Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΕΝΤΑΞΗΣ
ΜΕΡΟΣ 2ο
ΔΙΗΜΕΡΙΔΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΠΕΝΑΚΗ ΠΕΙΡΑΙΩΣ,
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ - 13-14 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2017
Νίκος Σκουτέλης
Η αρχιτεκτονική μπορεί στην εποχή μας να δοκιμάζεται αλλά δεν παύει να γεννάει φρέσκιες ιδέες, ενδιαφέρουσες απόψεις αλλά ενίοτε και ένα ποιητικό λόγο.
Ανάμεσα στις τόσες εισηγήσεις που ακούστηκαν σε αυτή την διημερίδα για το ζήτημα της ένταξης, στο Μουσείο Μπενάκη, ξεχώρισα μια. Ίσως είναι η πρώτη φορά, που αντί για μια συμβατική εισήγηση ο Νίκος Σκουτέλης τόλμησε να διατυπώσει την άποψή του με ένα «ποίημα με υποσημειώσεις». Ένα ποίημα που μου τράβηξε την προσοχή, με συγκίνησε, αποκαλύπτοντας μια αγωνία, αποτυπώνοντας την αλήθεια. Για αυτή ακριβώς την μοναδικότητά της επέλεξα να την παρουσιάσω σήμερα με την διάταξη των στοίχων και την εικονογραφία, όπως μου την έστειλε ο Νϊκος Σκουτέλης
Νίκος Σκουτέλης
Μάτια που δεν βλέπουν,
ποίημα με υποσημειώσεις
“Οι μηχανές είναι εκεί μπροστά στα μάτια μας”
Μάτια που δεν έβλεπαν τα καράβια, τα αεροπλάνα, τα ελικόπτερα,
τα τρένα, τα εργοστάσια, τα υφαντήρια, τα αυτοκίνητα,
μηχανές που τις έσπρωχνε το νερό
τώρα ξέρναγαν κατράμι,
κινούμενες με φωτιά,
μηχανές που ξερνούσαν φωτιά.
Θεριστικές μηχανές, ραπτομηχανές, ξυριστικές μηχανές.
Μηχανές που τραγούδαγαν, που μιλούσαν,
και μηχανές που ζωγράφιζαν τις στιγμές μας,
σε ασπρόμαυρο
και μπήκαν σε σειρά να γίνουν μια άλλη ζωή
και ο Benjamin τις είδε.
Εικόνες σε σειρά, μια άλλη πραγματικότητα,
αναπαράσταση μιάς άλλης ζωής,
ζωή για όλους, ίδια, κατευθυνόμενη,
όταν αυτός είδε προφητικά,
μηχανές να πετούν ψηλά, την νύχτα,
που ξερνούσαν βόμβες πάνω από το Λονδίνο
και μετά πάνω από την Δρέσδη,
μάτια που είδαν την amanita phalloides, μεγάλη, ηγεμονική,
όμως ο Benjamin δεν ήθελα να δει.
A statue on the tower of City Hall looking down at the ruins wrought by the Allied firebombing of February 13, 1945 (Richard Peter senior, Archive Photos)
“Η εποχή μας διαμορφώνει καθημερινά το στυλ της”
Και επήλθε τάξη, εν τάξει,
και ένταξη μηχανών ηλεκτρικών, που πλύνουν, που μαγειρεύουν, που ξυρίζουν,
ηλεκτρικό φώς, και ηλεκτρική θερμάστρα, ηλεκτρική σκούπα, ηλεκτρικό ψυγείο,
ηλεκτρική ραπτομηχανή, ηλεκτρικό πριόνι, ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα,
ηλεκτρική καρέκλα.
Θανατική ποινή στην Ινδονησία
Μάτια που είδαν τον κόσμο να ορθώνεται ξανά,
κι ύστερα χρειάστηκε οι μηχανές να μας βοηθήσουν να οργανωθούμε,
πιο καλά από εμάς να υπολογίζουν, να πιθανολογούν, να προβλέπουν,
να προειδοποιούν, να καταγράφουν, να χρηματοδοτούν,
the Global Dow Index,
να τα ξαναπαίρνουν πίσω.
Γίνηκαν όλα ηλεκτρονικά, ηλεκτρονικός επεξεργαστής, ηλεκτρονικό πρωτόκολλο,
ηλεκτρονική πληροφόρηση, ηλεκτρονική αλιεία, ηλεκτρονική πολεοδομία,
αρχεία και γιγαντιαία δεδομένα, εδώ, ταξινομημένα, επί τόπου,
power to you.
Οι μηχανές πληροφορούν, ψυχαγωγούν, απομνημονεύουν,
παίρνουν τον κόσμο μας και φτιάχνουν άλλη πλάση,
αυτοαπεικονιζόμενη, εικονική.
Εμπιστευόμαστε τις μηχανές, να μας ξυπνάνε, να γράφουν, να συλλογίζονται,
να αποφαίνονται, τις εμπιστευόμαστε να θυμούνται για μάς,
μνήμη με το κιλό, και μνήμη μεγάλη, γιγαντιαία μνήμη, τερατώδης,
να μας υπόσχονται, να δείχνουν και να μας βλέπουν,
και τα μάτια μας δεν βλέπουν,
δεν σκύβουν, δεν αφουγκράζονται τον περίγυρο, δεν γουρλώνουν, δεν θωρούνε,
δεν κοιτάζουν για να κατέχουν.
Pane et circensis, σήριαλ, τηλεπαιχνίδι, τηλεκοντρόλ, big brother, νέο-κανιβαλισμός,
κρατούν συντροφιά σ’ εμάς τους τυφλούς, που τα μάτια τους δεν βλέπουν.
Μάτια που δεν βλέπουν, μια ύπνωση τα τύλιξε,Να βλέπουν ορίζοντα σε γυαλί, σε ίντσες λίγες και πολλές,
μάτια που έχασαν την μιλιά τους, κι είπαν την πέτρα materiality,
και το τσιμέντο υφή, κι είπαν τον χώρο οικόπεδο,
το χρώμα χάτς, το προοπτικό τρία δέλτα,
το σχέδιο ένταξης, τοπογραφικό.
Rem Koolhas, Ole Scheeren, Cecil Balmond
The CCTV in the Beijing Central Business
Πού πήγε η τάξη για να ζητώ την ένταξη;Την υποθηκεύω στην φαντασίωση της επόμενης στιγμής,
στην ψυχoχαρτογραφία,
αυτή που είναι μόνο δική μου,
καλύτερα στο photoshop, κατάστημα όλων των δυνατοτήτων,
στην μηχανή.
Οι μηχανές,
Μικρούς μας κάνουν γιατί απομακρύνουν
Ό,τι μπορούν τα μάτια μας να μας προσφέρουν.
Φτωχούς μας κάνουν, γιατί ο μόνος πλούτος μαςΕίναι να βλέπουμε.[1]
Η εποχή μας δεν διαμορφώνει καθημερινά το στυλ της.
Το διαμόρφωσε,
τα μάτια μας τα κάνει να κοιτάζουν, να μην βλέπουν.
Οι εικόνες μας κοιτάζουν, και τι βλέπουν;
Οι οθόνες μας κοιτάζουν, και μας ρουφάνε την ψυχή.
Πουλάνε οι εικόνες και οι εικόνες πουλιούνται,
μια εικόνα χίλιες λέξεις, πολλές εικόνες φέρνουν σκοτοδίνη.
Δεν χρειάζεται να ξέρεις, αρκεί να ποθείς, με πρόγραμμα, χωρίς ιδεολογία,
με μετατόπιση, χωρίς την πόλη, με πτύχωση, χωρίς πίστη,
μια διαφάνεια στην θολούρα,
διάγραμμα, χωρίς αρχέτυπα, αφού αρχέτυπο είναι σκέψεις της στιγμής,
μόνον εσύ, δημιουργέ, επιταχύνεις τον χρόνο,
φτιάχνεις πληθυσμούς, επιλέγεις,
τάχιστα, το έργο σου έρχεται από το μέλλον, είσαι εσύ,
αυτοαναφορικός, αυτιστικός, χωρίς τον κόσμο.
Εν τάξει, με ένταξη, προϋποθέτει χώρο συνεκτικό,
ως σύνδεση των ανθρώπων με την γη,
ικανή να προσανατολίζει, να διδάσκει να παρηγορεί.
Με τα παλιά τείχη και τα νέα τοιχία, με τις σκουριές του, με τις πατημασιές,
με συμπλήρωση, μετατόπιση, μεταγραφή, μεταμορφώνεται ένας τόπος,
παραμένοντας ο ίδιος.
Ευτυχισμένοι οι τόποι που δίνουν μορφή στις επιθυμίες,
δυστυχισμένοι οι τόποι, όπου οι επιθυμίες κατορθώνουν να τους αναιρέσουν,
και οι πόλεις τους αναιρούνται από αυτές.[2]
Φτιάχνουμε την πόλη σύμφωνα με τις επιθυμίες μας,
πολλές επιθυμίες και πολλές πόλεις.
Η πόλη του καθενός.
Που έφυγε η συνεκτικότητα που την λέγαν ομορφιά;
Τρέφεται τάχα η ένταξη σ’ εκείνη την ψυχική ενδοχώρα
που αναζητεί την επάνοδο μιας ολότητας, να δει μια τάξη,
έστω ως αποκατάσταση της ομορφιάς;
Κωνσταντίνος Γραμματόπουλος
Αιγαίο XV,1973, ξυλογραφία, 91 x 62 εκ., Ιδιωτική Συλλογή
λεπτομέρεια
Μάτια που δεν βλέπουν,
γιατί δεν ζωγραφίζουν,
χέρια που γράμματα δεν γράφουν,
γραμμές, κυρτά και κοίλα, εφαπτόμενες, διχοτόμοι, πεντάγωνα, χρυσή τομή,
Θαλή, τα μάτια πιά δεν κλαίνε.
Μάτια που πιά δεν κλαίνε, δεν ψάχνουν, δεν κοιτούν,
δεν περπατούν τις πόλεις που τα γέννησε.
Μάτια που βλέπουν προς τα μπρός και ξέχασαν να βλέπουν πίσω,
που δεν ακούνε το κοράκι, το περιστέρι, το σκυλί,
δεν διακρίνουν, ξεχνούν.
Μάτια που ταξιδεύουν στο Λός Άντζελες, στην Βομβάη, στην Κουάλα Λουμπούρ,
μάτια που δεν κοιτάζουν αν πατούν, μάτια που τα πηγαίνουν.
Μάτια που τάβαλαν μπροστά και δεν μπορούν να βλέπουν πίσω.
Αλλά εγώ δεν θέλω το παρόν, την πραγματικότητα θέλω .Θέλω τα πράγματα που υπάρχουν, όχι τον χρόνο
Που τα μετράει
............
.......................................
Εγώ θα τα βλέπω, θέλω μόνο να τα βλέπωΝα τα βλέπω μέχρι που να μην μπορώ γι’ αυτό να σκέφτομαιΧωρίς χρόνο και τόπο να τα βλέπωΝα βλέπω διαιρώντας τα πάντα με το ελάχιστο που φαίνονται.Κι αυτή η επιστήμη δεν υπάρχει.[3]
Οκτώβριος 2017
________________________________________________
[1] Fernando Pessoa, Ποιήματα, εισαγωγή - μετάφραση Γιάννης Σουλιώτης, εκ.Printa, Αθήνα 2008, απόσπασμα VII, σ.68
[2] Μεταφορά της θέσης του Italo Calvino, για τις πόλεις και τις επιθυμίες, στο βιβλίο του Οι αόρατες πόλεις, Αθήνα 2004, σελ.58
Ο Νίκος Σκουτέλης είναι αρχιτέκτων και Αναπληρωτής Καθηγητής στην Σχολή Αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου Κρήτης( Αρχιτεκτονικός Σχεδιασμός, Τόπος, Τοπίο & Περιβάλλον).
Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης (1962). Πτυχιούχος αρχιτέκτων I.U.A.V. - Βενετία (1987) Διδάκτωρ Ε.Μ.Π. (2006) με θέμα διατριβής «Το δίκτυο των πόλεων-οχυρών στο κατά θάλασσα κράτος της Βενετίας. Επεμβάσεις και Προκλήσεις για τις πόλεις της ανατολικής Μεσογείου κατά τον 16ο - 17ο αι.»
Μαζί με τον Φλάβιο Ζανόν από τον Ιούλιο 1987 εργάστηκε στη Βενετία και από το 1993 έως σήμερα στο Ηράκλειο σε δημόσια και ιδιωτικά έργα συμμετέχοντας παράλληλα σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς.
Θεωρητικά του πονήματα αφορούν στην αρχιτεκτονική και στην πόλη της αναγέννησης και της νεωτερικότητας, καθώς και στη συμβολή της ιστορίας ως εργαλείο στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό.
No comments :
Post a Comment