ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ:
ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΡΟΤΑΣΗ / ΜΙΑ ΕΝΣΤΑΣΗ /
ΚΑΙ ΜΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ
+
σχόλιο του Κωνσταντίνου Ξανθόπουλου
από το Ελσίνκι
+ άλλα σχόλια και επιστολές
1.
Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΝΕΤΣΟΣ
ΓΙΑ ΤΟΥΣ
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥΣ
Γιώργος Πανέτσος
Σε συνέχεια των προβληματισμών που διατυπώθηκαν στην προηγούμενη ανάρτηση
σχετικά με τους αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς, με αφορμή τις μεγάλες
καθυστερήσεις, επανέρχομαι σήμερα με μια συγκροτημένη πρόταση του Γιώργου
Πανέτσου που διατύπωσε μετά από μια μεταξύ μας συζήτηση και
πραγματικά αξίζει να την μελετήσουμε διεξοδικά λόγω της μεγάλης του
εμπειρίας για το συγκεκριμένο θέμα.
Ο Γιώργος Πανέτσος, καθηγητής στην Σχολή Αρχιτεκτονικής του Πανεπιστημίου
Πατρών, επιμελητής του περιοδικού ΔΟΜΕΣ και της συνέχειας τους υπό τoν
τίτλο DOMa, πέρα από τις συμμετοχές και τις διακρίσεις του σε
αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς, έχει οργανώσει τον Διεθνή Αρχιτεκτονικό
Διαγωνισμό του Ελληνικού το 2003, έχει οργανώσει μέσω της πλατφόρμας των
ΔΟΜΩΝ πολλούς επιτυχημένους ιδιωτικούς διαγωνισμούς, έχει διατελέσει
κριτής και με την εμπειρία αυτή διατυπώνει στην συνέχεια πρακτικές οδηγίες
προς εφαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα.
Πολύ συνοπτικά επισημαίνει ότι:
-
Η σύνταξη του φακέλου του διαγωνισμού ανατίθεται σε ειδικό σύμβουλο,
-
Η προκήρυξη διαγωνισμών για έργα χωρίς, μερικώς έστω, εξασφαλισμένη χρηματοδότηση και δέσμευση κονδυλίων.
-
Η συμμετοχή πρέπει να είναι πολύ «εύκολη». Ως προϋπόθεση πρέπει να αρκεί η εγγραφή χωρίς καταρχήν την όποια κατάθεση πιστοποιητικών
-
Τα παραδοτέα πρέπει να είναι «λίγα» Όχι μακέττες, όχι δαπανηρά παραδοτέα και χωρίς στατικές μελέτες έτσι ώστε το κόστος των διαγωνισμών, σε χρήμα και χρόνο, πρέπει να είναι το ελάχιστο δυνατόν.
-
Η κρίση πρέπει να γίνεται από έμπειρους, ενήμερους και διεισδυτικούς κριτές, που είναι είναι ικανοί να διαβάζουν και να αξιολογούν τα σχέδια με ταχύτητα και ακρίβεια.
Και κυρίως
-
Ένα εξάμηνο, εκ των οποίων 2 μήνες χρειάζονται για την προετοιμασία και 3-4 μήνες για την εκπόνηση των μελετών είναι απόλυτα επαρκές για τη διεξαγωγή οποιουδήποτε αρχιτεκτονικού διαγωνισμού!
Διαβάστε στην συνέχεια αναλυτικά το πλήρες κείμενο του Γιώργου
Πανέτσου:
ΣΚΕΨΕΙΣΠΕΡΙΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΩΝ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΩΝτου Γιώργου Πανέτσου
Ένας αρχιτεκτονικός διαγωνισμός πρέπει να συνιστά μια συνθήκη συστηματικής
ώθησης της δημιουργικότητας και της έρευνας στα πεδία του σχεδιασμού και μια
προσπάθεια διανοητικής και/ή συναισθηματικής έξαρσης των αρχόντων και του
κοινού δια της (μελλοντικής) αρχιτεκτονικής. Δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται
σαν μια ακόμα διοικητική, γραφειοκρατική, πολλώ μάλλον δικαστική,
διαδικασία, ή πεδίο άσκησης εξουσίας από οποιονδήποτε αμέσως, εμμέσως ή εκ
των υστέρων εμπλεκόμενο!
Μιλώντας πρακτικά, πρέπει να επιτρέπει την, με επαρκή διαφάνεια και
ασφάλεια, μέσω ενός συγκροτημένου δείγματος δουλειάς, επιλογή αρχιτέκτονα
για τον σχεδιασμό «σημαντικών» έργων.
Ποιά έργα είναι σημαντικά;
Ασφαλώς όχι μόνο τα μοναδικά μνημεία, κτήρια ή τόποι !
Σημαντικά είναι τα κτήρια όπου διαμορφώνεται καθημερινά η κοινωνία των
ανθρώπων, εκεί όπου αναπτύσσεται η παιδεία, συντελείται η κοινή προσπάθεια,
αντιμετωπίζεται ο πόνος και η απώλεια, εορτάζεται η επιτυχία...
Επίσης, αυτά που γίνονται με δημόσιο χρήμα, δηλαδή από τον κόπο και το
υστέρημα των πολλών, έστω και κατά ένα ποσοστό (π.χ. 50%, όσο μικρότερο,
τόσο καλύτερα)
Οι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί, όπως και κάθε ανοιχτή διαδικασία ή αναζήτηση
της ποιότητας δια συγκριτικής αξιολογήσεως, δεν έχει αποδοχή σε κοινωνίες
σαν την ελληνική. Στον κόσμο, όμως, με τον οποίο θέλουμε να συμβαδίσουμε, οι
αρχιτεκτονικές μελέτες δημοσίων έργων ανατίθενται είτε μέσω διαγωνισμών,
είτε μετά από μια διαφανή διαδικασία επιλογής από υπεύθυνη, υπόλογη επιτροπή
προσωπικοτήτων.
Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εγκρινόμενες από το Συμβούλιο
Αρχιτεκτονικής, θα ήταν επιτρεπτό να ανατίθενται μελέτες απ΄ευθείας και
τιμητικά μόνο σε αρχιτέκτονες μεγάλης αξίας και ευρύτατης αναγνώρισης.
Έχοντας συμμετάσχει σε 10 διαγωνισμούς με ισάριθμες διακρίσεις, έχοντας
οργανώσει τον επιτυχή, αλλά ατελέσφορο, Διεθνή Αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό του
Ελληνικού το 2003 (για τον οποίο είχαμε να πείσουμε την UIA ότι δεν θα
επαναλαμβάνονταν αντιδεοντολογικές ενέργειες, που είχαν συμβεί σε ένα-δυο
πρόσφατους τότε διαγωνισμούς) και πολλούς ακόμα ιδιαίτερα παραγωγικούς
ιδιωτικούς διαγωνισμούς μέσω της πλατφόρμας των ΔΟΜΩΝ, έχοντας συμβάλει σε
λίγους δημόσιους και έχοντας διατελέσει κριτής σε μερικούς ακόμα, ελληνικούς
και -πιο πολύ- διεθνείς, μπορώ να συνοψίσω την εμπειρία μου σε λίγες
πρακτικές οδηγίες προς εφαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα:
1. Σύνταξη φακέλλου
Η σύνταξη του φακέλλου του διαγωνισμού ανατίθεται σε ειδικό σύμβουλο, ο
οποίος πρέπει να δράσει ως αντικειμενικός και επικουρών τρίτος μεταξύ του
εργοδότη και του κλάδου, των δυνάμει διαγωνιζομένων.
Αυτός πρέπει να αποσαφηνίσει τις προθέσεις του αγωνοθέτη, να συνεισφέρει
στην ολοκληρωμένη άρθρωσή του (πράγμα καθόλου εύκολο), να συγκεντρώσει το
απαραίτητο πληροφοριακό υλικό (υπόβαθρα, καταγραφή-τεκμηρίωση και ανάλυση
της περιοχής και του οικοπέδου, άλλα στοιχεία που παρέχουν συνοψισμένη γνώση
που κρίνεται χρήσιμη, κλπ.), να συντάξει το αναλυτικό πρόγραμμα και τη
διακήρυξη, να προσδιορίσει τα παραδοτέα, να ελέγξει αυτών το σκόπιμον και
εφικτόν, και να απαντήσει με ακρίβεια και χωρίς τις συνήθεις υπεκφυγές στις
ερωτήσεις των ενδιαφερομένων.
Για έναν σύμβουλο κατάλληλων προσόντων αυτό απαιτεί χρόνο όχι μεγαλύτερο των
2 μηνών, ακόμα και για σύνθετα ζητήματα (εκτός αν ο αγωνοθέτης είναι
κακόπιστος.)
Είναι επίσης αδιανόητη η προσχηματική προκήρυξη διαγωνισμών για λόγους που
δεν σχετίζονται με την ανάθεση μελέτης, ή η προκήρυξη διαγωνισμών για έργα
χωρίς μερικώς έστω (π.χ. 40%) εξασφαλισμένη χρηματοδότηση και δέσμευση
κονδυλίων.
2. Συμμετοχή
2.1. Η συμμετοχή πρέπει να είναι πολύ «εύκολη». Ως προϋπόθεση πρέπει να
αρκεί η εγγραφή (οποιουδήποτε εκπροσώπου).
Κανένα πιστοποιητικό! Αυτά θα προσκομίζονται μόνο από όσους πρόκειται να
εισπράξουν χρηματικά βραβεία (ούτε καν από τους αποδέκτες εύφημης
μνείας).
2.2. Τα παραδοτέα πρέπει να είναι «λίγα», δηλαδή όσα χρειάζονται για μια
κρίση από έμπειρους, ενήμερους και διεισδυτικούς κριτές.
Όποιος έχει συμμετάσχει σε κρίση αρχιτεκτονικού διαγωνισμού ξέρει ότι σπάνια
η κρίση δίνει προσοχή σε περισσότερες από 3 στοιχεία, που δεν μπορεί να
είναι σε περισσότερες από 3 πινακίδες. Επίσης σπάνια και από λίγους κριτές
διαβάζονται οι συχνά εκτενείς απαιτούμενες «τεχνικές εκθέσεις». Άρα, 3
πινακίδες, το πολύ, μεγέθους μέχρι Α1 (επ’ ουδενί Α0, που μετακινείται
δύσκολα) είναι επαρκείς, μαζί με «τεχνική έκθεση» το πολύ 5 σελίδων ή
1500-2000 λέξεων. Όχι μακέττες, όχι δαπανηρά παραδοτέα ! Ο,τιδήποτε παραπάνω
ζητείται, είναι για να καλυφθεί η ανεπάρκεια του οργανωτή και των κριτών και
καταλήγει σε αποθάρρυνση των πιθανών διαγωνιζομένων. Αρκεί να συγκρίνει
κανείς την ποιότητα του φακέλλου, την ποσότητα και το είδος των ζητουμένων
και τον αριθμό των συμμετοχών για να επιβεβαιώσει τα παραπάνω.
Επίσης περιττεύει η απαίτηση στοιχείων στατικής ή άλλων μελετών (πλην όλως
ειδικών περιπτώσεων).
Οι κριτές που δεν μπορούν εξ αρχής να αντιληφθούν αν κάτι «στέκεται» ή
«λειτουργεί», δεν θα είναι πολύ ικανότεροι στην κατανόηση μιας στοιχειώδους
ειδικής μελέτης.
3. Διάρκεια – Κόστος
Ο απαιτούμενος χρόνος και το κόστος είναι τα κύρια προσχήματα που
επικαλούνται οι πολέμιοι των αρχιτεκτονικών διαγωνισμών, παραβλέποντας τα
οφέλη.
Αντίστοιχα, οι ασάφειες, τα κενά και το αυξημένο - πέραν της αρχιτεκτονικής
εργασίας - κόστος, είναι αυτά που αποθαρρύνουν τους διαγωνιζόμενους.
Γι’ αυτό, το κόστος των διαγωνισμών, σε χρήμα και χρόνο, πρέπει να είναι το
ελάχιστο δυνατόν.
Όσον αφορά το χρήμα, οι διαγωνισμοί πρέπει να αποζημιώνουν με εύλογο ποσόν
τον κόπο αρκετών συμμετεχόντων και, βεβαίως, τον κόπο της υψηλής
εξειδικεύσεως επιτροπής.
Ο χρόνος συναρτάται με την οργάνωση και τα παραδοτέα. Γι αυτό χρειάζεται ο
ειδικός σύμβουλος, γι’ αυτό πρέπει ο φάκελλος να είναι πλήρης, γι’ αυτό
πρέπει τα ζητούμενα να είναι λίγα και συγκεκριμένα...
Ένα εξάμηνο, εκ των οποίων 2 μήνες χρειάζονται για την προετοιμασία και 3-4
μήνες για την εκπόνηση των μελετών, το πολύ ένα οκτάμηνο, είναι απόλυτα
επαρκές για τη διεξαγωγή οποιουδήποτε αρχιτεκτονικού διαγωνισμού! Οι
μεγαλύτεροι χρόνοι οφείλονται σε ανικανότητα ή υστεροβουλία.
4. Κρίση-Κριτές
Η κρίση είναι το πιο αποφασιστικό για την τελική έκβαση στάδιο ενός
διαγωνισμού.
Είναι εργασία ιδιαίτερα απαιτητική, που μπορεί να εκτελεσθεί μόνο, όπως
προανέφερα, από «έμπειρους, ενήμερους και διεισδυτικούς κριτές», που επί
πλέον πρέπει να πληρούν εγγυήσεις ευρύτητας πνεύματος, αμεροληψίας και
ακεραιότητας.
Οι κριτές πρέπει να είναι ικανοί να διαβάζουν και να αξιολογούν τα σχέδια
(και να εντοπίζουν τυχόν ασάφειες και κενά) με ταχύτητα και ακρίβεια. Πρέπει
επίσης να είναι σε θέση να συγκρίνουν τις προτάσεις με πιστότητα και
διορατικότητα και σε σχέση με ευρύτερα δεδομένα.
Η επιλογή κριτών τέτοιων προδιαγραφών δεν γίνεται μέσω κληρώσεων ή ούτε
μπορεί να συνδέεται με εκπροσώπηση φορέων. Πρέπει να αποτελεί ευθύνη του
αγωνοθέτη (και του ειδικού συμβούλου). Άλλωστε, το κύρος των κριτών είναι
αποφασιστικός παράγων για τη προσέλκυση συμμετοχών στους διαγωνισμούς
(πράγμα για το οποίο ουδέποτε υπήρξε μέριμνα στους κρατικούς διαγωνισμούς,
πέραν της έναντι εισφοράς εξασφάλισης της αιγίδας της UIA)
Η αμοιβή των κριτών πρέπει να ανταποκρίνεται στα απαιτούμενα προσόντα τους
και στις υψηλές απαιτήσεις του έργου τους.
Η κρίση πρέπει να διαρκεί λίγο, 2-3 ημέρες, συνεχόμενες, για λόγους ενιαίας
αντίληψης, αποτελεσματικότητας κλπ. και να γίνεται μέσα σε 1-3 εβδομάδες από
τον χρόνο παράδοσης των συμμετοχών.
Είναι σκόπιμο να εισαχθούν δυο επιπλέον συντελεστές στην κρίση
1. Η τεχνική επιτροπή, με καθήκοντα την αποσυσκευασία, την κάλυψη των
κωδικών αριθμών συμμετοχής με ενιαία αρίθμηση, και ενεδεχομένως (για πολύ
σύνθετους διαγωνισμούς) τη διερεύνηση της ανταπόκρισης στα ζητούμενα
κλπ.
2. και κυριότερο, για να εξαλειφθεί η αμφισβήτηση περί απαγορευτικού κόστους
των ποικίλων προτάσεων - Η επιτροπή προμετρητών, που θα παράσχει στην
κριτική επιτροπή αξιόπιστες πληροφορίες για το κόστος υλοποίησης των
προτάσεων, τουλάχιστον των καλύτερων.
Όλα τα παραπάνω θέματα είναι λυμένα διεθνώς.
Last, but not least, η απόφαση της κριτικής επιτροπής πρέπει να είναι
τελεσίδικη ως τεκμηριωμένη lege artis κρίση.
5. Μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων ακολουθεί η δημόσια
παρουσίαση όλων των μελετών και η δημόσια (δια ζώσης ή μέσω του διαδικτύου)
παρουσίαση/αιτιολόγηση της κρίσης από την κριτική επιτροπή.
Προφανώς, χωρίς καθυστερήσεις, ανατίθενται οι πλήρεις μελέτες με ειδικούς
συμβούλους της επιλογής του αρχιτέκτονα, και χωρίς άλλες απαιτήσεις. Είναι
καιρός να καταργηθεί προκειμένου και περί των ελλήνων αρχιτεκτόνων μελετητών
το γνωστό Μητρώο, ώστε, να αποκατασταθεί ένα επίπεδο ισονομίας και να
καταργηθούν οι σχετικές «παρενέργειες».
Καλή επιτυχία!
2.
Η ΕΝΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ
ΤΩΝ ΚΑΡΟΛΟΥ ΡΑΑΤ & ΝΙΚΟΥ ΣΚΟΥΤΕΛΗ
ΣΤΟΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ
"ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΩΡΟΥ
ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ
ΘΕΑΤΡΟΥ ΛΟΦΟΥ ΛΥΚΑΒΗΤΤΟΥ"
Σε συνέχεια των προηγούμενων αναρτήσεων σχετικά με τα βραβεία του συγκεκριμένου αρχιτεκτονικού διαγωνισμού για τον Λυκαβηττό επέλεξα σήμερα να δημοσιεύσω μία ένσταση και μια συμμετοχή που ενώ προκρίθηκε στις 10 επικρατέστερες μελέτες, δεν διακρίθηκε. Κατά την άποψή μου και οι δύο παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Η μεν ένσταση γιατί πέρα από το καλοπροαίρετο ύφος γραφής, εμπεριέχει μια εύστοχη γενικότερη κριτική για τους αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς, η δε συμμετοχή γιατί αποτελεί μια λιτή και καθαρή πρόταση με μια αρχιτεκτονική χειρονομία που επιλέγει ως αναφορά τον στυλοβάτη του Παρθενώνα.
Ένας συμβολισμός «ποιητική αδεία» με μια αρχιτεκτονική ποιότητα που οδηγεί σε μια πλατεία με πλάκες μαρμάρου ικανού πάχους και μεγέθους που παραπέμπουν στο δάπεδο του Παρθενώνα, με όχι τόσο υψηλό κόστος και από ότι διαβάζω στα πρακτικά η πρόταση γνώρισε μια αξιόλογη υποστήριξη.
2.1 Η ΕΝΣΤΑΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ
ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
Διαμόρφωση περιβάλλοντος χώρου και υποστηρικτικών
εγκαταστάσεων
θεάτρου λόφου Λυκαβηττού, ΛΥΚΑΒΗΤΤΟΣ ΠΑΝ.ΟΡΑΜΑ
Αγαπητοί αγωνοθέτες, αγαπητοί συνάδελφοι της Επιτροπής Κρίσεως
Δύσκολα λαμβάνει κάποιος την απόφαση να προχωρήσει σε
ένσταση επί του αποτελέσματος αρχιτεκτονικού διαγωνισμού, γνωρίζοντας ότι
οι ανατροπές ούτε είθισται ούτε και επιτρέπονται με βάση ένα εθιμικό
δίκαιο που πλέον εφαρμόζεται χρόνια τώρα στον ακαδημαίκό χώρο. Ωστόσο
λαμβάνουμε μέρος στους διαγωνισμούς για να ωριμάζουμε τις σκέψεις, την
γραφή μας, τις κλίσεις μας και να τις συγκρίνουμε με τα τρέχοντα της
αρχιτεκτονικής, για να καταλάβουμε.
Η ένσταση δεν θα γινόταν, όμως σήμερα
μπορέσαμε να δούμε δύο από τις βραβευθείσες προτάσεις, το 1ο βραβείο στην
ιστοσελίδα του Πολυτεχνείου Κρήτης και το 3ο στην ιστοσελίδα Archisearch.
Επί αυτών θέτουμε δύο ερωτήματα ως ένσταση και ζητάμε να μας απαντηθούν με
ακρίβεια.
1η ένσταση: Για το
3ο βραβείο παρατηρείται, εντός των πρακτικών της επιτροπής και των
σχολιασμών των εξεταζόμενων προτάσεων, η μη τήρηση της παραμέτρου
χωροθέτησης κλειστών χώρων σε οροθετημένα περιγράμματα της περιοχής
Α2.
Η συγκεκριμένη παράμετρος σημειώνεται στο Τεύχος Τεχνικών Δεδομένων
σελ.27,28 ενώ απαντάται και στο τεύχος απαντήσεων 9/12/2019 στο ερώτημα
ν.12. Αναλυτικά, στο τεύχος: (1.2.3. ΧΩΡΟΙ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΘΕΑΤΩΝ Σύμφωνα με τη
Διαπιστωτική πράξη νομιμότητας Κτιριακής εγκατάστασης του «Θεάτρου
Λυκαβηττού» , η μέγιστη επιτρεπτή δομημένη επιφάνεια για τους
προαναφερθέντες χώρους είναι: 223.73 μ2 / 1.2.4. ΧΩΡΟΣ ΑΠΟΔΥΤΗΡΙΩΝ –
ΚΑΜΑΡΙΝΙΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΩΝ ΒΟΗΘΗΤΙΚΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ ΘΕΑΤΡΟΥ Σύμφωνα
με τη Διαπιστωτική θπράξη νομιμότητας Κτιριακής εγκατάστασης του
«Θεάτρου Λυκαβηττού» , η μέγιστη επιτρεπτή δομημένη επιφάνεια για τους
προαναφερθέντες χώρους είναι: 484.50 μ2 . . . . 'Ολοι οι προτεινόμενοι
κλειστοί χώροι της υποπεριοχής Α2 οφείλουν να εγγράφονται στα όρια των
αντίστοιχων υφιστάμενων περιγραμμάτων κάλυψης)
Η πρόταση αυτή καταστρατηγεί το δεδομένο της μη επέκτασης των
βοηΘητικών δομών του Θεάτρου που υπήρξε μέγας περιορισμός για τους
υπόλοιπους συμμετέχοντες και ενώ Θα ήταν λόγος αποκλεισμού,
βραβεύεται.
2η ένσταση: Για το 1ο βραβείο παρατηρήσαμε
ότι επαινείται το εφικτό της υλοποίησης και ο ρεαλισμός της προσέγγισης.
Μέχρι σήμερα θεωρούσαμε ότι οι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί οφείλουν να
προάγουν, να αναδεικνύουν, να επαινούν την πρωτότυπη προσέγγιση, την
υπέρβαση των δεδομένων, την νοηματοδότηση των χώρων, το εκφραστικό
σχέδιο. Φοβάμαι ότι εσείς βραβεύσατε μια πρόταση που στερείται σχεδίου,
είναι εφικτή και ρεαλιστική, όσο η πρόταση που μάλλον ετοιμάζουν
παράλληλα με τον διαγωνισμό της ΕΤΑΔ, στην Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου
Αθηναίων. Αυτό ήταν το ζητούμενο;
Είδαμε τη γενική κάτοψη και ένα προοπτικό: ο
κεντρικός χώρος του πλατώματος παραλαμβάνει στάθμευση αυτοκινήτων! Οι
στρώσεις αντί να γίνονται αντιληπτές με πληροφορία υλικού, περιγράφονται
με χρώμα, τα διάσπαρτα παγκάκια καθιστικού είναι η αυτονόητη λύση για
δημόσιους χώρους κάθε μαθητευόμενου σήμερα στην αρχιτεκτονική
!
Η εφικτότητα, η λιτότητα, ο ρεαλισμός τον οποίο σε
αυτή την περίπτωση επαινείται δεν νομίζω ότι ακολουθεί τη ρήση Less is
More, αλλά ένα είδος νεομπανάλ στο οποίο μας έχουν συνηθίσει τα νέα
παραστατικά μέσα. Παρακαλώ να μελετήσετε ξανά την πρόταση και να
τοποθετηθείτε με την αυστηρότητα που αρμόζει στον ρόλο σας.
Και μία διαπίστωση: Σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς των
τελευταίων χρόνων κερδίζουν οι προτάσεις όπου η αρχιτεκτονική, δηλαδή το
σχέδιο, η ποιότητα των υλικών, η συνδεσμολογία τους, ο γεωμετρημένος χώρος
υποκαθίσταται από την ιδέα, τη στρατηγική, με τελική απόδοση σε θολή
ατμόσφαιρα. Κοινός χαρακτήρας: η ανέχεια, η οποία οδηγεί σε λύσεις που
μπορούν να χαρακτηρίζονται λιτές και εφικτές. Έτσι και στα πρακτικά του
παρόντος διαγωνισμού σε πολλά σημεία οι εκθέσεις διανθίζονται με τον
χαρακτηρισμό «καλή αρχιτεκτονική» που φοβάμαι ότι δεν εννοεί απολύτως
τίποτε. Η καλή αρχιτεκτονική, αν υπάρχει, περιγράφεται με πληθώρα άλλων
επιθέτων.
Εφόσον λοιπόν δίδεται η δυνατότητα ενστάσεων, λόγω των
παραπάνω θέσεων, θεωρώ ότι θα μπορούσατε να επανέλθετε στο έργο και να
αναδιατάξετε τις βραβεύσεις.
2.2 Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟΝ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ
συνοπτικό κείμενο των μελετητών
Από την Ακρόπολη, από τον λόφο Φιλοπάππου, από την Πνύκα, από τον
Λυκαβηττό, από τον λόφο της Καστέλας, από τα νταμάρια της Πετρούπολης κι
από τα Τουρκοβούνια κοιτάζεις την πόλη, τις σειρές των βουνών γύρω
τριγύρω, στο νότο τον Σαρωνικό. Το αττικό τοπίο ως προς τους βασικούς
παράγοντες που το όρισαν και το διαμόρφωσαν στον χρόνο φαίνεται να
αντέχει. Χωρίς συναισθηματισμούς, χωρίς νοσταλγική διάθεση, παρόλη την
άγρια επέλαση του χτισμένου παραμένει ακόμη αττικό,
«. . . εικόνα μορφής που μαρμάρωσε με την απόφαση μιας πίκρας
παντοτινής». Στη σκέψη και στο βλέμμα του Γιώργου Σεφέρη, το ρήμα “μαρμάρωσαν”
εμπεριέχει και το υλικό του τόπου, μοναδικό σε χρώμα και σε αντίδραση
στο φως, μοναδικό στο να εξηγεί και να αναπαριστά το ελληνικό πνεύμα.
Στην σύγχρονη κατάσταση του αττικού τοπίου, η εμμονή ακόμη αυτών των
πρωτογενών στοιχείων που το διαμόρφωσαν, συνεχίζουν να το ορίζουν και να
κάνουν τα πάντα να πειθαρχούν, σε υπόγεια διαδρομή, διαμορφώνοντας τους
τύπους της εγκατάστασης μιας ιδιάζουσας συνέχειας. Με τα σχήματα και τα
υλικά που έχουν μια για πάντα καθορίσει οι σύγχρονες δυναμικές, η έννοια
πλέον αττικό είναι
"τέτοια, ώστε να έχει εξατμιστεί όλη η γεωγραφική αισθητική και
αισθαντικότητά του".[i]
Εδώ χρειάζεται ένας ενδιάμεσος συνομιλητής, ένας κενός χώρος ικανός να
μας τοποθετήσει στον άγραφο καμβά του για να κοιτάξουμε αυτό το τοπίο
της ταραχής. Επιλέγεται ο Παρθενώνας, οι διαστάσεις του στυλοβάτη 30,68
επί 69,50 μέτρων, ως απουσία. Από εκφραστής του αρχαίου κόσμου και του
αττικού χώρου, ο Παρθενώνας μεταφέρεται εδώ ως μέσον και ως μέτρο
παρατήρησης ενός άλλου τοπίου. Γίνεται η στερεή βάση για το “Παν-όραμα”,
ως πεδίο συγκρότησης νέας συλλογικότητας και του απρόσμενου. Μια μεγάλη
πλατεία που την ορίζει ο κάθετος τοίχος του βράχου στα νότια, ο σχεδόν
μεταφυσικός πυραμιδοειδής βράχος δυτικά του θεάτρου, σκόρπια πεύκα και
το κενό στα βορειοδυτικά. Κατά το ήμισυ στρώνεται με μάρμαρο και το άλλο
μισό με πατητό χώμα, εγκιβωτιζόμενο σε λωρίδες μεταλλικές για την
ομοιόμορφη απορροή των ομβρίων. Ένας διάδρομος- στοά που οδηγεί ως το
θέατρο, με όλα τα λειτουργικά εξαρτήματα ψυχαγωγίας στη διαδρομή.
Η προσέγγιση του τόπου ως σκηνικού ζωής, έγκειται από την μία στην γνώση
της δυναμικής του υπερυψωμένου αυτού χώρου σε σχέση με τον πόλη και από
την άλλη, στην συμπερίληψή του στο φυσικό τόπο του βραχώδους Λυκαβηττού.
Αυτές οι δύο παράμετροι εδώ έγινε προσπάθεια να συγχρονιστούν μέσω της
αναλογίας για σχεδιασμό μιας ακόμη ακρόπολης στην Αθήνα, όπου καθαροί
όγκοι, ευθείες και καμπύλες συνυπάρχουν και συνομιλούν.
Οι δεδομένες σήμερα κλίσεις των επιπέδων κίνησης και οι ανομολόγητες
κλίσεις του χώρου, τα μέτωπα των νταμαριών, το θέατρο, οι είσοδοι και οι
θέσεις θέασης, οδήγησαν στην μορφοποίηση μιας άλλης ακρόπολης, ανοιχτής,
δίχως πολιτικό πρόγραμμα, σε αναμονή αυθόρμητων εκδηλώσεων, ως χώρος
περιδιάβασης, ικανός να συμβάλλει στην διαμόρφωση σκέψεων και
προβληματισμών.
___________________________
[i]
Παράφραση – μεταφορά από αντίστοιχη σκέψη του Παναγιώτη
Τουρνικιώτη, σχετικά με το Αιγαίο: «Sprawl στις γειτονιές του
Αιγαίου», Το Αιγαίο: μια διάσπαρτη πόλη, 10η Διεθνής Έκθεση
Αρχιτεκτονικής Βενετίας, Αθήνα 2006, σ.70
_______________________________________________
Από το Συνεργατικό Γραφείο Φατούρα,
Αλεξανδρα Βούγια, Θεοδόσης Ησαΐας και Πλάτων Ησαΐας
έλαβα το ακόλουθo email την Τρίτη 23 ΙΟυνίου 2020
3.
κύριε Τριανταφύλλου,
Ανυπομονούμε για την ουσιαστική αρχιτεκτονική κριτική όταν τα θέματα παρουσιαστούν στην πληρότητά τους σε ένα πραγματικό δημόσιο βήμα όπως προβλέπουν οι διαγωνισμοί.
Παρόλ’ αυτά σημειώνουμε τα παρακάτω σε σχέση με την ένσταση που αφορούσε στην πρότασή μας, την οποία δημοσιεύσατε προχθές. Θα αρκούσε να διαβάσει με προσοχή κάποιος/α τα ερευνητικά προγράμματα του ΕΜΠ του πολύ αναλυτικού φακέλου του διαγωνισμού (Παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ, ειδικά σσ.14-16 του παραρτήματος ΙΙ 'Παράλληλα Έργα Λυκαβηττού') καθώς και την συνολική απάντηση στο ερώτημα 12/σ7 για να απορρίψει την υποβληθείσα ένσταση. Το τμήμα της απάντησης που παραλείπει ο κ. Σκουτέλης είναι:
"Διευκρινίζεται ότι τα όρια μεταξύ των δύο υποπεριοχών Α1 και Α2 είναι ελαστικά, αρκεί να τηρηθούν όλες οι παράμετροι της ανάπλασης".
Επί της ουσίας όμως, στο βασικό ερώτημα του διαγωνισμού απαντήσαμε ότι το αριστούργημα του Ζενέτου θα πρέπει να απελευθερωθεί από αυθαίρετα αρχιτεκτονημένα ή όχι παραπήγματα. ΙΟυνίουΑυτή είναι μια επιστημονικά τεκμηριωμένη θέση (Παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ), την οποία απολύτως συμμεριζόμαστε και στην οποία ευχόμαστε να επικεντρωθεί ο διάλογος και η κριτική, μαζί με τη συζήτηση για την ποιότητα και τα χαρακτηριστικά του δημόσιου χώρου που κάθε πρόταση κατέθεσε.
Και ένα τελευταίο σχόλιο για τις ενστάσεις. Ο νόμος δεν προβλέπει 'αναδιάταξη των βραβείων', και πολύ σωστά. Οι ενστάσεις το μόνο που εντέλει κατορθώνουν είναι η καθυστέρηση πληρωμής των χρηματικών επάθλων, και κυρίως, η υπονόμευση του πρώτου βραβείου στο οποίο θα έπρεπε να γίνεται η ανάθεση. Ως εκ τούτου, νομιμοποιούν την απαξίωσή της διαδικασίας από τους αγωνοθέτες, που οδηγεί όπως όλες και όλοι γνωρίζουν σε απευθείας αναθέσεις και αδιαφανείς διαδικασίες. Θα θέλαμε να πιστεύουμε ότι αυτός δεν είναι ο σκοπός κανενός.
Ελπίζουμε κάποια στιγμή να συναντηθούμε στο ξέφωτο που σχεδίασαν το ΤΟΠΙΟ7.
για το Συνεργατικό Γραφείο Φατούρα,
Αλεξανδρα Βούγια, Θεοδόσης Ησαΐας και Πλάτων Ησαΐας
__________________________________________
Ακολουθεί η άμεση απάντηση του Νίκου Σκουτέλη:
Αγαπητοί συνάδελφοι, συμφωνούμε ότι στα αποτελέσματα αρχιτεκτονικών διαγωνισμών ενστάσεις δεν χωρούν. Γνωρίζουμε ότι οποιαδήποτε κριτική μη βραβευθέντων ακούγεται ως παράπονο " θιγμένης κοκότας", όμως σ' αυτή την περίπτωση δεν γινόταν να μείνουμε σιωπηλοί, όπου θα έφτανε να μας απαντήσει επιτέλους η Επιτροπή κι έτσι οι βραβευθέντες να πληρωθούν, αν αυτό είναι μέρος του προβλήματος. Παράλληλα με την ελαστικότητα των ορίων που επικαλείται η ομάδα του 3ου βραβείου οφείλουμε να αναγνωρίσουμε την καθαρότητα της γραφής τους, πράγμα που δεν βραβεύεται στους τελευταίους διαγωνισμούς. Όμως η ένσταση Σκουτέλη -Ραάτ δεν δεν πυροβολεί συναδέλφους, θέλει να καταλάβει τι είχε κατά νου ή Επιτροπή και να θυμίσει ότι ξεχνώντας τα βασικά, υποβαθμίζουμε εμείς οι ίδιοι και τον ρόλο μας στην κοινωνία και τη νοημοσύνη μας.
Σύντομα, επιτρέποντος κου Τριανταφύλλου, θα επιστρέψω με αναλυτικές περιγραφές- εμπειρίες μου, που αποδεικνύουν άλλη μια πτυχή των διαγωνισμών μας: Πρωτεία σε αποφοίτους συγκεκριμένης Σχολής, γνωστοί γνωστών και ανταλλάγματα.
Ευχαριστώ και γι' αυτή τη φιλοξενία.
Ν.Σκουτέλης
3.
Από τον Κωνσταντίνο Ξανθόπουλο, αρχιτέκτονα με πλούσιο συγγραφικό και διδακτικό έργο, που ζει και εργάζεται στο Ελσίνκι έλαβα το ακόλουθο κείμενο για τους αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς που σχολιάζει τις θέσεις του Γιώργου Πανέτσου
Κωνσταντίνος Ξανθόπουλος
Αγαπητέ κ. Τριανταφύλλου,
Διάβασα με προσοχή τις προτάσεις του κ. Πανέτσου σχετικά με προϋποθέσεις και όρους που αφορούν σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς.
Συμφωνώ γενικά με τις θέσεις όπως διατυπώνονται από τον ίδιο, ιδιαίτερα εκεί όπου αναφέρεται στο είδος και στον αριθμό των στοιχείων που καλείται να παραδώσει ο κάθε διαγωνιζόμενος· περί της ουσίας και όχι των εντυπώσεων!
Θέλω μόνο να επισημάνω ένα σημείο, που έχει να κάνει με το κεφάλαιο 4, «Κρίση-Κριτές».
Θεωρώ ότι ο χρόνος των «2-3 ημερών», μπορεί να επαρκεί και να δικαιολογείται στην περίπτωση απλών σε λειτουργικό πρόγραμμα ή σχετικά μικρών σε κλίμακα κτιριακών αντικειμένων, η ακόμα, περιορισμένου αριθμού συμμετοχών σε ανοικτούς διαγωνισμούς τοπικής ή εθνικής αναφοράς, η/και σε διαγωνισμούς με πρόσκληση συγκεκριμένων μελετητών/γραφείων (συνήθως καλούνται 6).
Τι γίνεται όμως σε περιπτώσεις σύνθετων κτιριακών έργων με εκτεταμένο πρόγραμμα και κλίμακα με μεγάλη συμμετοχή διαγωνιζομένων, κάτι επίσης σύνηθες στην περίπτωση διεθνών αρχιτεκτονικών διαγωνισμών;
Αναφέρω ενδεικτικά δύο περιπτώσεις, έστω και αν είναι λίγο «ακραίες»: το Περιφερειακό Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας των περ.70.000 τ.μ., διαγωνισμός 1988 με 20 συμμετοχές, και το Νέο Μουσείο Ακρόπολης, διαγωνισμός σε 2 στάδια 1989-1990 με ενδεικτικό κτιριολογικό πρόγραμμα και δυνατότητα τεκμηριωμένης τροποποίησης από μελετητές, με 438 συμμετοχές στο πρώτο στάδιο.
Μπορεί κανείς ασφαλώς να επεκταθεί σε λιγότερο εντυπωσιακά μεγέθη.
Είναι συνεπώς κατανοητό ότι ένα γενικευμένο χρονικό όριο κρίσης όπως το προαναφερθέν, είναι μάλλον ανέφικτο.
Έχοντας ζήσει εδώ και αρκετά χρόνια στη Φινλανδία, χώρα με ξεχωριστές επιδόσεις στο θέμα των αρχιτεκτονικών διαγωνισμών και ειδικά στη σχεδόν καθολική εκτέλεση-ανέγερση των βραβευμένων με 1ο Βραβείο προτάσεων, θέλω να επισημάνω ένα θέμα που με απασχόλησε κυρίως με αφορμή τον διεθνή διαγωνισμό για τη νέα Κοινοτική Βιβλιοθήκη του Ελσίνκι.
Μετά από μελέτη των βραβευμένων σε πρώτο στάδιο προτάσεων και παρακολουθώντας εδώ και δύο περίπου χρόνια την υλοποίηση της πρότασης που έλαβε τελικά το 1ο Βραβείο, σκέφθηκα πόσο ευάλωτη στην αποτυχία μιας κρίσης μπορεί να είναι μια κριτική επιτροπή, και ας είναι τα μέλη της αναγνωρισμένης αξίας.
Με δύο λόγια, διαπίστωσα ότι το έργο που κοσμεί αυτή τη στιγμή το Ελσίνκι, ακροβατούσε κατασκευαστικά, επιδεικνύοντας αλλοπρόσαλλες στατικές επινοήσεις προκειμένου να στηρίξει μορφοπλαστικές προδιαθέσεις αμφίβολης αξίας και πειστικότητας. Ένα waw κτίριο με εξ ίσου αμφισβητούμενη ανταπόκριση στην εξυπηρέτηση και αυτού ακόμα του κεντρικού λειτουργικού του ρόλου.
Την επικριτική μου άποψη, ζήτησα να διασταυρώσω με έναν σπουδαίο Φινλανδό αρχιτέκτονα και θεωρητικό, ο οποίος μου μετέφερε μια ανάλογη αποτίμηση.
Πως λοιπόν καταξιώνεται στη συγχρονία και τη διαχρονία ένα έργο που προκύπτει από αρχιτεκτονικό διαγωνισμό, χωρίς να εγείρει σοβαρές και εύλογες ενστάσεις;
Μήπως θα έπρεπε τουλάχιστον σε σημαντικούς αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς, αντί μιας επιτροπής κρίσης, να προβλέπονται δύο ολιγομελείς επιτροπές, π.χ. με τρεις κριτές, και τα πορίσματα αξιολόγησης-κρίσης της κάθε μιας να αποτελούν σε δεύτερη φάση αντικείμενο συγκριτικής κατοχύρωσης επιχειρημάτων και διαλόγου ώστε να οδηγούν σε μια πιο στέρεη και εμπεριστατωμένη τελική ακολουθία επιβραβεύσεων;
Πιστεύω ότι αρκετά από τα αποτελέσματα διαγωνισμών θα κατέληγαν να είναι διαφορετικά, ανάμεσα τους και της Βιβλιοθήκης του Ελσίνκι.
Η λειτουργία δύο επιτροπών, ενώ αποδυναμώνει τυχόν αυθαίρετες προτιμήσεις (κανείς μας δεν εξαιρείται από αυτές), δεν ενισχύει απαραίτητα τη γραφειοκρατία. Τα κτίρια όμως θα είναι πάντα δίπλα και μαζί μας για να τα αισθανόμαστε και να τα βιώνουμε.
Τέλος, ελπίζω η πρόταση που καταθέτω εδώ, να δίνει μια απάντηση επί του προκειμένου, και ενδεχομένως, μια ακόμα αφορμή συζήτησης γύρω από τις θέσεις Πανέτσου.
Με συναδελφικό πνεύμα,
Κωνσταντίνος Ξανθόπουλος
Βιβλιοθήκη του Ελσίνκι: Κατασκευαστικοί ακροβατισμοί συντηρητικού τύπου Frank Gehry
Βιβλιοθήκη του Ελσίνκι: Η ανεξήγητη και τυχαία καμπύλη της επικάλυψης και τα εφέ στα αμμοβολημένα
Η επιδερμίδα κρύσταλλα της όψης.
Κάντε ΚΛΙΚ στις εικόνες για μεγέθυνση
Από τον Δημήτρη Διαμαντόπουλο, την Τετάρτη 24 Ιουνίου 2020, έλαβα επίσης το ακόλουθo email:
_________________________________
Αγαπητέ Γιώργο,
διάβασα με προσοχή τα σχετικά σχόλια των συνάδελφων στο blog σου και πραγματικά χαίρομαι για τον διάλογο για το ίσως σημαντικότερο θέμα που αφορά την αρχιτεκτονική, τους αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς και που γνωρίζω αρκετά καλά με όλα τα θετικά και αρνητικά που σήμερα είναι πολύ περισσότερα από παλιά, αλλά που χωρίς αυτούς σήμερα ίσως να ήμουν άγνωστος .
Συνοπτικά συμφωνώ ιδιαίτερα με τα γραφόμενα του σοφού φίλου (και όχι μόνο) Κώστα Ξανθόπουλου, και ενώ πολλά σωστά λέει και ο επίσης φίλος Γ. Πανέτσος, θα διαφωνήσω τελείως στα του χρόνου διεξαγωγής, για την προετοιμασία και την αξιολόγηση.
α) η προετοιμασία του προγράμματος απαιτεί σοβαρή μελέτη
1) για την συγκέντρωση του απαιτούμενου υλικού
2) για την με σαφήνεια διατύπωση του ζητουμένου οπού αυτό είναι αναγκαίο
3) την ορθότητα της διατύπωσης των όρων της πρόσκλησης - διακήρυξης,
4) και τέλος τις τεκμηριωμένες σαφείς απαντήσεις σε ερωτήσεις που μπορεί να είναι δεκάδες, η εργασία αυτή βάζει τις βάσεις για τα επόμενα βήματα και για να γίνει σωστά χρειάζεται πολύ ικανούς και εμπείρους συντάκτες, χρόνο και ανάλογη αμοιβή.
β) η κρίση δεν γίνεται σε 2,3 ημέρες, είναι άλλο να έχεις την εμπειρία του ακαδημαϊκού που έχει ασκηθεί στο να αξιολογεί σε λίγο χρόνο μελέτες για να βαθμολογηθούν και όχι όμως να υλοποιηθούν, το ίδιο ισχύει και για την βράβευση υλοποιημένων έργων πχ. (Ε.Ι.Α.- ΔΟΜΕΣ κλπ ) και σε αυτές τις περιπτώσεις όμως η βιασύνη συχνά συνεπάγεται λάθη, αδικίες και συνακόλουθα πικρά, και είναι άλλο η αξιολόγηση μελετών που θα υλοποιηθούν και για τις οποίες οι διαγωνιζόμενοι και έχουν δαπανήσει, έχουν κοπιάσει πολύ, και έχουν οραματιστεί!!! στους οποίους η απόρριψη κοστίζει πολλαπλά, και που το δομημένο πια αποτέλεσμα θα είναι εδώ για άγνωστο πόσο χρόνο, δεν έχω κάτι εναντίων των ακαδημαϊκών συναδέλφων αλλά στις κριτικές επιτροπές πρέπει να πλειοψηφούν έμπειροι μαχόμενοι... αρχιτέκτονες, και να υπάρχει χρόνος και για διάλογο (και με σοβαρή ανάλογη αμοιβή), και να μην ακούω για τους διεθνείς διαγωνισμούς με τους κριτές φίρμες μαϊντανούς.. που δεν μπορούν να διαθέσουν χρόνο και όπου έχουν γίνει προεπιλογές πριν εμφανισθούν να αποφανθούν συχνά λανθασμένα. Λοιπόν το τι πρέπει να γίνει για τους αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς τα ξέρομε...
Τώρα λίγα λόγια για το διαγωνισμό του Λυκαβηττού το γεγονός ότι όπως είναι γνωστό ήμουνα κριτής, αλλά και το ότι υποστήριξα τη μελέτη που βραβεύτηκε με το α΄ βραβείο, δεν μου επιτρέπει να κάνω ανακοινώσεις από το blog του Τριανταφύλλου. Αλλά αυτό θα το κάνω όπου και όπως πρέπει, όπως θεσμικά επιβάλλεται.
Τέλος για τώρα θα πω μόνο αυτό: τα αποτελέσματα του κάθε αρχιτεκτονικού διαγωνισμού αντιστοιχούν ποιοτικά με το μέσο όρο:
1) της ποιότητας του εργοδότη και αυτών που τον προετοίμασαν
2) των προτάσεων των διαγωνιζόμενων και τη σωστή παρουσίαση που σήμερα εύκολα ξεγελά
3) και οπωσδήποτε των κριτών
Φιλικά
Δημήτρης Διαμαντόπουλος.
Αρχιτέκτων - Πολεοδόμος
______________________________
Ακολουθεί το σχόλιο του
Κώστα Μανωλίδης June 22, 2020 at 11:20 AM
Η ένσταση του συναδέλφου που δεν γνωρίζω είναι πραγματικά εύστοχη. Πράγματι, η καταστρατήγηση όρων του διαγωνισμού πολύ συχνά παραβλέπεται και σκανδαλωδώς επιβραβεύεται από τις επιτροπές. Βέβαια αν είναι επουσιώδης, κατά τη γνώμη μου, δεν πρέπει να είναι λόγος απόρριψης. Περισσότερο ενδιαφέρον έχει η επισήμανση του για την διάκριση των safe προτάσεων που κινούνται στο πλαίσιο ενός κυρίαρχου και άνευρου λεξιλογίου. Δεν είμαι σίγουρος ότι η ευκολία υλοποίησης αποτελεί την καθοριστική αιτία, όσο η σχετική αισθητική ουδετερότητα. Ίσως οι διάφορες καταχρηστικές κι ανερμάτιστες μορφοποιήσεις της διεθνούς παραγωγής έχουν κατευθύνει αμυντικά την προτίμηση των επιτροπών προς έναν αρχιτεκτονικό καθωσπρεπισμό. Ο οποίος συνήθως συντάσσεται με το συγκυριακό υφολογικό mainstream και δεν παίρνει το ρίσκο μιας προσωπικής εκφραστικότητας.
Η ένσταση του συναδέλφου που δεν γνωρίζω είναι πραγματικά εύστοχη. Πράγματι, η καταστρατήγηση όρων του διαγωνισμού πολύ συχνά παραβλέπεται και σκανδαλωδώς επιβραβεύεται από τις επιτροπές. Βέβαια αν είναι επουσιώδης, κατά τη γνώμη μου, δεν πρέπει να είναι λόγος απόρριψης. Περισσότερο ενδιαφέρον έχει η επισήμανση του για την διάκριση των safe προτάσεων που κινούνται στο πλαίσιο ενός κυρίαρχου και άνευρου λεξιλογίου. Δεν είμαι σίγουρος ότι η ευκολία υλοποίησης αποτελεί την καθοριστική αιτία, όσο η σχετική αισθητική ουδετερότητα. Ίσως οι διάφορες καταχρηστικές κι ανερμάτιστες μορφοποιήσεις της διεθνούς παραγωγής έχουν κατευθύνει αμυντικά την προτίμηση των επιτροπών προς έναν αρχιτεκτονικό καθωσπρεπισμό. Ο οποίος συνήθως συντάσσεται με το συγκυριακό υφολογικό mainstream και δεν παίρνει το ρίσκο μιας προσωπικής εκφραστικότητας.
ReplyDeleteO Κώστας Μανωλίδης αναφέρεται σε μια «ουδετερότητα», η οποία «κατευθύνει αμυντικά την προτίμηση των επιτροπών προς έναν αρχιτεκτονικό καθωσπρεπισμό». Συμφωνώ απόλυτα με αυτό, και νομίζω ότι πετυχαίνει την καρδιά του προβλήματος. Υπάρχει ωστόσο ένας κίνδυνος, που έχει να κάνει με τα όρια του δικαιώματος στην «προσωπική εκφραστικότητα», όπως την ονομάζει ο ίδιος ο Μανωλίδης, όταν έχουμε να κάνουμε με ευαίσθητα περιβάλλοντα. Όταν δλδ. η ανάγκη να μην «εξημερωθεί το νταμάρι», όπως λέει ο Δ. Φιλιππίδης, απελευθερώνει και νομιμοποιεί το δικαίωμα στην επεξεργασία μιας «δεύτερης φύσης» (βλ. Ηasegawa, πάνε τώρα δεκαετίες...), η οποία προβάλλεται ουσιαστικά ως υπεκφυγή (όπως οι συχνά πυκνά παρουσιαζόμενες εξπρεσιονιστικές εγκάθετες πτυχώσεις), καθώς σπάνια βρίσκει κανείς τις λεπτές μεταγραφές του κ. Μανωλίδη ή της εδώ παρουσιαζόμενης μελέτης των Σκουτέλη και Ράατ.
ReplyDeleteΑλλά η υπεκφυγή μοιάζει να είναι ένα είδος παβλοβιανής συλλογικής συμπεριφοράς ημών των αρχιτεκτόνων (μελών επιτροπών και συμμετεχόντων), η οποία μας οδηγεί, συνεχώς, σε ένα είδος αυτοματισμού της ένοχης συνείδησης. Εξηγούμαι: H ελληνική πόλη είναι, σύμφωνα με τον Frampton, η «κατεξοχήν μοντέρνα πόλη», μια βίαια μοντέρνα πόλη, η οποία εφαρμόζει την νεωτερικότητα ως τεχνική. Κατά συνέπεια, η απουσία της Forma Urbis (ως νοηματοδοτημένο χωρικό πλαίσιο αναπαράστασης και αντιπροσώπευσης) και η αντικατάστασή της από μια κυνική «delirious» παράταξη καννάβων προς πολυκατοικιοποίηση, μας φέρνει συνεχώς μπροστά στον εαυτό μας, στον καθρέφτη της ένοχης συνείδησης, της συνεχώς αμφιταλαντευόμενης εντός του δίπολου μεταξύ του «καθώς πρέπει» και της «προσωπικής έκφρασης». Το σύνθημα «ΤΟΠΙΟ ΠΑΝΤΟΥ», σημείο των καιρών κατά τα φαινόμενα, μοιάζει να είναι μια συλλογικά αποδεκτή «καθωσπρέπει» υπεκφυγή, η οποία συνειδητά αποφεύγει να συζητήσει τους λόγους γύρω από την έλλειψη αστικού σχεδιασμού (γιατί, άλλωστε, να βάλουμε τα χέρια στη λάσπη...;). Μπροστά σε τέτοια ζητήματα, η προσωπική εκφραστικότητα «της ομορφιάς που θα σώσει τον κόσμο» δείχνει τον Πρίγκιπα Miškin ακόμη πιο ηλίθιο μέσα στην γύμνια του και φοβούμαι αδυνατεί να αποτελέσει, εν τέλει, έστω και ένα ηθικό ανάχωμα.
Είμαι χαρούμενος εδώ γιατί πήρα δάνειο ενός εκατομμυρίου ευρώ από Δανειακά Πιστωτικά Ιδρύματα. Εάν είστε αλαζονικοί για το δάνειο? Στείλτε της ένα email στο {loancreditinstitutions00@gmail.com} ή στο whatsapp του πράκτορα: +393512114999
ReplyDelete