Sunday, December 12, 2010

ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΣΤΗΝ ΣΤΕΓΗ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΩΝ


Μιχαήλ Μαρμαρινός :   «Ύμνος στα Μαστόρια»  με απώλεια του μέτρου…





Περσίδες από ελληνικό λευκό μάρμαρο με ενσωματωμένο σύστημα εικόνας με τεχνολογία LED  προβάλλουν  μια σειρά από παράδοξες εικόνες εντελώς ασυνήθιστες στο αστικό τοπίο της νύχτας στη Λεωφόρο Συγγρού,  που από δρόμος πορνείας και νυχτερινής αναψυχής,  σταδιακά εξελίσσεται σε τόπο πολιτιστικών δραστηριοτήτων. 



Εικόνες από εργάτες και μαστόρους που δούλεψαν για να χτιστεί η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση  στους οποίους ήταν αφιερωμένες οι  βραδιές των εγκαινιών. Ένα σημαντικό κτίριο, απόκτημα για αυτόν τον τόπο, ιδιαίτερα σε αυτή την δύσκολη περίοδο και αποτέλεσμα μιάς συνολικής προσπάθειας των ανθρώπων  του Ιδρύματος.




Εκτός όμως από την όψη, τα μαστόρια είχαν την τιμητική τους και στο εσωτερικό του κτιρίου, όπου στεκόντουσαν σε διαφορα απρόσμενα μέρη, ντυμένοι με τα καλά τους ρούχα.




Πρώτη φορά σε ένα δημόσιο κτίριο αναγνωρίζεται η σημαντική προσφορά αυτών των άγνωστων και άσημων ανθρώπων, που σιωπηλά και αναντίρρητα πραγματοποιούν το όνειρο, το όραμα θα έλεγα του κάθε  αρχιτέκτονα, του κάθε μελετητή, του  επιχειρηματία, του ιδρύματος, του μικροιδιοκτήτη…  με εξαιρετική υπομονή και ευαισθησία. Πρόκειται για μια τελετουργία που συντελείται και μας γοητεύει μια και οι άνθρωποι αυτοί  μεταμορφώνουν από μέρα σε μέρα τον χώρο, μέσα σε μια ατμόσφαιρα θεατρική θα  έλεγα. Αυτήν την ατμόσφαιρα επεδίωξε να αναδείξει ο Μιχαήλ Μαρμαρινός σκηνοθετώντας τα εγκαίνια της Στέγης, με πρωταγωνιστές έλληνες και αλλοδαπούς μαστόρους και την απεικόνιση σε βίντεο της σκόνης, της αταξίας του εργοταξίου, των λάμψεων από τις κολλήσεις των μέταλλων...

Σκηνές από την κατασκευή του έργου  ξαναζωντανεύουν στην μεγάλη οθόνη, στην σκηνή του κεντρικού αμφιθεάτρου αναδεικνύοντας τον μόχθο, την προσπάθεια των  σωμάτων...


...με μουσική υπόκρουση άλλοτε τα λαϊκά τραγούδια από το ραδιοκασετόφωνο και  κυρίως από την  μουσική των  J.S. Bach και του Haydn από την  Καμεράτα, Ορχήστρα Φίλων της Μουσικής.

Ο Μαρμαρινός μας παραπέμπει σε δικά μας σύγχρονα  βιώματα στα εργοτάξια,  αλλά ταυτόχρονα μας μεταφέρει στο παρελθόν σε άλλες εποχές δημιουργίας … Θα τολμούσα να πω ότι μου ήρθαν στον νου σκηνές του Αιζενστάιν ή των αδελφών Ταβιάνι

σκηνή από το    «Allonsanfàn» των αδελφών Ταβιάνι

όταν η σκηνή γέμισε με εκατό περίπου εργάτες,  και ανάμεσά τους  η Μέτζο- Σοπράνο Μαίρη- Έλεν Νέζη άρχισε να  να τραγουδά άριες.




...με παράλληλη προβολή εικόνων 


και ενώ η συγκίνηση κορυφώθηκε, χάθηκε το μέτρο! 
Οι εργάτες από πρωταγωνιστές μετατράπηκαν σε ένα χορευτικό κινούμενο σύνολο, που πλαισιώνει την Μέτζο-Σοπράνο, παραμένοντας στην σκηνή  περισσότερο χρόνο από ότι χρειαζόταν και αποδυναμώνοντας την συγκίνησή μας. Πραγματικά στεναχωρήθηκα για το φινάλε αυτής της ευρηματικής προσπάθειας του Μ. Μαρμαρινού και για άλλη μια φορά συνειδητοποίησα πόσο δύσκολο είναι για κάθε δημιουργό να αυτοακρωτηριάζεται… 



Σε κάθε περίπτωση όμως το σχόλιο αυτό δεν αποδυναμώνει την όλη στρατηγική των εγκαινίων όπως οργανώθηκε  με βασικό συντελεστή τον  εκτελεστικό διευθυντή Χρήστο Καρρά που μαζί με τους ανθρώπους του Δοιηκητικού Συμβουλίου μας υποδέχθηκαν στο κτίριο.
Ένα  κτίριο που αποτελεί τον τρίτο σημαντικό πόλο μαζί με το Μουσείο Μπενάκη και το Μέγαρο Μουσικής με μια ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική του γνωστού Γαλλικού γραφείου Architecture Studio  που είχε την γενική σύλληψη και του  γραφείου Burrell Foley Fischer Llp, Architects Urban Designers  στο Λονδίνο, που μελέτησε τα εσωτερικά των αμφιθεάτρων. Η σύλληψη είναι εξαιρετικά απλή.




Μία ωοειδής φόρμα με τις αίθουσες περιβάλλεται με ένα ορθογωνιο περιβλημα κυκλοφορίας, διάτρητο και επανδεδυμένο με περσίδες που επιτρέπουν στον επισκέπτη να έχει πάντα μια οπτική επαφή με την πόλη. Ένα τελικά εξωστρεφές κτίριο σε αντίθεση με την υπόγεια επέκταση του Μεγάρου Μουσικής,  και πραγματικά δεν μπόρεσα ποτέ να συμφιλιωθώ με την συνολική του  υπόγεια αντιμετώπιση.
 

Η κατακόρυφη κίνηση στο κτίριο με τους γρήγορους ανελκυστήρες και τις δύσβατες εντυπωσιακές σκάλες από γυαλί μας οδήγησε και στον μεγάλο υπόγειο εκθεσιακό χώρο που και εδώ τον πρώτο ρόλο έχουν τα πορτραίτα μαστόρων και συντελεστών του έργου...

Η φωτογραφική αυτή έκθεση είχε ένα συναισθηματικό κενό. Έλλειπε ένα  δυνατό σενάριο και θεωρώ ότι δεν επαρκεί η παράθεση εικόνων αγνώστων με ασθενή ευρήματα όπως εικόνες κολλημένες στο πάτωμα ή  θαμπές ηχητικές  παρεμβολές.


Θα ήθελα να αναφερθώ στον επανασχεδιασμό του αρχιτεκτονικού φωτισμού σε όλο το κτήριο που υπογράφει η Ελευθερία Ντεκώ  και να  σχολιάσω ότι ίσως η Στέγη εκτός από το έργο της Αμαλίας Παπαφιλίππου στο χώρο του μπαρ, θα έπρεπε να επιλέξει και γλυπτά Ελλήνων καλλιτεχνών αντί του Ροντέν και του Μπουρντέλ.
Θέλω επίσης να  σταθώ στην φράση  του  Αντώνη Παπαδημητρίου, προέδρου του Ιδρύματος Ωνάση: «Η Στέγη θέλει να είναι ανοιχτή σε όλους, χωρίς κανενός είδους αποκλεισμό» με την ελπίδα ότι θα μας δοθεί η ευκαιρία να ζήσουμε νέες συγκινήσεις σε αυτό τι κτίριο. Ένα κτίριο που μαζί με το διπλανό του το κτίριο της Εθνικής Ασφαλιστικής με αρχιτέκτονες τους  M. Botta, Ρένα  Σακελλαρίδου και Μόρφω Παπανικολάου  αναβαθμίζουν την εικόνα αυτής της πόλης.

το κτίριο της Εθνικής Ασφαλιστικής 



Καλορίζικη η νέα μας Στέγη!


No comments :

Post a Comment