Monday, June 6, 2016



ΕΓΚΑΙΝΙΑΖΕΤΑΙ 
ΤΟ ΝΕΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΑΣΤΙΧΑΣ ΣΤΗΝ ΧΙΟ

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ: ΓΙΑΝΝΗΣ + ΚΩΣΤΑΝΤΗΣ ΚΙΖΗΣ
(ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ)

«τα ετερόκλητα έλκονται με επιτυχία»


Το Μουσείο για τη Μαστίχα στην Χίο, 


Παρατηρώντας τα τελευταία χρόνια τα έργα αρχιτεκτονικής, κυρίως αρχιτεκτόνων που τους γνωρίζω προσωπικά, έχω πλέον την πεποίθηση ότι στα έργα αυτά αποτυπώνεται καθαρά ο χαρακτήρας των δημιουργών τους και συχνά είναι αναγνωρίσιμα μόνο και μόνο μέσα από αυτό το κριτήριο. 

Σήμερα θα τολμήσω να παρουσιάσω μια ξεχωριστή περίπτωση ενός νέου έργου, του Μουσείου Μαστίχας στη Χίο, που εγκαινιάζεται στις 11 Ιουνίου 2016, όπου έχω την αίσθηση ότι στο έργο αυτό αποτυπώνονται οι ετερόκλητοι χαρακτήρες και των δύο μελετητών, του πατέρα Γιάννη Κίζη και του υιού Κωσταντή που συνεργάστηκαν στενά για την υλοποίηση του. 

Πατήρ και υιός στη σκιά της πορτοκαλέας 

Είναι γνωστή η ηρεμία και η νηφαλιότητα του νέου αρχιτέκτονα Κωσταντή Κίζη και o ανήσυχος και γεμάτος ένταση χαρακτήρας του Γιάννη Κίζη. Μια αντίφαση που τελικά φαίνεται να συμβάλει ουσιαστικά σε μια δημιουργική συνεργασία πατέρα και γιού που ξεκίνησε με επιτυχία πριν λίγα χρόνια (όπως π.χ. Α΄ Βραβείο στους Αρχιτεκτονικούς Διαγωνισμούς του ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΓΟΥΣ, επίσης για την ΑΝΑΠΛΑΣΗ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΓΣΠ στην ΛΕΥΚΩΣΙΑ κλπ) και φαίνεται να συνεχίζεται. 
Το Μουσείο της μαστίχας στην Χίο που παρουσιάζεται στην συνέχεια, εκφράζει νομίζω απόλυτα και για άλλη μια φορά αυτό το δίπολο, των δύο διαφορετικών χαρακτήρων. 

Πρόπλασμα του Μουσείου

Η αρχική σύνθεση, η σύλληψη του μουσείου στηρίχθηκε από όσο ξέρω από μια ιδέα του Κωσταντή που είχε σαν κύριο στόχο να εντάξει το μουσείο αυτό, στο κεκλιμένο τοπίο με τα μαστιχόδενδρα, με έναν πολύ απλό τρόπο, όπως οι χωρικοί και οι βοσκοί φτιάχνουν τις καλύβες και τα μαντριά τους. 


Σε πρώιμη μάλιστα δημοσίευση του μουσείου, γίνεται σαφής αναφορά σε αυτό το θέμα και μάλιστα αναγράφεται και παραπομπή σε ανάλογες εικόνες ένταξης στο τοπίο, του βιβλίου μου που λειτούργησαν σαν υποδείγματα (Βλ. Γ.Τριανταφύλλου, Αρχέτυπα, από τις καλύβες και τα μαντριά στη σύγχρονη τέχνη και αρχιτεκτονική, Αθήνα 2010, σ. 224-239). 

«Η τοποθέτηση των δύο στεγάστρων, γράφουν, στην πλαγιά παραπέμπει στον τρόπο με τον οποίο οι ποιμένες σκεπάζουν τα μαντριά τους, ή οι αγρότες στήνουν τα εφήμερα παρόδια πωλητήρια της παραγωγής τους: τόσο απλά και τόσο ανένταχτα, όσο η γεωμετρία του καννάβου της ξύλινης κατασκευής μπορεί να “ενταχθεί” στις καμπύλες της φύσης. 


Βόρεια Εύβοια, Δάφνη , Μαδανικά, 6-11 2007


Το βασικό αυτό concept υλοποιήθηκε με επιτυχία ως προς την γενική διάταξη και το αποτέλεσμα δικαιώνει τις προθέσεις του Κωσταντή, μόνο που φαίνεται ότι ο Γιάννης Κίζης «υπονόμευσε» σε ένα βαθμό την ήρεμη πρόθεση του συνεργάτη του, δυναμιτίζοντας την με τον γνωστό του τολμηρό τρόπο. Έσπειρε μέσα και έξω από το μουσείο έντονες αρχιτεκτονικές χειρονομίες πού σαν μικρά δυναμιτάκια δημιουργούν αναταράξεις στον επισκέπτη. 


Ένταξη της σκάλας στον ορθογώνιο εκθεσιακό χώρο, 
υπό ανήσυχη οπτική γωνία 

Πρόκειται για καλοσχεδιασμένες ή υπερ-σχεδιασμένες μάλλον, κατασκευαστικές λεπτομέρειες, ή παράξενες μετατοπίσεις (η αλλαγή φοράς της σκάλας), ή τολμηροί χειρισμοί στον ξύλινο στατικό φορέα και την υπόβαση της οροφής που τείνουν να έχουν ένα εξπρεσιονιστικό χαρακτήρα. 



3 φωτογραφίες του Σπύρου Κίζη

Βρίσκω τελικά γόνιμη και ειλικρινή αυτή την συνεργασία που σε κάθε περίπτωση αποκαλύπτει μια σχέση ισορροπίας πατέρα και γιού, που ο παλαιότερος και φύσει ισχυρότερος δεν φαίνεται να επιβάλλεται ολοκληρωτικά στον μικρότερο και έτσι και οι δύο συνυπάρχουν, διατηρώντας τις απόψεις τους και παραδίδοντας ένα ενδιαφέρον και συναρπαστικό θα έλεγα αποτέλεσμα. 


Θέλω μάλιστα να σημειώσω ότι λόγω της απουσίας του Κωσταντή, με ακαδημαϊκές απασχολήσεις στην αλλοδαπή, το κύριο βάρος της ουσιαστικής επίβλεψης, από όσα πληροφορούμαι, εκτός από την Τεχνική Υπηρεσία, ανάλαβε ο Γιάννης Κίζης με δικά του όμως έξοδα και χωρίς την οικονομική υποστήριξη (αμοιβή επίβλεψης) της Τράπεζας Πειραιώς και του ΠΙΟΠ που παρήγγειλε την μελέτη και έχει και την οικονομική ευθύνη του έργου. Ένα τέτοιο ξεχωριστό έργο με τόσες ιδιοκατασκευές, που δεν είναι δημόσιο, είναι προφανές ότι δεν θα μπορούσε να ολοκληρωθεί χωρίς την συστηματική παρακολούθηση-επίβλεψη των μελετητών. Να δούμε πότε θα γίνει επί τέλους συνείδηση σε αυτόν τον τόπο η υποχρεωτική και με αμοιβή επίβλεψη των έργων! 

Απολαύστε στην συνέχεια την παρουσίαση–προδημοσίευση του έργου όπως προετοιμάστηκε από το Γραφείο Κίζη, με φωτογραφικό υλικό του Γιάννη Κίζη. 


ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΑΣΤΙΧΑΣ ΧΙΟΥ 

Ένα Μουσείο για τη Μαστίχα 

ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΙΖΗ ΑΕ Αρχιτεκτονικής και Design 


Το Σάββατο 11 Ιουνίου 2016 εγκαινιάζεται το όγδοο θεματικό μουσείο του ΠΙΟΠ, το Μουσείο Μαστίχας Χίου, σε μια πλαγιά απέναντι από το μεσαιωνικό μαστιχοχώρι Πυργί. 


Το Μουσείο έχει χτιστεί σε αγροτική ιδιοκτησία της Ένωσης Μαστιχοπαραγωγών, έκτασης περίπου 50 στρεμμάτων, από τα οποία τα μισά έχουν άγρια βλάστηση, κυρίως από πουρνάρια. Σε πέντε χέρσα στρέμματα στο μέσον της έκτασης χτίστηκε το Μουσείο και διαμορφώθηκαν οι υπαίθριοι χώροι πρόσβασης και στάθμευσης. 


Στη υπόλοιπη περιοχή, προς βορράν, οργανωμένη σε πεζούλες, εκτείνεται πρότυπη καλλιέργεια μαστιχόδεντρων. Ανάμεσά τους ανακαλύπτει κανείς κατάλοιπα από παράλληλες μικροκαλλιέργειες (αμπελάκι, μποστάνι) και τα ελάχιστα απαραίτητα για την πολυήμερη παραμονή των καλλιεργητών στο περιβόλι: μια στέρνα, ένα μικρό μαντρί, ένα καλυβάκι, αποτυπώματα της προβιομηχανικής και μακραίωνης παραδοσιακής μαστιχοκαλλιέργειας. Τοπίο πολύ ευαίσθητο στην άρθρωσή του, που ήταν στο όριο της εξαφάνισης. 


Ο Τόπος 

Ο φόβος για την καταστροφή του, την αλλοίωση, ή και την προσβολή του από το χτίσιμο του Μουσείου, είχε κάνει τους ντόπιους καλλιεργητές να εκφράσουν την επιθυμία τους για ένα κτίριο κρυμμένο, υπόγειο, ει δυνατόν ανύπαρκτο. Αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια επιδιώχθηκε η ένταξη στο τοπίο έργων εκτεταμένου κτιριολογικού προγράμματος με υποσκαφή. Η απάντηση της αρχιτεκτονικής στο αίτημα σεβασμού του τοπίου, όμως, είναι η απόκρυψη; 


Αντιθέτως· η αρχιτεκτονική συνδιαμορφώνει, μαζί με τη φύση, το τοπίο μέσα στο οποίο μπορεί να ζήσει και να αναπτυχθεί ο άνθρωπος. Η αρχιτεκτονική ρυθμίζει τις χωρικές σχέσεις και τις διαδρομές σταδιακής ανακάλυψης και βίωσης του σύνθετου τοπίου, φυσικού μαζί και τεχνητού. Εγγράφει γεωμετρικές μορφές με επίγνωση της λογικής και του νοήματός των, ως συντεταγμένη πράξη πολιτισμού, που πόρρω απέχει από την εμπειρική κάλυψη των πρωτογενών αναγκών. 


Στον ευαίσθητο τόπο του Μουσείου, τόσο στη μικροκλίμακα (μαστιχώνας, μποστανάκι, στέρνα, καλυβάκι), όσο και στη μακροκλίμακα (φυσικό ανάγλυφο, κορυφογραμμή, θέες μακρυνές προς το Πυργί και τη θάλασσα) δεν είχαμε λόγο να επιβάλουμε την αρχιτεκτονική, αλλά ούτε να την κρύψουμε. 


Επιδιώξαμε να στεγάσουμε ένα σύγχρονο μουσείο, που θα βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με τη γη, τις μυρωδιές των μαστιχιών και το μόχθο του καλλιεργητή, αλλά και ένα μουσείο — μάτι στον ορίζοντα. Θέλοντας το έργο να βοηθά τον επισκέπτη να απολαύσει το τοπίο, περάσαμε τη βιωματική επίσκεψή του προς στο αγρόκτημα κάτω από δυό μεγάλες σκεπές: οι πτέρυγες του μουσείου ορίστηκαν από δύο ξύλινα στέγαστρα. 


Τα ξύλινα στέγαστρα, μονόριχτα, γέρνουν αντίθετα στην κλίση του εδάφους κι ανοίγονται προς τον ορίζοντα πλαισιώνοντας τη μοναδική θέα που εκτείνεται μπροστά τους. Τα μακρά τους δοκάρια, από επικολλητή ξυλεία, “ξεφυτρώνουν” από το χώμα, για να αποκτήσουν, στο βορεινό τους άκρο, ικανό ύψος, ώστε να στεγάσουν τις ειδικές απαιτήσεις του μουσειολογικού προγράμματος. 


Θυμίζουν τον τρόπο με τον οποίο οι αγρότες στήνουν τα παρόδια πωλητήρια της παραγωγής τους: τόσο απλά και τόσο ανένταχτα, όσο η γεωμετρία του καννάβου της ξύλινης κατασκευής μπορεί να “ενταχθεί” στις καμπύλες της φύσης. Οι πέτρινες βάσεις των δύο πτερύγων συγγενεύουν με τις πεζούλες που οργανώνουν τα επίπεδα των καλλιεργειών· δένονται μαζί τους, στην προσπάθεια αναδιοργάνωσης του χώρου με τις συνέχειες και τις ασυνέχειες που επιβάλλει η νέα ανάγνωση του τοπίου, ως σύνθετου αποτελέσματος της φύσης, των επεμβάσεων των παλιότερων κοινοτήτων και της νεωτερικής ανασύνθεσης της σημερινής κοινωνίας. 

Το Μουσείο 


Η περιήγηση στο Μουσείο και στον Τόπο του γίνεται σε μια διαδρομή μέσω διαδοχικών στεγασμένων, κλειστών και υπαίθριων χώρων. Μπαίνει κανείς από την άνω πτέρυγα, μέσα από το σκεπαστό πέρασμα μεταξύ Εκδοτηρίου και Αίθουσας Πολλαπλών Χρήσεων. 


Αποκάτω τους εντάσσονται Εκπαιδευτικά Προγράμματα, Γραφεία, Αρχείο και βοηθητικοί χώροι. Στην κάτω πτέρυγα αναπτύσσεται η Μόνιμη Έκθεση, που επεκτείνεται υπαιθρίως, στον τόπο της μαστιχοκαλλιέργειας. Η επίσκεψη ακολουθεί συγκεκριμένη διαδρομή, η οποία σιγά σιγά ανηφορίζει προς το Κυλικείο, το Πωλητήριο και την έξοδο στο δρόμο και τους χώρους στάθμευσης. 



Ο τόπος της καλλιέργειας των μαστιχόδεντρων δέχτηκε μικροεπεμβάσεις συντήρησης και καθαρισμού, προκειμένου να γίνει επισκέψιμος, με αποφυγή κάθε τεχνητής αλλοίωσης ή και “ωραιοποίησης” του αυθεντικού αγροτικού τοπίου. 


Το κτίριο είναι ένα ουδέτερο κέλυφος, με ευελιξία στη διαμόρφωση των χώρων του, ώστε να εξυπηρετείται το μουσειολογικό πρόγραμμα. Οι αναγκαίοι για την επαρκή λειτουργία του χώροι κατανέμονται σε δύο πτέρυγες, έτσι ώστε τα κτίσματα να μήν επιβάλλονται με τον όγκο τους. Η άνω πτέρυγα στεγάζει όλες τις εισαγωγικές και συμπληρωματικές λειτουργίες του Μουσείου [εκδοτήριο εισιτηρίων, κυλικείο, café και Mastiha shop, πωλητήριο, Αίθουσα Πολλαπλών Χρήσεων, Αίθουσα εκπαιδευτικών προγραμμάτων, «Ερευνητικό Κέντρο Μαστίχας», λοιποί βοηθητικοί χώροι] ενώ η κάτω πτέρυγα στεγάζει τη μόνιμη έκθεση. 





Η λιτότητα, τα φυσικά υλικά και η ενότητα ύφους συνοψίζουν το σκεπτικό της μουσειογραφικής μελέτης. Η μόνιμη έκθεση διαμορφώνεται έτσι ώστε να προσφέρει μια διαφορετική ατμόσφαιρα για κάθε μια από τις θεματικές ενότητες. Όπου το περιεχόμενο της έκθεσης το ζητεί, επιδιώκεται η ελεύθερη θέαση προς τον εξωτερικό φυσικό χώρο. 



Ένα σημαντικό τμήμα υποβαθμίζεται σε χαμηλότερο επίπεδο από την κύρια αίθουσα, όπου τοποθετείται ο πρώτος μηχανολογικός εξοπλισμός επεξεργασίας μαστίχας της Ένωσης Μαστιχοπαραγωγών, σε πανοραμική θέασή του από τον επισκέπτη. 



Ο επισκέπτης τελικώς θα οδηγηθεί στον υπαίθριο χώρο, στον οποίο επίσης έχει διαμορφωθεί, με μονοπάτια και κατάλληλα εποπτικά μέσα, μια διαδρομή μέσα απο το μαστιχοχώραφο, που θα τον φέρει σε άμεση επαφή με την ιδιοτυπία της μαστιχοκαλλιέργειας και το αγροτικό τοπίο της. Το μονοπάτι θα τον βγάλει στην έξοδο, περνώντας τον από το κυλικείο και το πωλητήριο. 

___________________________________ 

Αρχιτεκτονική και Μουσειογραφική μελέτη: 
ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΙΖΗ ΑΕ Αρχιτεκτονικής και Design. 

Αρχιτέκτονες έργου: Γιάννης Κίζης και Κωσταντής Κίζης 

Συνεργάτες μελέτης: Ν. Βενιανάκης, Λ. Πολυζωγοπούλου, Μ. Ραυτοπούλου, Θ. Δούγκας, Ν. Σούλης, Γ. Πανταζής, Ε. Κουσκούτη. 

Μελέτη Φέροντος Οργανισμού: Ι. Τσοπανάκης 
Μελέτη Η/Μ Εγκαταστάσεων: Π. - Ι. Ζαννής 
Ειδικός Φωτισμός: A. Tσαγκρασούλης 
Σύνταξη Προγράμματος και Εφαρμογή της Έκθεσης: ΠΙΟΠ (Λ. Μπενέκη και Α. Καλλινικίδου) 
Μελέτη - εγκατάσταση Ιστορικού Μηχανολογικού Εξοπλισμού: Α. Πλυτάς. 
Επεξεργασία Μουσειογραφικών Επιφανειών: STAGE DESIGN OFFICE 
Μουσειογραφικές Εφαρμογές: TETRAGON 

Γενικός Εργολήπτης: Κάστωρ ΑΕ 
Επίβλεψη: Τεχνική Υπηρεσία Τράπεζας Πειραιώς 

Σύμβουλος Επίβλεψης: ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΙΖΗ ΑΕ Αρχιτεκτονικής και Design 
Επί τόπου του έργου εξωτερική συνεργάτις επίβλεψης: Κ. Μανωλιάδη. 


Κάντε ΚΛΙΚ στις εικόνες για μεγένθυση



No comments :

Post a Comment