1.
Δημήτρης Φιλιππίδης
ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΕΚΘΕΣΕΩΝ
Ζήσης Κοτιώνης, «Ο Αναξίμανδρος στη Φουκουσίμα. Γενεαλογίες της τεχνικής», στο Μουσείο Μπενάκη
Μαρία Λοϊζίδου, «Cropping Up» στη γκαλερί Calfayan, φωτο. Σωκράτης Στρατής
Με διαφορά πέντε μόλις ημερών εγκαινιάστηκαν δύο εκθέσεις στην Αθήνα που παρουσιάζουν κοινά σημεία αλλά και σημαντικές διαφορές. Προηγήθηκε η έκθεση του Ζήση Κοτιώνη στο Μουσείο Μπενάκη (2.10.2014) με θέμα «Ο Αναξίμανδρος στη Φουκουσίμα. Γενεαλογίες της τεχνικής» κι ακολούθησε της Μαρίας Λοϊζίδου στη γκαλερί Calfayan με θέμα «Cropping Up» (7.10.2014).
Τομή: Πυρηνικός αντιδραστήρας BWR Mark I
Η πρώτη, και εξαιρετικά φιλόδοξη έκθεση παίρνει ως αφορμή την ανάγνωση γενικά των προσωκρατικών φιλοσόφων (κι όχι μόνο του Αναξίμανδρου) με συνοδεία σκαριφημάτων γεωμετρικής υφής και περιπλανάται «στα ερείπια του τεχνικού πολιτισμού» της εποχής μας (με τη Φουκουσίμα ως ακραίο σύμβολο), με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός «πρόχειρου» ή «τυχαίου» αρχείου με θραύσματα, όπου εμπλέκεται και το ίδιο το Μουσείο (με τη χρήση παλαιικών προθηκών από τις αποθήκες του).
Ζήσης Κοτιώνης, «Ο Αναξίμανδρος στη Φουκουσίμα. Γενεαλογίες της τεχνικής»
στο Μουσείο Μπενάκη
Κεντρικό έκθεμα, στο οποίο μπαίνεις παραμερίζοντας κρεμασμένα φύλλα πλαστικού, είναι ένα σχήμα ομοιόθετο με εκείνο της αίθουσας, ενώ στους περιμετρικούς τοίχους «τρέχουν» τέσσερις προβολές βίντεο με συνοδεία ήχων.
Μαρία Λοϊζίδου, «Cropping Up» στη γκαλερί Calfayan, Cristos Sarris Photographer
Η δεύτερη, και σεμνότερη, έκθεση θέτει εξαρχής το υπαρξιακό ερώτημα: «Γιατί κάτι να συμβεί και όχι τίποτα;» και επιλέγει να μεταφέρει στο χώρο έκθεσης την «ενεργοποιημένη αταξία» που υπάρχει στο εργαστήριο της Λοϊζίδου σε συνδυασμό με ένα συνονθύλευμα από παλιά έπιπλα της οικογένειας Calfayan, στα οποία παρεμβάλλονται διάφορα έργα της Λοϊζίδου. Το φράγμα αυτό εμποδίζει το βλέμμα να διεισδύσει στο εσωτερικό της γκαλερί, αφήνοντας μόνο ένα στενό πέρασμα εισόδου. Περνώντας αυτό το εμπόδιο, βρίσκεσαι στον οικείο χώρο μιας έκθεσης με έργα κρεμασμένα στους τοίχους ή ελεύθερα μέσα στο χώρο.
Μαρία Λοϊζίδου, «Cropping Up» στη γκαλερί Calfayan, Cristos Sarris Photographer
Παντού υπάρχει μια αμφισημία σχετικά με τη συνήχηση των έργων και με τι αφήνεται να φανεί ή κρύβεται συμβολικά πίσω από φύλλα διαφανούς πλαστικού. Τα «έργα» που εκτίθενται είτε παρεμβάλλονται ανάμεσα σε άλλα αντικείμενα χωρίς καμιά επεξήγηση είτε παρουσιάζονται αυτόνομα με τη συνοδεία επεξηγηματικού σχολιασμού.
Στις δύο αυτές εκθέσεις ο θεατής καλείται να συμβάλει στην κατανόηση εκείνου που περιεργάζεται, καθώς δεν του παρέχονται οδηγίες χρήσης, κάτι που είναι γενικά αποδεκτό. Όμως, ταυτόχρονα, και κάτι που ερωτοτροπεί επικίνδυνα με την αυθαιρεσία ή ακόμα και την επιπολαιότητα για χάρη πρωτοτυπίας ή ελευθερίας.
Ζήσης Κοτιώνης, «Ο Αναξίμανδρος στη Φουκουσίμα. Γενεαλογίες της τεχνικής»
στο Μουσείο Μπενάκη
Με το να είναι διασπασμένη σε πολλαπλά «θραύσματα», η έκθεση του Κοτιώνη ζητά από το θεατή να ψάξει για κάποιο νόημα-οδηγό, που θα οδηγήσει από τους προσωκρατικούς στον εφιάλτη της Φουκουσίμα. Κάτι που στην πράξη αποδεικνύεται αδύνατο καθώς οι προσωκρατικοί παραμένουν τα επιδεικτικά ανεπεξέργαστα σπαράγματα του σώματος ενός βιβλίου. Οι προσωκρατικοί, το τραυματισμένο ελληνικό τοπίο και οι έντεχνες «κατασκευές» που παρατάσσονται ανάμεσα σε δείγματα παλιών εργαλείων ή «σκουπιδιών» του τεχνικού πολιτισμού, παρατίθενται αλλά πουθενά δεν συντίθενται σε κάτι χειροπιαστό.
Μαρία Λοϊζίδου, «Cropping Up» στη γκαλερί Calfayan, Cristos Sarris Photographer
Η έκθεση της Λοϊζίδου απαιτεί αντίστοιχα να καταβάλει κανείς αρκετό κόπο ώστε να αντιληφθεί την «τάξη» μέσα στην «αταξία» και να φανερωθούν όσα κρύβονται με τόση φροντίδα πίσω από το σχήμα των πραγμάτων. Δεν μπορείς να συλλάβεις όλα όσα σου αφηγούνται τα αντικείμενα και τα έργα, αλλά πάντως διαισθάνεσαι πως βρίσκεσαι μπροστά σε μια αποκάλυψη, που στέκει πολύ πιο κοντά στην αρχή των όντων των προσωκρατικών απ’ ό,τι ισχυρίζεται πως κάνει η έκθεση του Κοτιώνη.
Κι εδώ παρατίθενται θραύσματα, πολλά από τα οποία μένουν «σκοτεινά», αλλά την ίδια στιγμή επιδρούν το ένα πάνω στο άλλο και καταφέρνουν να διαμεσολαβήσουν ανάμεσα στο θεατή και το χώρο με εξαιρετική ευαισθησία και πυκνότητα μηνυμάτων. Έτσι αφήνεται κανείς να αγγίξει διαισθητικά το νόημα του αρχικού ερωτήματος για το τυχαίο φανέρωμα των συμβάντων.
Παλιά έπιπλα, θραύσματα και φύλλα πλαστικού χρησιμοποιούνται και στις δύο εκθέσεις – αλλά με πόση, αλήθεια, διαφορά στο τελικό αποτέλεσμα.
Δημήτρης. Φιλιππίδης
2.
Γιώργος Τριανταφύλλου
υστερόγραφο ή αντί προλόγου
O Ζήσης Κοτιώνης με την κόρη του σε χειμωνιάτικη εκδρομή μας, το 1989 στα βουνά της Αττικής
Τον Ζήση Κοτιώνη τον γνωρίζω από την δεκαετία του 80. Παρακολουθώ συστηματικά την δουλειά του, το ανήσυχο πνεύμα του και τις συχνά παράδοξες αναζητήσεις του. Έχω δε την αίσθηση ότι από την επιστημονική σοβαρότητα της διατριβής του για τον Πικιώνη (1998) σταδιακά τα τελευταία χρόνια μας βάζει σε νοητικές βασανιστικές ασκήσεις, τόσο με τις διαλέξεις του όσο και ειδικά με τις εκθέσεις του, μια και τώρα στον τίτλο του, εκτός από αρχιτέκτων PhD, συγγραφέας, καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ελεύθερος επαγγελματίας, επίτροπος στην Μπιενάλε, προστέθηκε και ο τίτλος του εικαστικός καλλιτέχνης.
Δεν γνωρίζω την διδακτική του δραστηριότητα και κατά πόσον διατυπώνονται και εκεί αντίστοιχες νοητικές ασκήσεις. Εντυπωσιάστηκα κάποια στιγμή διαβάζοντας στο διαδίκτυο για μια πρωτότυπη διπλωματική που σχετιζόταν με τον μαρκήσιο de Sade και αναρωτήθηκα για την αποτελεσματικότητα τέτοιων επιλογών.
Αναγνωρίζω πάντως την ξεχωριστή ευφυΐα του, την εγκάρδια και γοητευτική ρητορική του δεινότητα, το συγγραφικό του ταλέντο και τον διαρκή αιφνιδιασμό που προκαλεί, αλλά ομολογώ ότι τον τελευταίο καιρό στις εκθέσεις του αισθάνομαι μια «τρικυμία εν κρανίω», μια παράξενη αμηχανία και μια αίσθηση ότι βιώνω μια “non finito” προσέγγιση.
Βρεθήκαμε με τον Δημήτρη Φιλιππίδη στο Μουσείο Μπενάκη στην μεγάλη αίθουσα του δευτέρου ορόφου. Περιπλανηθήκαμε στην έκθεση του Κοτιώνη επί ώρα, μόνοι πίσω από τις νάιλον κουρτίνες, αφού προσπεράσαμε γρήγορα τις εξασθενημένες βίντεο προβολές στους περιμετρικού τοίχους. Παραμείναμε επί ώρα σιωπηλοί και αμήχανοι προσπαθώντας να κατανοήσουμε… Αποφύγαμε τον όποιο σχολιασμό. Προτιμήσαμε την σιωπή. Ώσπου έλαβα το κείμενο του που μόλις διαβάσατε...
Γιώργος Τριανταφύλλου
Κάντε ΚΛΙΚ στις εικόνες για μεγένθυση
Η θηλυκή πλευρά του Ζήση Κοτιώνη
ReplyDeleteΜε πιθανά ασυλλόγιστη τόλμη εξέθεσε ο Ζήσης Κοτιώνης συλλογισμούς, (αλλά και εαυτόν), που ως προερχόμενοι από άνδρα, αρχιτέκτονα και δη καθηγητή, εγείρουν στους συναδέλφους θεατές του, όσο και στον ίδιο την απαίτηση οιρμού και ορθού λόγου.
Αντίθετα την έκθεση την χαρακτηρίζει μια αύρα βαθιάς ποιητικότητας, αναμεμειγμένης -όπως συμβαίνει με την ποίηση- με πυρετώδη ‘σκέψη’ ως ανάγκη τακτοποίησης, με οικεία εργαλεία του επαγγέλματος (μπλοκάκι, μαρκαδόρο και φωτογραφικό φακό), έντονων ή και αφόρητων συναισθημάτων, εκλυόμενων από μια πρωτοφανή φυσική καταστροφή (τσουνάμι) ανθρωπογενούς αφορμής, από αποφθέγματα σκοτεινών ή και φωτεινότερων σε πρώτη ανάγνωση ‘τρομερών’ πνευμάτων και από το ψυχικό αποτύπωμα της λιτότητας της ζωής -στην ανάπαυλα του ταραχώδους εργασιακού βίου- στη φύση, μα και σε κείνη την ύπαιθρο, όπου απομεινάρια ανθρώπινης παρ-έμβασης και παρ-έλευσης, ωθούν σε υπαρξιακές διερωτήσεις.
Δε θέλω να ‘υπερασπιστώ’ τον αρχιτέκτονα Ζήση Κοτιώνη, αλλά μετά την ευχάριστα στοχαστική περιδιάβασή μου στην έκθεσή του, έναν όροφο πάνω από την άλλη, καθαρά ‘επαγγελματική’ αρχιτεκτονική έκθεση, βρίσκω κάπως άδικο να πιστώνουμε στην εποχή μας το πλευρό του Αδάμ, αυτό που του απέσπασε κάποτε η Εύα, μόνο στην κ. Λοϊζίδου. Κι εκείνη άλλωστε θα υπερασπίζεται με θέρμη και τη δική της ορθή ‘ραχοκοκκαλιά’.
Κατερίνα Γκιουλέκα
"...αισθάνομαι μια «τρικυμία εν κρανίω», μια παράξενη αμηχανία και μια αίσθηση ότι βιώνω μια “non finito” προσέγγιση."
ReplyDeleteΕίναι υπερβολικό το σχόλιο γα την έκθεση του Κοτιώνη και νομίζουμε ότι δεν είναι ακριβής μια τόσο γενναιόδωρη προσέγγιση αν και πραγματικά ήταν μια από τις καλύτερες εκθέσεις που είδαμε τελευταία και μάλιστα από έναν
αρχιτέκτων PhD, συγγραφέα, καθηγητή στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ελεύθερο επαγγελματία, επίτροπο στην Μπιενάλε.
Μια τέτοια όμως αίσθηση: «τρικυμία εν κρανίω»+παράξενη αμηχανία +αίσθηση μιας “non finito” προσέγγισης" την έχουμε για παράδειγμα νιώσει από το Department of Eagles του Marcel Broodthaers κάπου τριγύρω στο 70-71 (τότε βεβαίως ήμασταν δεν ήμασταν και 25 ετών)
Δεν νομίζω ότι προκαλεί κάτι τόσο σύνθετο ο Κοτιώνης παρ ότι επαναλαμβάνω είναι από τις καλύτερες εκθέσεις που είδαμε τελευταία.