσουμε πιο αναλυτικά.
Ντορέτ Παναγιωτοπούλου |
Ντορέτ Παναγιωτοπούλου: Εγώ παρόλο που δεν έχω περάσει από το Μετσόβιο, θα έλεγα πως κάτι τέτοιο έχω εισπράξει παρακολουθώντας μέσα στα χρόνια εργασίες φοιτητών μέσα από την μητέρα μου (Βάνα Ξένου). Επίσης, κάτι που επικυρώνει το υψηλό επίπεδο σπουδών στο Μετσόβιο είναι το γεγονός ότι πολλοί από τους Έλληνες που διδάσκουν σήμερα στο Λονδίνο ή γίνονται δεκτοί σε προγράμματα μάστερ και διδακτορικού έρχονται από το Μετσόβιο.
Πιστεύω πως στο Μετσόβιο υπάρχουν ενδεχομένως κάποια μαθήματα τα οποία είναι πολύ υψηλού επιπέδου και θα έλεγα ότι δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν όσο αναφορά στην ποιότητα των εργασιών σε σχέση με τα πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Η αίσθηση μου είναι ότι σε αυτά λοιπόν τα μαθήματα υπάρχει μια βαθιά σχέση μεταξύ θεωρίας και σχεδιασμού στις εργασίες που έχω δει κατά καιρούς. Οι εργασίες αυτές πατούσαν πάνω σε ένα δυνατό θεωρητικό υπόβαθρο το οποίο αποτελούσε εργαλείο για την σύνθεση και τον σχεδιασμό. Στην ΑΑ, υπήρχε μία απόσταση μεταξύ αυτών των δύο πεδίων το οποίο απαιτούσε μια εντατική προσπάθεια εκ μέρους των φοιτητών για να τα συνδέσουν. Επιστρέφοντας όμως τώρα και ίσως και στο διάστημα των δύο τελευταίων χρόνων των σπουδών μου αυτό άλλαξε. Υπήρξε κατά την γνώμη μου μια στροφή ως προς την σημασία του διαλόγου της θεωρίας με την σύνθεση. Συγκεκριμένα, από την μια υπήρξαν units που υποστήριζαν αυτήν την κατεύθυνση (όπως για παράδειγμα το unit του Pier Vittorio Aureli και Maria S. Guidici κ.α). Από την άλλη, φαίνεται επίσης ότι τα μαθήματα History and Theory έχουν μια πιο έντονη συγκρότηση που επιτρέπει την συνάρτηση τους με τον σχεδιασμό (έστω και αν δεν είναι προφανής ο τρόπος με τον οποίο συμβαίνει). Παρόλα αυτά, είναι τόσο δυναμικός και ουσιαστικός ο τρόπος της διδασκαλίας αυτού του μαθήματος που τελικώς οι φοιτητές κερδίζουν πολλά από αυτό. Το αναφέρω αυτό, έχοντας προσωπική εμπειρία από κάποιους από τους δικούς μου καθηγητές (Mark Cousins, P.V Aureli), από τους οποίους αποκόμισα συνολικές γνώσεις που με οδήγησαν τελικώς αποτελεσματικά και στο σχέδιο.
Σπύρος Γιωτάκης - Από το μάθημα της Βάνας Ξένου "Το Φανταστικό Μουσείο” στον Κεραμεικό 2011-2012 |
Το Μετσόβιο έχει μια ιδιαιτερότητα προς την διδασκαλία του σχεδίου, διότι τα εικαστικά, η ζωγραφική και η πλαστική παίζουν έναν σημαντικό ρόλο για την εκπαίδευση των φοιτητών. Ζήτησα από την μητέρα μου μια επιλογή σχεδίων φοιτητών – ήταν μέσα σε αυτήν και πολλά δικά σας σχέδια (σ.σ. εννοεί των άλλων τριών συνομιλητών) όπως και του Μανώλη Σταυρακάκη που επίσης διδάσκει στην ΑΑ όπως και στην Bartlett.
Σχέδια Μ. Σταυρακάκη από τη διπλωματική εργασία ΤΟΠΟ-ΘΕΤΩ. Επιβλέποντες καθηγητές Ανδρέας Κούρκουλας - Βάνα Ξένου 2005 |
Μανώλης. Σταυρακάκης - Διπλωματική εργασία "Minotaur Narcissus” μεταπτυχιακό τμήμα ΕΜΠ. Επιβλέπουσα καθηγήτρια Βάνα Ξένου 2008 |
Έκανα λοιπόν μια παρουσίαση των σχεδίων αυτών στους 15 φοιτητές στην ομάδα που διδάσκω, με σκοπό να τους δείξω αυτό το στοιχείο ελευθερίας στον σχεδιασμό, που πιστεύω πως κατά κάποιο τρόπο ελευθερώνει και οδηγεί σε μια διαφορετική κατανόηση του χώρου.
|
Alexandra Campbell, “The Ninth Ward Floodwall”, στο πλαίσιο του μαθήματος των Pascal Bronner & Thomas Hillier με τίτλο “The Drowning Crescent”, Bartlett 2017
|
Υπάρχουν βέβαια και στην ΑΑ τα media studies που προσφέρουν την δυνατότητα απόκτησης κάποιων εργαλείων – από το σχέδιο μέχρι την ψηφιακή κατασκευή – αλλά ενδεχομένως να χρειάζεται περισσότερη προσπάθεια για να δημιουργηθεί η συνάρτηση του σχεδίου σε σχέση με την σύνθεση στα projects των units.
Η δική μου προσωπική γνώμη είναι ότι οι τέχνες είναι ένα αναπόσπαστο μέρος των σπουδών της αρχιτεκτονικής.
Σοφία Κριμίζη: Προσωπικά είμαι πολύ πιο κυνική και πολύ απαισιόδοξη ως προς το πού βαδίζει το Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Πιστεύω ότι υπάρχουν φανταστικοί οι άνθρωποι εκεί, που τους χρωστάω πάρα πολλά πράγματα. Από την Βάνα Ξένου, την Μπούκη Μπαμπάλου, τον Παναγιώτη Τουρνικιώτη, τον Αντρέα τον Κούρκουλα, άνθρωποι που πραγματικά θα μπορούσαν να σταθούν σε οποιοδήποτε Πανεπιστήμιο στον κόσμο και το λέω με πολύ σεβασμό. Εγώ δεν είχα Φιλιππίδη ή Πεπονή γιατί δεν ήταν στη δικιά μας.
Όμως όταν ήμουν στο Παρίσι και έκανα Erasmus, η σχολή έκλεισε τα Χριστούγεννα και άνοιξε τον Ιούνιο εκείνη τη χρονιά. Δηλαδή εγώ έκανα κανονικά μαθήματα Erasmus και τα παιδιά είχαν 6 μήνες, που δεν κάνανε τίποτα γιατί ήταν σε κατάληψη.
Και όσο πιο πολύ σπουδάζω πάνω στο θέμα της αρχιτεκτονικής εκπαίδευσης, σαν κάτι το οποίο έχει πραγματικά μορφή και διάρκεια και ο χώρος στον οποίο σπουδάζεις και η πόλις έχει σημασία και σε πλάθει σαν άνθρωπο και σαν αρχιτέκτονα, πραγματικά πιστεύω ότι είναι τρομερή εμπειρία το Πολυτεχνείο σαν ένα ευρύτερο περιβάλλον μέσα στο οποίο ένας καλό φοιτητής προσπαθεί να βρεθεί με έναν καλό καθηγητή.
Υπάρχουν εξαιρετικοί άνθρωποι, υπάρχουν εξαιρετικοί φοιτητές, απλά δεν ξέρω με τι μέτρα και τι σταθμά μιλάμε όταν κάθε χρονιά οι 80 νέοι φοιτητές που μπαίνουν γίνονται 250, και το πόσο διαφορετικές σπουδές μπορεί να κάνει κάποιος όταν κάνει slalom ανάμεσα στους καθηγητές οι οποίοι έρχονται και φεύγουν ως 407 ή είναι εκεί και δεν τους νοιάζει. Δεν ξέρω πως μπορούμε να το κρίνουμε αυτό.
Και παρόλα αυτά κρίνοντας και από τον εαυτό μου ίσως στο τρίτο έτος που είναι η στιγμή που αντιλαμβάνεσαι τα πράγματα όχι γραμμικά, ότι δηλαδή κάποτε ήρθαν οι πυραμίδες και ο Παρθενώνας και το μοντέρνο είναι το τέλος αυτής της γραμμής. Και έρχονται όλα αυτά τα πράγματα να σε ταρακουνάνε. Συμφωνώ ότι και για μένα την στιγμή που μπήκε το μάθημα του Τουρνικιώτη μέσα σε αυτή την εξίσωση κάτι άλλαξε. Αρχίζεις τότε να καταλαβαίνεις ότι για να γίνεις αρχιτέκτονας δεν αρκεί απλά να μπορείς να σχεδιάσεις ένα κτίριο. Το να μπορείς να λύσεις μια οικοδομική λεπτομέρεια δεν σε κάνει αρχιτέκτονα.
Στέλιος Γιαμαρέλος: Εγώ νομίζω ότι είναι πολύ δύσκολο τελικά να το πεις. Γιατί ουσιαστικά είτε διδάσκεις στην Αθήνα, είτε στην Bartlett, ή στο East London, που είναι πανεπιστήμια με πολύ διαφορετικά και ακροατήρια και παιδιά με πολύ διαφορετικές δυνατότητες και διαφορετικά υπόβαθρα, από τους καλύτερους φοιτητές σου θα πάρεις το καλύτερο δείγμα της δικιάς σου σχολής, το καλύτερο αποτέλεσμα αυτής της ιδιαίτερης προσέγγισης.
Για ‘μένα η σχολή αρχιτεκτονικής στην Αθήνα είναι μία πολύ καλή «γερμανική» σχολή, που σημαίνει ότι μας μαθαίνει να κάνουμε πολύ καλή κατασκευή, πολύ καλή οικοδομική. Κανείς από τους φοιτητές που βγαίνουν από την Bartlett αυτή την στιγμή δεν ξέρει την οικοδομική που ξέρει κάποιος που αποφοιτεί από την Αθήνα. Όπως επίσης κανείς από την Αθήνα δεν μπορεί να κάνει το σχέδιο που κάνει ένας τριτοετής φοιτητής της Bartlett για την έκθεση του τέλους της χρονιάς.
Αλλά αυτό δεν ξέρω αν τελικά σημαίνει ότι η μία δουλειά και η άλλη δουλειά είναι στο ίδιο επίπεδο ή όχι.
Johanna Just, απόφοιτος Architecture MArch BSc, Bartlett, 2017 Berliner Schloss – Generating Alternative Futures, Y5, Tutors: Prof. Laura Allen, Prof. Mark Smout (https://www.johanna-just.com/) |
Michelle Hoe, “After the earthquake”, στο πλαίσιο του μαθήματος των Κώστα Γρηγοριάδη και Σοφία Κριμίζη με τίτλο «process Matters, 2017
|
Να το πω λίγο αλλιώς από την δική μου εμπειρία:
Εγώ από μικρός ήμουν άσχετος με την αρχιτεκτονική. Μου άρεσε να κάνω κόμικς και όταν ήρθε η ώρα να δώσω πανελλήνιες οι γονείς μου μου είπαν περίπου: «παιδί μου μην πας στη σχολή Καλών Τεχνών, κάνε αρχιτεκτονική τουλάχιστον, που και εκεί θα μπορείς να ζωγραφίζεις. Θα σου αρέσει!»
Βρέθηκα λοιπόν στη σχολή αρχιτεκτονικής της Αθήνας. Μου πήρε 4 χρόνια για να καταλάβω ότι αυτό που μου άρεσε, το να κάνω κόμικς, θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να εφοδιάσει τον τρόπο που σκέφτομαι για την αρχιτεκτονική. Αν είχα σπουδάσει στην Bartlett, αυτό που μου πήρε στην Αθήνα 4 χρόνια να το σκεφτώ και να το πρωτοκάνω, θα το είχα κάνει την τέταρτη ημέρα ή εβδομάδα... Δηλαδή οι προσεγγίσεις είναι τόσο διαφορετικές και είναι αυτές που τελικά καθορίζουν λίγο ως πολύ το αποτέλεσμα. Γιατί όπως και να το κάνουμε και ο πιο ταλαντούχος φοιτητής με την καθοδήγηση του καθηγητή ή της καθηγήτριας προχωράει και είναι καθοριστικά αυτά τα πράγματα. Δηλαδή αν βάλουμε ένα πάρα πολύ καλό σχέδιο του τρίτου έτους της Bartlett με ένα πολύ καλό σχέδιο της Αθήνας, σχεδόν δεν μπορώ να τα συγκρίνω. Γιατί δεν μιλάνε με τους ίδιους όρους.
Κωσταντής Κ. Ένας καλός απόφοιτος του Μετσόβιου μπορεί με τους ίδιους όρους να διεκδικήσει μια θέση σε ένα καλό master, όσο μπορεί και ένας απόφοιτος μιας σχολής στο Λονδίνο. Έχει πολύ διαφορετικό portfolio αλλά έχει portfolio ποιοτικό.
Σοφία Κ. Με όλη την αγάπη που έχω για αυτή τη σχολή θα αναφερθώ σε δύο παραδείγματα: Τοπογραφία, μάθημα που κάνεις με τους τοπογράφους και το πρώτο μάθημα σου λένε: «παιδιά να σας εξηγήσουμε τι είναι η κλίμακα» και η απάντηση: «Κύρια-κυρία ξέρουμε τι είναι οι κλίμακα είμαστε αρχιτέκτονες». Και αυτό το μάθημα. Δεν έχει τίποτα το πνευματικό. Θες την Τεχνολογία Υλικών, η οποία γινόταν με το ίδιο βιβλίο που είχε η μητέρα μου στο Πολυτεχνείο πριν από 30 χρόνια;
Ντίνου Στεφανία, Ρούσσος Θεοφάνης: Η είσοδος του δάσους. Μουσείο ξύλου στο Πανεπιστημιακό δάσος Περτουλιού. Διπλωματική εργασία με επιβλέποντα τον Τάση Παπαϊωάννου, 2018
|
Είναι μία ζούγκλα κατεστραμμένη, στην οποία υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που την πονάνε και κάνουνε οι ίδιοι και όπου φτάνουν τα χέρια τους εξαιρετική δουλειά. Αλλά ανάμεσα σε αυτούς τους ανθρώπους δεν υπάρχει τίποτα. Υπάρχει ένα Πολυτεχνείο που κάθε Παρασκευή βράδυ γίνονται πάρτι και πας τη Δευτέρα το πρωί και βρωμάει «κατρουλιό» και δεν μπορεί να φτάσεις τη μακέτα σου επειδή κάποιος κοιμάται στην πόρτα... Και όλα αυτά είναι μέρος της αρχιτεκτονικής εκπαίδευσης!
Κωσταντής Κ. Η σοβαρή δουλειά γίνεται τελικά από κάποιους ανθρώπους οι οποίοι επιμένουν, επειδή έχουν το πάθος για τη δουλειά, αλλά μόνο με επιμονή δεν γίνονται αυτά τα πράγματα.
Και εμείς δεν έχουμε σηκώσει κάποιο μπαϊράκι στο Εast London, στην ΑΑ, ή στην Βartlett. Είναι η δουλειά μας. Και τη δουλειά μας την κάνουμε. Όταν ο άλλος μέσα από την προσωπική του επιμονή προσπαθεί να κάνει τη δουλειά του, συγνώμη, εκεί είναι που η σύγκριση καθίσταται άδικη και άνιση. Δηλαδή μπράβο! Και βέβαια τους βγάζουμε το καπέλο! Όταν ο άλλος πρέπει να πηδήξει 100 σύριγγες για να κάνει το μάθημα...
Σοφία Κ. Ή κάνει το μάθημα σπίτι του γιατί η σχολή είναι υπό κατάληψη. Και πόσες φορές ήρθαμε για μάθημα στο σπίτι της μητέρας σου Ντορέτ, ή δεν μπορέσαμε να μπούμε στο γραφείο του Αντρέα του Κούρκουλα ή της Μπούκη Μπάμπαλου.
Το ότι βγαίνει καλή δουλειά, πράγματι βγαίνει, αλλά δεν μπορεί να μιλήσεις για να Πολυτεχνείο. Μπορείς να μιλήσεις για συγκεκριμένους ανθρώπους με πίστη μεράκι και επιμονή που κάνουν αυτό που κάνουν πολύ καλά Και βέβαια και για συγκεκριμένους φοιτητές.
Στέλιος Γ. Για ‘μένα έχει σημασία ότι κάπως ο καθένας μας εδώ αναζητά αυτό που του λείπει από την προγενέστερη εκπαίδευσή του. Η Ντορέτ, ας πούμε, πού πήρε την εκπαίδευση της ΑΑ, βρίσκει ενδιαφέροντα στοιχεία στην εκπαίδευση του Πολυτεχνείου που θα την είχαν βοηθήσει. Αντίστοιχα, εγώ είπα ότι μία προσέγγιση σαν της Bartlett στη δικιά μου ιδιοσυγκρασία ίσως μου ταίριαζε καλύτερα. Σίγουρα θα είχα γίνει πολύ διαφορετικός αν είχα σπουδάσει εδώ.
Το ότι θα βγουν πάρα πολύ καλά αποτελέσματα και στην Αθήνα και στην Bartlett είναι βέβαιο γιατί και στις δύο περιπτώσεις δουλεύεις με την αφρόκρεμα των φοιτητών της κάθε χώρας.
Noriyuki Ishii, “House For Cinematographer”, στο πλαίσιο του μαθήματος me director την Φρόσω Πιμενίδη με τίτλο “Occupying RoutesQ from the City to the Valley”, 2017
|
Καναβάρης Νικόλαος Ιωάννης, Μακαρόνας Συμεών, Στελλάτου Δήμητρα: Γεφυρώνοντας το διαφορετικό: Κοινωνικό κέντρο Jasmine, διπλωματική εργασία με επιβλέποντα τον Σταυρίδης Σ. |
Nτορέτ Π. Ναι συμφωνώ με τον Στέλιο. Στην μια περίπτωση – αυτήν του Μετσόβιου – αυτό συμβαίνει γιατί γίνονται δεκτοί όσοι συγκεντρώνουν την υψηλή βαθμολογία που χρειάζεται για να γίνεις δεκτός. Στην περίπτωση της ΑΑ και της Bartlett τελικώς συμβαίνει κάτι παρόμοιο αλλά ενδεχομένως με μια μεγαλύτερη υποκειμενικότητα καθώς η επιλογή γίνεται με βάση το portfolio και το interview και όχι τόσο βάση βαθμών. Βέβαια στην Αγγλία υπάρχει και μια ενδιάμεση κατάσταση αυτών των δύο προσεγγίσεων όπως συμβαίνει στα πανεπιστήμια του Bath ή του Nottingham που ίσως είναι πιο τεχνικά από την ΑΑ ή την Bartlett.
Όπως και να έχει στις σπουδές αρχιτεκτονικής στην Αγγλία δεν δίνεται αυτή η δυνατότητα παράτασης όπως συμβαίνει με τους Έλληνες φοιτητές που να μπορούν να σπουδάζουν για πολλά χρόνια. Στην ΑΑ έχω την αίσθηση από την εμπειρία μου πως γίνεται θέμα αντοχής σε μια ένταση των σπουδών. Αν αποτύχεις δύο χρονιές τότε δεν μπορείς να συνεχίσεις στην σχολή. Ήταν αρκετοί αυτοί που έφυγαν από το πρώτο έτος έως το πέμπτο.
Πασιά Μαρίνα, [ΑΝΑ]ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΟΡΙΑ: ΜΙΑ ΧΩΡΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΜΝΗΜΗΣ. Διπλωματική εργασόα με επιβλέπουσες Μάρδα Ν. και Κωνσταντινίδου Ε.
|
Ling Yun (Lynn) “The Gold Mining Museum of Nevada) στο πλαίσιο του μαθήματος των Ana Manrabaal-Cook, Luke Pearson με τίτλο “Supersaturations” 2017
|
Ερώτημα: Πώς είναι οι σχέσεις εδώ στο Ηνωμένο Βασίλειο, μεταξύ των διδασκόντων. Ισχύουν και εδώ οι συμμαχίες οι κόντρες και τα πισώπλατα μαχαιρώματα όπως συμβαίνει και στην Ελλάδα;
Όλοι μαζί: Nαι!
Στέλιος Γ. Θα έλεγα ότι κάθε πανεπιστήμιο είναι ένα μικρό χωριό. Έχει τον φύλαρχο, έχει αυτόν που θέλει να γίνει φύλαρχος στη θέση του φύλαρχου. Αυτούς που υποστηρίζουν τον διεκδικητή. Αυτούς που δεν τον υποστηρίζουν. Τους υπόλοιπους που δεν καταλαβαίνουν ακόμη τι γίνεται και κάποια στιγμή θα καταλάβουν κλπ.
Κωσταντής Κ. Στην Αγγλία βέβαια πολύ δύσκολα, ιστορίες και κόντρες μεταξύ καθηγητών με πισώπλατα μαχαιρώματα, τρικλοποδιές και τα λοιπά, πολύ δύσκολα θα περάσουν στην αντίληψη των φοιτητών ή εν πάση περιπτώσει θα περάσουν από κάποιο φίλτρο. Γίνονται λίγο πιο αξιοπρεπώς από ό,τι στην Ελλάδα.
Ερώτημα: Πόσοι από σας σκοπεύετε να μείνετε μόνιμα στο Λονδίνο και πόσο αισιόδοξοι είστε για επιστροφή και «δικαίωση» στην Ελλάδα;
Ντορέτ Π. Όχι δεν σκοπεύω να μείνω μόνιμα στο Λονδίνο. Η αλήθεια είναι πως σχεδόν κάθε μέρα ονειρεύομαι την στιγμή που θα επιστρέψω στην Αθήνα. Έχω δημιουργήσει μια εικόνα στο μυαλό μου – έναν φωτεινό χώρο / εργαστήριο στην Αθήνα όπου ζω και δουλεύω. Παρόλο που αυτή η εικόνα μου έρχεται στο μυαλό συχνά, δεν νομίζω πως θα γίνει μέσα στα επόμενα 3 – 4 χρόνια. Ίσως αν έχω την δυνατότητα μπορώ να περνάω κάποια διαστήματα στην Ελλάδα και να συνδυάζω και τα δύο. Αυτό βέβαια όμως αποτελεί ένα είδος πολυτέλειας, θα πρέπει δηλαδή να έχει έναν δημιουργικό λόγο από πίσω για να λειτουργήσει αυτή η ενδιάμεση συνθήκη ανάμεσα σε αυτές τις δύο πόλεις.
Παρόλο που το Λονδίνο είναι μια σκληρή πόλη – στην οποία στερείται κανείς την πιο «γήινη» και «συναισθηματική» θα έλεγα πραγματικότητα της Αθήνας – πιστεύω πως μου έχει δώσει μια εσωτερική ελευθερία πολύ μεγάλη που σε βοηθά να αντιμετωπίσεις τον εαυτό σου κατάματα, στην Αθήνα αυτό – τουλάχιστον για εμένα – δεν ήταν τόσο εύκολο. Επίσης, το Λονδίνο σου δίνει την δυνατότητα να πειραματιστείς με όνειρα και διαφορετικούς στόχους. Δοκιμάζεσαι αν το θέλεις σε πολλά διαφορετικά πεδία και έτσι αποκτάς μια αυτογνωσία ως προς τι είναι αυτό που θέλεις και τι είναι αυτό που απορρίπτεις. Με αυτό λοιπόν το σκεπτικό θεωρώ πως θα είμαι εδώ για τα επόμενα χρόνια, και πιστεύω θα επιστρέψω όταν θα είμαι σίγουρη για το τι θέλω να κάνω και πως μπορώ να το υποστηρίξω κρατώντας ελπίζω κάποιες γέφυρες με το Λονδίνο, που αποτελεί πλέον κομμάτι μου.
Σοφία Κ. Δεν Μετράω τις μέρες καθόλου. Εγώ έχω πει τρεις φορές ότι θα μείνω μόνιμα στο Παρίσι και δεν έμεινα. Θα μείνω μόνιμα στη Νέα Υόρκη και δεν έμεινα... Για το Λονδίνο δεν είπα ποτέ ότι θα μείνω μόνιμα αλλά όχι γιατί θέλω να γυρίσω στην Ελλάδα απαραίτητα. Για μένα αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα τρίγωνο: Το ένα σημείο είναι το ακαδημαϊκό: Με γεμίζει πάρα πολύ αυτή η διαδικασία της διδασκαλίας, δηλαδή διδάσκεις και μαθαίνεις ταυτόχρονα και αυτό είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο κομμάτι του εαυτού μου. Και βέβαια κανένας δεν διδάσκει για να ζήσει μόνο, αλλά το κάνει γιατί το γουστάρει και το γουστάρει πολύ. Αυτό είναι το ένα σημείο.Το άλλο είναι το γραφείο που έχουμε στήσει με τον Κυριάκο, το οποίο λίγο πολύ μας δείχνει και πως θα κινηθούμε. Δηλαδή τώρα μας δείχνει ότι υπάρχει δουλειά στην Αθήνα και υπάρχει δουλειά στη Νέα Υόρκη Και Υπάρχει αυτό το δίπολο. Υπάρχει και ένα κομμάτι το οποίο χωρίς νοσταλγία και μόνο με αγάπη για τους ανθρώπους με τους οποίους θέλω να περνάω μαζί τους στην Ελλάδα. Αλλά αν μπορώ να είμαι κάπου στη μέση σε αυτά τα τρία και να πηγαίνω και στα τρία... Δεν νιώθω καμιά Νοσταλγία για την Ελλάδα, πριν από τον μήνα του Αυγούστου.
Στέλιος Γ. Υπάρχει μία φράση της Zadie Smith που μου αρέσει πολύ. Λέει πως όταν πηγαίνεις σε μία πόλη, εκείνη σου λέει κάτι. Η Ρώμη, ας πούμε, σου λέει «Aπόλαυσε με». Η Νέα Υόρκη σου λέει «Δώσε μου ό,τι έχεις». Το Λονδίνο σου λέει «Eπίζησε με». Άρα όσο μπορώ να επιζώ στο Λονδίνο, εγώ μένω. Το ότι αυτό μπορεί να με «φτύσει» μετά από πέντε χρόνια, μπορεί να το κάνει ή και εγώ να μην το αντέχω άλλο. Και νομίζω ότι η ιδέα του μακροπρόθεσμου σχεδιασμού σε εμάς που μας χτύπησε η κρίση σε ένα σημείο καμπής στην πορεία μας, γιατι έιμαστε όλοι συνομήλικοι, έχει σβήσει λίγο από το μυαλό μας την ιδέα του προγραμματισμού για κάμποσα χρόνια. Δηλαδή μπορούμε να σκεφτούμε το πολύ μέχρι του χρόνου. «Θα μείνω και του χρόνου στο Λονδίνο» και νομίζω ότι μάλλον θα συνεχίζω να λέω κάτι τέτοιο και για τα επόμενα πέντε χρόνια.
Κωσταντής Κ. Η Ελλάδα εξελίσσεται σε έναν τόπο διακοπών και το Λονδίνο ήταν πάντα ένας τόπος εργασίας στον οποίον έχουμε καταφύγει πολλοί. Εγώ θέλω να σκέφτομαι σε πείσμα αυτής της εξέλιξης και με όση αισιοδοξία μου έχει μείνει να πιστεύω ότι η Ελλάδα δεν θα γίνει απλώς ένας τόπος διακοπών γιατί θα αναπτυχθεί. Και κάποια δραστηριότητα, θες στο πανεπιστήμιο, θες στο επάγγελμα, θα μπορέσει αν όχι να επαναφέρει ανθρώπους που φύγανε με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, τουλάχιστον να προσφέρει κάποια αντικείμενα σταθερής επαφής.
Εμείς σε αυτή τη συγκυρία ας πούμε πριν δύο τρία χρόνια βρεθήκαμε μεταξύ Brexit και Grexit. Δηλαδή όλο αυτό με το οποίο μεγαλώσαμε, το όνειρο της ευρωπαϊκής ταυτότητας, όπου ένα παιδί από την Ελλάδα θα μπορούσε να βρεθεί σε αστικά κέντρα πολύ πιο εύκολα από όσο μια ή δυο γενιές πίσω, ως ευρωπαίος πολίτης, το είδαμε ξαφνικά να ταρακουνιέται. Εμείς πιστέψαμε ότι είναι κάτι το οποίο θα εφαρμοστεί και το οποίο θα απολαμβάναμε σε βάθος χρόνου. Αυτό δεν φαίνεται να συμβαίνει. Τουλάχιστον δεν φαίνεται να συμβαίνει για την Αγγλία και την Ελλάδα. Θα δούμε λοιπόν. Είμαι και εγώ στο πλαίσιο της ετήσιας ανανέωσης, την ίδια στιγμή που έχω συνείδηση ότι θα τραβήξει λίγο παραπάνω από ένα έτος.
Και βέβαια για δικαίωση δεν ψάχνω, δεν θεωρώ ότι τη δικαιούμαι άλλωστε ή ότι μου τη χρωστάει κάποιος. Αν την πάρουμε τη λέξη όπως είναι, η μόνη δικαίωση που μπορεί να έρθει είναι όσοι σκεφτόμαστε ότι πραγματικά θα υπάρχει ένας λόγος, όχι μόνο νοσταλγίας, για μία επιστροφή, η δικαίωση θα είναι να βγει αυτό αληθινό σε κάποια φάση.
Στέλιος Γ. Εγώ θεωρώ ότι δεν είναι μόνο η αλλαγή των αντικειμενικών συνθηκών στην Ελλάδα. Είναι και ότι όσο παραμένεις αλλού, εκτός Ελλάδας, αλλάζεις και εσύ. Και μπορεί τη στιγμή που θα αλλάξουν οι αντικειμενικές συνθήκες στην Ελλάδα, κάποιος να μην θέλει πια να επιστρέψει, ενώ πριν από 5 χρόνια θα του φαινόταν αδιανόητο αυτό.
Κωσταντής Κ. Εγώ πατάω με δύο πόδια. Ένα στην Ελλάδα και ένα στο Λονδίνο, ένα στο γραφείο κι ένα στη διδασκαλία. Απλώς δεν πρέπει να έχουμε ψευδαισθήσεις ότι κάποια στιγμή θα μας στρώσουν ένα δρόμο με ροδοπέταλα και θα γυρίσουμε πίσω σαν μεσσίες και θα δικαιωθούμε για την θητεία μας μας στο εξωτερικό. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ και πολύ αμφιβάλλω αν συνέβαινε και στο παρελθόν. Ίσως περιττεύει κιολας. Πολύ αμφιβάλλω για το αν κάτι τέτοιο στο παρελθόν στους ανθρώπους που επέστρεψαν μετά από μια διαδρομή στο εξωτερικό.
Συνεχίζεται...
[1] Ως ενσυναίσθηση ορίζεται η συναισθηματική ταύτιση με την ψυχική κατάσταση ενός άλλου ατόμου, και η κατανόηση της συμπεριφοράς και των κινήτρων του
Κάντε ΚΛΙΚ στις εικονες για μεγέθυνση
No comments :
Post a Comment