Monday, March 16, 2020



ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 

Με αφορμή την παρουσίαση του καινούργιου βιβλίου 
του Δημήτρη Φιλιππίδη στο ΠΙΟΠ 

Μια "συνταγή" 
για την αντιμετώπιση της εσωστρέφειας 
τις ημέρες της πανδημίας 

ΜΕΡΟΣ 1ο


Αυτές τις ημέρες της πανδημίας που όλοι παραμένουμε σε «κατ οίκον περιορισμό», μας δίνεται η ευκαιρία  να ανασυνταχθούμε και να αναστοχαστούμε κάποια θέματα και ίσως να καταφέρουμε να ανακαλύψουμε κάποιες διαφορετικές από τα καθιερωμένα προσεγγίσεις, που θα μας επιτρέψουν να απολαύσουμε εικόνες γύρω μας αυτές που προσπερνούμε αδιάφορα, αυτές που υποτιμούμε και τις απαξιώνουμε. 

Ο Δημήτρης Φιλιππίδης επανέρχεται με το καινούργιο του βιβλίο με τίτλο «Ανώνυμη Αρχιτεκτονική, μια άρρητη παρουσία» που αξίζει να το αγοράσετε να το ξεφυλλίσετε και να το διαβάσετε αυτή την περίοδο της εσωστρέφειας και αφού μυηθείτε σε αυτή την προσέγγιση να βγείτε βόλτα στην πόλη. Να περιπλανηθείτε, για λίγο χρόνο βέβαια, στα πλαίσια των απαγορεύσεων, σε μέρη που σπάνια πηγαίνετε, στις περιφερειακές συνοικίες αλλά και στην γειτονιά σας, να ανακαλύψετε ανάλογα δείγματα αυτής της ανώνυμης αρχιτεκτονικής, να τα καταγράψετε φωτογραφικά και καλοπροαίρετα χωρίς προκαταλήψεις. Μιας άλλης ανώνυμης αρχιτεκτονικής στην πόλη που δεν σχετίζεται με τα καθιερωμένα ανώνυμα παραδοσιακά. 

Κεφαλλονιά, φωτό Δ. Φιλιππίδη

Σίγουρα θα ξεχωρίσετε εικόνες που φέρουν αυτή την ανθρώπινη ευαισθησία μέσα από ιδιότυπες χειροποίητες και ad hoc χειρονομίες και κατασκευές, που αξίζουν την προσοχή μας και τελικά δεν είναι πάντα κακόγουστες και ίσως κακώς τα λοιδορούμε. 


Την Παρασκευή 6 Μαρτίου 2020 στο Πολιτιστικό Ίδρυμα του Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ), που είχε και την ευθύνη αυτής της έκδοσης, έγινε η παρουσίαση αυτού του βιβλίου παρουσία κοινού.


Μίλησαν: ο αρχιτέκτων Οδυσσέας Σγουρός, με θέμα «Συνάφειες και ωσμώσεις. Η αδιαίρετη όψη του κόσμου είναι ανώνυμη», ο αρχιτέκτων, καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης, Νίκος Σκουτέλης, με θέμα «Προς έναν άτλαντα του κοινότυπου» και ο αρχιτέκτων Γιώργος Τριανταφύλλου, με θέμα «Από την τρίτροχη μοτοσικλέτα στο προμελετημένο ηλεκτροσόκ». 

Οδυσσέας Σγουρός, Νίκος Σκουτέλης, Γιώργος Τριανταφύλλου

Τρεις εισηγήσεις από τρεις διαφορετικούς ομιλητές, η μια πιό αποστασιοποιήμενη και πιο ψύχραιμη από την πλευρά ενός πανεπιστημιακού του Νίκου Σκουτέλη  και οι άλλες δύο των Σγουρού και Τριανταφύλλου πιο προσωπικές και συναισθηματικά φορτισμένες λόγω της προσωπικής  σχέσης των ομιλητών με τον Δημήτρη Φιλιππίδη.

 Ουρανία Καραγιάννη

Την εκδήλωση συντόνισε η Ουρανία Καραγιάννη, δρ αρχαιολογίας, προϊσταμένη Υπηρεσίας Εκδόσεων ΠΙΟΠ. 


Ξεκινά από σήμερα η σταδιακή παρουσίαση των τριών αυτών ομιλιών σε μια συνοπτική μορφή, όπως προετοιμάστηκαν από τους ομιλητές ειδικά για να δημοσιευτούν σε τρεις συνέχειες σε αυτό το blog. 


1. 

Νίκος Σκουτέλης 

ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 

Προς έναν άτλαντα του κοινότοπου 

Νίκος Σκουτέλης

Πιστεύω ότι το βιβλίο για το οποίο συζητάμε δεν είναι το τελευταίο του Φιλιππίδη. Είναι ένα βιβλίο στο οποίο φαίνεται ότι γίνεται προσπάθεια από τον συγγραφέα να ξεκινήσει και άλλα βιβλία. Διαβάζοντάς το και με την πεποίθηση ότι δεν θα εξεταστώ επάνω σε αυτό, χωρίς να χρειάζεται να εξακριβωθεί αν το κατάλαβα καλά, μου δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι μέσα από αυτό το βιβλίο ξεκινούν να γράφονται και άλλα, και επί αυτού θα ήθελα να μιλήσω. 

Από τη μια ο Δημήτρης Φιλιππίδης προσπαθεί να τοποθετήσει την υπόθεση του ανώνυμου στην αρχιτεκτονική σε ένα είδος παράλληλης περιοδιολόγησης με την επίσημη νεότερη ιστορία μας. Ωστόσο αντιλαμβάνεται ότι τέτοιο υλικό είναι αδύνατον να το μεταφέρεις σε δεδομένα πλαίσια αναφοράς, κι έτσι ξεφεύγει προσπαθώντας να τοποθετήσει χρονολογικά ή σε σχέση με επικρατούσες κατά περιόδους ιδεολογίες τα πράγματα, με τρόπο που μου ήταν αδύνατον σήμερα να παρουσιάσω ένα είδος περίληψης του βιβλίου. Μια πρώτη θεώρηση που θα μπορούσε να γίνει, βασίζεται στις αναζητήσεις του συγγραφέα, όταν ως νέος αρχιτέκτων ασχολήθηκε με το κατά πόσον ανώνυμη, λαϊκή ή αυθαίρετη υπήρξε η γειτονιά του Ιλισού, έρευνα η οποία εντάχθηκε στη σειρά μελετών που δημοσιεύτηκε από τον Ορέστη Δουμάνη στον τόμο «Οικισμοί στην Ελλάδα», ενώ λίγο μετά βρίσκουμε τον Φιλιππίδη να συγγράφει το ιστορικό και εγκυρότατο για μας βιβλίο του, τη «Νεοελληνική αρχιτεκτονική», και ήδη από εκεί να μας τοποθετεί σε δύσβατους τόπους όπου συνεχώς συλλογίζεται μέσα από δίπολα. Την ίδια εποχή που μελετάει, συντονίζει και συγγράφει περί της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής για τις εκδόσεις Μέλισσα, μας παραδίδει την ιστόρηση της επίσημης θα λέγαμε νεοελληνικής αρχιτεκτονικής ενώ λίγο αργότερα μας κάνει μια μεγάλη έκπληξη με το βιβλίο του «Οι διακοσμητικές τέχνες στην ελληνική αρχιτεκτονική». Νομίζω ότι εκεί τόλμησε να μιλήσει για ένα θέμα ταμπού και να τοποθετήσει σε τίτλο βιβλίου τη λέξη διάκοσμος, διακόσμηση, διακοσμητικές τέχνες. Τότε ήταν, μέσω της μελέτης εκείνου του βιβλίου που αναγνώρισα έναν άνθρωπο βαθυστόχαστο και ευρηματικό, τηλεφώνησα στο Μετσόβιο και έψαξα να γνωρίσω τον Δημήτρη Φιλιππίδη. 


Πρόσφατα στα συγγραφικά επιτεύγματα του συγγραφέα αναγνωρίζουμε ένα ακόμη δίπολο, την Αιώνια και Εφήμερη Αθήνα, η οποία δεν είναι διαφορετική τηρούμενων των αναλογιών από την Λόγια και την Ανώνυμη Αρχιτεκτονική. Έτσι και σήμερα δεν μας εκπλήσσει με αυτό που εκόμισε στη βιβλιογραφία. Πιστεύω ότι θα μας εκπλήξει με το επόμενο που μπορεί να μας ετοιμάσει, ξανά μελετώντας τα δικά του δίπολα, όπως στην περίπτωση της παράδοσης, όταν μελετάει τη δομή και τον τύπο και παράλληλα τον διάκοσμο. Και μήπως ο τύπος μπορεί να σταθεί από τη μεριά της λόγιας αρχιτεκτονικής και ο διάκοσμος όχι, μήπως είναι αυτός το ανώνυμο, η παράδοση, ενώ ο τύπος δεν είναι; Σε τέτοια σταυροδρόμια οι απαντήσεις δεν θα μας αρκέσουν. 

Με αυτές τις προϋποθέσεις το βιβλίο για το οποίο συζητάμε σήμερα, θεωρώ ότι είναι κομβικό, ανοίγει δρόμους. Δεν κομίζει νέα γνώση αλλά οδηγεί σε κάτι καλύτερο. Σε προτρέπει συνεχώς να σκεφτείς. Συχνά ταυτίζουμε την ανωνυμία ως επί το πλείστον με το ζήτημα της επανάληψης, επειδή αυτό που επαναλαμβάνεται, που βαριόμαστε συνεχώς να το βλέπουμε ως ίδιο, είναι κοινότοπο, είναι και ανώνυμο, ή ανάποδα. Μήπως αυτή η επανάληψη μας πείθει επειδή αυτό που επιμένει να υπάρχει και να πολλαπλασιάζεται, επαναλαμβάνεται επειδή είναι και έγκυρο; Και αν δεν είναι έγκυρο, η επανάληψη, ή επειδή γίνεται συνήθεια αυτομάτως και το νομιμοποιεί. 



Ο Φιλιππίδης στο βιβλίο επιστρέφει συχνά στο ζήτημα της καθημερινότητας. ‘Μαθαίνοντας από το Ηράκλειο Κρήτης’, ‘Μαθαίνοντας από την Αθήνα’, αγαπητές φοιτήτριές μου ονόμασαν αυτή την Αθήνα ‘προσωπική πόλη’, μια πόλη όπου τα κοινότοπο των κατοίκων της, οι συνήθειές τους, τα θέλω και τα εγώ τους, αναδεικνύονται σε πρώτο πλάνο ως εικόνα της πόλης. Χαίρομαι για τις δύο πρώην φοιτήτριές μου τη Θεοδώρα Μόσχου και τη Νεφέλη Ματσούκη, που κονίασαν αυτό τον όρο, ο οποίος είναι ικανός να περιγράψει όχι μόνο την πόλη αλλά και τους κατοίκους της, τις ιδεολογίες και την προκύπτουσα ανωνυμία. Ωστόσο αυτό το ζήτημα της επανάληψης, το ζήτημα της συνήθειας δεν νομίζω ότι ανήκει μόνο στην επώνυμη αρχιτεκτονική. Μήπως και αυτή δεν επαναλαμβάνεται, δεν μας μπουχτίζει; Αυτό μάλλον θέλει να μεταδώσει ο πίνακας του ζωγράφου Joseph Michael Gandy με τα έργα του sir John Soane και μαζί κάτι άλλο. Το ζήτημα της επανάληψης έχει να κάνει με τους πληθυσμούς. Αν πάρουμε αυτά εδώ τα έργα της αντίπερα όχθης που είναι λόγια, είναι πρωτότυπα, είναι μοναδικά, είναι επώνυμα. Είναι άρτια, ολοκληρωμένα, είναι έργα αυτοτελή και μας συγκινούν. Ποιούς συγκινούν όμως; Συγκινούν αυτούς που ξέρουν. Άρα όταν μας συγκινούν πάρα πολύ, μας φέρνουν ζάλη, πολλές ώρες σε ένα μουσείο προκαλεί δυσφορία: το σύνδρομο του Stendhal. Ειδικά συμβαίνει στη Φλωρεντία, στο Παρίσι, στη Βενετία, όχι στην Αθήνα. Σκεφτείτε ωστόσο αν σε όλες τις πόλεις υπήρχε ένα ωραίο μνημείο όπως ο καθεδρικός της Φλωρεντίας και είχαν σχεδιαστεί και χτιστεί με ακρίβεια τον 19ο αιώνα, ή αν στην Αθήνα επαναλαμβανόταν μπροστά μας η ωραία νεοκλασική τριλογία σε διαφοροποιημένες εκδοχές. Τι θα γινόμασταν; Θα χάναμε όλο τον περίγυρο, τα κτήρια συνοδείας που είναι τόσο κοινότοπα και μπανάλ; Μήπως αυτά που συνοδεύουν δεν είναι αυτά τα οποία επαναλαμβάνουν την ιστορία του εξαιρετικού και ωραίου που αναδύεται σε πρώτο πλάνο; 







Όμως εμείς οι άνθρωποι δεν θέλουμε πάντα την υψηλή τέχνη. Αναζητάμε το καθημερινό, το οικείο, το αναγνωρίσιμο, αυτό που είναι αυθόρμητο, μη σχεδιασμένο, είναι αυτό που προκύπτει πολλές φορές από αντιγραφή των λόγιων και ωραίων κτισμάτων, το οποίο εμπεριέχει αναπάντεχες διαβαθμίσεις. Είναι ο κόσμος μας, είτε εδώ είτε αλλού. 

Σύμη
                                                                        
Μπουράνο 

Τελικά είναι το λόγιο το διαφορετικό και το ανώνυμο είναι η συνοδεία του λόγιου; Νομίζω ότι τέτοια ερωτήματα θέτει πολλές φορές το βιβλίο. Τελικά τέτοια ομοιομορφία που σήμερα καλλιεργείται στην πόλη έχει αρχίσει να μεταφέρεται από την πόλη στην ύπαιθρο, τον κατ΄ εξοχήν χώρο της παράδοσης. Τι έχει να μας διδάξει αυτός ο χώρος αν προσπαθήσουμε να δούμε την ανωνυμία από τη μεριά της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής που τόσο αγαπάει ο συγγραφέας μας; Αυτή την παραδοσιακή αρχιτεκτονική λοιπόν να την χωρίσουμε στα δύο της σκέλη: την πρωτόγονη, αυτή που χτίζει ο ποιμένας συνήθως ζώντας μόνος του μακριά από τον πολιτισμό του χωριού, βασιζόμενος στην ‘άγρια σκέψη’ για την επιβίωσή του και από την άλλη στην αρχιτεκτονική της απλότητας, αυτή που διαμορφώνει ο απλός άνθρωπος με τα υλικά που θα βρει σε οποιαδήποτε εποχή ο άνθρωπος της υπαίθρου στο μπακάλικο του χωριού και με τρόπο απλό, απέριττο, θα στήσει το προσωπικό σκηνικό της καθημερινότητάς του. 

Κουζίνα στον οικισμό Σίβας Πυργιωτίσσης 

Μεσαρά Τοίχος νέας οικοδομής στον Πλάτανο Κισάμου 

Αργότερα στους δικούς μας χρόνους, κάθε άνθρωπος μπορεί να αναπτύξει ένα είδος ευρηματικότητας που και αυτή είναι σε θέση να μας συγκινεί. Άρα το ζήτημα είναι κατά πόσο εμείς είμαστε σε θέση να συγκινούμαστε μεταξύ των ορίων που διαμορφώνουμε μεταξύ λόγιου και ανώνυμου, μεταξύ υψηλής και φτωχής τέχνης, τέλος στο κατά πόσο έχουμε αυτή τη διάθεση να κατανοήσουμε και κάποιες φορές να προσπαθούμε να αναδείξουμε τα δευτερεύοντα σε πρωτεύοντα. Σήμερα κάπου εκεί βρισκόμαστε, φτάνει να σκεφτούμε σε ζητήματα που εμπλέκουν την αρχιτεκτονική με την ανακύκλωση, την οικειοποίηση του απορριπτέου, του φτωχού, πράγματα που σχετίζονται και εδώ με τους ‘πληθυσμούς’. Όσο πιο πολλά είναι τα αντικείμενα τα όμοια και τα παρόμοια γύρω μας, αυτά τα συνηθίζουμε. Οι σύγχρονοι αρχιτέκτονες οι οποίοι οφείλουν να είναι λόγιοι και να μελετάνε την πρωτοτυπία βρίσκονται σε μια παγίδα, όπου νέοι πληθυσμοί οδηγούν σε σχεδιασμούς μπανάλ, νέα υλικά του κοινότοπου οδηγούν σε δρόμους και χωριά μπανάλ, και νέοι τρόποι σχεδιασμού σε καλλίγραμμη εμπορική αρχιτεκτονική, μπανάλ. 


Σε αυτό το βιβλίο ο Φιλιππίδης δεν νομιμοποιεί αυτό το μπανάλ. Επιμένω ότι προσπαθεί να μας βάλει σε σκέψεις, και το αντιλαμβανόμαστε επειδή πολλές φορές επαναλαμβάνει πως αυτό που είναι κοινότοπο ή ανώνυμο ονομάζεται αταξία. Μήπως όμως το ανώνυμο τροφοδοτεί το λόγιο, με διαδρομές ανάποδα από αυτό που σε πρώτη ανάγνωση αντιλαμβανόμαστε; Ας πάμε πολύ παλιά. Μήπως κοιτάζοντας τα ευρήματα της Κνωσού θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι το ανώνυμο έχει τροφοδοτήσει την υψηλή αρχιτεκτονική του Δαίδαλου και μάλλον ο Δαίδαλος δεν θα ήταν τόσο επιτυχημένος αρχιτέκτων αν δεν υπήρχε το ‘μωσαϊκό της πόλης’ που ανακάλυψε ο sir Arthur Evans; Όλες εκείνες τις μικρές προσόψεις σπιτιών, αφιερώματα στην θεότητα, αυτές που σήμερα θα ονομάζαμε ανώνυμες, ανυπόγραφες, όπως προέκυψαν από τον μάστορα, τον μερακλή μάστορα.






Πιστεύω πως είμαστε λοιπόν στην εκκίνηση μια μεγάλης έρευνας, μιας καταγραφής με όμοιο τρόπο που έχει γίνει για την επίσημη νεοελληνική αρχιτεκτονική, όπου χρειάζεται να μελετήσουμε κατά πόσο το λόγιο, το οποίο είναι πρωτότυπο και ωραίο, χωρίς άλλους χαρακτηρισμούς, σε αυτόν τον αχαρτογράφητο χώρο, μια χαρτογράφηση θα μπορούσε να γίνει βάσει διακριτών κατηγοριών ως προς τα δεδομένα εκκίνησης και ως προς τον τελικό χαρακτήρα. Αυτές μπορεί να είναι: η κατηγορία της φτώχειας, η κατηγορία του άτεχνου, η κατηγορία του αφελούς, του αυθόρμητου, του απέριττου, του παράδοξου που πολλές φορές πλησιάζει το υπερβατικό, του ευρηματικού, του μαζικού, του λαϊκού, αλλά και του χυδαίου.


ΜΕΡΟΣ 2ο


2.

Οδυσσέας Ν. Σγουρός

Συνάφειες & ωσμώσεις: Η αδιαίρετη όψη του κόσμου είναι ανώνυμη 

Η λανθάνουσα υπονόμευση της αστικής εικονογραφίας και το νεωτερικό της βάθος 

ΑΘΗΝΑ / Αίθουσα ΠΙΟΠ /6.03.2020 


Εικ. 01. Ιλισσός 1966 (αρχείο Δημήτρη Φιλιππίδη)

Μια φωτογραφία του 1966 από το αρχείο του Δημήτρη Φιλιππίδη [Εικ.01], αποκαλύπτει νωρίς τις διαθέσεις του νεαρού αρχιτέκτονα που λίγα χρόνια μετά την αποφοίτησή του από το Μετσόβιο το 1962, κυκλοφορεί με τη φωτογραφική μηχανή στην Αθήνα και αναζητεί ερεθίσματα για το ανήσυχο βλέμμα του. «Στην πόλη - σημείωνε εύστοχα ο Ezra Pound- οι οπτικές εντυπώσεις διαδέχονται η μία την άλλη, επικαλύπτονται, διασταυρώνονται και συμμειγνύονται· είναι κινηματογραφικές…». Ήταν λίγα χρόνια πριν το ταξίδι στο Μίσιγκαν (1970-1973) όπου συναντήθηκε με το κλίμα των κοινωνικών ανθρωπολόγων και ετοίμασε τις βαλίτσες του για την Όλυμπο της Καρπάθου στη βιωματική επιβεβαίωση του οράματος μιας δικής του «θεωρίας του παντός» για τον βίο και την αρχιτεκτονική. 

Ο Δημήτρης Φιλιππίδης δεν αρκείται στις προσεγγίσεις της αρχιτεκτονικής του παιδείας, στα όψιμα χρόνια της πρώτης μεταπολεμικής δεκαετίας. Την περίοδο εκείνη μέσα σε κλίμα μετεμφυλιακού διχασμού, το κράτος των νικητών έπαιρνε τη ρεβάνς από τους ηττημένους των ερειπίων του εμφυλίου.

Εικ.  2

 Όσοι πρόλαβαν απέπλευσαν με το «Ματαρόα» [02] το 1945 για την πόλη του φωτός, αναζητώντας ελευθερία και σπουδές στη γενναιόδωρη πατρίδα του διαφωτισμού. Πολλοί άλλοι χάθηκαν στους δρόμους της πολιτικής προσφυγιάς στην ανατολική Ευρώπη. Ανάμεσα στους πρώτους ο Π. Τζελέπης, ο Γ. Κανδύλης, ο Α. Προβελέγγιος , ο Τάκης Ζενέτος κ.α. και αργότερα μόνος του -ο τραυματισμένος στα Δεκεμβριανά- Ιάνης Ξενάκης, αριστεροί αλλά και γόνοι αστικών οικογενειών ανάκατοι (!) επιβάτες για το Παρίσι…Στο ΕΜΠ, καθηγητές ο Πικιώνης, ο Μιχελής, ο Μπίρης, ο Δεσποτόπουλος, ο Βαλεντής. 

Εικ. 3

Ο Πικιώνης μόλις ολοκλήρωνε τον πεζόδρομο [03] προς την Ακρόπολη (1954-1957) και ο Άρης Κωνσταντινίδης στο ΟΕΚ και στη συνέχεια στον ΕΟΤ, έκτιζε με κάναβο τη δική του μακρά και επιδραστική έντεχνη αφήγηση τις δυο μεταπολεμικές δεκαετίες [04]… 

Εικ. 4 Μοτέλ Ξενία του ΕΟΤ στην Καλαμπάκα, 1960, αρχιτλεκτων Α. Κωνσταντινίδης, Φωτογραφία εποχής.

Η δεκαετία του ΄60 περίοδος πολιτικού αναβρασμού αλλά και μιας ανολοκλήρωτης άνοιξης σε όλο τον κόσμο. Η νεολαία και τα πανεπιστήμια του κόσμου παραδίνονται στα κινήματα αμφισβήτησης, τα Μάταλα στην Κρήτη μετατρέπονται σε διεθνή κοινόβια μιας νέας απελευθέρωσης [05]...

Εικ. 05 Μάταλα Κρήτη

Ο Προβελέγγιος εκπονεί το ρυθμιστικό Ηρακλείου, το παρέδωσε στις 17.04.1967 και το πέταξαν στα σκουπίδια οι κολονέλοι, πολύ αργότερα το 1982 καλεσμένος για διάλεξη στην ίδια πόλη θα απαντήσει πως «αυθαίρετο είναι ό,τι δεν είναι ωραίο», στο Βιετνάμ πυρπολούν τους ορυζώνες και η χούντα σχεδιάζει το «τάμα του έθνους» στα Τουρκοβούνια. Η αντιπαροχή σαρώνει τα πάντα στην Αθήνα, κυοφορώντας τον «αρμαγεδώνα» ΓΟΚ του 1973 και ο Φιλιππίδης ολοκληρώνει την ίδια χρονιά το διδακτορικό του στην Όλυμπο [06], σημειώνοντας με νόημα πως «κάθε σπίτι εκεί ήταν «ένα δάσος με συμβολισμούς» όπου το κοσμικό στοιχείο συναντιόταν με το θρησκευτικό»…
Εικ. 6 Κάρπαθος

Κοινός τόπος συνάντησης όλων των ιδιωματισμών της Αρχιτεκτονικής τον 20ο αι., η γοητεία της παράδοσης και η «ανωνυμία» που αναζήτησαν επιλεκτικά ο Κωνσταντινίδης στην «αληθινή αρχιτεκτονική» που είχαν τα σκίαστρα [07] της υπαίθρου και τα προσφυγικά [08] της Καισαριανής, ο Μιχελής στα αισθητικά του θεωρήματα, 
Εικ. 7

Εικ. 8 Άρης Κωνσταντινίδης, οδός Τριπόδων

ο Μπίρης στην αθηναϊκή του αστυγραφία, ο Ορλάνδος στις βυζαντινές οικίες και τις πλινθοπερίκλειστες τεχνικές των καθολικών του Μυστρά και της Άρτας, ο Πικιώνης στη «συναισθηματική του τοπογραφία» και στα μακεδονίτικα αρχοντικά κτίζοντας προπολεμικά πολυκατοικίες με σαχνισιά στην οδό Χέϋδεν [09] μετά την πρώιμη υπόκλιση στη μοντερνικότητα στα Πευκάκια [10],ο Τάκης Ζενέτος στις προφητικές ηλεκτρονικές του ενοράσεις που μνημειώθηκαν πρώιμα σε στρογγυλά σχολικά κτίρια που «προσγειώθηκαν» στην Αθήνα και στις πολεοδομικές χειρονομίες στην τυρβώδη ροή της λεωφόρου Συγγρού [11]

Εικ. 09, Πικιώνης, Πολυκατοικία στην οδό Χέϋδεν

Εκ. 10. Δημήρης Πικιώνης, Σχολείο στα Πευκάκια
Εικ. 11. Τάκης Ζενέτος, Κτίριο FIX

Ο Δημήτρης Φιλιππίδης, συλλέκτης εικόνων με νόημα όπως ο Σολωμός με τις λέξεις και οιονεί φωτογράφος, με επίμονο και ανελλιπή τρόπο, ταξιδεύει, περιηγείται, αποτυπώνει και καταγράφει τα πάντα για μισό αιώνα. Δεν πετά τίποτα. Δεν αποζητεί το γραφικό, το ξορκίζει. 

Εικ. 12. Δημήτρης Φιλιππίδης, Θετεκούλα Νταργάκη, Όλυμπος Κάρπαθος


Εικ. 13. Οικογένεια Δημήτρη Φιλιππίδη. Οία 1977

Δίπλα στις προσωπικές φωτογραφίες της Ολύμπου [12] και αργότερα της Οίας και της Σαντορίνης [13], θησαυρίζεται ένας θηριώδης όγκος υλικού, που τακτοποιείται με συστηματικό τρόπο και τεκμηριώνει όλες τις εκδοχές ενός πολύπλοκου κόσμου. 

Εικ. 14. Οία, μύλος του Μαρκουλή

Εικ. 15

Από τον μύλο του Μαρκουλή [14] ίσαμε το ελάχιστο μικρό στέγαστρο στην όχθη ενός ποταμού [15], όλα προκαλούν ένα βλέμμα και γίνονται φωτογραφικά τεκμήρια. Συνάφειες, συνυφάνσεις και συνάψεις των πιο αδόκητων και αναπάντεχων ερεθισμάτων [16] που συνθέτουν όλες μαζί με αρμούς άλλοτε διακριτούς και αναγνωρίσιμους και άλλοτε αφανείς και λανθάνοντες, τη μία και αδιάσπαστη ενότητα του βίου και των προσλήψεων της κοινής μας συνθήκης… 

Εικ.16 

Η θεωρία των πάντων, εμμονικό όραμα του πατέρα της σχετικότητας Αλβέρτου,αγγίζει τις αναλύσεις και τις προτιμήσεις των αναθεωρητών κοινωνικών ανθρωπολόγων της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου. Ο νεαρός αρχιτέκτονας Δημήτρης Φιλιππίδης είναι ταγμένος ολόψυχα μαζί τους.. Όχι μόνο τα φαινόμενα, ούτε μόνο οι αισθήσεις. Η κατανόηση του κόσμου είναι εξαιρετικά πολύπλοκη για να την αντιμετωπίζουμε μόνο ως αρχιτέκτονες. «Αισθάνομαι ότι αυτά που κάνω, μελετώντας και μετρώντας, είναι ιεροσυλία αν ξύνεις μόνο την επιφάνεια με το νύχι» έγραφε στις σημειώσεις του ο νεαρός ερευνητής και ανατόμος της Ολύμπου [17]… 

Εικ. 17

Ο όρος της ανώνυμης Αρχιτεκτονικής είναι μάλλον συμβατικός αλλά κυριολεκτικός. Που υπάρχει αλήθεια επωνυμία; Στους ναούς και τους τάφους μόνο, στα οποία ο Άρης Κωνσταντινίδης μπορούσε -για τους δικούς του λόγους - να αναγνωρίσει τη δυνατότητα του μνημείου; Όπου δεν υπάρχουν τέτοιες απαιτήσεις, η παρουσία της ανωνυμίας θα καταστεί στο χρόνο κυρίαρχη. Από το σπίτι στο Χαμαίζι μια έλλειψη με το πηγάδι στο κέντρο στην κορυφή ενός λόφου, ίσαμε την οικία “ξεστή-3” στο Aκρωτήρι λίγο πριν τη θάψει η λάβα, τα σπίτια στα Αμπελάκια και το παραλήρημα της καθαρότητας στο Ελληνικό αρχιπέλαγος αιώνες πριν το Bauhaus ,τις απλές όψεις των προσφυγικών σπιτιών, τα μιτάτα και τις δεξαμενές των βοσκών στον Ψηλορείτη και το Οροπέδιο Καθαρού [18] στην Κριτσά και τις «καλύβες» στο Πάνορμο Ρεθύμνου [19] για τους καρπούς του κρητικού θέρους ,αποτελούν όλα όψεις ενός αδιαίρετου κόσμου, που μας κληροδοτήθηκε… 

Εικ. 18. ΚΑΘΑΡΟ ΚΡΙΤΣΑΣ, PHIL BEBBINGTON

Εικ. 19 Καλύβα στο Πάνορμο Ρεθύμνου

Εικ. 20. Το σπίτι του Ροδάκη

Το 1912, εκατό χρόνια πριν, ο Δημήτρης Πικιώνης ανακάλυψε το σπίτι του «επώνυμου» Ροδάκη [20] στην Αίγινα. Η πολεοδομική νομοθεσία του 1923 δεν είχε γίνει ακόμη και η σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ ήταν στα ξεκινήματά της το 1917. Η Ελλάδα με εξαίρεση την πρωτεύουσα και τα αστικά κέντρα χτιζόταν από εμπειροτέχνες μαστόρους. Μετά ήρθαν οι νέοι Αρχιτέκτονες ντόπιοι ή ξενοσπουδαγμένοι. Και ήταν αληθινά λίγοι. Η χώρα κτιζόταν με τους τοπικούς ιδιωματισμούς και στη διάρκεια του μεσοπολέμου σιγά σιγά άρχισε να ανακαλύπτει και να μιλάει για παραδοσιακή αρχιτεκτονική, με τη λαογράφο Αγγελική Χατζημιχάλη και τη γενιά του ΄30 που αναζητούσε εκδοχές της νεωτερικότητας στη λαϊκή ταυτότητα και τις ωσμώσεις της με μια παράδοση αιώνων. Οι έντεχνες οπτικές των μοντέρνων φωτογράφων σαν τη Nelly’s, αναδείκνυαν τις ποιότητες αυτές σε εκθέσεις σαν εκείνη της Νέας Υόρκης το 1939 [21], την εποχή που η 4η Αυγούστου έκανε δημόσιες σχέσεις μέσω του νεοπαγούς ΕΟΤ... Η γενιά των μοντερνιστών του ΄30 έκανε δυναμική εμφάνιση σε όλα τα πεδία και σε μια εποχή συντονισμού της με τα πολιτικά προγράμματα του αστικού εκσυγχρονισμού του Βενιζέλου, σχεδίαζε και έκτιζε 3300 (!) σχολειά σε όλη τη χώρα [22], αποκαθηλώνοντας «τα ιερά και τα όσια» μιας παραδοσιακής εικονογραφίας οικείας αλλά δαπανηρής κατασκευαστικά.

Εικ. 21. Nelly

Εικ. 22

Ήταν τα χρόνια που η διεθνής και η ντόπια πρωτοπορία πλέοντας με το PATRIS II, ανακάλυπτε πως το Αιγαίο ήταν «μοντέρνο». Οι αρχιτέκτονες του μέσου 20ου αιώνα είχαν γεμάτο το κεφάλι τους με λογής μανιφέστα και σταδιακά αποκτούσαν πρόσβαση στην αγορά των υλικών που επέφερε ο εκμοντερνισμός σαρώνοντας ιδιολέκτους, τοπικές αρχιτεκτονικές πρακτικές και ανατρέποντας τις χιλιόχρονες τεχνικές των παραδοσιακών μαστόρων… 

Μέχρι την αρχή των πολέμων η συζήτηση περιοριζόταν εννοιολογικά στις πολλαπλές όψεις της παράδοσης. Συνέβαλαν σε αυτό με τον τρόπο τους και οι λογοτεχνικές και καλλιτεχνικές αναζητήσεις της εποχής, η αναδυόμενη επιστήμη της λαογραφίας και οι εικονοκλαστικές ανατροπές της ζωγραφικής … 
Εικ. 23, Ηρώον 1930

Εικ. 24. προσφυγικές πολυκατοικίες Λεωφ. Αλεξανδρας


Στον χώρο της αρχιτεκτονικής εκτός από τον Πικιώνη, υπάρχαν και άλλοι όπως ο Δημήτρης Κυριακός, τόσο οικείος στο Ηράκλειο, που κατάφερε να ορθώσει μερικά εκλεκτικιστικά κελύφη στην περίφημη Ruga Maistra του Χάνδακα και μαζί ένα ολωσδιόλου ιδιαίτερο «Ηρώον»[23] κάτω από τον επιπρομαχώνα Vitturi των ενετικών τειχών και να ολοκληρώσει μαζΊ με τον Κίμωνα Λάσκαρι, τις οκτώ προσφυγικές πολυκατοικίες [24] που 15 χρόνια μετά την κήρυξή τους το 2005, κρατούν ακόμη σε αμηχανία την κρατική πολιτική…Η Σάσκια Σάσσεν υπογραμμίζει πως όσα συμβαίνουν σήμερα στο δημόσιο χώρο αντιμετωπίζονται μόνο από το βαθμό προσόδου που αντιπροσωπεύουν… 


Εικ. 25. Βούλα Πάπαιωάνννου. Κοκκινιά, 1946

Εικ. 26. Από την Μαγική Πόλη του Νίκου Κούνδουρου

Η παραπάνω παρέκβαση ήταν αναγκαία για να επιστρέψω στην περίφημη ανωνυμία που φαίνεται πως είδε πρώτη η Βούλα Παπαϊωάννου αφτιασίδωτη στην Κοκκινιά [25] το 1945-46, πριν την κινηματογραφήσει στη «Μαγική πόλη» [26] το 1954 ο νεαρός Νίκος Κούνδουρος που μόλις είχε καταπλεύσει στο κλεινό άστυ μετά την αναμόρφωση της Μακρονήσου. Η φωτογραφική ματιά του Άρη Κωνσταντινίδη ήταν εξόχως επιλεκτική. Ο όρος του «Θεόχτιστα» αποδίδει με κυριολεκτικό τρόπο όσα συμβαίνουν έξω από το έντεχνο πεδίο της νεωτερικότητας και των ελάχιστων μυημένων δημιουργών. Τόσο ψηλά, η έμπνευση. Σε αντίστοιχα εκλεκτικό μήκος κύματος κινήθηκε μεταπολεμικά η συζήτηση με αφετηρία και τη «συναισθηματική τοπογραφία» του Πικιώνη... Το 1977, όταν ο Δημήτρης Φιλιππίδης δεν είχε ακόμη κλείσει τα 40 η Κάρπαθος ήταν ακόμη πολύ πρόσφατη. Ετοίμαζε τη μετάφραση και την εισαγωγή του βιβλίου του Amos Rapoport: «Ανώνυμη αρχιτεκτονική και πολιτιστικοί παράγοντες/1979»[27]. 


Εικ. 27

Επιτέλους τα πράγματα με το όνομά τους αμέσως από το εξώφυλλο και τον τίτλο. Η κατάδυση στα βάθη της τοπικής ιδιαιτερότητας, η αναζήτηση του πνεύματος του τόπου (Genius Loci), η πολύτροπη ιστορική, κοινωνική και κοινωνιολογική αναζήτηση για τους παράγοντες που στην ολότητά τους καθορίζουν αυτή την αδιαίρετη όψη του Κόσμου. Που είναι εν τέλει Ανώνυμη… 

Εικ. 28. Κριτσά, Απόστ. Ζεϊμπέκης. 1975

Νεαροί φοιτητές, τότε αναζητούσαμε το καινοφανές... To χωριό που μεγάλωσα και ζούσα, η Κριτσά [28], κοντά στις κορυφές της Δίκτης ήταν για μένα ένα χώρος σε μικρογραφία για να χωρέσω την ερμηνεία των πάντων. Μόλις το 1978 με το Π.Δ του νεαρού υφυπουργού Στ. Μάνου, για τους παραδοσιακούς οικισμούς είχε ενταχθεί σε ένα στοιχειώδες καθεστώς προστασίας. Μόλις 10 χρόνια μετά την εμπειρία του γαλλικού Μάη του 68, στoυς μονίμως γεμάτους από graffiti τοίχους του αίθριου του κτιρίου Αβέρωφ του Μετσοβίου, προσπαθούσαμε να χωρέσουμε στις μασχάλες μας, τον Rapoport, τον Γκι Ντεμπόρ και την κοινωνία του θεάματος και το «Ιδεοδρόμιο», τη «Σκούπα» και το «Αμφί ακούγοντας στα καμαρίνια «Λιλιπούπολη». Και έπρεπε να επιλέξουμε θέμα διάλεξης και διπλωματικής. Για μένα τον Κριτσώτη στης σχολής το θέμα ήταν εκεί και περίμενε. Και το πιο σημαντικό, μόλις είχα γνωρίσει και τον πιο κατάλληλο άνθρωπο για αυτό το εγχείρημα. Τον Δημήτρη που μιλούσε και έγραφε για ανώνυμη αρχιτεκτονική, δηλαδή για το χωριό μου… 

Όλα αυτά καθόρισαν όχι μόνο τη δική μου διπλωματική αλλά και τη συνολική μετέπειτα διαδρομή μου και τη σχέση μου με τον εσαεί «επώνυμο» δάσκαλο της «ανωνυμίας» της Αρχιτεκτονικής. Κάναμε μαζί πολλές περιδιαβάσεις και εκδρομές αυτά τα σαράντα χρόνια. Ανταλλάσσαμε εικόνες και φωτογραφίες ενός κόσμου που στη βάση του παραμένει πάντα ανώνυμος. Τα κριτήρια που διέθετα στην αρχή κυρίως αισθητικά, υποχώρησαν οριστικά…Με έμαθε να βλέπω την όψη του κόσμου μας όπως είναι, αδιαίρετη. Όλοι οι ιδιωματισμοί έχουν τη δική τους διαλεκτική βάση. Είναι μεγάλη ευκολία να παρατηρεί κανείς πια και να καταγράφει, να αξιολογεί τις δικές του προτιμήσεις, να κάνει κατηγορίες και κατατάξεις, να αποδέχεται, να ασπάζεται ενίοτε, αλλά και να απορρίπτει. 


Εικ. 29. Δημήτρης Φατούρος, Πολυκατοικία στην οδό Πατησίων, 1956 φωτό Δ. Χαρισιάδης 

Στη φωτογραφία του 1956 [29], η μοντέρνα πολυκατοικία στην Πατησίων του Δ. Φατούρου, στέκεται σχεδόν αγέρωχη δίπλα σε δυο χαμηλά ανώνυμα νεοκλασικά του 19ου ή των αρχών του 20ου. 


Εικ. 30. Οικισμός στο Δίστομο


Εικ. 31. Α66, Δίστομο

Το 1974 ο Δημήτρης και η Σουζάνα Αντωνακάκη έκτιζαν στο Δίστομο [30] το δικό τους «επώνυμο» οικισμό που όσο περνούν τα χρόνια και μετασχηματίζεται προσεγγίζει τις οικείες περιοχές της ανωνυμίας [31]


Εικ. 32


Εικ. 33

στα δικά του πρόσφατα φωτογραφημένα «Αρχέτυπα» [32] ο Γιώργος Τριανταφύλλου αποθεώνει την ανωνυμία και μας ξεναγεί στην ακατάλυτη γοητεία της που δοξολογείται από λουσάτες αλλά και σκουριασμένες λαμαρίνες, στη σκιά του βράχου στην Όλυμπο ένα απλό κοτέτσι [33] γίνεται η ανατρεπτική εικόνα στο εισαγωγικό κείμενο του Δημήτρη στο βιβλίο που παρουσιάζουμε και εγώ θυμούμαι πάντα όταν τα βλέπω όλα αυτά, το ποίημα -778- της ΄Εμιλι Ντίκινσον - 778- που γράφει : 

Ποίημα με αρ.778 / Έμιλι Ντίκινσον 

Tέσσερα Δέντρα – σ ΄έρημο Χωράφι – 
Δίχως Τάξη 
'Η Σκοπό, ή Δράση Φανερή – 
Στην ίδια θέση – 

Ο Ηλιος – ένα Πρωί τα συναντά – 
Ο Ανεμος – 
Κανένας Γείτονας – κοντά τους – 
Μόνο ο Θεός – 

To Χωράφι τους δίνει – τον Τόπο – 
Για χάρη Του – Εκείνα – το Βλέμμα του Περαστικού – 
Μιας Σκιάς, ή ενός Σκίουρου ,ίσως- 
Κάποιου Παιδιού – 

Ποιο είναι το Έργο τους στην όλη Φύση – 
Ποιό Σχέδιο 
Καθένα χώρια- εμποδίζει – ή επιτρέπει – 
Άγνωστο – 

Σας ευχαριστώ 


Φωτογραφίες κειμένου: 
01, 12,13,14,15,16,17, 33 : Δημ. Φιλιππίδης 
07 (σχ.),08 : Άρης Κωνσταντινίδης 
18: Phil Bebbington 
19: Οδυσσέας Σγουρός 
20: K.Tσιαμπάος (από κείμενο για τον Γ.Κανδύλη και το σπίτι του Ροδάκη) 
21: Νelly’s (κολάζ) 
25: Βούλα Παπαϊωάννου 
26: Ν.Κούνδουρος («Μαγική πόλη») 
27: Eξώφυλλο βιβλίου Amos Rapoport (1979) 
28: Aπόστολος Ζεϊμπέκης 
29: Δημ.Χαρισιάδης 
30: Α66-Δ.& Σ.Αντωνακάκη 
32: Γιώργος Τριανταφύλλου

02,03,04,05,06,09,10,11,22,23,24,31: Διαδίκτυο


Συνέχεια με την επόμενη ομιλία στην επόμενη ανάρτηση

No comments :

Post a Comment