Monday, November 27, 2023



ΣΟΥΖΑΝΑ ΑΝΤΩΝΑΚΑΚΗ 

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΟΙΗΤΙΚΗ

Από την παρουσίαση της σημαντικής αυτής έκδοσης με ζωντανή μουσική στην αίθουσα Άρης Γαρουφαλής του Ωδείου Αθηνών


Ένας ακόμη συγγραφικός άθλος του αρχιτέκτονα Στέλιου Γιαμαρέλου, αναπληρωτή καθηγητή στην Bartlett School of Architecture, UCL, που μετά την σημαντική έκδοση RESISTING POSTMODERN ARCHITECTURE / Critical regionalism before globalization, που μπορείτε να διαβάσετε εδώ, επανέρχεται δυναμικά ως επιμελητής του νέου τόμου με τίτλο Σουζάνα Αντωνακάκη ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΟΙΗΤΙΚΗ-ΚΕΙΜΕΝΑ 1959-2019 που εκδόθηκε από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. Ο τόμος παρουσιάστηκε την Τετάρτη 22 Νοεμβρίου στο Ωδείο Αθηνών στην πρόσφατα ανακαινισμένη αίθουσα "Άρης Γαρουφαλής" το 2017 σε σχέδια Σουζάνας & Δημήτρη Αντωνακάκη και Τηλέμαχου Ανδριανόπουλου.


Όλα ξεκίνησαν όταν μετά την οδυνηρή απώλεια της Σουζάνας στις 5 Ιουλίου του 2020, ο Δημήτρης Αντωνακάκης βρέθηκε μόνος, ανάμεσα στα κείμενά της τοποθετημένα προσεκτικά ακατάστατα, σε φακέλους και ντοσιέ γύρω από το σχεδιαστήριό της. Οι πρώτες σκέψεις για να οργανωθούν αυτά τα «ανυπεράσπιστα» κείμενα, με στόχο να περάσουν στους νέους ανθρώπους και στα παιδιά τους, όπως θα ήθελε και η Σουζάνα, βρήκαν ανταπόκριση όταν η Σάρρα Μάτσα και η Αγγελική Τσαμουρίδου, φοιτήτριες τότε της αρχιτεκτονικής δέχθηκαν να βοηθήσουν με μεγάλη προθυμία στην υλοποίηση του στόχου σε συνεργασία και με την Ευαγγελία Δρόσου.


Το οργανωμένο αυτό υλικό που συγκροτείται από μια συλλογή από 60 αδημοσίευτα ή/και δυσεύρετα κείμενα διαλέξεων και άλλων δημόσιων ομιλιών και παρεμβάσεων της Σουζάνας Αντωνακάκη, ανέλαβε να επιμεληθεί ο Στέλιος Γιαμαρέλος, και με την ευγενική θετική αποδοχή της κας Διονυσίας Δασκάλου και του κ. Παναγιώτη Σουλτάνη, εξασφαλίστηκε η έκδοσή τους από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.


Εκτός από το αναλυτικό κριτικό εισαγωγικό κείμενο του Γιαμαρέλου με τίτλο Η θηλυκή φωνή του κριτικού τοπικισμού, στον «χορταστικό τόμο» των 600 περίπου σελίδων, με πλούσιο φωτογραφικό υλικό έργων, σχεδίων και στιγμιότυπων από την διαδρομή της Σουζάννας, εντάσσονται ακόμη ως επίμετρα το κείμενο της Μπούκης Μπαμπάλου-Νουκάκη με τον ποιητικό τίτλο «Προσπάθησε να κρατήσει ένα κομμάτι του ουρανού πάνω από την ζωή μας» και της επί χρόνια, από το 1991, συνεργάτης του Εργαστηρίου 66, Ξένιας Τσώνη κείμενο, με τίτλο «Αποσπάσματα από ένα μη σχεδιασμένο γράμμα».


Στην παρουσίαση του βιβλίου, 4 γυναίκες αρχιτέκτονες που σχετίστηκαν μαζί της με διαφορετικούς τρόπους και σε διαφορετικές ηλικιές μοιραστηκαν τις σκέψεις τους μαζί μας.


Ζαχαρίας-Ηλίας Sauloup

Την βραδιά άνοιξε ο εγγονός της Ζαχαρίας-Ηλίας Sauloup, διπλωματούχος πιανίστας του Conservatoire Supérieur de Strasbourg με ένα Prelude και Fugue του Bach, και συνέχισε ανάμεσα στις ομιλίες με μουσικά κομμάτια Pavane και Water Games του Ravel, καθώς και αποσπάσματα της σκηνικής μουσικής που συνέθεσε για την παράσταση της μητέρας του Κατερίνης Αντωνακάκη με τίτλο 'Ici et la'.

Παναγιώτης Σουλτάνης

Στην πρώτη ενότητα των ομιλιών προηγήθηκε σύντομος χαιρετισμός από τον Παναγιώτη Σουλτάνη των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης και στην συνέχεια η Μπούκη Μπαμπάλου Νουκάκη, αρχιτέκτων, ομότιμη καθηγήτρια, Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ μετά έναν εισαγωγικό χαιρετισμό ανέλαβε τον συντονισμό της συζήτησης, στην οποία συμμετείχαν με τις εισηγήσεις τους ο Δημήτρης Αντωνακάκης και ο Στέλιος Γιαμαρέλος.

Μπούκη Μπαμπάλου Νουκάκη, Δημήτρης Αντωνακάκης και Στέλιος Γιαμαρέλος

Μπούκη Μπαμπάλου Νουκάκη, Δημήτρης Αντωνακάκης και Στέλιος Γιαμαρέλος

Στην δεύτερη ενότητα εκτός από την Μπούκη Μπαμπάλου-Νουκάκη, επίσης μίλησαν η Ντίνα Βαΐου, ομότιμη καθηγήτρια ΕΜΠ, Τομέας Πολεοδομίας και Χωροταξίας, Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, η Ίρις Λυκουριώτη, αρχιτέκτων, αναπληρώτρια καθηγήτρια, στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πανεπιστήμιου Θεσσαλίας και η Ανθή Ροζή, αρχιτέκτων, αρθρογράφος στο περιοδικό Yusra.

Μπούκη Μπαμπάλου Νουκάκη, Ντίνα Βαΐου, Ίρις Λυκουριώτη, Ανθή Ροζή

Μπούκη Μπαμπάλου Νουκάκη, Ντίνα Βαΐου, Ίρις Λυκουριώτη, Ανθή Ροζή

Από όλες τις ενδιαφέρουσες εισηγήσεις που δεν υπήρχε η δυνατότητα να δημοσιευτούν όλες εδώ, και με δεδομένο μάλιστα ότι σύντομα θα αναρτηθεί ή όλη βραδιά, στο κανάλι των Εκδόσεων στο YouTube βιντεοσκοπημένη, επέλεξα  αυτή της Ίρις Λυκουριώτη,  και την παραθέτω στην συνέχεια:



Ίρις Λυκουριώτη

ΑΧ ΒΑΧ.

Τα χέρια της Σουζάνας
ή
Νοσταλγία για το μέλλον


Ίρις Λυκουριώτη


Καλησπέρα σε όλες και όλους.

Πρώτα απ’ όλα ήθελα να πω ότι είμαι πραγματικά πάρα πολύ συγκινημένη που βρίσκομαι σήμερα εδώ και ευχαριστώ από την καρδιά μου για την ιδιαίτερα τιμητική πρόσκληση τον Δημήτρη Αντωνακάκη, τον Στέλιο Γιαμαρέλλο και τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.

Η σημερινή συνεύρεση με πλημμυρίζει συγκίνηση γιατί συμπυκνώνει μεγάλα κύματα, όγκους αναμνήσεων από την παιδική, εφηβική, σπουδαστική και επαγγελματική μου ζωή.

Παρότι δεν ήξερα πολύ καλά σε προσωπικό επίπεδο τη Σουζάνα Κολοκυθά Αντωνακάκη, υπό μίαν έννοια συμβίωσα μαζί της με πολλούς τρόπους, στις ίδιες γειτονιές της Αθήνας, στα ίδια μέρη «εξωσχολικών», «εξωεπαγγελματικών» δραστηριότητων, στους ίδιους κύκλους περί την αρχιτεκτονική -μιας και προέρχομαι και εγώ από οικογένεια αρχιτεκτόνων- ενώ βρέθηκα να εργάζομαι σε ένα πανεπιστημιακό Τμήμα, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, του οποίου η διακριτική καταγωγή και η στελέχωση συνδέεται κατά ένα μέρος με το νήμα που ξεκινάει από τον Δημήτρη Πικιώνη, τον Δημήτρη Φατούρο και συνεχίζει με τη Σουζάνα, τον Δημήτρη Αντωνακάκη, τον Παντελή Λαζαρίδη.


Πολύ συχνά, στο σπίτι που μεγάλωσα, μας απασχολούσε σε γεύματα ή χρόνο σχόλης ένα καινούριο κτισμένο έργο της Σουζάνας και του Δημήτρη Αντωνακάκη, οι λεπτομέρειες, τα χρώματα, οι τυπολογικές επιλύσεις. Παρά το μικρό της ηλικίας μας, διάφορα από αυτά τα θέματα έβγαζαν νόημα γιατί ήταν χειροπιαστά και απαντούσαν σε ζητήματα της καθημερινότητας που ζούσαμε.

Θυμάμαι ακόμη από τα παιδικά μου χρόνια τα αστεία που ανταλλάσσαμε με τους Νουκάκηδες, μιλώντας από μπαλκόνι σε μπαλκόνι καθημερινά, στον κοινό ακάλυπτο που μοιραζόμασταν ανάμεσα στις εξαρχειώτικες πολυκατοικίες. Θυμάμαι αυτήν την διασκεδαστική εθυμοτυπία ως προέκταση ενός μεγάλου οικείου/οικιακού χώρου αλλά κοινωνικού, στα ενδότερα της πόλης, όταν οι ακάλυπτοι φιλοξενούσαν ακόμη κοτέτσια και κόκκορες, με τους οποίους μας μάθαιναν, οι μεγάλοι, την ώρα.

Η Μπούκη και ο Αντώνης, η Σουζάνα και ο Δημήτρης, γείτονες πιο πέρα στην ίδια γειτονιά, είναι πάντα για μένα μέρος μιας νέας συγγένειας που τόλμησε να σκιρτήσει στα τέλη της δεκαετίας του 1970, στην οποία αναφέρεται με διάφορους τρόπους και η Σουζάνα στα κείμενά της, ενδεικτική μέσα από μια μικρή αλλαγή: οι γονείς μας προέτρεπαν να τους καλούμε με το μικρό όνομά τους, αυτούς και τους φίλους ή συγγενείς μας, όχι μαμάδες και μπαμπάδες, θείους ή θείες. Με τον τρόπο αυτόν, προσπάθησαν διαισθητικά ή με πολιτική συνείδηση, στην αρχή της Μεταπολίτευσης, να διαμορφώσουν μια αντι-ιεραρχική κουλτούρα στη γονεϊκή σχέση αντιδρώντας στα στερεότυπα του μεταπολεμικού και ψυχροπολεμικού συντηρητισμού στην Ελλάδα. Σχέση που μπορεί να γίνει φιλία (πολλαπλή συγγένεια και όχι μόνο αναιτιολόγητη πειθαρχία), που μπορεί να ανοιχτεί και προς άλλες/ους, μιας και η μαμά και ο μπαμπάς έχουν όνομα όπως και εκείνες/οι, γυναίκες και άνδρες, οι οποίες/οι μπορούν να δώσουν στοργή στο ίδιο παιδί και ας μην είναι το δικό τους.

Νέα ήθη δυναμικά, δύσκολα και αντιφατικά που υπέροχα σατιρίζει το 1982, η Ελεύθερη Σκηνή στην επιθεώρηση «Ραντεβού με την Υστερία» ως μέρος του ελληνικού new-deal, παραφράζοντας το «Ραντεβού με την Ιστορία» του Ανδρέα Παπανδρέου που μόλις είχε που με τη σειρά του παραφράσει το μόττο του Φράνκλιν Ρούσβελτ «Ραντεβού με το πεπρωμένο».



Στο κείμενο "Αρχιτεκτονική περιήγηση στις λέξεις και τα κτίσματα" (2015) γράφει η Σουζάνα, "με ποια κοινότητα, με ποιον άνθρωπο θα έπρεπε εμείς να ασχοληθούμε στα τέλη των χρόνων του 1950, σε μια χώρα ρημαγμένη από τον πόλεμο και τον δραματικό εμφύλιο που ακολούθησε; Η πολυάριθμη μεσογειακή πατριαρχική οικογένεια που κατοικούσε στους κατεστραμμένους παραδοσιακούς οικισμούς και τα σπίτια τους, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα, δεν υπήρχε πια. Ακόμη και το ζευγάρι που πλαισιώνεται από την τρίτη ηλικία και τα παιδιά του περνούσε ήδη από τότε μια κρίση που τα κατεστημένα αρχιτεκτονικά στερεότυπα δεν το βοηθούσαν να την ξεπεράσει για να αποκρυσταλλώσει ήρεμα τις νέες επιδιώξεις του."

Όλο το έργο, κτισμένο και γραπτό, της Σουζάνας Κολοκυθά Αντωνακάκη που έφτιαξε μαζί με τον Δημήτρη Αντωνακάκη, θαρρώ πως είναι η βαθιά, καταφατική για το σχεδιασμό (αυτό που λέμε pro-active), δημιουργική διερεύνηση τέτοιων μεταβολών, στο μεδούλι της κοινωνίας, ώστε να γίνει κατανοητή η πολύπλοκη και πολυμερής σχέση χώρου, φύσης και κοινωνίας στη μεγάλη διάρκεια, συγκεκριμένων τόπων -αλλά πάντα κοιτώντας από τις θέσεις των τόπων το διεθνές πλαίσιο- ώστε να χτίσουμε χώρους που θα συνομιλήσουν ποιητικά με τη μεγάλη διάρκεια νοούμενη με την Μπρωντελιανή της έννοια.

Τον Φερνάν Μπρωντέλ φέρνει μέσα στις αναφορές της η Σουζάνα για να επεκταθεί στους χώρους και τους χρόνους της Μεσογείου, με κέντρο την Ελλάδα (την πιο μεσογειακή κατά τον Μπρωντέλ απ’ όλες), μέσα στις άπειρες και διαρκείς, πολυφωνικές συνομιλίες της με ποιητές και ποιήτριες, με αρχιτέκτονες και φιλοσόφους μέσα από τις οποίες ορίζει τη θέση της αρχιτεκτονικής στην καρδιά των πολιτισμικών μετασχηματισμών, με τον πολιτισμό να αφορά τρία επίπεδα, την κουλτούρα, την τεχνολογία κατανοώντας την ως χειροπιαστή ποιητική δύναμη και όχι ως τεχνοκρατία και την πολιτεία.

Η κοινότητα, η αυλή και το όριο, η διαμόρφωση τυπολογιών που επιτρέπουν τον συνεργατικό σχεδιασμό μέσα στα γραφεία αρχιτεκτονικής, ο λαβύρινθος, σύμβολο της σταδιακής κατανόησης του κόσμου και των δυνατοτήτων εξόδου προς κάτι που δεν ξέρουμε ακόμη, η νοσταλγία του μέλλοντος ως συνδετικό υλικό της μεγάλης διάρκειας που διαμορφώνει το παρόν, η στοχαστική προσαρμογή της εγχώριας τεχνολογίας (πώς μπορούμε να φτιάχνουμε τον υλικό κόσμο από τα διαθέσιμα υλικά και την υψηλή διαθέσιμη τεχνογνωσία ώστε να τον φτιάχνουμε καλά;) είναι κόσμοι που διατρέχουν το βλέμμα της Σουζάνας Αντωνακάκη και προσδιορίζουν το έργο των χεριών της. Όπως και οι τεχνίτες και οι τεχνίτριες που φτιάχνουν αυτόν τον υλικό κόσμο, ολοκληρώνοντας τον σχεδιασμό. Όπως και οι γυναίκες στο αρχιτεκτονικό επάγγελμα που κοιτούν, μέσα από τις πολλαπλές σημασίες του ρήματος «κοιτώ», βλέποντας, μεριμνώντας/φροντίζοντας ή και με την πικιωνική «μέσα βλέψη», τον κόσμο και τους «άλλους» και «όσα συμβαίνουν γύρω μας». Κοιτούν πολλαπλά τον κόσμο μέσα «από την ακατόρθωτη», πολλές φορές, «ανάγκη για ουσιαστική συμμετοχή» που «συσσωρεύεται σε πλήθος ανεκπλήρωτων επιθυμιών» -«προσφιλές θέμα της λογοτεχνίας και της ποίησης», μας λέει η Σουζάνα, «φτάνοντας στα όρια της ασφυξίας» αλλά και προβλέποντας καταστάσεις μοιραίες που στην αρχή δεν φαίνονταν ανησυχητικές. Όλες οι παραπάνω θεωρητικές αποκρυσταλλώσεις συντελούν και φωτίζουν την ευρύτερη ερμηνεία των πολιτισμικών φαινομένων μέσα στα οποία χτίζουμε τους τοίχους, τους δρόμους και τις αυλές όπου θα ζήσουμε, τοίχους και αυλές και κόσμους-διακόσμους που θα ζήσουν όμως πολύ πέρα από τον δικό μας βιολογικό χρόνο και θα «υφανθούν» εξ ορισμού με την Ιστορία της μεγάλης διάρκειας, στην οποία είμαστε απλώς περαστικές/οι.


Ο τόμος «Αρχιτεκτονική και Ποιητική» με τα κείμενα της Σουζάνας Αντωνακάκη, σε επιμέλεια και έξοχη εισαγωγή του Στέλιου Γιαμαρέλλου είναι και η τρυφερή κατάθεση του Δημήτρη Αντωνακάκη στο σύγχρονο ελληνικό αρχιτεκτονικό συγκείμενο. Ο τόμος που πλαισιώνεται μαγικά με το στοχαστικό επίμετρο της Μπούκης Μπαμπάλου είναι ένα συναρπαστικό, ιστορικό βιβλίο που υποχρεώνει τους συντελεστές της ελληνικής ιστοριογραφίας σε μια επιτακτική αλλαγή βλέμματος προς μία ολιστική κατανόηση της αρχιτεκτονικής πρακτικής.

Αν και προγενέστερα τα κείμενα ή σε διάλογο, μέσα από τη σχέση της Σουζάνας με τη Μπούκη, ο τόμος αυτός είναι η δεύτερη έκδοση θεωρητικού βιβλίου γυναίκας που ασκεί την αρχιτεκτονική στην Ελλάδα μετά τα «8+1 κείμενα για την αρχιτεκτονική και την πόλη» της ίδιας της Μπούκης (εκδόσεις DOMa, 2020).


Δεν θα το ανέφερα αυτό αν δεν είχα σοκαριστεί το 2013, όταν συνάντησα στο βιβλιοπωλείο του Μουσείου Reina Sofia την πρώτη έκδοση στην αγγλική γλώσσα του βιβλίου της Lina Bo Bardi «Η θεωρία της Αρχιτεκτονικής Πρακτικής», μέσα στην οποία περιλαμβάνεται το κείμενό της «Προπαιδευτική συμβολή στη διδασκαλία της αρχιτεκτονικής θεωρίας», το οποίο θεωρείται το πρώτο κείμενο θεωρίας γραμμένο από γυναίκα που ασκεί το αρχιτεκτονικό επάγγελμα, κείμενο γραμμένο στα Πορτογαλικά μόλις το 1957.


Αιτία του σοκ ήταν ότι η ευρύτερη κυκλοφορία του αφετηριακού αυτού κειμένου συμβαίνει 100 χρόνια μετά τη γέννηση της Lina Bo Bardi –αν δεχθούμε την σπανιότητά του μέσα σε ένα ιστοριογραφικό σύστημα απολύτως τυφλό απέναντι στο έργο των γυναικών.

Η ιστορικότητα των κειμένων συνδέεται με την ιστορικότητα των προσώπων που τα γράφουν μεταφέροντας, εκτός από τα νοήματα και τις ιδέες που καθίστανται σημαντικές σε μία εποχή, την ίδια την ύλη που κατέστησε δυνατή την προσωπικότητα της γράφουσας.

Η Σουζάνα Καλοκυθά Αντωνακάκη είναι ένα υποκείμενο που εκφράζει απολύτως τον πολιτισμό που πλάστηκε στην Ελλάδα, σε μία εποχή που, παρά τις τρομερές αναταράξεις, έχει υπάρξει η χρυσή εποχή της. Είναι η εποχή ανάμεσα στην μεταπολεμική ανοικοδόμηση και την Μεταπολίτευση, της οποίας πρόταγμα και ύψιστη αξία αποτέλεσε η μεγάλη πνευματική καλλιέργεια, η πληθυντική μόρφωση, η διεκδίκηση του δικαιώματος στον χρόνο και τον χώρο που πλαισιώνει την πνευματική ανύψωση του ανθρώπου και των κοινοτήτων, αυτών της πόλης και της υπαίθρου, χωρίς διακρίσεις, μέσα στο πνεύμα και μόνο της δημοκρατίας.

Αλλά αποτελεί και περίοδο κατά την οποία αναδιανεμήθηκαν οικονομικοί πόροι –το ελληνικό κοινωνικό συμβόλαιο κυρίως της Μεταπολίτευσης- ώστε αυτός ο πολιτισμός να καταστεί δυνατός με τη διεύρυνση των κοινωνικών τάξεων που μετέχουν σε ανάλογες υλικές προϋποθέσεις, τα νέα μεσοαστικά στρώματα.

Υπό μία έννοια είναι η εποχή που πραγματοποιείται η ελληνική εκδοχή του ανίσματος προς τον Μεγαλύτερο Αριθμό, όρο που αναδεικνύει, στο χώρο της αρχιτεκτονικής, η Ομάδα 10, πάνω στις αντιφατικές αφετηρίες των προγραμμάτων του Michel Ecochard, του Γιώργου Κανδύλη και του Giancarlo de Carlo, των Smithsons, μέσα από την τρυφερότητα του Aldo van Eyck, αγαπημένου φίλου του ζεύγους Αντωνακάκη, του οποίου τη δουλειά φροντίζουν να κοιτάξουμε στην έκθεση του 1983, στην Εθνική Πινακοθήκη. Η έκθεση έχει κεντρικό ρητό το ΑΧ ΒΑΧ και αναφορά τον Πικιώνη, τον Ροδάκη, τη συμπεριληπτικότητα στην αρχιτεκτονική δημιουργία όλων όσων μετέχουν των αρχιτεκτονικών πολιτισμών.

Η Χάννι και ο Άλντο βαν Έυκ επισκέπτονατι μαζί με την Σουζάνα και τον Δημήτρη Αντωνακάκη την διαδρομή που σχεδίαζε ο Δημήτρης Πικιώνης  (1981) 

Με την Ομάδα 10 συνδέεται πολλαπλώς το ζεύγος Αντωνακάκη αποτελώντας μια δυναμική σύνδεση της διεθνούς συζήτησης για το χώρο και την αρχιτεκτονική με το τοπικό συγκείμενο, στην Ελλάδα, στην Κρήτη, στη Μακρινίτσα, στην Αθήνα, στη Χίο, στην Αίγινα, στους τόπους όπου εργάστηκαν.

Το παράδειγμα της Σουζάνας Κολοκυθά Αντωνακάκη, πολύ έξω και πέρα από μια πρόσληψη της ως αρχιτεκτονικής ιδιοφυίας μας θυμίζει, αντιθέτως, αυτό που πράγματι υπήρξε και μπορεί να υπάρξει όταν ένα πρόσωπο, όπως η Σουζάνα, σε μία ιστορική συγκυρία, μπορεί και θέλει να ρουφήξει με πάθος όλες τις δημιουργικές δυνατότητές της εποχής της. Το κάνει αυτό μη διστάζοντας να εναποθέσει μεγάλο κόπο και μελέτη στον διαρκή στόχο για βελτίωση της ζωής και της σκέψης, στον ορίζοντα της μεγάλης διάρκειας. Αν μας προτρέπουν τα κείμενα της Σουζάνας σε κάτι αυτό είναι μια δομικά διαφορετική ιστοριογραφία έξω από τις ένδοξες, υπετροφικές προσωπικότητες, μια ιστοριογραφία γι αυτό βαθιά φεμινιστική με άξονα το έργο ως διαδικασία ιστορικής κατασκευής.

Στο Ωδείο Αθηνών, εδώ που βρισκόμαστε σήμερα, πέρασα τα παιδικά μου χρόνια μαζί με την αδελφή μου και πολλές φίλες και πολλούς φίλους με τους οποίους διανύουμε παράλληλες τροχιές, όπως την Αναστασία και τον Γιώργη Νουκάκη. Είμαστε τα παιδιά αυτών των προσώπων και αυτής της εποχής που συνωστιζόμασταν στους χώρους αναμονής ανάμεσα στα μαθήματα πιάνου, βιολιού και θεωρίας.

Η δασκάλα μου η Φοίβη Βάλληνδα, έμαθα πολύ αργότερα, συνταξίδεψε στο Ματαρόα με τον Γιώργο Κανδύλη, τον Πάνο Τζελέπη, τον Αριστομένη Προβελέγγιο, τη Μάτση Χατζηλαζάρου, τον Τάκη Ζενέτο, τον Κορνήλιο Καστοριάδη, τον Κώστα Παπαϊωάννου και πολλούς άλλους.

Τον τελευταίο, μαζί με τη σύζυγό του Νίτσα και πρώτη σύζυγο του Γιώργου Κανδύλη, θυμάμαι να περπατάει στα σκυριανά σοκάκια.

Εκεί συνομίλησε με τον Στρατή Τσίρκα, τη Τζόυ Κουλεντιανού, τον Karl Flinker τον Gilles Deleuze, ξένους και ντόπιους μέσα στην ίδια δημοκρατική σχισμή που σήμερα φαίνεται να έχει αναβληθεί επ’ αόριστον μιας και η δική μου η γενιά δεν νομίζω ότι την κοίταξε κατάματα.

Τη Σουζάνα συναντούσα, όπως και τη Μπούκη ή τη Μαρία Κοκκίνου που χάσαμε πέρσι, σε ένα ξεχασμένο, σπάνιο μέρος της Αθήνας, το κρυσφύγετο της Κατερίνας Ιακωβίδου, μαθήτριας στο Παρίσι του Boris Knyazev, εφευρέτη του συστήματος σωματικής άσκησης που τοποθετεί τον κλασσικό χορό στο έδαφος απαλλάσσοντας τους χορευτές από τη βαρύτητα. Η Κατερίνα Ιακωβίδου, γυναίκα με χιούμορ και ειλικρίνεια, ακούραστη φροντίστρια σωμάτων με προβλήματα, αυστηρή με τις μαθήτριές της, επαινούσε τις αρχιτεκτόνισσες γιατί όπως έλεγε καταλάβαιναν τα σχήματα των κινήσεων και τη δομή του σώματος.

1_Αίγινα_2012_ΤΑΜ_φωτο_Λυκουριώτη Ίρις_Σπίτι Άρη Κωνσταντινίδη

Το 2012, στην πιο σημαντική ετήσια εκδρομή που έχουμε ποτέ οργανώσει για το Α’ έτος σπουδών, στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, στην Αίγινα, μαζί με τη Φοίβη Γιαννίση, τον Γιώργο Τζιρτζιλάκη, τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου και την αρχαιολόγο Χριστίνα Μητσοπούλου, καλέσαμε τη Σουζάνα Αντωνακάκη, τον Δημήτρη Αντωνακάκη και τον Δημήτρη Φατούρο να μας συνοδέψουν στην επίσκεψή μας στο σπίτι του Ροδάκη στο Μεσαγρό και, κυρίως, να συνομιλήσουν με τις φοιτήτριες και τους φοιτητές.

2_Αίγινα_2012_ΤΑΜ_φωτο_Λυκουριώτη Ίρις_Αγγειοπλαστείο Γκαρή


3_Αίγινα_2012_ΤΑΜ_φωτο_Λυκουριώτη Ίρις_Αγγειοπλαστείο Γκαρή_Νεκτάριος Γκαρής

Περάσαμε, στα τέλη της άνοιξης του 2012, μια μαγική βραδιά, στήνοντας ένα entretiens (το ομώνυμο βιβλίο του Le Corbusier έχει μεταφράσει η Σουζάνα) μαζί τους, μετά το δείπνο, στην αυλή του ξενοδοχείου Απόλλων στην Αγία Μαρίνα, έργο ενός ακόμη πρωταγωνιστή της μοντέρνας ελληνικής αρχιτεκτονικής, του Νίκου Βαλσαμάκη.

4_Αίγινα_2012_ΤΑΜ_φωτο_Λυκουριώτη Ίρις_Δείπνο Δ. Φατούρος, Δ&Σ Αντωνακάκη_Ξενοδοχείο Απόλλων του Νίκου Βαλσαμάκη

5_Αίγινα_2012_ΤΑΜ_φωτο_Λυκουριώτη Ίρις_Δείπνο_Ξενοδοχείο Απόλλων_Βαλσαμάκης_Κατάλογος Aldo van Eyck 2

6_Αίγινα_2012_ΤΑΜ_φωτο_Λυκουριώτη Ίρις_Entretiens_Δ. Φατούρος, Δ&Σ Αντωνακάκη_Ξενοδοχείο Απόλλων του Νίκου Βαλσαμάκη

Όταν οργανώναμε την εκδρομή, η Βάσω Τροβά μου δίνει το κείμενο του Γιώργου Κανδύλη για το σπίτι του Ροδάκη, το οποίο διαβάσαμε στα παιδιά.

Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, κύριος στόχος της εκδρομής έγινε, κατ’ απαίτηση της τάξης, η αναζήτηση των χαραγμένων χεριών του Ροδάκη πάνω στο τζάκι.

7_Αίγινα_2012_ΤΑΜ_φωτο_Λυκουριώτη Ίρις_Μεσαγρός_Σπίτι Ροδάκη

8_Αίγινα_2012_ΤΑΜ_φωτο_Λυκουριώτη Ίρις_Μεσαγρός_Σπίτι Ροδάκη

Σύμφωνα με τα λόγια του Κανδύλη, ο Ροδάκης τα χάραξε ως ένδειξη ευγένειας προς τους φίλους του, ώστε να τους καλωσορίζει, σαν έρχονται να τον χαιρετήσουν, όταν αυτός δε θα υπάρχει πια, παρά μόνο μέσα από το αποτύπωμα των χειρονομιών του στο σμίλεμα της πέτρας.

Τα χέρια του Ροδάκη τα βρήκε, μπαίνοντας μέσα στο ερείπιο, ο τότε φοιτητής μας και Κρητικός, Γιάννης Κουκουζέλης, τον οποίο βλέπουμε στη φωτογραφία που ελήφθη τη στιγμή αυτής της αποκάλυψης.


9_Αίγινα_2012_ΤΑΜ_φωτ_Λυκουριώτη Ίρις_Μεσαγρός_Σπίτι Ροδάκη_Ο Γιάννης Κουκουζέλης βρίσκει τα χέρια

Εκείνη τη χρονιά, χρονιά βαθιάς οικονομικής κρίσης για την Ελλάδα, στο ιδιαίτερα χαμηλό οικονομικό πακέτο της εκδρομής -που αν θυμάμαι καλά δεν ξεπερνούσε τα 120 ευρώ- δεν μπορούσε να ανταποκριθεί η μισή τάξη, σε σύνολο άνω των 100 παιδιών, σε μία σχολή που ήταν συνηθισμένη να ταξιδεύει συστηματικά σε χώρες του εξωτερικού με πολυπληθείς ομάδες φοιτητριών και φοιτητών.

Δέκα χρόνια μετά, είναι δύσκολο να ταξιδεύουμε στον ίδιο μας τον τόπο όπως και να έχουμε πόρους και χρόνο ώστε να μπορούμε να μορφωνόμαστε πλατιά και πολύπλευρα, «διεκδικώντας τον χρόνο στη μοναξιά» όπως μας λέει η Σουζάνα, τη συνύπαρξη και την απόλαυση, τον πειραματισμό, μέσα στους χώρους που τα επιτρέπουν όλα αυτά. Δυσκολευόμαστε έως αποκλειόμαστε από το να μελετήσουμε την ποίηση, τη φιλοσοφία, τους λόγους και τους κόσμους, αποκλειόμαστε από το να ζούμε πολύπλευρες ζωές που αναπτύσσουν τις δυνατότητές μας στην αθρωπινότητά μας.

Αυτό, τα δικά μας χέρια, αγγίζοντας τη σμιλεμένη παράδοση που μας αφήνει η Σουζάνα, θα πρέπει να το αλλάξουν προκειμένου να πάρουμε θέση ενεργή και διαμορφωτική στον πολιτισμό που θα αφήσουμε πίσω ή που δεν θα αφήσουμε πίσω, αυτήν την ιστορική στιγμή των πολυκρίσεων που διανύουμε.

Εμείς, όπως φαίνεται στις εικόνες προσπαθούμε να κρατήσουμε αυτούς τους πέτρινους κόσμους ζωντανούς. Αλλά χρειάζεται να γίνουμε περισσότερες.

Σας ευχαριστώ θερμά.

___________________________________

Σημείωση: Εκτός από τις φωτογραφίες με αριθμούς από 1 έως 9, που συνόδευαν την εισήγησή,  η υπόλοιπη εικονογράφηση προστέθηκε με δική μου πρωτοβουλία για να συμβάλει στην καλύτερη ανάγνωση του μονόστηλου.

Γ.Τ. 

____________________________________


Μην σας τρομάζει το μέγεθος των σχεδόν 600 σελίδων. Πρόκειται για μία έκδοση που τα κείμενα διαβάζονται ευχάριστα στο σχεδιαστήριο, στο καθιστικό, ακόμη και στις διακοπές μας και στην παραλία. Γιατί παντού ξεχειλίζει η ευγένεια, το χαμόγελο, η ευαισθησία και η στοχαστική σκέψη της Σουζάνας, που υπερασπίζεται αξίες που οφείλουμε να διατηρήσουμε στην μνήμη της, αλλά και για την δύσβατη πορεία αυτού του τόπου και της αρχιτεκτονικής. (Γ.Τ.)

Κάντε ΚΛΙΚ στις εικόνες για μεγέθυνση



No comments :

Post a Comment