Monday, December 17, 2012

ΓΙΑ ΤΟΝ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΒΟΥΡΕΚΑ



από την μελαγχολία στην  μετάνοια

με αφορμή το άρθρο

«Λήθη, μύθοι και πραγματικές αξίες»

του Τάσου Μπίρη


Στην έκθεση του Εμμανουήλ Βουρέκα στο Μουσείο Μπενάκη (11 Οκτωβρίου - 2 Δεκεμβρίου 2012) μελαγχόλησα. Την βραδιά των εγκαινίων ένοιωσα μια παράξενη και ακατανόητη αίσθηση. Από την μια αυτό το ιδιαίτερο κοινό με τους καλοντυμένους  υπερηλίκους, τις υποβασταζόμενες κυρίες,  τους πελάτες μάλλον  και φίλους του Βουρέκα και από την άλλη ο χαμηλός φωτισμός, οι παλιές φωτογραφίες, τα μελαγχολικά χρώματα,  οι στρογγυλεμένες γωνίες των εικόνων, η ατμόσφαιρα μιας ξεχασμένης εποχής.



Ακόμη και αυτές οι παλιές  διαφημίσεις δεν με συγκίνησαν. Αισθάνθηκα μάλιστα να εκπέμπεται  μια γενικότερη κατήφεια  που αρμόζει περισσότερο σε ένα μνημόσυνο ενός "κοσμικού" υπερηλίκου, παρά σε μια αναδρομική έκθεση αρχιτεκτονικής που αφορά τον  ελληνικό Μοντερνισμό. Ώσπου σήμερα διάβασα στην Κυριακάτικη Καθημερινή το  σχετικό άρθρο του Τάσου Μπίρη. Και στάθηκα στο «ειδικό έλλειμμα εναίσθησης», στο ότι «ο Βουρέκας, όχι μόνο ήταν εξαιρετικός αρχιτέκτονας, αλλά σημάδεψε (όπως πολύ ορθώς επισημαίνεται στην έκθεση) την αρχιτεκτονική ιστορία του τόπου… κρυμμένος και αναξιοποίητος ως διαρκές διδακτικό υπόδειγμα σκέψης και πράξης…»

ότι πρόκειται για μια  «εξαιρετικά δημιουργική περίοδος, όταν επιτέλους αποκτήσαμε δική μας σύγχρονη αρχιτεκτονική, την οποία η διεθνής κοινότητα γνώριζε και αναγνώριζε.»





Μετάνιωσα γιατί τελικά «ξέχασα τον Βουρέκα την επαύριον» και ας είχα συμμετάσχει στην πρόσφατη ανάπλαση του Hilton με τον Τομπάζη, έχοντας την ευκαιρία να θαυμάσω από κοντά τους χειρισμούς και τις λεπτομέρειες αυτού του έργου…
Επανέρχομαι  λοιπόν μετανοιωμένος και επαναδημοσιεύω στην συνέχεια το άρθρο του Τάσου Μπίρη


Eξ αφορμής


Λήθη, μύθοι και πραγματικές αξίες 

Tου Τασου Mπιρη*

Η  Καθημερινή, Τέχνες και Γράμματα , Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012 



Ήταν συναρπαστική η διαδρομή του Εμμανουήλ Βουρέκα στην αρχιτεκτονική και πολύτιμη η κτισμένη μαρτυρία που άφησε πίσω της για τον Ελληνικό Μοντερνισμό, όπως παρουσιάστηκαν σε αυτήν την έκθεση του Μουσείου Μπενάκη. Ήταν όμως και πολύ χρήσιμη η ένταξη αυτής της διαδρομής μέσα στη γενικότερη πολιτισμική «άνοιξη» και τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες της ιστορικής περιόδου 1950-1960.




Δικαιώθηκε έτσι ξανά η προσπάθεια -κάτω από δύσκολες συνθήκες- του Μουσείου Μπενάκη και των πολύ καλών συνεργατών του (της καθηγήτριας Μάρως Καρδαμίτση-Αδάμη, συνεπικουρούμενης από την αρχιτέκτονα Ναταλία Μπούρα) να αναδείξουν την ελληνική αρχιτεκτονική και ειδικά τη νεότερη. Μάλιστα, η προσπάθεια αυτή αποκτά μεγαλύτερη αξία όταν αφορά περιόδους και πρόσωπα που, ενώ έχουν σημαδέψει την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής μας -περιέργως- δεν έχουν τη θέση που τους αξίζει, όχι μόνο στην κοινή αντίληψη, αλλά ακόμη και σε εκείνη των ειδικών ή άμεσα σχετισμένων με την αρχιτεκτονική.

Γι’ αυτό υπάρχει ένας παραπάνω λόγος που θα εξακολουθεί να μας απασχολεί πολύ, ακόμη και μετά το τέλος της, η συγκεκριμένη έκθεση, ως σημαντική συμβολή στην καταγραφή της Iστορίας. Για παράδειγμα, να σκεφτούμε γιατί, ειδικά η αρχιτεκτονική περίοδος του Μοντερνισμού, όπως και άλλα νεότερα ιστορικά κεφάλαια, καλύπτονται -ιδιαιτέρως κατά τα πρόσφατα χρόνια του υλιστικού εκσυγχρονισμού της παγκοσμιοποίησης και της συνακόλουθης μεγάλης κρίσης- από άκρα του τάφου σιωπή. Ή τους προσδίδεται χαρακτήρας γραφικών «αναδρομών στα περασμένα» που συγκινούν, προκαλούν τη συλλογική συμπάθεια και το ενδιαφέρον, αλλά ξεχ νιούνται την επαύριο.



Παρατηρούσε κανείς ότι επισκέπτες της έκθεσης αναφωνούσαν συνεχώς με ευχαρίστηση: «Για δες, αυτό δεν το ήξερα...» ή «Αυτό δεν το είχα καταλάβει...», πράγμα φυσικό για τους νέους και τους μη ειδικούς περί την αρχιτεκτονική. Αφύσικο όμως για όσους συνήθως παρουσιάζονται ως γνώστες και σχολιαστές των πάντων.

Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι, την ίδια ώρα του «άδολου» ξαφνιάσματος των τελευταίων για την αποκάλυψη της μεγάλης αξίας εκείνου (παλαιού ή νέου) που τόσο καιρό έχουν ξεχάσει (ή εξαφανίσει;), αυτοί οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης μυθοποιούν και δοξάζουν το εντόπιο και διεθνές «απόλυτο τίποτα». Ενώ δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν ποτέ -παρότι ειδικοί- να καταλάβουν το πραγματικά νέο και καλό την ώρα που έπρεπε, την ώρα που γεννιόταν μπροστά στα μάτια τους. Για να το «τιμούν» (σκόπιμα;) εκ των υστέρων, ως ανώδυνη περαστική ανάμνηση.

Αυτό λοιπόν το ειδικό έλλειμμα εναίσθησης που χαρακτηρίζει τη σχέση τους με το θαύμα της πραγματικής δημιουργίας και το ξαφνικό «ξύπνημά» τους (συνήθως μετά τον θάνατο του δημιουργού) είναι -νομίζω- πολύ χειρότερο και πιο επικίνδυνο φαινόμενο από τη γνήσια (και δικαιολογημένη) άγνοια και αδυναμία κατανόησης του πεδίου από τους μη ειδικούς.

Είναι ολοφάνερο ότι ο Βουρέκας, όχι μόνο ήταν εξαιρετικός αρχιτέκτονας, αλλά σημάδεψε (όπως πολύ ορθώς επισημαίνεται στην έκθεση) την αρχιτεκτονική ιστορία του τόπου. Πού και γιατί όμως ήταν «κρυμμένος» όλον αυτό τον καιρό, ώστε σήμερα να χρειάζεται αποκατάσταση; Και πιο γενικά, πού και γιατί ήταν (και είναι ακόμη) κρυμμένος και αναξιοποίητος ως διαρκές διδακτικό υπόδειγμα σκέψης και πράξης και όχι ως μουσειακό έκθεμα, ο ελληνικός Μοντερνισμός; Αυτή η εξαιρετικά δημιουργική περίοδος, όταν επιτέλους αποκτήσαμε δική μας σύγχρονη αρχιτεκτονική, την οποία η διεθνής κοινότητα γνώριζε και αναγνώριζε. Και η οποία και σήμερα παράγει νέους κλώνους. Τι επιτέλους συμβαίνει (όπως και με άλλα «άγνωστα» ή «κρυμμένα» του τόπου μας) με αυτό το Διαρκές Μοντέρνο, ώστε να φοβίζει τόσο πολύ, ταράσσοντας τη μεταμοντέρνα «αφασία» και τον έρωτά μας για κάθε περαστικό -ξένο ή εντόπιο- Stararchitect;

Ας είναι λοιπόν καλά όσοι -έστω και ως μειοψηφίες- ξέρουν, δεν ξεχνούν και αναδεικνύουν με αγάπη, αλλά χωρίς μυθοπλασίες, το πραγματικό δημιουργικό έργο (νέο ή παλιό, εντόπιο ή διεθνές, μοντέρνο ή άλλο). Αλλωστε αυτό το έργο -έτσι κι αλλιώς- δεν κρύβεται ούτε πεθαίνει, αλλά επιμένει. Γι’ αυτό και η αξία του είναι διαρκής.



Ο κ. Τάσος Μπίρης είναι ομότιμος καθηγητής της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ.

Θα ήθελα τέλος να υπενθυμίσω και να τονίσω  ότι  στους στενούς  συνεργάτες του Εμ. Βουρέκα περιλαμβάνονται πολλοί σημαντικοί Έλληνες αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα, όπως οι Ρένος Κουτσούρης, Προκόπης Βασιλειάδης, Περικλής Σακελλάριος, Σπύρος Στάικος, Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας, Αντώνης Γεωργιάδης, Βασίλης Γρηγοριάδης και Ιωάννης Βικέλας.








No comments :

Post a Comment