Sunday, January 3, 2016


Η ΑΜΕΤΡΟΕΠΕΙΑ ΚΑΙ Ο ΚΟΜΠΑΣΜΟΣ 
ΤΟΥ ΑΣΥΓΚΡΑΤΗΤΟΥ SANTIAGO CALATRAVA


από το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου στην Νέα Υόρκη 
στο νέο «Μουσείο του Αύριο» στο Ρίο Ντε Τζανέιρο 

με αφορμή ένα κείμενο της Μάρως Καρδαμίση Αδάμη 


Είναι πολύς καιρός που έχω γυρίσει την πλάτη στις προκλητικές προτάσεις του Calatrava. 
Γοητευμένος αρχικά από τις υπέροχες γέφυρες που είδα στην Ισπανία το 1992, αιφνιδιάστηκα το 2004 με τις αιφνίδιες, χαριστικές και βίαιες επεμβάσεις του στο αττικό τοπίο με τους Ολυμπιακούς αγώνες. Έκτοτε έχω την αίσθηση ότι ο «κακομαθημένος» πλέον διεθνής αρχιτέκτονας δημιουργεί αδιακόπως, με γνώμονα τις θεαματικές υπερβάσεις του κόστους που φτάνουν μέχρι και το δεκαπλάσιο του αρχικού προϋπολογισμού. Μα έτσι ξέρω και εγώ κύριε Santiago, με συνεχείς υπερβάσεις του κόστους, να κάνω εντυπωσιακά και υπερφίαλα έργα, που μάλλον δεν εντάσσονται στο χώρος της «αρχιτεκτονικής» αλλά αποτελούν υπερεξπρεσιονιστικές τερατογενέσεις των καιρών. 


Αρνήθηκα να ασχοληθώ με το νέο ορθόδοξο «εκκλησάκι» του Αγίου Νικόλα που σχεδίασε στο "ground zero" στην Νέα Υόρκη, να παρακολουθήσω την snob και επί πληρωμή παρουσία του και τις παρουσιάσεις του εδώ, με αφορμή την έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη τον Σεπτέμβριο του 2015. Η άποψή μου είναι ότι πρόκειται για μια λαμπερή «σβουνιά» (που για όσους δεν γνωρίζουν σημαίνει στην αργκό: "φρεσκοχεσμένη κουράδα βοοειδούς") που περιφέρει διεκδικώντας και πάλι τις εντυπώσεις του κοινού. Και αίφνης...



...από προχθές  «τα έχω πάρει» όταν είδα δημοσιευμένο το καινούργιο «Μουσείο του Αύριο» με υπογραφή Σαντιάγκο Καλατράβα, που εγαινιάστηκε πρόσφατα στο Guanabara Bay του Ρίο ντε Τζανέιρο. Ο σκελετός ενός απόκοσμου και απάνθρωπου τέρατος, που μοιάζει σαν να θέλει να κατασπαράξει τους επισκέπτες και να τους τρομάξει για το «αύριο» που έρχεται, κατέκτησε την μικρή χερσόνησο μια μοναδικό κριτήριο να συναγωνιστεί τα άλλα τερατώδη κρουαζερόπλοια που καταφθάνουν στον μικρό αυτό κόλπο. 



















Θα τρίζουν τα κόκαλα του Oscar Niemeyer, που λάτρευε βέβαια τις καπύλες, αλλά   με την δική του αφαιρετική ματιά. 

"Δεν με αφορούν οι παράξενες γωνίες, έγραφε στα κείμενά του, οι σκληρές και άκαμπτες γραμμές που δημιουργεί ο άνθρωπος, παρά μόνο οι καμπύλες που βρίσκω  στα βουνά της χώρας μου, στο ελικοειδές των ποταμών της, στα κύματα του ωκεανού, και στο σώμα μιας αγαπημένης γυναίκας". 


Oscar Niemeyer, Brazilia, The National Congress of Brazil 

Κανένα άλλο σχόλιο για τον κομπασμό του Calatrava.  Όλα αυτά προέκυψαν απλά, με αφορμή σχετικό κείμενο της Μάρως Καρδαμίτση Αδάμη, που μου παρέδωσε πρόσφατα και παραθέτω στην συνέχεια: 

Μάρω Καρδαμίτση Αδάμη

Σημείο μηδέν και ορθόδοξη ναοδομία 

της Μάρως Καρδαμίτση Αδάμη 










Ένα από τα δυσκολότερα θέματα που έχει να αντιμετωπίσει ένας αρχιτέκτονας στη σταδιοδρομία του είναι ο ναός, η εκκλησία, το κτίριο λατρείας, είτε αυτός είναι βουδιστικός, είτε ινδουιστικός είτε τζαμί, είτε συναγωγή, είτε χριστιανικός. 
Πίσω από τον ναό, τον οποιοδήποτε ναό προϋπάρχει η πίστη. 
Το Υπερνοητό, το Άυλο, το Αόρατο, το Άκτιστο που αν και είναι η πηγή και ο προορισμός της ανθρώπινης ύπαρξης, εκφράζεται διαφορετικά σε κάθε θρησκεία, ίσως τολμώ να πω σε κάθε ναό. 







Αναμφισβήτητα μετά τους βυζαντινούς χρόνους η ορθόδοξη ναοδομία έμεινε για αρκετό διάστημα μετέωρη. Οι πρώτες εκκλησίες του νεοελληνικού κράτους βρέθηκαν ανάμεσα στον νεοκλασικισμό και το Βυζάντιο. Αγκυλωμένη στο χθες η ναοδομία αγωνίζεται να προσπεράσει το σήμερα, να προχωρήσει στο αύριο. Η τέχνη, η σκέψη και η νοοτροπία του δυτικού «προηγμένου» και «πολιτισμένου» κόσμου εισβάλλουν εξουσιαστικά στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος και μπερδεύουν ακόμα περισσότερο την κατάσταση. 
Στα χρόνια του μεσοπολέμου το νέο υλικό, το μπετόν αρμέ, δίνει την ευκαιρία στους αρχιτέκτονες να αναζητήσουν νέες μορφές εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής. Να εκφράσουν τις ίδιες πνευματικές, θρησκευτικές και υπερφυσικές αξίες με τα νέα υλικά με νέο τρόπο που διατρέχει τη ζωή και τη σκέψη Ανατολής και Δύσης. 
Μια μεγάλη και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτηση αναπτύσσεται στα αρχιτεκτονικά περιοδικά πάνω στο θέμα της ναοδομίας. Ανταλλάσσονται προβληματισμοί, εμπειρίες, απόψεις. 
Στο διάλογο συμμετέχουν ενεργά οι έλληνες μοντέρνοι αρχιτέκτονες, ορθόδοξοι και ισραηλίτες. 






Ν. Μητσάκης και Κ. Παναγιωτάκος, συμμετοχή στον διαγωνισμό για την εκκλησία της Παναγίας της Τήνου 

Ο διαγωνισμός για την εκκλησία της Παναγίας της Τήνου με την πρωτοποριακή λύση των Ν. Μητσάκη και Κ. Παναγιωτάκου, ο Άγιος Παύλος της Κορίνθου του Αριστοτέλη Ζάχου, το εκκλησάκι του νεκροταφείου της Πάτρας του Παναγιώτη Μιχελή, είναι κάποια από τα πιο καλά πραγματοποιημένα παραδείγματα. 



Γ. Νομικός, μη πραγματοποιημένο σχέδιο,1945 

Σ΄ ένα άγνωστο και μη πραγματοποιημένο εκκλησάκι του Γ. Νομικού του 1945, ενός αρχιτέκτονα που σημάδεψε την ελληνική ναοδομία, ένα εκκλησάκι μπορεί εύκολα να βρει κανείς κοινά στοιχεία με τον άγιο Νικόλαο του Calatrava. 

Απραγματοποίητες έμειναν οι επίσης και οι μοντέρνες συναγωγές που σχεδίασε ο σεφαραδίτης Βολιώτης αρχιτέκτονας Ισαάκ Σαπόρτα, για την Αθήνα και τον Βόλο. 

Κτήρια σύγχρονα, του 20ού αιώνα που εκφράζουν λιτά, χωρίς φλυαρίες την πίστη του δημιουργού τους. 

Είναι αλήθεια ότι και τότε, και πολύ φοβάμαι ακόμη και τώρα, οι εκκλησίες αντιμετωπίζονται κυρίως ως τεχνικά επιτεύγματα, μεγάλα κελύφη που μπορούν να στεγάσουν έναν τεράστιο αριθμό πιστών. Ελάχιστες είναι οι φορές που ο αρχιτέκτων προσθέτει κάποιες προσωπικές αναζητήσεις. 

Όταν το 1948 ανατέθηκε στον αρχιτέκτονα Roger Damien να σχεδιάσει μια εκκλησία στο Knocke του Βελγίου έγραψε «Αυτό που αισθάνθηκα είναι η αποστολή της πρόσκλησης και της σύναξης της εκκλησίας, το δόγμα της αλήθειας, της χαράς που διδάσκει. Θέλησα η συνάντηση του Θεού με τους ανθρώπους να γίνει μέσα στο φως». Είναι από τα ελάχιστα κείμενα που γνωρίζω όπου αρχιτέκτονας εκφράζει άφοβα τη συγκίνηση του, το πιστεύω του. Στον ελληνικό χώρο κάτι αντίστοιχο δεν έχω βρει, ίσως μόνο σε κάποιες σημειώσεις του Α. Ρουσόπουλου, όπου αναφέρει ότι μια εκκλησία είναι ένα θέμα εξαιρετικά δύσκολο γιατί στις τεχνικές και υλικές δυσκολίες πρέπει κανείς να προσθέσει στη συνέχεια τις άλλες, την πραγματικότητα, τη μετουσίωση, τη θρησκευτικότητα… Και αυτό είναι ίσως νομίζω το λάθος των σύγχρονων ναοδόμων, ελλήνων και ξένων, κάτι που τόσο χαρακτηριστικά σημείωσε ο Damien. Σε μια εκκλησία, οποιουδήποτε δόγματος και θρησκεύματος, προηγείται ή τουλάχιστον κατά τη γνώμη μου πρέπει να προηγείται η πνευματικότητα, η μετουσίωση, η θρησκευτικότητα και έπειτα η ικανοποίηση των λειτουργικών τεχνικών και υλικών αναγκών. 
Η εκκλησία, κάθε εκκλησία είναι ένα εντελώς διαφορετικό κτίσμα από οποιοδήποτε άλλο κτίριο και σαν τέτοιο, ο αρχιτέκτων που αναλαμβάνει την οικοδόμηση της, πρέπει να πιστεύει. Οφείλει να γνωρίζει βαθιά μέσα του από εμπειρία, από παράδοση, τις αρχές του δόγματος. Τα δομικά στοιχεία παίρνουν με το χρόνο σταδιακά συμβολική και δογματική έννοια που παραμένει αναντικατάστατη εδώ και αιώνες. Δεν είναι εύκολο να γνωρίσεις αυτά από σημειώσεις και βιβλία. 


Ο ναός του Αγίου Νικολάου στο Σημείο Μηδέν της Νέας Υόρκης είναι σίγουρα και πρέπει να «είναι ανοιχτός για όλο τον κόσμο, ανεξάρτητα από το θρήσκευμά του και ένα μέρος για λατρεία, προσευχή, διαλογισμό και φιλοξενία» γράφει ο Santiago Calatrava. Κάθε ναός θα πρόσθετα εγώ οφείλει να είναι ανοιχτός σε όλους καθώς ο θεός είναι ανοιχτός σε όλους. Όμως ταυτόχρονα, όπως αναφέρει ο Σεβασμιότατος Αμερικής Αρχιεπίσκοπος Δημήτριος Τρακατέλλης, ο σχεδιασμός του θα πρέπει να είναι σύμφωνος με τις παραδόσεις και το τελετουργικό της ελληνικής ορθόδοξης εκκλησίας. 
Και στο σημείο αυτό ο Santiago Calatrava νομίζω ότι δεν τα κατάφερε. Έπεσε έξω 



Όχι γιατί προσπάθησε να εμπνευστεί από την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης, αλλά γιατί αν δεν είσαι ρωμιός, έλληνας, ορθόδοξος, δεν μπορείς όσο και αν θέλεις και τις καλύτερες προθέσεις να έχεις, να καταλάβεις τι θα πει Αγία Σοφία, Πόλη, Μεγάλη Ιδέα. Οι επεξηγήσεις του για τις επιλογές του είναι απλές, θα τολμούσα να πω απλοϊκές. 

Στην Αγία Σοφία έχουμε μία πνευματική έξαρση προς τα πάνω που δεν συναντάς στον Άγιο Νικόλαο, όπως δεν συναντάς το διάλογο στις κλίμακες, την ανθρώπινη και την υπερβατική, την διάπλαση των μορφών και την εξαΰλωση, τα στοιχεία που χρησιμοποίησε ο Ανθέμιος για να πετύχει το μοναδικό αυτό αποτέλεσμα που τόσο ιδιαίτερα και γοητευτικά εξηγεί στη μελέτη του «Η Αγία Σοφία» ο Παναγιώτης Μιχελής το 1946. 


Η Αγία Σοφία, εσωτερικό

«Η Αγία Σοφία είναι από τα λίγα κτήρια στον κόσμο που δεν απογοητεύουν». 

Δεν θα συμπεριλάβω στις προσωπικές μου απογοητεύσεις από τον Άγιο Νικόλαο, άλλες δογματικές (όπως τα δύο αλτάρια στη Βόρεια και Νότια κόγχη του ιερού στοιχείου που υπάρχουν στην καθολική αλλά όχι στην ορθόδοξη εκκλησία) ή την έλλειψη του παραθύρου της κόγχης του ιερού, όπου όταν σύμφωνα με τον Προκόπιο πέσουν οι πρώτες ακτίνες του ήλιου «διαγελά πρώτον η ημέρα» και αρχίζει η λειτουργία, ούτε στις αρχιτεκτονικές που ίσως άλλωστε να είναι μικρές και ασήμαντες για άλλους ή ακόμη και ανύπαρκτες. 



Θα τολμήσω μόνο να πω ότι θεωρώ ότι το έργο του Calatrava δεν φαίνεται να προχώρησε ιδιαίτερα την μεσοπολεμική αρχιτεκτονική των ελλήνων αρχιτεκτόνων που προανέφερα. Ίσως και καθόλου. 
Εκεί όμως που θα σταθώ και όχι ως αρχιτέκτων αλλά ως χριστιανή ορθόδοξη, εκείνο με ενόχλησε ουσιαστικά μέσα μου είναι η δημιουργία της «Αίθουσας Πένθους». 
Η θρησκεία όμως μας δεν πενθεί, χαίρεται όταν ανταμώνει το Θεό της. 


Ο Santiago Calatrava είναι πιστός. Είναι ευαίσθητος, έψαξε, προσπάθησε να καταλάβει. Τα θαυμάσια σκίτσα που παρουσίασε στο Μπενάκειο, το αποδεικνύουν. 

Όμως ο Santiago Calatrava είναι εβραϊκής καταγωγής και για αυτόν το τείχος του πένθους, το τείχος των δακρύων αποτελεί ιερό προσκύνημα και παράδοση. Δεν είναι λοιπόν σε θέση να βιώσει και επομένως να σχεδιάσει έναν ορθόδοξο ναό όπως αντίστοιχα δεν μπορεί να σχεδιάσει ένας χριστιανός ένα τζαμί ή ένας μωαμεθανός μια εκκλησία. Τα εκκλησιαστικά κτήρια δεν είναι απλά δημόσια κτήρια, είναι κτήρια ιερά. 


Ο Άγιος Νικόλαος στο Σημείο Μηδέν δεν μπορεί να είναι προσκύνημα πένθους και θρήνου, γιατί για τον ορθόδοξο χριστιανό δεν υπάρχει πένθος. Δεν υπάρχει θάνατος. Υπάρχει Χαρά. Ανέστη ο Χριστός! «Παύσασθε τον θρήνον ημών και πρέσβυς υμών γίνομαι προς τον εξ εμού. Υμείς δε απώσασθε την συμφοράν τεκούσης μου την χαράν… Ησυχάστε αλυπώς, χαράς γαρ παραίτιος ο γεννηθείς, ο προ αιώνων Θεός», ψάλλει ο Ρωμανός ο Μελωδος. 


1 comment :

  1. Γιώργο συμφωνώ με όσα γράφεις. Για μένα η αρχιτεκτονική του Calatrava ήταν πάντοτε προβληματική. Mε μια πληθωρική εκφραστικότητα επιπέδου κόμιξ (του τύπου Gotham City)είχε ένα δημαγωγικό τρόπο να χαϊδεύει τα χαμηλά αρχιτεκτονικά ένστικτα του κοινού. Σε μερικά πιο τεχνικά έργα του όπως οι γέφυρες έδειχνε αναγκαστικά μια αυτοσυγκράτηση και το αποτέλεσμα ήταν αρκετά πιο αποδεκτό.
    Η εκκλησία δυστυχώς ξεγυμνώνει την ανερμάτιστη ελαφρότητα του σχεδιασμού του. Οι δογματικές/θρησκευτικές παρανοήσεις που εντοπίζει η κα Καρδαμίτση-Αδάμη ίσως είναι πταίσματα μπροστά στην ασυγχώρητη κακοφωνία της όψης-ακορντεόν με την είσοδο-στόμα.
    Ακόμα ενοχλητικότερη μου φαίνεται η ευκολία με την οποία μεταφράζει το μυστηριακό φως του βυζαντινού ναού σε ένα πανταχόθεν διαφώτιστο κέλυφος με ένα ισοπεδωτικό εσωτερικά φως και με το γνωστό (κοινότοπο πλέον) νυχτερινό εφέ. Ο ορθόδοξος ναός ως κινέζικο φαναράκι...

    ReplyDelete